Επιλογή Σελίδας

Του Άγγελου Φυρλή

Η Μαρτίνα Ναβρατίλοβα κυριάρχησε στα γήπεδα του τένις για 31 χρόνια και τερμάτισε την ένδοξη καριέρα της το 2006 με 369 τίτλους, ενώ το 2000 έλαβε τη θέση της στο πάνθεον του αθλήματος με την είσοδό της στο Hall of Fame.

Ανήμερα των 68ων γενεθλίων της (18/10/1956) ρίχνουμε φως στις αθέατες πτυχές της ταραχώδους ζωής μιας αθλήτριας, η επίδραση της οποίας υπερβαίνει τίτλους και στατιστικά.

Από τον κομμουνιστικό εφιάλτη στο αμερικανικό όνειρο

Η Μαρτίνα Σουμπέρτοβα, όπως είναι το πραγματικό της όνομα, αντίκρισε το πρώτο φως της ζωής στις 18 Οκτωβρίου 1956 στην Πράγα της κομμουνιστικής τότε Τσεχοσλοβακίας, ήτοι στη λάθος, σύμφωνα με την ίδια, πλευρά του «Σιδηρούντος Παραπετάσματος».

Δεν πέρασαν παρά τρία χρόνια μέχρι τη στιγμή που η μοίρα θα έδειχνε στη νεαρή Μαρτίνα το στυγνό της πρόσωπο, καθώς ο γάμος των γονιών της τερματίστηκε άδοξα και η ίδια μετακόμισε με τη μητέρα της σε μια μικρή πόλη νοτιοδυτικά της Πράγας.

Η σχέση της με τον βιολογικό της πατέρα παρέμεινε ψυχρή μέχρι την ύστατη στιγμή, ώσπου ο καταπνίγηκε από τη χρόνια κατάθλιψη και προέβη στην αυτοκτονία μετά την τελμάτωση και του επόμενου γάμου του.

O αυτόχειρας Μίρεκ, εκπαιδευτής σκι για ένα μέρος της σύντομης ζωής του, άφησε πίσω ένα νόθο παιδί, τον ετεροθαλή αδερφό της Μαρτίνα, του οποίου την ύπαρξη η ίδια αγνοούσε μέχρι τα 23 της.

Το 1962 η μητέρα της (σ.σ. γυμνάστρια, τενίστρια και προπονήτρια σκι) παντρεύτηκε τον Μίροσλαβ Ναβράτιλ, ο οποίος επρόκειτο να αποτελέσει τον πρώτο μέντορα της Μαρτίνα στον χώρο της αντισφαίρισης, καθώς και να της δώσει το επώνυμό του.

Άλλωστε η νεαρή Ναβρατίλοβα είχε… προσβληθεί από το μικρόβιο του αθλήματος άμα τη γενέσει της, ούσα εγγονή της τενίστριας Άγκνες Σεμάνσκα που είχε επιδείξει αξιοσημείωτη καριέρα και, μάλιστα, είχε φτάσει μέχρι και το Νο2 της εθνικής κατάταξης.

Τις εξαντλητικές προπονήσεις με τον πατριό της διαδέχθηκαν εκείνες με τον Τσεχοσλοβάκο πρωταθλητή Τζορτζ Πάρμα, ο οποίος κατενθουσιάστηκε με το ακατέργαστο ταλέντο της Ναβρατίλοβα και συνέβαλε καθοριστικά στη διάπλαση της απαράμιλλης τεχνικής και του χαλύβδινου χαρακτήρα της.

Τα σύνορα της Τσεχοσλοβακίας φάνταζαν πλέον ιδιαιτέρως στενά για την ονειροπόλα Μαρτίνα, αφού ασφυκτιούσε εντός του στεγανοποιημένου κομμουνιστικού περιβάλλοντος.

Δεν άργησε να απαρνηθεί τις ρίζες της και να αποσκιρτά στο άντρο του καπιταλισμού, τις ΗΠΑ, καθώς στα 16 της είχε ήδη κατακτήσει το πρώτο της εθνικό πρωτάθλημα και είχε χριστεί επαγγελματίας.

