Επιλογή Σελίδας


Του Αντώνη Καρπετόπουλου

Μετά το δημοσίευμα για τον Στέφανο Τσιτσιπά της προηγούμενης εβδομάδας έλαβα πολλά mail και μηνύματα αναγνωστών. Οπως συνήθως συμβαίνει άλλοι ήταν σύμφωνοι με όσα έγραψα κι άλλοι διαφώνησαν. Κάποιοι, όμως, μου έθεσαν μια σειρά από ερωτήματα διαφορετικά, χωρίς τοποθετήσεις υπέρ ή κατά της θέσης μου ή υπέρ ή κατά του αθλητή. Οι προβληματισμοί τους ήταν διαφορετικοί. Γιατί πρέπει να μας ενδιαφέρει η γνώμη των αθλητών για θέματα που δεν άπτονται των ικανοτήτων και των κατορθωμάτων τους; Και γιατί οι δημοσιογράφοι ρωτάνε τους αθλητές για πολλά που δεν έχουν να κάνουν με τα κατορθώματα τους; Ποιος και γιατί ενδιαφέρεται για τις απαντήσεις τους, με ρωτάνε. Οι ερωτήσεις έχουν ενδιαφέρον.

Επικερδές σπορ η δημοφιλία

Όπως περίπου και οι καλλιτέχνες έτσι και οι αθλητές νιώθουν την ανάγκη της ύπαρξης μιας αυτοτροφοδουτούμενης δημοφιλίας. Κερδίζουν αρχικά την προσοχή μας, μετά τα μπράβο μας και τα χειροκροτήματά μας και μετά όλο το ενδιαφέρον μας – ειδικά αν με τα σπορ ασχολούμαστε και δεν τους παρακολουθούμε ως κάτι ανεξήγητα επιτυχημένο και αξιοθαύμαστα παράξενο που δεν κατατανοούμε.

Όταν ο αθλητής αποκτήσει ένα είδος δημόσιας εικόνας επενδύει σε αυτή. Αποκτά φανατικούς υποστηρικτές και αυτό του φέρνει και χορηγούς και έσοδα μεγαλύτερα, αλλά τόσο σημαντικά, ώστε καταλαβαίνει πως το να βρίσκεται στην επικαιρότητα είναι κάτι αρκετά επικερδές. Ετσι συχνά, κυνηγώντας αυτή την επικαιρότητα, μπορεί να κάνει και δηλώσεις για οτιδήποτε του ζητηθεί- ακόμα και για τα εμβόλια. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως ανάλογες ερωτήσεις έγιναν και στον Τζόκοβιτς και στον Ναδάλ και στον Φέντερερ – περιορίζω τις επισημάνσεις στον κόσμο του τένις γιατί το έναυσμα στη συζήτηση το έδωσε ο τενίστας πρωταθλητής μας.

Οφείλω να πω και κάτι ακόμα: η σχέση αθλητών και ΜΜΕ είναι αμφίδρομη.  Επένδυση στην επικαιρότητα του αθλητή κάνουν σχεδόν πάντα και τα ΜΜΕ αναδεικνύοντας σε είδηση φράσεις και τοποθετήσεις ανάλογα με το μέγεθος του πρωταγωνιστή. Οσο το μέγεθός του μεγαλώνει, τόσο μεγαλώνει και η προβολή. Ένα πράγμα π.χ που δεν έχει καταλάβει ακόμα ο καλός Τσιτσιπάς είναι πως όταν φτάνεις στο νούμερο 3 της παγκόσμιας κατάταξης του τένις όλος ο κόσμος ασχολείται μαζί σου. Πάντα. Κι όχι μόνο όταν το θες.

