Επιλογή Σελίδας

Του Νίκου Παπαδογιάννη

Επιστρέφοντας από τη Μανίλα, τον περασμένο Σεπτέμβριο, θέλησα να ανιχνεύσω το θέμα της απουσίας του Γιάννη Αντετοκούνμπο. Μου προκαλούσε απορία και ενόχληση η αποχή του, όχι τόσο από το παρκέ, αφού ο ύπουλος τραυματισμός του ήταν θέμα αναμφισβήτητο, όσο από τις εκδηλώσεις μίας Εθνικής ομάδας στην οποία έπαιζαν τα αδέλφια του. Τον ήθελα, δηλαδή, στην κερκίδα, σε ένδειξη συμπαράστασης: στους φιλικούς αγώνες, σε κάποιες προπονήσεις, ου μην και στο ίδιο το Μουντομπάσκετ, όπως έκανε ο Λεττονός Κρίσταπς Πορζίνγκις με το ταξίδι του στη μακρινή Τζακάρτα.

Οι εξηγήσεις που έλαβα από τον «κύκλο» του διανθίστηκαν με διαβεβαιώσεις για το εγγύς μέλλον και διατυπώθηκαν σε 24 παραγράφους, στο …πολύκροτο ρεπορτάζ που μπορείτε να (ξανα)διαβάσετε εδώ, με τίτλο: «Όλη η αλήθεια για τον Γιάννη». Δημοσιεύτηκε στις 26 Σεπτεμβρίου του περασμένου έτους, δηλαδή 9 γεμάτους μήνες κυοφορίας ή 281 μέρες πριν το τζάμπολ του αγώνα της Εθνικής με τη Δομινικανή Δημοκρατία.

Τότε ο Γιάννης δεσμευόταν να παίξει στο Προολυμπιακό τουρνουά (του οποίου η έδρα δεν είχε ακόμη αποφασιστεί), «βρέξει χιονίσει», «ακόμα και με ένα πόδι που λέει ο λόγος» με έναν και μοναδικό αστερίσκο: «Αρκεί να είμαι υγιής». Τελικά, παραμέρισε το εύκολο άλλοθι και τις αντιρρήσεις των Μπακς και έπαιξε στην Εθνική …χωρίς να είναι υγιής. Με ένα πόδι!

Εκείνο το ρεπορτάζ χλευάστηκε από τους παντογνώστες των social media, αλλά αυτό μου είναι εντελώς αδιάφορο. Εγώ τον Γιάννη τον πιστεύω, επειδή ακριβώς δεν έλειψε ποτέ από κοντά μας. Άλλος, στη θέση του, θα είχε ρίξει πίσω του μαύρη πέτρα για να πετύχει κατακέφαλα όχι μόνο το ελληνικό μπάσκετ, αλλά και την ελληνική κοινωνία. Και την Ελλάδα ολάκερη.

Κάπου στη μέση του κειμένου, στο arrondissement 12 για να μπαίνουμε και σε κλίμα Παρισιού, υπήρχε η ακόλουθη παράγραφος: «Η πιθανή διεξαγωγή ενός Προολυμπιακού τουρνουά στην Αθήνα μπορεί να οριστικοποιήσει τη συμμετοχή του Γιάννη και την πανστρατιά, αφού πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες πρόκρισης με όλους τους πιθανούς τρόπους. Η Ομοσπονδία θα πιέσει έντονα την Πολιτεία προς την κατεύθυνση της χρηματοδότησης. Το όνειρο του Γιάννη είναι να κρατήσει την ελληνική σημαία στην Τελετή Έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού, κάτω από τον Πύργο του Άιφελ».

Ολόκληρο το ρεπορτάζ δικαιώθηκε. Ο Γιάννης δήλωσε παρών εξαρχής στο προσκλητήριο του καινούριου προπονητή της Εθνικής, έθεσε αγόγγυστα εαυτόν στην υπηρεσία της ομάδας, αψήφησε τον τραυματισμό που του έδινε ισχυρότατο πάτημα αν ήθελε να απόσχει, έπαιξε με αυτοθυσία το μπάσκετ που χρειαζόταν για να οδηγήσει την «επίσημη αγαπημένη» στους Ολυμπιακούς Αγώνες, αγνόησε την άτυπη οδηγία να αποφύγει τους «back-to-back» αγώνες, πανηγύρισε με γνήσια δάκρυα συγκίνησης και ολόφωτο χαμόγελο.