Άλλωστε, σύμφωνα με τη Μαρτίνα Ναβρατίλοβα, η καρδιά της ανέκαθεν ανήκε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπως αποκάλυψε στην αυτοβιογραφία της.

«Για πρώτη φορά μπορούσα να αντικρίσω την Αμερική δίχως το κομμουνιστικό φίλτρο και φαινόταν σωστό. Πραγματικά πιστεύω ότι γεννήθηκα για να γίνω Αμερικανίδα. Με όλο το σεβασμό στην πατρίδα μου, τα πράγματα ποτέ δε μου φάνηκαν τόσο σωστά όσο από τη στιγμή που αποβιβάστηκα στην Φλόριντα», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Η επιστροφή της «Αμερικανίδας παίκτριας»

Τα πρώτα χρόνια της Ναβρατίλοβα στη δική της Γη της Επαγγελίας μόνο ρόδινα δεν χαρακτηρίζονται, αφού κατανάλωνε αρειμανίως fast food και θυσίαζε τη συλλογή τίτλων για εκείνη των λαμπερών κοσμημάτων, των φανταχτερών ρούχων και των πολυτελών αυτοκινήτων.

Δεν άργησε, βεβαίως, να επανέλθει σε τροχιά πρωταθλητισμού και να κατακτήσει την πρώτη θέση στην κατάταξη το 1978, μαζί με τα πρώτα της Grand Slams, ενώ τότε άρχισε και η σφοδρή κόντρα της με την έτερη διεκδικήτρια της κορυφής και αγαπημένη του κοινού Κρις Έβερτ.

Μολονότι η ίδια ουδέποτε μετάνιωσε για την απόφαση που έλαβε μια αυγουστιάτικη νύχτα του 1975, όταν έσπευσε στην υπηρεσία μετανάστευσης και πολιτογράφησης για την απόκτηση αμερικανικής ιθαγένειας, η λαχτάρα της για επιστροφή στην πατρίδα και την οικογένειά της παρέμεινε άσβεστη.

Η Τσεχοσλοβακία αρνήθηκε κάθε αίτημά της για έκδοση βίζας και τελικά η επιστροφή της… καπιταλίστριας τελέστηκε με τον πλέον αδόκητο τρόπο τον Ιούλιο του 1986.

Συγκεκριμένα, ταξίδεψε στη γενέτειρά της στο πλαίσιο της ετήσιας διοργάνωσης Fed Cup και αγωνίστηκε για λογαριασμό της νέας της πατρίδας.

Εν τοις πράγμασι, η Τσεχοσλοβακία κατέβαλε κάθε προσπάθεια για τη συσκότιση της παρουσίας της μισητής αποσκιρτήσασας Ναβρατίλοβα, με κλεισμένα μικρόφωνα στις συνεντεύξεις Τύπου, με απαγόρευση αναμεταδόσεων των αγώνων της και με την προσφώνηση «Αμερικανίδα παίκτρια».

Μονάχα η Τσεχοσλοβάκα αντίπαλός της και Νο3 στην κατάταξη, η Χάνα Μαντλίκοβα, έσπευσε να την καλωσορίσει, με τις δύο τους να τα… λένε και στον συγκλονιστικό τελικό εν μέσω εντόνως φορτισμένης ατμόσφαιρας.

Οι επευφημίες του κοινού για την αγαπημένη του Μαρτίνα δονούσαν το στάδιο της Πράγας, αναγκάζοντας ακόμη και τους διοργανωτές να την αποκαλέσουν με το όνομά της.

Η έκβαση του αγώνα βρήκε τη Ναβρατίλοβα να… αλώνει την ίδια της την πατρίδα χάρη στη νίκη με 2-0 σετ επί της Μαντλίκοβα και τις ΗΠΑ θριαμβεύτριες εντός κομμουνιστικού εδάφους με συνολικό σκορ 3-0.

Όπως δήλωσε η ίδια η νικήτρια: «Γνωρίζω τον τσεχοσλοβακικό ύμνο από καρδιάς και μιλάω τη γλώσσα. Δεν μπορώ να απαρνηθώ από πού προέρχομαι».

