Του Βασίλη Σαμπράκου
Ερχεται μια στιγμή που σε ταρακουνά, σου δείχνει την αλήθεια που δεν ήθελες να δεις, σε φέρνει αντιμέτωπο με την πραγματικότητα που αποφεύγεις, σου φωνάζει ότι δεν πάει άλλο, σου τραβά τη σκιά για να μην μπορείς να κρυφτείς. Μια τέτοια στιγμή έζησε το βράδυ της Τετάρτης το ελληνικό μπάσκετ. Φυσικά δεν περιμένω τίποτα από τον κόσμο του ελληνικού μπάσκετ, δηλαδή από την κλειστή κοινωνία που το διοικεί και το εκμεταλλεύεται επιχειρηματικά. Ακριβώς όπως δεν περιμένω από την ίδια την αγορά του ελληνικού ποδοσφαίρου να αλλάξει. Το ποδόσφαιρο μας έχει δείξει εδώ και χρόνια το ποιον του. Το μπάσκετ μας δείχνει τα τελευταία χρόνια ότι έχει ποδοσφαιροποιηθεί. Και η χθεσινή ήταν μια τέτοια στιγμή, της απόλυτης ποδοσφαιροποίησης του μπάσκετ, με όρους βεβαίως ελληνικούς. Δεν θα έβρισκα νόημα να γράψω ούτε λέξη απευθυνόμενος προς αυτούς που διοικούν το μπάσκετ – επιχειρηματίες ή επαγγελματίες παράγοντες. Κανονικά δεν θα έπρεπε να βρίσκω νόημα να γράψω ούτε για να κρίνω τη στάση της διοίκησης του τόπου. Η στάση της όμως είναι εξοργιστική. Ή, πιο σωστά, η ανοχή της σε όλο αυτό που συμβαίνει στο μπάσκετ είναι εξοργιστική. Η κυβέρνηση ανέχεται στο μπάσκετ πολύ περισσότερα από όσα ανέχεται να συμβαίνουν τελευταία στο ποδόσφαιρο. Γιατί;
“Ο ρόλος της ΓΓΑ και του υφυπουργού είναι η διασφάλιση των κανόνων και η εξέλιξη του ερασιτεχνικού αθλητισμού. Του αθλητή, του σωματείου, της ομοσπονδίας. Δεν είναι και δεν μπορεί να είναι ο ρόλος του διαιτητή ανάμεσα σε αντικρουόμενα συμφέροντα και στους τσακωμούς κακομαθημένων παραγόντων που πληγώνουν το άθλημα που έχει κάνει περήφανη την χώρα”, μας είπε σήμερα ο υφυπουργός Αθλητισμού. Παρντόν; Με τρομάζει η ιδέα ότι η κυβέρνηση επικοινωνεί ότι έχει αποφασίσει να τηρεί τέτοια στάση στα αθλητικά διότι με τρομάζει ο συνειρμός ότι τηρεί την ίδια στάση και στα υπόλοιπα. Δηλαδή αν δεν είναι η κυβέρνηση αυτή που πρέπει να καθαρίσει τα πεδία της ελληνικής ζωής από τα συμφέροντα και τους πολέμους τους, αν δεν είναι η κυβέρνηση αυτή που πρέπει να επιβάλει και να εφαρμόσει κανόνες συμπεριφοράς σε κακομαθημένους παράγοντες των διαφόρων πεδίων της ελληνικής αγοράς, από ποιον να περιμένουμε να το κάνει;
Ναι, φυσικά ναι, δεν περιμένει κανείς από την κυβέρνηση να επιλέξει διαιτητές στους αγώνες του μπάσκετ. Δεν είναι όμως δυνατόν να κρύβει πίσω από αυτό το επιχείρημα ένας κυβερνητικός εκπρόσωπος την ατολμία στην διαχείριση μιας υπόθεσης τόσο μεγάλου ενδιαφέροντος. Δεν μπορεί ένας υπουργός της κυβέρνησης να καλέσει σε μια αίθουσα όλους τους εμπλεκόμενους, δηλαδή ιδιοκτήτες των ΚΑΕ, την ομοσπονδία και την διοργανώτρια του πρωταθλήματος για να απαιτήσει να βρουν λύση; Πώς μπορούσε να φτάνει μέχρι την FIFA και την UEFA για να επιδιώξει με διπλωματία την εξεύρεση μιας λύσης που θα φέρει ειρήνη στο ποδόσφαιρο και δεν μπορεί να κάνει απολύτως τίποτα για το μπάσκετ; Πώς είναι δυνατόν να σηκώνει τα χέρια και να τα νίπτει δίχως να δοκιμάσει καν να τους καταστήσει δημοσίως υπεύθυνους για ό,τι συμβαίνει στο μπάσκετ; Γιατί φτάναμε να μιλάμε στη Βουλή για ποδοσφαιρικό GREXIT και δεν τολμάμε να μιλήσουμε για το αισχρό κατάντημα του μπάσκετ; Αν φοβάται να μιλήσει η κυβέρνηση με ονόματα και διευθύνσεις, ποιος θα μιλήσει; Ποιος θα λύσει το πρόβλημα; Ποιος θα επιβάλει στοιχειώδεις κανόνες συμπεριφοράς; Και πώς γίνεται μια κυβέρνηση να βρίσκει νόημα να επιδιώκει την διεξαγωγή ενός final four της Euroleague στην Ελλάδα και να μην βρίσκει νόημα να βάλει φρένο στην κατρακύλα του ελληνικού μπάσκετ;
Το μήνυμα που εκπέμπει η κυβέρνηση μέσα από τη δημόσια στάση της απέναντι σε αυτό που συμβαίνει στο ελληνικό μπάσκετ είναι σοκαριστικό. Δεν τολμά να το αγγίξει. Και το φωνάζει ότι δεν τολμά να το αγγίξει. Τρομάζω και μόνο στη σκέψη του τι συμβαίνει σε όσα πεδία της ελληνικής ζωής δεν τολμά η κυβέρνηση να κάνει κάτι παραπάνω από το να νίψει τα χέρια της.
Πηγή: Gazzetta