Επιλογή Σελίδας

Του Αντώνη Κεραμιδά

Ένας πολύ σημαντικός παράγοντας στη διαδικασία της προπόνησης παιδιών στη γυμναστική ο οποίος δεν λαμβάνεται συχνά υπόψη (συνήθως λόγω άγνοιας και όχι αδιαφορίας) είναι η διαφορά μεταξύ χρονολογικής και βιολογικής τους ηλικίας.

ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ
Ως χρονολογική ηλικία νοείται απλά το πόσο καιρό ένα άτομο έχει ζήσει από την ημέρα που γεννήθηκε, μήνες, ημέρες, ή ένα συνδυασμός όλων αυτών (π.χ. 15 χρόνια, 3 μήνες και 12 ημέρες). Η βιολογική ηλικία αναφέρεται στη βιολογική κατάσταση ή την ωριμότητα του αθλητή η οποία ουσιαστικά είναι και η πραγματική του ηλικία. Ενώ λοιπόν η χρονολογική ηλικία είναι ξεκάθαρη, ο υπολογισμός της βιολογικής απαιτεί εμπειρία από ειδικό επιστήμονα (συνήθως αναπτυξιολόγο) ο οποίος θα μπορεί να την προσδιορίσει με βάση τα ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά του παιδιού και την σκελετική του κατάσταση (συνήθως χρειάζεται ακτινογραφία αριστερού καρπού) υπολογίζοντας επίσης κατά προσέγγιση και το τελικό ύψος του.

ΠΟΣΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΕΙΝΑΙ Η ΓΝΩΣΗ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ
Η πραγματική – βιολογική ηλικία είναι ιδιαίτερα σημαντική στα αθλήματα της αγωνιστικής γυμναστικής δεδομένου ότι σε αυτά οι επιβαρύνσεις αρχίζουν από τα πρώτα στάδια του παιδιού (μικρές κατηγορίες) όπου οι διαφορές της χρονολογικής και βιολογικής ηλικίας είναι πιο εμφανείς. Και εδώ απαιτείται από τον προπονητή η κατανόηση της αρχής της ατομικότητας από την οποία συνάγεται ότι δεν μπορούν να υπάρξουν δυο ή και περισσότεροι «ίδιοι» αθλητές μέσα στην ίδια ομάδα. Δεν γίνεται δηλαδή τα παιδιά ως «δέκτες» να ανταποκριθούν το ίδιο, στα ερεθίσματα του κοινού «πομπού» (προπονητή) αφού (αν και με ίδια χρονολογική ηλικία), τα παιδιά μπορεί να διαφέρουν μεταξύ τους με βάση την πραγματική – βιολογική ηλικία και άρα την σωματική και ψυχολογική τους ωριμότητα. Ο έμπειρος προπονητής μπορεί πρακτικά, με βάση την γενική εικόνα του αθλητή και τα σωματομετρικά χαρακτηριστικά του του να αντιληφθεί την βιολογική απόκλειση και να προσαρμόσει ανάλογα την προπόνηση. Σε αρκετές περιτώσεις όμως απαιτείται η επιστημονική διάγνωση προκειμένου να υπάρξει μια, πιο μεθοδική και υπεύθυνη αντιμετώπιση του παιδιού.

ΠΙΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ
Σε μια ομάδα γυμναστικής μπορεί να υπάρξει αθλητής του οποίου, ενώ η χρονολογική ηλικία είναι 12 ετών, βιολογικά να είναι 10 (όψιμη ανάπτυξη) και άλλος αθλητής ενώ χρονολογικά είναι 10 ετών βιολογικά να είναι 14 (πρώιμη ανάπτυξη). Βλέπουμε δηλαδή μια απόκλιση δυο χρόνων σε κάθε παιδί μεταξύ χρονολογικής και βιολογικής ηλικίας αλλά και μια διαφορά τεσσάρων χρόνων, μεταξύ των δυο (ίδιων χρονολογικά) αθλητών στην ίδια ομάδα. Όπως αντιλαμβάνεστε, αυτές οι διακυμάνσεις απαιτούν προσαρμοσμένα και εξατομικευμένα προπονητικά προγράμματα και επιβαρύνσεις για κάθε αθλητή ξεχωριστά.

ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Στους νεαρούς αθλητές με πρώιμη ανάπτυξη συνήθως παρατηρείται η αγωνιστική διάκριση στις μικρές κατηγορίες λόγω της μεγαλύτερης σωματικής τους διάπλασης και της γενικότερης ωριμότητας τους. Όσο περνά ο καιρός και λόγω του ότι το μεγαλύτερο μέρος της ανάπτυξης έχει βιολογικά ολοκληρωθεί νωρίτερα, τα περιθώρια βελτίωσης και προόδου είναι σχετικά μικρότερα. Οι αθλητές με αργοπορημένη ανάπτυξη (όψιμη) φαίνεται να καθυστερούν να ανταποκριθούν στις αγωνιστικές απαιτήσεις της ομάδας και πολλές φορές αυτή η καθυστέρηση επιφέρει απογοήτευση και αποχώρηση τελικά από τα γυμναστήρια την ίδια ώρα που ο προπονητής αδυνατεί να διαχειριστεί το «πρόβλημα». Πολλές φορές η έλλειψη γνώσεων και απειρία απέναντι στα παιδιά με αργοπορημένη ανάπτυξη (των οποίων η σωστή διαχείριση της προπόνησης μπορεί να φέρει μεγάλες επιδόσεις με το πέρασμα των χρόνων) ωθούν τον προπονητή να τα επιβαρύνει υπέρμετρα, ενώ τα ίδια αδυνατούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των ασκήσεων με αποτέλεσμα να τραυματίζονται σωματικά (συνήθως στα περιόστεα των οστών) και να πιέζονται σοβαρά ψυχολογικά.

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ
Το θέμα είναι αρκετά σοβαρό και σε κάθε περίπτωση απαιτείται η συνεργασία του προπονητή με τους γονείς και το σωματείο, το οποίο χρειάζεται να έδει πλήρη γνώση για τη πραγματική αγωνιστική κατάσταση του αθλητικού του δυναμικού και τη κατάσταση στην οποία βρίσκεται σε επίπεδο υγείας. Ο περιοδικός ιατρικός έλεγχος των παιδιών όπως έχω γράψει σε άλλο άρθρο μπορεί να συμβάλει στον ορθό σχεδιασμό της προπόνησης προλαμβάνοντας και αποτρέποντας σοβαρά προβλήματα (σωματικά ψυχικά) που θα μπορούσαν να «ακολουθήσουν» τους μικρούς αθλητές μέχρι την ενηλικίωση.

Όλοι οι αθλητές δεν είναι το ίδιο. Η ποιότητα ενός προπονητή, εκτός των τεχνικών γνώσεών του έχει να κάνει με την ικανότητά του να διαχειρίζεται την ατομικότητα και τα θέματα του κάθε αθλητή ξεχωριστά με βάση τις αγωνιστικές και όχι μόνον ανάγκες του, την ίδια στιγμή που η ομάδα του συνολικά θα πρέπει να συμπεριφέρεται με μια «ενιαία φωνή».