Του Νίκου Παπαδογιάννη
Υπάρχουν ήττες που τις καταπίνεις αμάσητες και προχωράς παρακάτω, υπάρχουν ήττες που αποδίδονται στην ανωτερότητα του αντιπάλου ή στην κατηφόρα κάποιας έδρας, υπάρχουν και ήττες που σου κόβουν τα ποδάρια.
Τέτοια ήταν η αποψινή του Παναθηναϊκού στη Βιτόρια. Όταν έσβησαν τα φώτα της αρένας όπου έγινε το final-4 του 2019, έμεινε πίσω η αίσθηση της χαμένης ευκαιρίας και το «γαμώτο» αυτού που ξέρει ότι δεν έχει να ψέξει κανέναν άλλον, παρά μόνο τον εαυτό του.
Αυτό το ματς ήταν ιδανικό σκαλοπάτι για να ορθοποδήσει για τα καλά ο Παναθηναϊκός και να αφήσει πίσω του τη μιζέρια του Μονακό και του Αλεξάνδρειου.
Το είχε στα χέρια του και το άφησε να ξεγλιστρήσει. Η κατ’ εξακολούθηση αυτοχειρία είναι ένα χούι που δεν φεύγει εύκολα από τον ψυχισμό αυτής της ομάδας.
Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση για να εντοπιστούν τα αίτια της ήττας. Ο Παναθηναϊκός έχασε το ματς επειδή μπήκε στην τελική ευθεία τσακωμένος με το επιθετικό ριμπάουντ.
Από το 73-71 και μετά, η Βασκόνια πέτυχε και τους 8 πόντους της από δεύτερη ευκαιρία, ανενεώνοντας τις κατοχές από τη θέση του φουνταριστού.
Οι παίκτες του Δημήτρη Πρίφτη παρακολουθούσαν το τόπι και ξεχνούσαν το μποξάρισμα, έπιαναν πουλιά αντί να καταπίνουν τη μπάλα.
Και όταν έχαναν την πρώτη μονομαχία, φρόντιζαν να τα θαλασσώσουν ακόμα χειρότερα, παραχωρώντας φάουλ (για βολές) στον παίκτη που κέρδιζε τα επιθετικά ριμπάουντ: 77-73 με 2/2 του Γκιεντράιτις, 79-76 με 2/2 του Φοντέκιο, 81-79 με 2/2 του Γκρέιντζερ.
Δεν είναι δα τίποτε θηρία, αυτοί που ανανέωσαν τις χαμένες επιθέσεις των Βάσκων. Οι μικρές νίκες τους ήταν θέμα αυτοσυγκέντρωσης, επιθυμίας, εγρήγορσης.
Τα τρία επιθετικά ριμπάουντ που έκριναν το ματς πάνω στο τεντωμένο σχοινί ήταν το 13ο, το 14ο και το 15ο της Βασκόνια. Άλλη λύση δεν βρήκαν οι παίκτες του Ιβάνοβιτς στα τελευταία 4,5 λεπτά απέναντι στην ελληνική άμυνα.
Αλλά μία άμυνα, λέει το παλιό θέσφατο του μπάσκετ, τελειώνει μόνο όταν κερδίσεις το ριμπάουντ. Ο συνολικός απολογισμός των εναέριων μονομαχιών είναι αποκαρδιωτικός, στα όρια του ασυγχώρητου για ομάδα τόσο αθλητικό: 37-24 ριμπάουντ στο σύνολο του αγώνα, 19-12 στο δεύτερο ημίχρονο.
Ο Παναθηναϊκός μπορεί να μην έχει πλέι-μέικερ, αλλά ήταν προσεκτικός στην κυκλοφορία της μπάλας και υπέπεσε σε 5, μόλις, λάθη.
Είχε όμως δίλεπτα ακραίας αφηρημάδας στην αμυντική λειτουργία (όπως αυτά που μετέτρεψαν το 34-35 και 49-38 πριν και μετά την ανάπαυλα) και χρειάστηκε ένα εξωπραγματικό κρεσέντο του Ιωάννη Παπαπέτρου για να μείνει όρθιος.