Και όταν πληροφορήθηκε ότι είχε επιλεγεί από την ΕΟΕ ως σημαιοφόρος, μετά την άρνηση του Μίλτου Τεντόγλου και τον αποκλεισμό της λύσης Ντούσκου, πέταξε από τη χαρά του. Προκειμένου να βιώσει στην πράξη ένα τρελό όνειρο ζωής, δεν λογαριάζει ούτε την ταλαιπωρία της μετακίνησης (μάλλον με τρένο) από και προς τη Λιλ ούτε την ορθοστασία που αγγίζει το όριο του απάνθρωπου ούτε τίποτε.

Στην Τελετή Έναρξης, ο Γιάννης θα κουραστεί όσο θα κουραζόταν αν έπαιζε ένα ολόκληρο ματς και ίσως περισσότερο. Ωστόσο, η ευφορία που θα αισθανθεί θα τον κάνει να πετάξει στα σύννεφα του καλοκαιρινού ουρανού της Γαλλίας. Δεν θα εκπλαγώ καθόλου, αν το επόμενο βράδυ φορτώσει καμιά 50άρα στην καμπούρα των Καναδών. Ιδίως αν η Εθνική μας τους πετύχει ανυποψίαστους και με έλλειμμα προσαρμογής, όπως συμβαίνει συχνά με παίκτες και ομάδες βγαλμένες απ’ ευθείας από το NBA.

Bέβαια, στην πρεμιέρα τους στο περυσινό Μουντομπάσκετ οι (χωρίς Τζαμάλ Μάρεϊ) Καναδοί έκαναν κομμάτια τη Γαλλία με το εκκωφαντικό 95-65, ημίχρονο 43-40 παρακαλώ. Αλλά τις επόμενες ημέρες ηττήθηκαν από τη Βραζιλία σε ματς 65 πόντων και παρ’ ολίγον να χάσουν και από τα απομεινάρια της Ισπανίας.

Μία ακόμα παράγραφος με νόημα, από το ίδιο κείμενο, της 26ης Σεπτεμβρίου 2023: Τον Γιάννη τον ενοχλούν πολύ οι άναρθρες κραυγές των ακροδεξιών που τον εχθρεύονται (για παράδειγμα όταν υπενθυμίζει ότι γεννήθηκε Νιγηριανός), αλλά ταυτόχρονα τον πεισμώνουν. «Εγώ θα παίζω στην Εθνική όχι μόνο για το 90 τοις εκατό, αλλά και για αυτό το 5-10 τοις εκατό που με βρίζει», λέει στους δικούς του. «Θα το καταλάβεις ότι παίζω και για σένα, εσύ που μου έστηνες ενέδρες και με κυνηγούσες στα λεωφορεία; Ε, δεν γίνεται αυτοί οι τύποι να μου στερήσουν το χαμόγελο».

Οι έτι φανατικότεροι αυτής της στήλης, εάν υποτεθεί ότι υπάρχουν τέτοιοι, θα θυμούνται ότι ξεκίνησα καμπάνια με σύνθημα «δώστε τη σημαία στον Γιάννη» από το 2016 κιόλας. Εκείνες τις μέρες η Εθνική έδινε στο Τορίνο τη μάχη της πρόκρισης σε ένα άλλο Προολυμπιακό τουρνουά (φωτογραφία), αλλά εγώ ο αιρετικός το πήγαινα πιο μακριά.

«Ο Γιάννης είναι σύμβολο της ελληνικής κοινωνίας και θα μπορούσε να επιλεγεί ως σημαιοφόρος ακόμα και αν η Εθνική αποκλειστεί από τους Αγώνες του Ρίο», έγραφα. Ήταν μόλις 21 ετών τότε ο Γιάνναρος, χωρίς μεγάλες διακρίσεις, χωρίς πρωταθλήματα και τίτλους MVP, χωρίς την τρομακτική αναγνωρισιμότητα που έμελλε να ακολουθήσει, αλλά …σύμβολο. Όχι της κοινωνίας μας όπως στην πραγματικότητα είναι, αλλά της κοινωνίας μας όπως θα έπρεπε να είναι.

«Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είναι η ζωντανή αγκαλιά της Ελλάδας στην προσφυγιά και στον ξεριζωμό, η απάντησή της στην αμορφωσιά και την ξενοφοβία. Εάν είχαμε το πολιτικό θάρρος να του δώσουμε τη σημαία στους Ολυμπιακούς Αγώνες, θα στέλναμε προς όλες τις κατευθύνσεις το μήνυμα της προόδου και της αντίστασης», διαβάζω στο παλαιό μου κείμενο.

Σημειώνω, εδώ, ότι ο σημαιοφόρος δεν είναι απαραίτητα αθλητής. Θα μπορούσε για παράδειγμα να επιλεγεί για το Παρίσι ο Βασίλης Σπανούλης ή ο Θοδωρής Βλάχος, που έχουν και Ολυμπιακές διακρίσεις. Δεν χρειάζεται ούτε να είναι Έλληνας. Θα μπορούσε να δοθεί η σημαία τιμής ένεκεν στον Γιώργο Πομάσκι ή στον Μιτς Κρίερ. Το πιο εκπληκτικό: επιτρέπεται κάλλιστα να δοθεί το χρίσμα σε πρόσωπο που δεν μετέχει καν στους Αγώνες. Αυτό το προνόμιο το αξιοποιεί φέτος η Βενεζουέλα, που δίνει τη σημαία της στην (απούσα λόγω τραυματισμού) παγκόσμια ρεκορντγούμαν του τριπλού, Γιουλιμάρ Ρόχας.

Με την ίδια λογική, θα μπορούσε η Ελλάδα να επιλέξει τον Γιάννη Αντετοκούνμπο το 2016, τον Χρήστο Παπανικολάου το 2021 και τον Νίκο Γκάλη το 2024. Ας μη πάμε και σε πρόσωπα εκτός αθλητισμού, γιατί θα εκτραπεί σε άλλα μονοπάτια η συζήτηση. Προσπαθώ να πω, ότι η αριστεία έχει πολλές μορφές και ότι το κριτήριο που πρωτοκολλήθηκε ανεπίσημα από την ΕΟΕ, να δίνεται η σημαία σε αθλητές και αθλήτριες με ανώτατες Ολυμπιακές διακρίσεις, είναι ατελές και συχνά στρεβλό.

Τη γνώμη μου την κατέθεσα στο τελευταίο Old School μαζί με τον Δημήτρη Κωνσταντινίδη και την επαναλαμβάνω εδώ: εάν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε συνδυασμό αθλητικού και κοινωνικού κριτηρίου, ώστε να προκρίνουμε π.χ. τη σκοπεύτρια Εμμανουέλα Κατζουράκη που βγήκε ζωντανή από το τρένο των Τεμπών, ας βγαίνει ο σημαιοφόρος με κλήρωση. Στην κληρωτίδα, όλοι είναι ίσοι, όπως απαιτεί το Ολυμπιακό ιδεώδες της συμμετοχής.

Έκανα για πλάκα μία κλήρωση στο γραφείο και βγήκε τυχαία από το καπέλο το όνομα του Γιώργου Κουγιουμτσίδη. Και γιατί όχι; Δεν είναι μικρότερες οι θυσίες που έχει υποστεί ο εξαίρετος πρωταθλητής της πάλης, μέχρι να λουστεί το φως του Παρισιού. Ούτε αμελητέες οι πιθανότητές του για διάκριση.

Παρά τρίχα μάλιστα να έβγαζε η αυτοσχέδια κληρωτίδα τον ελληνοποιημένο παλαιστή Νταουρέν Κουρουγκλίεφ, αλλά αυτό είναι θέμα για κάποιο άλλο σημείωμα. Ο Ηλίας Ηλιάδης, θυμίζω, σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής στο Πεκίνο το 2008, είναι βέρος Γεωργιανός, υιοθετημένος από Έλληνα προπονητή του τζούντο.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This