Ο εθνικός ύμνος «Kde domov můj» (ελληνιστί «Πού είναι το σπίτι μου») έμοιαζε σαν να γράφτηκε για την ίδια και «η Μαρτίνα έβαλε τα κλάματα», όπως εξομολογήθηκε η αγαπημένη της μητέρα Γιάνα.

Ομοφυλοφιλία και προσωπική ζωή

Ενόσω κυριαρχούσε εντός γηπέδων υφαίνοντας επιμελώς τον πελώριο μύθο της, η Ναβρατίλοβα έσπευσε να λάβει ξανά τη θέση της στο… προσφιλές της πια περιθώριο.

Αποτέλεσε μια από τις πρώτες ισχυρές και λαοφιλείς προσωπικότητες που μίλησαν ανοικτά για το ακανθώδες ζήτημα των σεξουαλικών τους προτιμήσεων.

Συγκεκριμένα, ο θυελλώδης της δεσμός με την περιώνυμη μυθιστοριογράφο Ρίτα Μέι Μπράουν αντιμετωπίστηκε σαν λαχταριστή λεία από τα δημοσιογραφικά όρνεα και πλήρωσε ακριβά το τίμημα του αναχρονιστικού, βαθιά ομοφοβικού της περιβάλλοντος.

Με την Τζούλια Λεμίγκοβα

Έχασε χορηγίες και ήρθε σε σύγκρουση με τον αγαπημένο της πατριό, ο οποίος την αποκήρυξε, αφού της γνωστοποίησε ότι θα προτιμούσε να γινόταν πόρνη!

Πέραν της Μπράουν, η Ναβρατίλοβα σύναψε δεσμό με την πρώην μπασκετμπολίστρια Νάνσι Λίμπερμαν και σε κοινή τους συνέντευξη ενημέρωσε ότι ήταν αμφιφυλόφιλη (σ.σ. αργότερα ξεκαθάρισε ότι είναι ομοφυλόφιλη).

Παράλληλα, υπήρξε ζευγάρι και με τη συγγραφέα Τζούντι Νέλσον, στην οποία ήταν υποχρεωμένη να πληρώνει διατροφή μετά τον πολυκύμαντο χωρισμό τους, ενώ μόλις το 2014 προσήλθε εις γάμου κοινωνία με την αγαπημένη της Τζούλια Λεμίγκοβα.

Όταν… διέλυσε τον καρκίνο

Καθώς διέσχιζε με ασίγαστο πάθος για ζωή την έκτη δεκαετία του βίου της, η αεικίνητη 53χρονη Ναβρατίλοβα εξαναγκάστηκε να πιστοποιήσει για ακόμη μια φορά τα πλεονάσματα ψυχής που την οδήγησαν στην κατάρριψη τόσων διαδοχικών κορυφών.

Ήταν τότε που κλήθηκε να δώσει τον σπουδαιότερο, πλην όμως άνισο, αγώνα της ζωής της, με διακύβευμα την ίδια της τη βιολογική ύπαρξη.

Δύο χρόνια μετά τον θάνατο της λατρεμένης της μητέρας από εμφύσημα, η Μαρτίνα Ναβρατίλοβα διαγνώσθηκε με καρκίνο του μαστού.

 
Tα δραματικά μαντάτα διέλυσαν τη φαινομενικά παντοδύναμη αθλήτρια του τένις στα εξ ων συνετέθη και ένα κολοσσιαίο «γιατί» τριβέλιζε το μυαλό της.

«Το μυαλό μου κλονίστηκε. Δεν ήξερα κατά πόσο απειλείται η ζωή μου απ’ αυτό, δεν γνώριζα αν έπρεπε να κάνω μαστεκτομή ή χημειοθεραπεία και εννοείται δεν ήθελα να χάσω ούτε το στήθος ούτε τα μαλλιά μου. Έκατσα κάτω και απλά έβαλα τα κλάματα», εξομολογήθηκε η ίδια στην «Daily Mail» το 2010.

