Επιλογή Σελίδας



Του Αντώνη Καρπετόπουλου

Την περασμένη Δευτέρα βρέθηκα σε ένα τραπέζι με φίλους, μεταξύ των οποίων υπήρχαν και παλιοί αθλητές – οι πιο πολλοί ανήκουν στην κατηγορία που αποκαλούμε «μεγάλες προσωπικότητες».  Με χαρά διαπίστωσα πως έπειτα από χρόνια μία βράβευση του Πανελλήνιου Συνδέσμου Αθλητικού Τύπο προκάλεσε μεγάλες συζητήσεις: το τραπέζι είχε μοιραστεί ανάμεσα σε αυτούς που θεωρούσαν ότι ο Στέφανος Τσιτσιπάς κέρδισε δίκαια το βραβείο του καλύτερου Ελληνα αθλητή της χρονιάς κι αυτούς που τα είχαν με τους Ελληνες αθλητικογράφους γιατί για μια ακόμα χρονιά δεν ψήφισαν τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Κλήθηκα να πάρω θέση: δεν ήταν και τόσο απλό, όπως δεν είναι απλό και για κανένα που δηλώνει θαυμαστής και των δυο.

Επιλογή πραγματικά δύσκολη

Ας πάρουμε τα δεδομένα για να δούμε αν υπάρχει δίκαιο ή άδικο στην επιλογή. Μέσα στη σεζόν η πρόοδος και των δύο υπήρξε κάτι συναρπαστικό. Ο Αντετοκούμπο κέρδισε τον τίτλο του MVP της κανονικής περιόδου του NBA. Ο Τσιτσιπάς έκλεισε τη σεζόν στο νούμερο 5 της παγκόσμιας κατάταξης στο τένις. Οι ιστορίες και των δυο είναι μοναδικές και τα κατορθώματα τους  απίστευτα – λίγα χρόνια πριν θα ήταν αδύνατο κάποιος να τα περιμένει, αν δεν είχε αυτό που λέμε «αχαλίνωτη φαντασία». Δεν μπορώ να ξέρω ποιο είναι το κριτήριο των συναδέλφων που προτίμησαν τον Στέφανο από το Γιάννη – ο καθένας άλλωστε αξιολογεί τα πάντα με το δικά του τρόπο. Εγώ τάχθηκα υπέρ του Τσιτσιπά. Με κριτήριο όχι τις επιτυχίες τις δικές του, αλλά τις αποτυχίες του – και τις αντίστοιχες του μεγάλου Γιάννη. Παραδόξως στις καταπληκτικές χρονιές τους και οι δύο είχαν να επιδείξουν και κάποιες τέτοιες.

Κριτήριο οι αποτυχίες

Ο Αντετοκούμπο δεν κατάφερε να φτάσει στον τελικό του NBA με τους Μιλγουόκι Μπακς και δεν κατάφερε να βοηθήσει την Εθνική μας να διακριθεί στο παγκόσμιο κύπελλο. Κι ο Τσιτσιπάς όμως δεν αγωνίστηκε σε έναν τελικό Γκραν Σλαμ – πράγμα που στην αρχή της περσινής χρονιάς πολλοί πρόβλεπαν, ειδικά μετά τα πολλά και σπουδαία  που είχε δείξει στο Οpen της Αυστραλίας. Οι δυο μοιάζουν και στα καλά και στα στραβά – άλλωστε όσο πιο σπουδαίος είναι κάποιος τόσο περισσότερο χτυπάνε στο μάτι και οι αποτυχίες του. Υπό αυτό το πρίσμα για τον Γιάννη Αντετοκούμπο το γεγονός ότι δεν αγωνίστηκε στον τελικό του NBA και δεν κατάφερε να κάνει τη διαφορά στα ματς της εθνικής μας στο Μουντομπάσκετ, (με αντιπάλους την Τσεχία και τη Βραζιλία κι όχι μεγαθήρια), είναι μεγαλύτερο πρόβλημα από τις ήττες του Τσιτσιπά στο Ρολάν Γκαρός στο Γουίμπλεντον και στο αμερικανικό Open. O Στέφανος άλλωστε έχει απέναντί του τρείς πραγματικούς θρύλους, που μονοπωλούν τους μεγάλους τίτλους στον κόσμο του τένις: το ότι παίζει στα ίσια απέναντι στον Φέντερερ, τον Ναδάλ και τον Τζόκοβιτς δεν σημαίνει ό,τι είναι ίδιας αξίας. Ο Αντετοκούνμπο από την άλλη στην καλύτερη χρονιά της καριέρας του και παίζοντας σε μία ομάδα η οποία συγκαταλέγεται ανάμεσα στα φαβορί για την κατάκτηση του τίτλου στο ΝΒΑ, μολονότι κέρδισε τον σπουδαίο ατομικό τίτλο του καλύτερου της χρονιάς, δεν κατάφερε να οδηγήσει τους Μπακς στην υπέρβαση που όλοι περιμέναμε. Φυσικά το ίδιο μπορεί να πει κανείς και για τις εμφανίσεις του στην Εθνική. Ακόμα και αν η αποτυχία της χρεώθηκε στους προπονητές της, είναι γεγονός ότι ο Γιάννης δεν κατάφερε να τη βοηθήσει να ανέβει επίπεδο. Οπότε με το δικό μου κριτήριο χάνει από το Στέφανο στα σημεία. Κυρίως γιατί είναι πολύ μεγάλος – ασύλληπτα μεγάλος – ώστε να μην έχει μερίδιο στις αποτυχίες των ομάδων του. 

