Να σταθούμε, σας παρακαλώ, στο ένα-μηδέν που άνοιξε τους κρουνούς εναντίον μιας σίριαλ πρωταθλήτριας, της πρωταθλήτριας Ουγγαρίας, στην Τούμπα. Για αρχή, είχε πλάκα ότι όλα ξεκίνησαν από ένα πλάγιο (κοντά) στη σέντρα που ο ΠΑΟΚ το διεκδίκησε για δικό του αλλά του βγήκε σε καλό ότι δόθηκε, η κατοχή εκείνη τη στιγμή, στη Φέρεντσβαρος. Πέρα από την πλάκα, τώρα. Εκεί και τότε όλοι έκαναν τη δουλειά τους, καθένας το κομμάτι που του αντιστοιχούσε, σωστά. Ο Καμαρά, το κλέψιμο. Ο Ζίβκοβιτς, τη γρήγορη πάσα. Ο Μπράντον, τη μία επαφή. Ο Τάισον, το άχαστο τελείωμα. Ενδιάμεσα σε αυτή τη σκυταλοδρομία, ένας της αλυσίδας έκανε τη δουλειά του, όχι σωστά απλώς, θα έλεγα με αδιανόητη ποδοσφαιρική λαμπρότητα.
εναντίον άμυνας σε ανισορροπία. Μάζεψε γύρω-γύρω, τη μισή αντίπαλη ενδεκάδα. Σε όλη τη διαδρομή, ποτέ δεν σήκωσε το κεφάλι να κοιτάξει απέναντι. Κι όμως, με μια δεξιοτεχνική συνολική κίνηση σώματος, απέναντι έστειλε την ασίστ. Τέλεια δύναμη στη μεταβίβαση, τέλεια ακρίβεια, όση για να ολοκληρωθεί η επίθεση με one touch. Τέτοια περιφερειακή όραση; Δεν έχω ιδέα, για να είμαι ειλικρινής. Για να είμαι ειλικρινής επίσης, μονομιάς το μυαλό ταξίδεψε μισό (και πλέον) αιώνα πίσω. Πώς ο Πελέ στο Μεξικό, έδωσε στο πιάτο του Κάρλος Αλμπέρτο το τελευταίο γκολ του τελικού στο Μουντιάλ ’70.
Η famous απάντηση, όταν τον ρώτησαν πώς τον είδε… ενόσω ήταν αδύνατον να τον έχει δει. “Δεν τον είδα, τον άκουσα”. Ο Κωνσταντέλιας τον Τάισον, το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν τον είδε. Υστερα, μένει κανείς να αναρωτιέται. Τον…άκουσε; Τον ένιωσε, με αυτή την τηλεπαθητική σχέση που τους συνδέει; Τον…υπέθεσε, πού φυσιολογικά θα ήταν όσο η φάση ξετυλιγόταν; Αμφιβάλλω αν και ο ίδιος ο Κωνσταντέλιας (το έχει αναλύσει στο κεφάλι ώστε να) ξέρει την απάντηση. Βγήκε, και αυτό είναι που στο τέλος της ημέρας έχει σημασία, ένα αριστούργημα. Ενα “παιδί” της έκτης, που λένε, αίσθησης.
Ενα έναυσμα, οπωσδήποτε. Ο ΠΑΟΚ ανέδειξε υψηλό επίπεδο ποδοσφαίρου σε μακρά, εντός του ενενηντάλεπτου, διάρκεια. Ηταν πολύ καλός, σε πολλά κομμάτια του παιγνιδιού, για πολλήν ώρα. Στο δύο-μηδέν, ο Τάισον πάτησε υποδειγματικά το φρένο για να μη εκβιάσουν μια αντεπίθεση που “δεν έβγαινε”. Η μπάλα πέρα-δώθε πέρασε από όλους τους πίσω παίκτες, κάποτε έφτασε σε Ζίβκοβιτς και Τάισον που βρέθηκαν κοντά ο ένας στον άλλον, μία ξαφνική αλλαγή ταχύτητας έφερε τον Ζίβκοβιτς σε 1-v-1 με τον αριστερό μπακ. Κερδισμένο φάουλ και χαμηλή εκτέλεση (Ζίβκοβιτς), προσποίηση-τούνελ (Κεντζόρα), ξεπέταγμα-γκολ (Μπράντον). Ολο αυτό, λέγεται σπουδαίο ποδόσφαιρο.
