Επιλογή Σελίδας

Του Γιώργου Αδαμόπουλου

Η ρουτίνα και η σχολαστικότητα είναι υψίστης σημασίας. «Ανοησίες!», θα πει κάποιος που πιστεύει ότι η επιτυχία είναι προπόνηση και ταλέντο. Ο κόσμος, γενικά, δυσκολεύεται να κατανοήσει τον αθλητή…

Το κοινό, ο Τύπος -ακόμη και οι συμπαίκτες του- αντικρίζουν τον Ρέι Άλεν και παρατηρούν διαφορετικά πράγματα. Άλλοι στέκονται στο προσεκτικά ξυρισμένο κεφάλι και πρόσωπό του.

Ο ίδιος, πάντως, είχε τις δικές του παραξενιές. Λίγο πριν πατήσει και πάλι στο παρκέ για τον αγώνα, όλα πρέπει να είναι εναρμονισμένα.

Η φανέλα του «πρέπει» να μην τσαλακώνεται μέσα από το σορτσάκι. Οι κάλτσες του «οφείλουν» να στέκουν στο ίδιο ύψος στα πόδια του… Τα παπούτσια του πρέπει να είναι στην ίδια ευθεία, μπροστά από το ερμάρι του.

Ο ίδιος ο παλαίμαχος σταρ του ΝΒΑ δεν καταλάβαινε για χρόνια τον λόγο. Ήθελε, ωστόσο, όλα να είναι τακτοποιημένα. Η στρατιωτική πειθαρχία από τον πατέρα του τον είχε επηρεάσει περισσότερο από όσο νόμιζε.

Δεν άφηνε τίποτε στην τύχη. Η ρουτίνα του «έπρεπε» να είναι απολύτως «ευθυγραμμισμένη», την ημέρα του αγώνα. Ένας υπνάκος μεταξύ 11:30π.μ. και 1:00μ.μ.. Μία ώρα μετά γεύμα με κοτόπουλο και λευκό ρύζι.

Στις 3:45μ.μ. θα μπει στο γήπεδο για διατάσσεις. Πίσω στα αποδυτήρια, θα ξυρίσει το κεφάλι του και στις 4:30 θα βγει πάλι για σουτ. Μεθοδικότητα μέχρι και στα σουτ που επιλέγει, πριν διαβάσει μερικές σελίδες από ένα βιβλίο, όσο πλησίαζε το τζαμπ-μπολ…

Συμπαίκτες, αντίπαλοι και οπαδοί τού έλεγαν συχνά πως ζηλεύουν την ικανότητά του στα τρίποντα, την οποία αποκαλούσαν «θείο ταλέντο». Κι όμως, ο Ρέι Άλεν δεν χαμογελούσε με την αναφορά.

Δεν το θεωρεί φιλοφρόνηση, αλλά «προσβολή! Ο θεός δεν θα μπορούσε να νοιάζεται λιγότερο για το αν εγώ μπορώ να σουτάρω…», συνήθιζε να αποκρίνεται.

Δεν ήταν αντίδραση, αλλά απλώς η επιθυμία και η διαρκής προσπάθειά του να μην αναλύει υπερβολικά τα πράγματα και τις καταστάσεις.

Αυτό που ήθελε, κυρίως, είναι να γίνεται αποδεκτός, όχι πάντως με την αλαζονική έννοια του όρου.

Στην αυτοβιογραφία του, με τίτλο «From The Outside: My Journey Through Life And The Game I Love», εξήγησε ότι «αυτό που πάντα επιθυμούσα ήταν να είμαι εκεί όπου με υπολογίζουν».

Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε, άθελά του, και ο… Ρικ Πιτίνο. Στο βιβλίο, ο Άλεν αναφέρει πως κατά τη διαδικασία της επιλογής πανεπιστημίου, το 1992, είχε καταλήξει σε Νορθ Καρολάινα Στέιτ, Ουέικ Φόρεστ, Αλαμπάμα, Κεντάκι και Κονέκτικατ.

Και αποκάλυψε πως «όταν επισκέφθηκα το Κεντάκι ο (σ.σ.: παλαίμαχος φόργουορντ του ΝΒΑ, που τότε μόλις είχε αποφοιτήσει) Τζαμάλ Μάσμπερν με πήγε για φαγητό στο εστιατόριο του κόουτς Πιτίνο.