Η διαφορά ατομικού ομαδικού αθλήματος  

Είναι δεδομένο ότι και οι δύο θα μας απασχολήσουν και τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο στις αξιολογήσεις πρέπει να σημειώσουμε κι άλλη μια διαφορά: το σπορ του Τσιτσιπά είναι ατομικό, που σημαίνει πως ό,τι κάνει εξαρτάται από τον εαυτό του, ενώ ο Αντετοκούνμπο παίζει σε ένα ομαδικό άθλημα, και κατά συνέπεια εξαρτάται πολύ και από τους συμπαίκτες του. Αυτό είναι κάτι που στην αξιολόγηση του Γιάννη πρέπει να το λάβουμε υπόψη μας: κρατά την τύχη στα χέρια του λιγότερο από τον τενίστα. Αν π.χ φέτος ο ίδιος είναι ακόμα πιο καλός, αλλά η ομάδα του τα πάει χειρότερα, θα είναι δύσκολο του χρόνου η συνέχιση της προόδου του να αποτυπωθεί – αντίθετα αν ο Τσιτσιπάς είναι πάλι στο νούμερο 5 η σταθερότητα του θα είναι απόδειξη των δυνατοτήτων του. Και κατά συνέπεια η επιλογή του στη θέση του καλύτερου και πιο απλή.  

Κρίση

Ωστόσο ομολογώ ότι ψήφισα υπέρ του Τσιτσιπά και για ένα άλλο λόγο: γιατί η άγνοια των Ελλήνων για το τένις δεν μου επιτρέπει να έχω την βεβαιότητα ότι ο Τσιτσιπάς θα τύχει και μελλοντικά μιας δίκαιης κρίσης – ευτυχώς για τον Αντετοκούνμπο οι Ελληνες το μπάσκετ το ξέρουν και το παρακολουθούν πιο πολύ. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι η άγνοια του τένις δεν κάνει εύκολα κατανοητά και τα κατορθώματα: αν για παράδειγμα του χρόνου ο Τσιτσιπάς παίξει τρεις ημιτελικούς στα τουρνουά του Γκραν Σλαμ, αλλά πέσει δυο θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη, δεν ξέρω αν θα πάρει από τους Ελληνες δημοσιογράφους τις ίδιους ψήφους, καθώς θα ναι δύσκολο να γίνει κατανοητό ότι η σεζόν του υπήρξε εξίσου σπουδαία. Φέτος π.χ για να φτάσει στο νούμερο 5 αγωνίστηκε περισσότερο από οποιοδήποτε στον κόσμο, αλλά αυτό οι πιο πολλοί ούτε το ξέρουν, ούτε μπορούν να το αξιολογήσουν: κάποιοι νομίζουν ότι απλά κέρδισε ένα τουρνουά!

Αντίθετα η δουλειά του Γιάννη αξιολογείται ευκολότερα: οι πόντοι, τα ριμπάουντ, οι νίκες, οι εμφανίσεις είναι μπροστά στα μάτια μας και η δυσκολία τους μοιάζει πάντα μεγάλη. Εδώ το πρόβλημα να εξαρτάσαι από τους άλλους, να είσαι δηλαδή μέλος μιας ομάδας, γίνεται πλεονέκτημα: ένα καλύτερο φινάλε της σεζόν από τους Μπακς ή η συμμετοχή του με την Εθνική στους Ολυμπιακούς, θα κάνει την εφετινή σεζόν του Γιάννη αυτομάτως ακόμα καλύτερη από την προηγούμενη ακόμα και αν τα στατιστικά του λίγο πέσουν. Ενώ ο Τσιτσιπάς βοήθειες δεν μπορεί να περιμένει: είναι μόνος. Φυσικά σε όλες αυτές τις βραβεύσεις δεν πρέπει να παίζει ρόλο το πόσο δημοφιλές είναι το σπορ: δεν ψηφίζουμε με βάση το αν το μπάσκετ είναι στην Ελλάδα πιο αγαπητό από το τένις. Αν αυτό ήταν το κριτήριο δεν θα υπήρχε θέμα συζήτησης.  

 Στο τραπέζι έπεσε και κάτι ακόμα: το κοινωνικό μήνυμα της βράβευσης. Για τους πιο πολλούς η ιστορία του Γιάννη, του μικρούλη από τα Σεπόλια που έτρεχε για το μεροκάματο κι έφτασε μέχρι το ΝΒΑ, είναι πιο συναρπαστική από την ιστορία του Στέφανου. που είχε την τύχη να έχει πατέρα και μητέρα αθλητές του τένις κι από αυτούς κόλλησε το «μικρόβιο». Διαφώνησα, μολονότι κι εμένα η ιστορία των Αντετοκούνμπο με συγκινεί. Απλά η καθιέρωση του Τσιτσιπά στην κορυφή της παγκόσμιας κατάταξης σε ένα σπορ που η Ελλάδα δεν έχει παράδοση, μου φαίνεται κομμάτι μεγαλύτερο κατόρθωμα. Πρώτον γιατί ο Τσιτσιπάς προέκυψε πραγματικά από το πουθενά. Και δεύτερον γιατί για να κάνει ό,τι κάνει δεν είναι προικισμένος με σπάνια σωματικά προσόντα όπως ο Γιάννης. Προσπάθησα να πείσω την ομήγυρη ότι ο Αντετοκούνμπο ήταν κομμάτι τυχερός, γιατί βρέθηκε στη χώρα που έπρεπε για να αγαπήσει το μπάσκετ, (το σπορ που του ταιριάζει), ενώ αντίθετα ο Στέφανος έγινε σπουδαίος σε μια χώρα που δεν του πρόσφερε τίποτα. Δεν νομίζω ότι τα κατάφερα…

Πηγή: Κάρπετ Show