Ο αρχηγός των «πρασίνων», τον οποίο σκόρπιοι θύλακες στην κερκίδα εξακολουθούν να στραβοκοιτάζουν, πέτυχε ή δρομολόγησε 20 σερί πόντους στην γ’ περίοδο και κράτησε τον Παναθηναϊκό όρθιο.
Το τελευταίο σουτ, όμως, τον βρήκε μάλλον αποκαμωμένο και έγινε υπό ασφυκτική πίεση. Ο Παπαπέτρου έσπρωξε λίγο για να ελευθερωθεί, είδε καθαρά το καλάθι, αλλά η μπάλα σταμάτησε στη μπροστινή άκρη του κυλίνδρου.
Ο Πρίφτης έριξε στο παρκέ τον Νέντοβιτς για δόλωμα, αλλά ο Σέρβος ένιωθε κρύος μετά από 16 λεπτά απραξίας και δεν τόλμησε να πάρει το σουτ. Και ο Μέικον έσπευσε να ξεφορτωθεί τη μπάλα, μάλλον κατόπιν εντολής.
Επισημαίνω ότι στον Παναθηναϊκό έφτανε και δίποντο. Ή και μόνο μία βολή, για να στείλει το ματς στην παράταση. Δεν χρειαζόταν τρίποντο.
Η συμμετοχή του Νέντοβιτς έκανε ζημιά στον Παναθηναϊκό, που αυτή τη φορά δεν είχε την πολυτέλεια να τον περιμένει.
Η «πράσινη» αντεπίθεση ξεκίνησε με σερί 7-0 μόλις ο καταρρακωμένος από την περιπέτεια του Covid-19 σκόρερ αποσύρθηκε στον πάγκο, στο 51-42.
Στο «μπουένας νότσες» της βραδιάς, ήταν για πολλοστή φορά εμφανές διά γυμνού οφθαλμού το πρόβλημα του Παναθηναϊκού στη δημιουργία.
Οι 13 ασίστ δεν είναι λίγες, αλλά στην απέναντι πλευρά ο Γκρέιντζερ μοίρασε μόνος του 9.
Τα δύο καλάθια που κράτησαν τους «πράσινους» στην επιφάνεια και τους πρόσφεραν ευκαιρία νίκης σημειώθηκαν (με τρίποντα του απρόβλεπτου Μέικον) χωρίς να αλλάξει έστω μία πάσα. Στην αργκό τα λέμε κολοκοτρωνέικα.
Όταν η αποστολή επιστρέψει στην Αθήνα μετά την ισπανική τουρνέ της «διαβολοβδομάδας» θα βρει να τον περιμένει ο Γιόγκι Φέρελ, ο οποίος είναι καλύτερος παίκτης από τους Πέρι, Μέικον, αλλά παίζει ακριβώς ίδιο μπάσκετ με αυτούς και επιπλέον του λείπει η ευρωπαϊκή πείρα.
Όσοι περιμένουν να δουν έναν στρατηγό του παρκέ σαν αυτόν που ονειρεύονται μάλλον θα πρέπει να αναπροσαρμόσουν τις προσδοκίες.
Ο μικροκαμωμένος Φέρελ είναι περισσότερο σκόρερ παρά δημιουργός, πιο κοντά στον Αϊζέια Κάνααν που είχε ο Πρίφτης στην Ούνιξ, ή και στον Σέλβιν Μακ, παρά στον Νικ Καλάθη και στον Δημήτρη Διαμαντίδη.
Θα ανεβάσει τον δείκτη της ποιότητας εφ’ όσον βρίσκεται σε αγωνιστικό ρυθμό, αλλά τις 9 ασίστ του Γκρέιντζερ δεν πρόκειται να τις δώσει.
Πηγή: Gazzetta