Αυτή τη φορά η πρόκληση για μάχη τη βρήκε παντελώς απροετοίμαστη, με την ίδια να ιδιωτεύει ευρισκόμενη σε μια περίοδο αυτοπραγμάτωσης και αυτοβελτίωσης, τρία μόλις χρόνια μετά την απόσυρσή της από τη δράση.

«Υποθέτω ότι ποτέ δεν είσαι έτοιμη να ακούσεις κάτι τέτοιο. Σοκαρίστηκα. Σκεφτόμουν ότι δεν ήμουν έτοιμη για αυτό, τότε, όχι τότε. Ένιωθα ότι ήταν πολύ νωρίς, δεν ένιωθα 53 ετών. Συμπεριφερόμουν σαν να βρισκόμουν στα 30 μου και οι φίλοι μου έλεγαν ότι στο μυαλό μοιάζω με έφηβη. Ήταν αναπάντεχο. Ένιωθα να ελέγχω το σώμα και τη ζωή μου πλήρως και ξαφνικά όλα άλλαξαν», ήταν τα λόγια της.

Προς μεγάλη της ανακούφιση ο καρκίνος δεν είχε επεκταθεί στους γαλακτοφόρους πόρους, με συνέπεια ο γιατρός να της συστήσει αφαίρεση του όγκου και θεραπεία ακτινοβολίας.

Η δυσκολότερη μάχη για τη μέχρι πρότινος μοναχική πρωταθλήτρια Μαρτίνα είχε ήδη αρχίσει και, παράλληλα, είχε συνειδητοποιήσει ότι αυτός ο αγώνας θα ήταν ομαδικός.

«Το χειρότερο μέρος με τον καρκίνο είναι ότι τίποτα δεν βρίσκεται στον έλεγχό σου. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να βελτιώσεις τις πιθανότητές σου απέναντί του. Οι φίλοι μου έλεγαν ‘αν σου προσφέρουν βοήθεια, δέξου την’. Οι πιθανότητές σου αυξάνονται όταν έχεις συναισθηματική βοήθεια από κάποιον.

Ένας από τους πρώτους ανθρώπους που κάλεσα ήταν μία απίστευτη γυναίκα που είχε το ίδιο είδος καρκίνου 10 χρόνια πριν. Το να δέχεσαι βοήθεια σε κάνει ευάλωτο, αλλά σε φέρνει και πιο κοντά με τους ανθρώπους».

Η έκβαση του αγώνα ήταν μάλλον προδιαγεγραμμένη, καθώς αποδείχτηκε, αναμφίλεκτα, άνισος για την… ίδια την αρρώστια και η Ναβρατίλοβα παραμένει στα πόδια της, γερή και δυνατή.

Εφεξής έθεσε ως στόχο ζωής την προαγωγή του υγιεινού τρόπου ζωής, γι’ αυτό διατελεί εκπρόσωπος του AARP, μιας ΜΚΟ που μεριμνά για όσους οδεύουν προς την τρίτη ηλικία.

«Απλά θέλω να σώσω ζωές. Μιλάω ενώπιον εκατομμυρίων ανθρώπων για τα οφέλη του υγιεινού τρόπου ζωής κι ελπίζω πλέον να εμπνέω και τις γυναίκες, ώστε να κάνουν εγκαίρως τις εξετάσεις τους.

Είμαι χαρούμενη που ο καρκίνος απομακρύνθηκε από το στήθος μου, αλλά πάντα μπορεί να επιστρέψει. Προς το παρόν πρέπει να φροντίσω ότι δεν «τρέφω» τον καρκίνο, κι εφόσον επιστρέψει θα τον διαλύσω ξανά», δηλώνει.

Ακτιβισμός, συγγραφή και… ριάλιτι επιβίωσης

Η Ναβρατίλοβα μπορεί να προσέφυγε στη γιόγκα για να ξεκουράσει το ταλαιπωρημένο της σώμα, αλλά και το εξίσου καταπονημένο πνεύμα της, εντούτοις σύντομα ανέκαμψε και συνέχισε να απομυζεί τη ζωή.