Αυγό και κότα

Η ιστορία της σχέσης του αθλητή με τα ΜΜΕ θυμίζει λίγο την κότα και το αυγό. Η δήλωση του Τσιτσιπά για τα εμβόλια π.χ δεν θα απασχολούσε κανένα αν την έκανε μιλώντας με κάποιο φίλο του: την έκανε σε μια συνέντευξη Τύπου και η αναπαραγωγή της υπήρξε αστραπιαία. Φέτος μοιάζει πως ό,τι λέει ο Τσιτσιπάς γίνεται είδηση, αλλά δεν είναι έτσι ακριβώς. Εγινε είδηση η ατάκα του για τα Harrold’s. Eγιναν είδηση οι δηλώσεις του για το πόσο καλά πέρασε την Πρωτοχρονιά στο Ντουμπάι. Με την τοποθέτησή του, όμως, για το πόσο καλό θα ήταν να μπορούσαν οι προπονητές να συμβουλεύουν τους παίκτες στη διάρκεια των αγώνων τους δεν ασχολήθηκε κανείς. Όπως κανείς σχεδόν δεν ασχολήθηκε και με την ανάρτησή του για την ανάγκη να σκεφτόμαστε τους άλλους – μια έμμεση απάντηση σε όσους τον κατηγόρησαν για τα όσα είπε για τα εμβόλια: όποιος ήθελε να τον παρουσιάσει ως αντιεμβολιαστή, αυτό ειδικά δεν το πρόβαλε καθόλου.

Είναι θύματα των ΜΜΕ που κάνουν κοπτοραπτική στις δηλώσεις τους οι αθλητές; Όχι ακριβώς. Μπορεί καμιά φορά κάτι που έχουν πει να προβληθεί υπερβολικά, αλλά σχεδόν ποτέ δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά. Αν ο Τσιτσιπάς δεν μιλούσε για τα εμβόλια κανείς δεν θα είχε τη δυνατότητα να τον παρουσιάσει ως ένα είδος ψεκασμένου έτοιμο να τρέξει στο Σύνταγμα με τους παλαιοημερολογίτες. Ωστόσο η ερώτηση γιατί άραγε μας ενδιαφέρει η γνώμη του παραμένει. Είτε αυτή προβάλλεται σωστά από τα Μedia, είτε λανθασμένα το θέμα είναι αυτό το γιατί.

Χρωστά σε μας την επιτυχία του

Αυτό που έχω καταλάβει μετά από πολλά χρόνια δουλειάς στα ΜΜΕ, αλλά και συναναστροφής με τους αθλητές και την επικαιρότητα τους, είναι ότι τελευταία δεν ενδιαφέρει τόσο η γνώμη, όσο η συμμετοχή στο θόρυβο που αυτή δημιουργεί – σαν ο θόρυβος αυτός να είναι ένα παιγνίδι. Οσο πιο οικείος μας φαίνεται ο αθλητής, όσο πιο πολύ νομίζουμε πως τον γνωρίζουμε, όσο περισσότερο φτιασιδωμένη στο μυαλό μας είναι η όποια δημόσια εικόνα του, τόσο πιο πολύ καιγόμαστε να τοποθετηθούμε για κάποια από τις δημόσιες τοποθετήσεις του, είτε συμφωνώντας, είτε διαφωνώντας. Ο τρόπος που ασχολούμαστε με τη δήλωση ενός αθλητή, εν τέλει, δεν έχει να κάνει τόσο με αυτόν, όσο με εμάς τους ίδιους. Πολλοί πιστεύουμε πως ο αθλητής, όπως π,χ και ο καλλιτέχνης, χρωστά σε μας αποκλειστικά την επιτυχία του. Ως εκ τούτου θέλουμε και να μας τα λέει όπως θέλουμε. Τον παρακολουθούμε, όπως ο αυστηρός δάσκαλος τον μαθητή. Είτε για να του πούμε «μπράβο» (δηλαδή μπράβο στον εαυτό μας που τον ξεχώρισε), είτε για να τον συνετίσουμε, αν κρίνουμε πως δεν τα λέει καλά. Ολο αυτό είναι αρκετά παράδοξο, αλλά είναι πραγματικό.           