Ετσι πήγε, ως το φινάλε. Ο,τι ήθελες απ’ αυτά που περιλαμβάνει το manual του σπουδαίου ποδοσφαίρου, underlap των μπακ, πάσες-κλειδί, ασίστ, τρομερές επιθετικές μεταβάσεις, φυσικά γκολ, το έβλεπες. Την προηγούμενη φορά, με το φευγιό του Σαργκάνη, δεν ήθελα να γράψω εδώ ποδοσφαιρικά. Οσα ήταν, τα τρέχοντα του Σ-Κ, τα είπα τη νύχτα της Δευτέρας στην tv. Στην tv έτρεξα να επισημάνω, μιλώντας για τις Σέρρες και την αβίαστη ασίστ του Τσάλοφ στον Σόλα, το νοητικό ξεμπλοκάρισμα του Τσάλοφ. Χάρηκα ότι, μόλις τέσσερις βραδυές μετά, προέκυψε αξιόπιστο πειστήριο επιβεβαίωσης. Πλέον, ο Τσάλοφ δείχνει πως δεν στενάζει “υπό το βάρος”. Μια εσωτερική δουλειά ολόκληρου του γκρουπ, να υποψιαστώ. Εδώ είχα σημειώσει κάτι γι’ αυτό, πώς ο βραχνάς του Τσάλοφ να βάλει γκολ είχε γίνει βραχνάς του γκρουπ να βάλει γκολ ο Τσάλοφ, και μετά τη Ρίγα.
Ο ΠΑΟΚ έκανε την παρτίδα με τη Φέρεντσβαρος, ενενήντα-δέκα δική του. Εκανε δική του, ακόμη και τη μία φέτα τύχης που ενίοτε χρειάζεσαι για να μη πληρώνεις το παραμικρό, κάθε φορά cash. Είναι μη σοβαρό εννοείται, τώρα να πούμε πώς θα καταλήξει η υπόθεση της Ευρώπης (με τα δύο ματς που έρχονται) σε ενάμισι μήνα. Το μόνο βέβαιον είναι αυτό που και στη ζωή μαθαίνουμε, ιδίως όσο μεγαλώνουμε. Ζεις, με τις παλιές αμαρτίες. Ο ΠΑΟΚ σε αυτή τη league phase του Γιουρόπα Λιγκ, σέρνει τη Στέαουα ακριβώς…σαν παλιά αμαρτία.
Γιουρόπα Λιγκ, λοιπόν. Επειτα από διαδοχικές σεζόν εθισμού στο Κόνφερενς Λιγκ, αυτή η σεζόν έρχεται να ωφελήσει τον ΠΑΟΚ ότι δοκιμάζει τον εαυτό του στο πιο δύσκολο επίπεδο. Η δοκιμασία, η ανάβαση, επιβεβαιώνει τη δυνατότητα του ΠΑΟΚ να αισθάνεται ανταγωνιστικός (και) σε αυτό. Να αισθάνεται ανταγωνιστικός, διότι αποδεικνύεται πως μπορεί να είναι προσαρμοστικός στη νέα απαίτηση. Να αφομοιώνει αν θέλετε, να εμπεδώνει, τη νοοτροπία που αρμόζει. Ο αγώνας με τη Φέρεντσβαρος ήταν στο δύο-μηδέν, βάσει εικόνας στον ΠΑΟΚ αντιστοιχούσε και τρίτο και τέταρτο γκολ, τα επεδίωξε, τα έβαλε, κυνήγησε και πέμπτο, το έβαλε κι αυτό, εάν περίσσευε χρόνος θα προσπαθούσε να βάλει κι άλλο.