Συγκεκριμένα, πέραν των συμμετοχών της σε αγώνες τριάθλου, ενδύθηκε για λίγους μήνες τον ρόλο της προπονήτριας της Αγκνιέσκα Ραντβάνσκα, ενώ γνωστοποίησε την πρόθεσή της να οικοδομήσει ακαδημίες για νεαρούς αθλητές στην Τσεχία.

Αξιοσημείωτη είναι η ακτιβιστική της δράση, αφού παρίσταται σε πλείστες καμπάνιες σχετικά με τα δικαιώματα των ζώων, των μη προνομιούχων παιδιών, αλλά και της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας.

Το 2000, μάλιστα, τιμήθηκε με το εθνικό βραβείο για την ισότητα από την HRC, τον μεγαλύτερο οργανισμό για τα δικαιώματα των γκέι.

Επιπλέον, ουδέποτε δίστασε να καταφερθεί δημοσίως εναντίον του κομμουνισμού, ενώ κατακεραυνώνει σε κάθε ευκαιρία την πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση, αρνούμενη να μιλήσει ρωσικά μέχρι και σήμερα.

«Κάθε φορά που οι άνθρωποι προσπαθούν να με πείσουν ότι ο κομμουνισμός είναι κάτι καλό, τους λέω απλά να δοκιμάσουν να ζήσουν σε μια κομμουνιστική χώρα αφού είναι τόσο ωραία», τόνισε σχετικά.

Παράλληλα δεν έχει κρύψει την υποστήριξή της στο κόμμα των Δημοκρατικών και, μάλιστα, έχει χρηματοδοτήσει αρκετές από τις καμπάνιες τους.

Εκτός του ακτιβισμού, η Ναβρατίλοβα καλλιέργησε και το συγγραφικό της ταλέντο, επιδεικνύοντας μάλιστα ιδιαίτερο πλουραλισμό, καθότι πέραν της αυτοβιογραφίας της και εγχειριδίων τένις, έχει εκδώσει και μια σειρά τριών νουβελών μυστηρίου!

Τέλος, ενέδωσε στον πειρασμό της τηλεόρασης, καθώς συμμετείχε στο χορευτικό σόου «Dancing with the Stars» το 2012, ενώ μερικά χρόνια πριν, το 2008, θριάμβευσε στο ριάλιτι επιβίωσης «I’m a Celebrity… Get Me Out of Here!», καταλαμβάνοντας τη δεύτερη θέση.

Από το θερμό χορτάρι του αγαπημένου της Wimbledon έως το ψυχρό πάλκο του πλατό του… άγνωστου «Dancing», τίποτα δεν κατακτήθηκε εύκολα από τη Μαρτίνα.

Ο κομμουνιστικός όλεθρος ακολουθήθηκε από δύσβατες ατραπούς, αφού η ζωή αποδείχτηκε εξόχως αντίξοη και στην αντίπερα, την πιο λαμπερή, όχθη του Ατλαντικού, όμως, η ίδια έμαθε να παλεύει διαρκώς από την πλευρά των περιθωριακών.

«Μια αριστερόχειρας στον κόσμο των δεξιοχείρων, μια γκέι στον κόσμο των στρέιτ. Μια αποστάτισσα και μετανάστρια με εμμονή στο σερβίς-βολέ σε ένα κόσμο που επικρατούσε το παιχνίδι από την baseline

Διαμέσου όλων των αλλαγών της, στο σώμα, τα μαλλιά, τα ρούχα, τα γυαλιά, την εθνικότητα, τους προπονητές, τις συντρόφους, ένα πράγμα έμεινε ίδιο: η φωνή της, που δύναται να σπάσει ακόμη και ποτήρι σαμπάνιας.

Εξέπεμπε ήχους αξιοπρέπειας και ειλικρίνειας, πασπαλισμένους με ευφυΐα και ευσπλαχνία. Το τένις ήταν πραγματικά ευλογημένο να διαθέτει μια τέτοια φωνή για τόσο πολύ», όπως διαπίστωσε εύγλωττα ο αποθανών αρθρογράφος και συγγραφέας Φρανκ Ντέφορντ.

Πηγή: Sport Retro