»Ο Ρικ ήταν σε ένα τραπέζι με φίλους, λίγο παραπέρα. Περίμενα να έρθει να χαιρετήσει, γιατί ήθελα να του κάνω μερικές ερωτήσεις, πριν από την απόφασή μου. Δεν ήρθε ποτέ… Πρόσφερε μόνο ένα νεύμα. Ο κόουτς Τζιμ Καλχούν, στο Κονέκτικατ, δεν θα έχανε ευκαιρία να καθίσει μαζί μας και όταν επισκέφθηκα το Κονέκτικατ δειπνήσαμε πολλές φορές μαζί…

»Ο Ρικ Πιτίνο με βοήθησε να καταλάβω τη σημασία του να βρεθώ κάπου που με υπολογίζουν».

Υπάρχει μία σκηνή στη φημισμένη ταινία «Forrest Gump», με τον Τομ Χανκς, στην οποία οι νεοσύλλεκτοι στον στρατό κάθονται στις κουκέτες τους και «λύνουν» τα όπλα τους.

Ο Ρέι Άλεν την θυμήθηκε τον Δεκέμβριο του 2020, σε κείμενό του στην ιστοσελίδα «The Players Tribune» με τίτλο «The Things I ‘ll Never Forget».

Ο παλαίμαχος φόργουορντ αναφέρθηκε σε «πράγματα που δεν θα ξεχάσω ποτέ». Με την επισήμανση του φιλμ και την ατάκα «μου είπατε να το αποσυναρμολογήσω» στον διοικητή του, ως απάντηση στην ερώτηση «διάολε, Γκαμπ, πώς το έκανες τόσο γρήγορα;» θέλησε να εξηγήσει τη νοοτροπία του…

«Είδα πρώτη φορά την ταινία όταν πήγα στο Κονέκτικατ. Την εποχή που ένα παιδί μένει για πρώτη φορά μόνο του και προσπαθεί να καταλάβει τον κόσμο, μεγαλώνοντας και ανακαλύπτοντας τον εαυτό του. Το μήνυμα από τον τρόπο που ο Φόρεστ Γκαμπ βλέπει τα πράγματα έβγαζε νόημα: Μην σκέφτεσαι υπερβολικά».

Στο ίδιο κείμενο, ο «Ray-Ray» τόνισε πως «όταν λες ότι θέλεις να γίνεις ξεχωριστός, πρέπει να κάνεις ξεχωριστά πράγματα». Θύμισε πως «αυτό που έμαθα για τη νίκη είναι ότι όλοι στην ομάδα πρέπει να είναι στην ίδια “σελίδα”».

Και πρόσθεσε πως «το να είσαι σκληρός και να φέρεσαι ως άντρας δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το να φερθείς έτσι σε κάνει να νοιάζεσαι λιγότερο».

Η εμμονή του με την τάξη, ακόμη και όταν πια ήταν ένας αναγνωρισμένος αστέρας και πρωταθλητής του ΝΒΑ ήταν ο τρόπος του να μην σκέφτεται πολύ το παιχνίδι.

Τουλάχιστον, να μην το κάνει έξω από το γήπεδο.

Ο Ρέι Άλεν έχει αποκαλύψει ότι «είχα οριακό σύνδρομο OCD (obssesive-compulsive disorder)», μία ψυχαναγκαστική διαταραχή που προκαλεί διαρκείς επαναλαμβανόμενες επιθυμίες και την οποία έχει και ο Σέιν Λάρκιν.

Συμπλήρωσε ότι «ποτέ δεν διαγνώστηκα με OCD, όμως ήταν κάτι που γνώριζα πως έχω». Το μυαλό του λειτούργησε με αυτό. Μία από τις ασκήσεις που έκανε ήταν να περνά από ένα σημείο και να προσπαθεί να μην σηκώσει ένα μολύβι από κάτω. Δεν το κατάφερε…

Η τάξη ήταν η δική του αδυναμία, αλλά δεν αποδείχθηκε δα και… «κρυπτονίτης» και κάτι που τον έκανε αδύναμο. Το αντίθετο, μάλιστα, καθώς σε συνδυασμό με τα μαθήματα από τον στρατιωτικό πατέρα του, απέκτησε προγραμματισμό που χρησίμευσε στην αθλητική καριέρα του.

Το «σύμπαν» του Ρέι Άλεν έπρεπε να είναι «πλημμυρισμένο» από συμμετρία. Άλλες φορές «καταναγκαστική» και άλλες απλώς απαραίτητη.