Κάποτε ήταν ινδάλματα

Κάποτε οι αθλητές γινόντουσαν ινδάλματα στα μάτια των παιδιών χάρη στους γονείς που μπορούσαν να εξηγήσουν στα πιτσιρίκα τους λόγους που πρέπει να τους θαυμάζουν. Αυτό ήταν εξαιρετικά χρήσιμο διότι τα παιδιά που μαγεύονταν από τις δεξιότητες των αθλητών κατέληγαν να ασχοληθούν με τον αθλητισμό. Σήμερα με τους αθλητές ασχολούνται λίγο πολύ όλοι, όχι για όσα κάνουν στο γήπεδο, αλλά για όσα κάνουν έξω από αυτό, σαν η στάση απέναντι σε ένα αθλητή να είναι κάτι υποχρεωτικό.

Ακριβώς επειδή η ενασχόλησή μας με τον αθλητή αφορά ολοένα και λιγότερο το τι κάνει στο γήπεδο, αλλά έχει να κάνει με την επικαιρότητα και οι κρίσεις μας δεν αφορούν την αξία του, αλλά κατά βάση τη δημόσια εικόνα του. Οποιος πχ αντιπαθεί τον Κριστιάνο Ρονάλντο τον αντιπαθεί γιατί του φαίνεται πως κάνει διαρκώς μια επίδειξη πλούτου και πως εκμεταλλεύτηκε το ίδιο το παιγνίδι για να γίνει πολυεκατομμυριούχος. Οι πιο φανατικοί haters αδυνατούν να καταλάβουν ότι η επιτυχία του έχει να κάνει πρώτα από όλα με τις αγωνιστικές αρετές του. Η – το χειρότερο – δεν τις βλέπουν διότι δεν τον θεωρούν ποδοσφαιριστή, αλλά κάτι άλλο. Το πώς τους βλέπουν είναι τόσο θολό ώστε δεν έχει σημασία: σημασία έχει ότι από τον εκάστοτε αθλητή περιμένουν απλά το θόρυβο που θα προκαλέσει μια τοποθέτηση του. Για να πάρουν μέρος στο πανηγύρι.  

Κατέληξα στο συμπέρασμα

Είναι ινδάλματα οι αθλητές; Δεν ξέρω. Ξέρω όμως ότι όλοι είναι στο κέντρο της επικαιρότητας. Ολοένα και πιο πολλοί ασχολούνται μαζί τους, όχι γιατί βλέπουν στο πρόσωπό τους ηγέτες και χαρισματικούς ανθρώπους, αλλά γιατί απλά η ενασχόληση μαζί τους γεννά πάθη. Ο Ντέιβιντ Μπέκαμ π.χ αγαπήθηκε πολύ στην Αγγλία, αλλά και μισήθηκε παράφορα, όχι όταν έχασε ένα κρίσιμο πέναλτι με την Εθνική ή αποβλήθηκε σε ένα παιγνίδι της (έχει υπάρξει μισητός και για αυτά…), αλλά κυρίως όταν πήρε θέση εναντίον του Βrexit. Όταν αυτό το έκανε, στα μάτια πολλών Αγγλων έγινε «ένας εκπρόσωπος των ξεπουλημένων ελίτ», «ένας εχθρός της περηφάνειας του αγγλικού έθνους».

Το σκεφτόμουν αυτό και κατέληξα στο συμπέρασμα πως είναι καλύτερο για τη χώρα που ο Τσιτσιπάς δεν μίλησε υπέρ του εμβολιασμού: αν το έκανε, θα ήταν κι αυτός για κάποιους «η ζωντανή απόδειξη πως υπάρχει κάποιο σκοτεινό σχέδιο που υπηρετούν η πλουτοκρατία και οι εκπρόσωποί της». Πάλι καλά που ο Τσιτσιπάς είπε όσα είπε. Αν έλεγε όσα λέει ο Ναδάλ π.χ θα τον έβριζαν πιο πολύ όσοι νομίζουν πως μεγάλωσε στο Μπάκιγχαμ κι όχι στη Γλυφάδα. Ως εκπρόσωπος – στα μάτια διάφορων παλαβών – της παγκόσμιας μπουρζουαζίας, η ζημιά που θα έκανε άθελά του στην ανάγκη για εμβολιασμό θα ήταν απλά μεγαλύτερη…       

Πηγή: Νέα Σαββατοκύριακο