Του Βασίλη Σκουντή
O Ουίνστον Τσόρτσιλ είχε πει κάποτε πως «τα Βαλκάνια παράγουν περισσότερη Ιστορία απ’ αυτήν που μπορούν να αντέξουν» και θαρρώ πως εσχάτως το ίδιο συμβαίνει και με τον ελληνικό αθλητισμό.
Κι εμείς οι καψεροί τον τελευταίο καιρό και δη την εβδομάδα που πέρασε παραγάγαμε περισσότερες επιτυχίες από αυτές που μπορούμε να αντέξουμε και κυρίως μπορούμε να πληρώσουμε και να θρέψουμε!
Βεβαίως, λεφτά υπάρχουν, που έλεγε και μια ψυχή, απλώς δεν ξέρω εάν τα επενδύουμε σωστά και εάν εν τέλει πιάνουν τόπο: τυγχάνει κιόλας να βρίσκεται στην επικαιρότητα και μάλιστα να εξελίσσεται σε casus belli η γενναιοδωρία με την οποία η κυβέρνηση προίκισε μέσω της ΕΡΤ τις μέχρι πρότινος ορφανές και τηλεοπτικώς άστεγες ομάδες της Super League, οπότε καθίσταται προφανές ότι η μπαλάντζα γέρνει προς τη μεριά που δεν είναι δα και η πλέον πενόμενη.
Αντιθέτως ο αποκαλούμενος (κι ας μην είναι πλέον) ερασιτεχνικός αθλητισμός πένεται, δεν έχει μαντίλι να κλάψει και -με το συμπάθιο για την έκφραση-όσοι τον υπηρετούν κάνουν το… σκατό τους παξιμάδι για να επιζήσουν, πολλώ δε μάλλον για να διακριθούν.
Γελώ τώρα που το γράφω, αλλά με τόσες επιτυχίες τις οποίες κατήγαγε τις τελευταίες ημέρες η Ψωροκώσταινα σε ένα σκασμό από αθλήματα και διοργανώσεις υψηλού επιπέδου πολύ φοβάμαι πως θα προσβληθούμε από χρόνια δυσκοιλιότητα κι άντε μετά να ξαλαφρώσουμε!
Αστειεύομαι βεβαίως, ωστόσο τα κορίτσια της Εθνικής πόλο, που ιχνηλάτησαν τον αεροδιάδρομο της εκτόξευσης, ο Χρήστου, ο Γκολομέεβ, ο Τεντόγλου, η Στεφανίδη, η Κυριακοπούλου, η Παπαχρήστου, η Μπελιμπασάκη, ο Τσιάμης (η ηλικία του οποίου έγινε viral), ο Πετρούνιας, ο Τσιτσιπάς και τα παιδιά της κωπηλασίας δεν έχουν όρεξη για πλάκες και απέδειξαν ότι αυτή η ρουφιάνα η χώρα μπορεί να αντιστέκεται στις κακές συγκυρίες, είναι όντως εφτάψυχη και -όπως έγραψε ο Νίκος Καζαντζάκης- επιζεί μέσα από διαδοχικά θαύματα!
Θα τολμούσα κιόλας να γράψω ότι η Ελλάδα μοιάζει με τον φοίνικα, το μυθολογικό πουλί που αναγεννάται από τις στάχτες του, αλλά το θέμα κάνει τζιζ: όταν μια χώρα καίγεται ολημερίς και ολονυχτίς, ασφυκτιά από τη μυρωδιά των καμένων, βλέπει παντού γύρω της τις στάχτες και ολοφύρεται πάνω από τους ανοιχτούς τάφους προφανώς κανένας θρίαμβος, όπου κι αν συντελείται, δεν μπορεί να φέρει πίσω τις ζωές που τόσο άδικα χάθηκαν στο Μάτι, να παρηγορήσει εκείνους οι οποίοι βυθίσθηκαν στο πένθος και έμειναν στο δρόμο.
Στον αντίποδα είναι ασφαλώς επαινετή η ευαισθησία των αθλητών που αφιέρωσαν τα μετάλλια τους στα θύματα της τραγωδίας και όπως έλεγε ο Φρεντ Μέρκιουρι, «the show must go on»…
Για να πω την αμαρτία μου ήμουν ανέκαθεν πολύ επιφυλακτικός στο να αποδώσω στο περιλάλητο (πραγματικό ή κίβδηλο) DNA της φυλής μας, το πείσμα, το πάθος και την ικανότητα των ανατροπών και της επιβίωσης κόντρα σε θεούς και δαίμονες…
Δεν έχω όμως καμιά αμφιβολία για τη δύναμη, τη δυναμική και τη δυνατότητα του αθλητισμού να δημιουργεί και να προσφέρει παραδείγματα προς μίμηση και πρότυπα για τη νεολαία, αντίμετρα στη μελαγχολία (που ως όρος είναι κιόλας της μόδας στη μνημονιακή πρακτική) και ευκαιρίες για αποδράσεις και ευχάριστα διαλείμματα μέσα στα ζόρια που τραβάμε.
Έχει αποδειχθεί κιόλας διαχρονικά η ισχύς της «διπλωματίας των σπορ», οπότε είναι βέβαιο ότι οι αθλητές που διέπρεψαν τις τελευταίες ημέρες καθίστανται οι άξιοι πρεσβευτές μιας χώρας η οποία έχει ανάγκη να βγει στις πάσης φύσεως αγορές με καθαρό το κούτελο της….