Ενίοτε γινόταν υπερβολικός. Αυτό έδειξε η επίπληξή του στον Πολ Πιρς όταν στα χρόνια των Σέλτικς ο αρχηγός άλλαξε τρόπο καρφωμάτων στην προθέρμανση!

«Γιατί αλλάζεις τα πράγματα τώρα που κερδίζουμε;», τον είχε ρωτήσει. Αρνούνταν, πάντως, πως είναι προληπτικός…

Ο Ρέι Άλεν γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1975 στην αεροπορική βάση Καστλ στο Μέρσεντ της Καλιφόρνια.

Ήταν το τρίτο από τα πέντε παιδιά του Ουόλτερ και της Φλόρα Άλεν και λόγω του επαγγέλματος του πατέρα του δεν κατόρθωσε να έχει ένα μόνιμο σπιτικό.

Οι μεταθέσεις του Ουόλτερ μοίρασαν τα παιδικά χρόνια του Ρέι στο Σάφολκ της Αγγλίας, το Άλτους της Οκλαχόμα, στην αεροπορική βάση Έντουαρντς στην Καλιφόρνια και στη Γερμανία.

Η οικογένειά του μετακόμισε για τέσσερα χρόνια στο Ντάλζελ της Νότιας Καρολίνας, όπου ο Άλεν φοίτησε στο γυμνάσιο και άρχισε να παίζει οργανωμένο μπάσκετμπολ.

Ο αυστηρός πατέρας του τον πήγαινε να παίξει, όμως του έλεγε πως «αν δεν είσαι έτοιμος στις 9:00π.μ., θα φύγω χωρίς εσένα!».

Στο Ντάλζελ ήταν το «περίεργο» παιδί από το εξωτερικό… Ο ίδιος αισθανόταν ότι δεν ταιριάζει σε αυτό το περιβάλλον. Τουλάχιστον όταν δεν σκόραρε στο παρκέ. Οι συμμαθητές του τον πείραζαν για την υποτιθέμενη αγγλική προφορά του. Σε ηλικία 15 ετών ήταν ο κορυφαίος παίκτης στη βάση και οδήγησε το σχολείο του στο πολιτειακό πρωτάθλημα. Σε εκείνον τον τελικό τον είχαν δει ο Πιτίνο και ο Καλχούν. Ο δεύτερος τον «κέρδισε».

Υπό τις οδηγίες του κόουτς Τζιμ Καλχούν ανέδειξε το πολύπλευρο ταλέντο του. Δεν ήταν απλώς ένας καταπληκτικός σουτέρ, αλλά ένα παιδί με αθλητικά προσόντα που έπαιζε δυναμικά και κοντά στο καλάθι.

Αγωνίστηκε στους «Huskies» από το 1993 ως το 1996, ως τριτοετής πέτυχε 1.922 πόντους με (ρεκόρ σχολείου) 115 τρίποντα και το 2018 το UConn ανακοίνωσε πως μαζί με την Ρεμπέκα Λόμπο θα γίνουν οι πρώτοι παίκτες του κολεγίου των οποίων η φανέλα θα αποσυρθεί!

Το όνομά του ήταν ήδη γνωστό και ήταν βέβαιο πως θα είναι λότερι-πικ στο ντραφτ του 1996.

Οι ειδικοί αδυνατούν ακόμη να απαντήσουν στο ερώτημα για την καλύτερη διαδικασία στην ιστορία. Το 1984 ήταν οι Χακίμ Ολάζουον, Μάικλ Τζόρνταν και Τσαρλς Μπάρκλεϊ.

Το 2003 ήταν οι ΛεΜπρον Τζέιμς, Καρμέλο Άντονι, Ντουέιν Ουέιντ και Κρις Μπος, όμως το 1996 έχει μία λίστα με «λαμπερά» ονόματα. Με πρώτο και καλύτερο τη Νο1 επιλογή, Άλεν Άιβερσον, αλλά και τους Αντουάν Ουόκερ (Νο6), Κόμπι Μπράιαντ (Νο13), Πέτζα Στογιάκοβιτς (Νο14), Στιβ Νας (Νο15), Ευθυμη Ρεντζιά (Νο23), Ντέρεκ Φίσερ (Νο24).

Ο Ρέι Άλεν επιλέχθηκε στο Νο5 από τη Μινεσότα και αμέσως έγινε ανταλλαγή στο Μιλγουόκι για το Νο4, τον Στεφόν Μάρμπερι.