Αυτή είναι, η νοοτροπία. Οχι γιατί…το λέω εγώ. Επειδή το λέει, το επιβάλλει, το καινούργιο format. Με το πρότερο, ήταν ξεκάθαρο ότι στους ομίλους έπαιζες για βαθμούς και στα νοκ-άουτ έπαιζες για γκολ. Σήμερα, στον ενιαίο όμιλο των “36”, δεν παίζεις για βαθμούς, δεν παίζεις για γκολ, παίζεις για βαθμούς+γκολ συγχρόνως. Ο Τάσος Μπακασέτας πρέπει να είναι ο μοναδικός (ποδοσφαιρ)άνθρωπος στην Ευρώπη, που όλο αυτό το βρίσκει…αδιάφορο. Μπορείς να πεις, καλό ή κακό. Μπορείς να πεις, μου αρέσει ή δεν μου αρέσει. Μπορείς να πεις, δίκαιο ή άδικο. Μπορείς να πεις, και τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της αλλαγής. Κοιτάζοντας τις βαθμολογίες, οπότε περιττεύει να κοιτάξεις ο,τιδήποτε άλλο, το μόνο που δεν μπορείς να πεις είναι “αδιάφορο”.
Ανεξάρτητα από αυτό, ο Μπακασέτας είναι ο αρχηγός (της ομάδας) όλων μας. Ενας παραδειγματικός αρχηγός. Αρα, δεν συζητείται καν, παίρνει από εμάς το μάξιμουμ αγάπης και θετικής ενέργειας, τελεία. Η Εθνική, λοιπόν. Η κλήρωση. Αν είναι μια φορά μη σοβαρό να πούμε τώρα πώς θα καταλήξει η υπόθεση της Ευρώπης για τις ομάδες της Σούπερ Λιγκ, είναι δεκάκις μη σοβαρό να πούμε τώρα πώς θα εξελιχθεί η υπόθεση του Παγκόσμιου Κυπέλλου για την Εθνική. Βασικά, μία χρηστική υπενθύμιση, πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο έρχεται η απολύτως σοβαρή υπόθεση των παιγνιδιών τον Μάρτιο με τη Σκωτία. Η Α’ Εθνική της Ευρώπης, μας περιμένει. Το Μουντιάλ, αργεί.
Εκείνο που μοιάζει να τρέχει ραγδαία είναι, ενόψει των προκλήσεων, το πώς έρχονται “από κάτω” ποδοσφαιριστές. Μια τροφή για τη σκέψη, από αυτή την Πέμπτη. Ακόμη πόσο, θα μπορεί να σέβεται την ιεραρχία ο Γιοβάνοβιτς και να προκρίνει τον τρίτο-τέταρτο γκολκίπερ της Νότινγκαμ Φόρεστ και της Νιουκάσλ Γιουνάιτεντ όταν χτυπάνε τόσο πιεστικά την πόρτα ο Τζολάκης σε Σούπερ Λιγκ και Γιουρόπα Λιγκ, κι ο Μανδάς που στο Γιουρόπα Λιγκ είναι ο παίζων τερματοφύλακας της ομάδας που προπορεύεται στην κατάταξη; Για να μη το φτάσουμε, και το τερματίσουμε, ως τον Ιωαννίδη (2000), τον Παυλίδη (1998), τον Δουβίκα (1999). Οτι κι αυτοί, ας έχουν όλη τη ζωή μπροστά, καλό είναι να…ανασκουμπωθούν. Ειδάλλως θα προσπεραστούν, προτού το πάρουν χαμπάρι, από τον Κωστούλα (2007) και τον Τζίμα (2006). Ιλιγγιώδες!
Πηγή: Sdna