Πέρασε επτά σεζόν στους Μπακς (φορώντας το Νο34 που έχει πλέον ο Γιάννης Αντετοκούνμπο), με μ.ό. 19,6 πόντους, πριν αποχωρήσει το 2003 για το Σιάτλ.

Στους Σόνικς, στους οποίους συνάντησε και για λίγο τον Ανδρέα Γλυνιαδάκη, είχε τα πιο παραγωγικά χρόνια της καριέρας, του, με 24,6 πόντους ανά αγώνα ως το 2007, όταν παραχωρήθηκε με ανταλλαγή στη Βοστόνη.

Εκείνο το καλοκαίρι συνέθεσε μαζί με τον επίσης νεοφερμένο Κέβιν Γκαρνέτ και τον αρχηγό Πολ Πιρς την «Big-3» που οδήγησε σε μερικούς μήνες τους «πράσινους» στον τίτλο του 2008!

Το παρθενικό πρωτάθλημά του, ωστόσο, συνοδεύτηκε από μπόλικη ίντριγκα και μία έχθρα που δεν περίμενε.

Οι καταστάσεις στη Βοστόνη κρέμονταν συχνά από ένα τεντωμένο σχοινί. Μετά τον θρίαμβο του 2008 επί των Λέικερς, ο Άλεν τόνισε πως ο κόουτς Ντοκ Ρίβερς «ήταν ο πρώτος προπονητής με τον οποίο συνεργάστηκα και δεν προσέγγιζε μόνο το μπάσκετμπολ».

Είχε αποκαλύψει ότι ο Αμερικανός κόουτς συχνά ακύρωνε προπονήσεις -υπό τις μεγάλε αντιρρήσεις του Γκαρνέτ- ώστε να αποφορτίσει τους παίκτες με μία ταινία στον κινηματογράφο, έπειτα από σερί ηττών.

Όπως και στα εφηβικά χρόνια του, όμως, ο «Ray-Ray» κατάλαβε ότι δεν ταιριάζει στο περιβάλλον των Σέλτικς. Για την ακρίβεια, δεν «έκανε χωριό» με τον Γκαρνέτ και, κυρίως τον Ραζόν Ρόντο…

Για τον «KG» έλεγε μεν πως «θα ήταν ο πρώτος με τον οποίο θα “έχτιζα” μία ομάδα», αλλά μίλησε και για τους τσακωμούς τους στα αποδυτήρια λόγω της διαφοράς στη ρουτίνα. Ο Γκαρνέτ ήθελε ησυχία και ο Άλεν να κάνει ντρίμπλες.

Ο Πιρς τον είχε αποκαλέσει «Μπαράκ Ομπάμα της Λίγκας», εξηγώντας πως «μιλάει εξαιρετικά και μπορεί να σε πείσει για τα επιχειρήματά του!». Μονάχα που ούτε ο αρχηγός ούτε ο Ρίβερς κατόρθωσαν να αποτρέψουν τον εσωτερικό «πόλεμο».

Ο Ρέι Άλεν είχε μάθει στην πειθαρχία και τον αυστηρό προγραμματισμό. Μετά τον τίτλο του 2008, οι ρολίστες άρχισαν να έχουν απαιτήσεις εντός κι εκτός παρκέ…

Το καλοκαίρι του 2008, όταν ο Ρέι συνάντησε τον Μάικλ Τζόρνταν, καθώς είχε υπογράψει συνεργασία με την Jordan Brand, ο «MJ» του είπε πως «το μυστικό μετά το δαχτυλίδι είναι πως δεν πρέπει ο παίκτης να συνηθίσει να ακούει για το πόσο καταπληκτικός είναι…».

Ο Άλεν εξήγησε πως «ο Μάικ μού είπε ότι ο πρωταθλητής επιθυμεί περισσότερα χρήματα, περισσότερα λεπτά στο παρκέ και περισσότερα σουτ στην επίθεση. Και μου επισήμανε πως “το μεγάλο λάθος είναι οι ρολίστες να μην θέλουν πια να παίζουν τον ρόλο τους”».

Αυτό συνέβη με τους Γκλεν Ντέιβις και Ρόντο, με τον δεύτερο να θέλει να έχει ηγετικό ρόλο και στα αποδυτήρια. Οι περισσότεροι κοιτούσαν τον Άλεν σαν «παρείσακτο» όταν διάβαζε βιβλία πριν από τους αγώνες.

Όταν, δε, αποφάσισε το 2012 να αποχωρήσει για τους νέους πρωταθλητές, Μαϊάμι Χιτ, έγινε άμεσα ο νέος «εχθρός».

Ο Ραζόν Ρόντο έπεισε τους υπόλοιπους να σταματήσουν να του μιλάνε! Πιρς και Γκαρνέτ αρχικά δεν επέδειξαν καθόλου προσωπική βούληση και ακολούθησαν την «εντολή».

Σε ένα reunion της πρωταθλήτριας ομάδας του 2008, ο Ρέι Άλεν δεν έλαβε προσκλητήριο. Τον πείραξε. Δεν τον πείραξε και τόσο, όμως, διότι εκείνος είχε φτάσει το 2013 σε ένα δεύτερο δαχτυλίδι, με τους, Χιτ, βάζοντας μάλιστα και την υπογραφή του.

Η δική του εξήγηση ήταν απλή και του θύμισε τα κολεγιακά χρόνια και την… απάθεια του Ρικ Πιτίνο.

Ο Ρέι Άλεν ένιωσε αδικημένος από τη συμπεριφορά των Σέλτικς, αλλά δεν είχε δεύτερες σκέψεις. «Τα τελευταία δύο χρόνια στη Βοστόνη δεν μπορούσα να κάνω πράξη την προτεραιότητα να είμαι καλά μέσα μου και να σέβονται. Όταν αισθάνθηκα έτσι, αποφάσισα εύκολα να αποχωρήσω», τόνισε.

Για να μετακομίσει στη Φλόριντα δέχθηκε μείωση αποδοχών και ρόλου καθώς στη συνύπαρξη ΛεΜπρον-Ουέιντ-Μπος θα ήταν ο τέταρτος «τροχός» της αμάξης. Για τον κόουτς Έρικ Σποέλστρα, όμως, ήταν μεγάλη πολυτέλεια.

Ο ΛεΜπρον είχε «πάρει τα ταλέντα του στη Σάουθ Μπιτς», το 2010. Ο Άλεν πήρε την… ψυχαναγκαστική διαταραχή του, όμως στο Μαϊάμι έγινε αμέσως αποδεκτός. Δεν ήταν απλώς ο σεμνός χαρακτήρας του. Δεν ήταν το ταλέντο και η προσωπικότητά του ή η χρησιμότητα του στο γήπεδο. Ένιωσε αναγκαίος σε μία ομάδα γεμάτη με σταρ και το ανταπέδωσε στους Τελικούς του 2013.

Στον 6ο αγώνα, με τους Χιτ πίσω με 3-2 και τους Σπερς να έχουν προβάδισμα προς το φινάλε, οι υπάλληλοι του ΝΒΑ ετοίμαζαν τις περιβόητες κίτρινες κορδέλες για την απονομή στο Σαν Αντόνιο μέσα στη Φλόριντα.

Με το σκορ στο 94-92, όμως, ο Κουάι Λέοναρντ πέτυχε 1/2 βολές και οι Χιτ είχαν μία ακόμη ευκαιρία. Ο κόουτς Πόποβιτς άφησε στον πάγκο τον Τιμ Ντάνκαν και μετά το άστοχο τρίποντο του Τζέιμς, ο Μπος πήρε το επιθετικό ριμπάουντ και πάσαρε στον Άλεν ο οποίος ισοφάρισε στην εκπνοή!

Οι Χιτ πέτυχαν το 3-3 στο έξτρα πεντάλεπτο -με το 103-100 χάρη σε κλέψιμο και 2/2 βολές του Αλεν- και το repeat στο Game 7 της σειράς.

Διατηρώντας για χρόνια το ρεκόρ εύστοχων τριπόντων στην ιστορία του ΝΒΑ με 2.973 (σε 7.429 προσπάθειες και ποσοστό 40%), ο Ρέι Άλεν πέτυχε το σπουδαιότερο της καριέρας του στον 6ο Τελικό του 2013.

Το «παράσημο» φρόντισε να το μετριάσει ο ίδιος.

Του είπαν κάποτε πως με αυτό το σουτ «έσωσε» την «κληρονομιά» του ΛεΜπρον. Όπως είχε θεωρήσει «προσβολή» το «θεόσταλτο» ταλέντο του, έτσι αποκάλεσε «ανοησία» τη διαπίστωση για τον Τζέιμς. Υπενθύμισε ότι το μπάσκετμπολ είναι ομαδικό και πως «σε μία ομάδα που θέλει να κατακτά τίτλους, όλοι κάνουν πολλά από αυτά που λένε ως “ηρωικά”… Σημασία έχει η εμπιστοσύνη. Για όσους λένε ότι “έσωσα” τον ΛεΜπρον, υπάρχουν άλλοι τόσοι που μπορούν να πουν πως ο “LBJ” ίσως “έσωσε” εμένα».

Ο Ανδρέας Γλυνιαδάκης έχει τονίσει στο AthleteStories.gr ότι ο Ρέι Άλεν ήταν τόσο σπουδαίος παίκτης (και) γιατί ήταν τόσο απλός και συμπεριφερόταν σε όλους το ίδιο.

Κλισέ ή όχι, ήταν ο πρώτος που έφτανε στο γήπεδο και ο τελευταίος που έφευγε. Όμως η κλάση του δεν περιοριζόταν μόνο στο παρκέ.

Δεν βαριόταν να πει στους νεότερους συμπαίκτες του πως «έχετε όλο το καλοκαίρι για να ξενυχτήσετε και να πιείτε». Ο ίδιος αποφεύγει ακόμη και στις μέρες μας το αλκοόλ.

Παραμένει, επίσης, ευαισθητοποιημένος και συνεχίζει να χρηματοδοτεί την έρευνα κατά του διαβήτη.

Τελευταία παράσταση του Ρέι Άλεν, σε ηλικία 39 ετών, ήταν οι Τελικοί του 2014, στους οποίους οι Σπερς πήραν ρεβάνς από τους Χιτ.

Για δύο χρόνια αμφιταλαντεύτηκε για αν έπρεπε να συνεχίσει να παίζει και την 1η Νοεμβρίου 2016, με ένα «γράμμα στον νεότερο εαυτό του» μέσω του «The Players Tribune» ανακοίνωσε επισήμως την αποχώρησή του από την ενεργό δράση.

Εκτός από τους τίτλους ΝΒΑ του 2008 και του 2013, κατέκτησε το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο το 2000 στο Σίδνεϊ με την Εθνική Η.Π.Α. και πρωταγωνίστησε στο φιλμ «He Got Game» του Σπάικ Λι, μαζί με τον Ντενζέλ Ουάσινγκτον.

Η νέα αφοσιωμένη «ιδιότητά» του, στην περιοχή Κόραλ Γκέιμπλς της Φλόριντα, είναι αυτή του πατέρα πέντε παιδιών. Τα τέσσερα είναι με τη σύζυγό του, την ηθοποιό Σάνον Άλεν, την οποία επίσης βοηθά στα τρία εστιατόρια οργανικών τροφίμων σε Μαϊάμι και Κονέκτικατ.

Δεν ξεχνά τη θητεία του στους Σόνικς, θα ήθελε να είναι μέλος μίας διοίκησης που θα έφερνε και πάλι μία νέα ομάδα στο Σιάτλ και μιλά διαρκώς για κοινωνική δικαιοσύνη.

Εκείνος ο έφηβος που κάποτε τα άλλα παιδιά αποκαλούσαν «Bo», κόβοντας τη λέξη «boy» για να κοροϊδέψουν την ευρωπαϊκή προφορά του, δεν στάθηκε ποτέ στο τι λένε οι τρίτοι για εκείνον. «Νίκησε» την παιδική μοναξιά του με «φίλους» τα βιβλία. Απόλαυσε τον «αγώνα» του με το σύνδρομο OCD και δεν μίσησε κανέναν ψυχαναγκασμό του.

Το αγόρι που κάθε φορά που έμπαινε στο παρκέ πρόσεχε να μην πατήσει την πλάγια γραμμή, αλλά να περάσει από πάνω της, είχε προλάβει να «χαράξει» τις δικές του γραμμές, να θέσει τα δικά του όρια και να καταλάβει ποιοι τον σέβονται και τι πραγματικά έχει για εκείνον σημασία.

Και δεν θα σταματήσει να σου λέει ότι «δεν χρειάζεται να είσαι σπουδαίος για να ξεκινήσεις. Πρέπει να ξεκινήσεις για να γίνεις σπουδαίος».

Πηγή: Athletes’ Stories

Pin It on Pinterest

Shares
Share This