Βεβαίως ως λαός έχουμε τέτοιο μαζοχισμό ώστε συχνά λερώνουμε από μόνοι μας το κούτελο μας και ξεπερνάμε κατά πολύ και μάλιστα με αρρωστημένη εμμονή αυτό που εννοούσε πάλι ο Καζαντζάκης στην «Ασκητική»…
«Να ‘σαι ανήσυχος, αφχαρίστητος, απροσάρμοστος πάντα. Όταν μια συνήθεια καταντήσει βολική, να τη συντρίβεις. Η μεγαλύτερη αμαρτία είναι η ευχαρίστηση».
Εμείς πάλι είμαστε των άκρων: γκρινιάρηδες και έξω καρδιά, μανιοκαταθλιπτικοί και πανηγυρτζήδες, χορτασμένοι με τα πολλά και ταυτόχρονα αχόρταγοι για τα λίγα, ορεξάτοι και συνάμα ανόρεχτοι, αψίκοροι και τόσο αφχαρίστητοι, που εάν του ήταν μπορετό, τότε ο ο Καζαντζάκης θα είχε αποσύρει τη λέξη από τα γραφτά του!
Τις τελευταίες το μισό έθνος αποθεώνει τη Βούλα Παπαχρήστου και το άλλο μισό τη ρίχνει στο Νείλο για να δει από πρώτο χέρι πως αντιδρούν τα παρεπιδημούντα κουνούπια, με αποκορύφωμα αυτής της παράνοιας το πολιτικό/κυβερνητικό ζήτημα το οποίο ανέκυψε…
Θαυμάζουμε τον Τσιτσιπά και του αναγνωρίζουμε ότι έβαλε το τένις σε κάθε ελληνικό σπίτι, αλλά αύριο θα τον ξεχάσουμε όπως κάθε όμοιο του: τον κάναμε θεό τώρα που έγινε ο φονέας των γιγάντων και έπεσε ηρωικώς μαχόμενος απέναντι στον Ναδάλ και ελπίζω να μην καταντήσει κι αυτός αναλώσιμος…
Τέτοιες μέρες στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 έβγαινε το συχωρεμένο το παλιό Sportime με τον πηχυαίο τίτλο «Η Λένα της καρδιάς μας» και η Ελλάδα ζούσε τον έρωτα της με το τένις και τη Δανιηλίδου. Δέκα τέσσερα χρόνια αργότερα παραληρούμε με τον Τσιτσιπά που μάλιστα ανήμερα του τελικού στο Τορόντο γιόρταζε τα εικοστά γενέθλια του και αίφνης γίναμε όλοι εξπέρ στην αντισφαίριση…
Μέχρι κι η μάνα μου με ρώτησε χθες τι στα κομμάτια είναι αυτό το crosscourt backhand!
Συνέπεσαν όλοι, όλες και όλα μαζί σε αυτή την εβδομάδα που έμοιαζε βγαλμένη από τις πιο τρελές φαντασιώσεις και ονειρώξεις της ράτσας μας: στον στίβο, στην κολύμβηση, στο τένις, στην κωπηλασία και καλομελέτα κι έρχονται και άλλα που ίσως δεν τα διανοούμαστε και θα μας πέσουν κι αυτά ξαφνικά και απότομα…
Ο πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ Κώστας Παναγόπουλος είπε χθες ότι «αντιμετωπίσαμε την κρίση ως ευκαιρία και όχι ως πρόβλημα». Δεν είναι ο πρώτος που το πιστεύει, ούτε ο τελευταίος ο οποίος το δηλώνει: πρόκειται για μια πραγματικότητα, στο βωμό της οποίας ωστόσο έχει θυσιασθεί ακόμη και η στοιχειώδης αξιοπρέπεια!
Ας ρωτήσει κάποιος τους αθλητές και κυρίως τους κολυμβητές πού, πότε και πώς προπονούνται. Ας αφήσουμε κατά μέρος τους ρωμαϊκούς θριάμβους και τις βαρύγδουπες αναφορές στην εκάστοτε «Άνοιξη» του στίβου, της κολύμβησης, του τένις και πάει λέγοντας κι ας εγκύψουμε με φροντίδα και ζήλο και όχι περιστασιακά και επιφανειακά στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο ελληνικός αθλητισμός: όλοι μας, μηδέ του σιναφιού μου εξαιρουμένου που όπως λένε (άλλοτε δικαιολογημένα και άλλοτε με κάποια δόση υπερβολής) οι αθλητές «μας θυμόσαστε μόνο όταν φέρνουμε τα μετάλλια».
Παρεμπιπτόντως έπρεπε να συμβεί αυτή η… Δευτέρα Παρουσία και να μας κυριεύσει όλους η παράκρουση για να γίνουν οι θρίαμβοι πρώτο θέμα στις εφημερίδες και όχι όλοι, ούτε σε όλες…
Κι εδώ βεβαίως υπάρχει ο επιχειρηματικός και εμπορικός αντίλογος, που αντλείται από τον αδήριτο νόμο της αγοράς: σύμφωνα με την παλιά και παγιωμένη αντίληψη του Τύπου, πουλάει μόνο το ποδόσφαιρο, άντε και το μπάσκετ και εάν μια εφημερίδα τολμήσει να πάει κόντρα στο κύμα, μαύρο φίδι που την έφαγε…
(Δεν) Είναι έτσι, εάν έτσι νομίζετε, όπως έλεγε και ο Πιραντέλο, άλλωστε με τέτοια πτώση που παρουσιάζουν οι πωλήσεις των εφημερίδων, «τι να πεθάνεις Σάββατο, τι Κυριακή πρωί, Δευτέρα θα σε θάψουν»!
Τι πρεσβεύει περί όλων αυτών η Πολιτεία; Καλή ερώτηση στην οποία μπορώ να παραθέσω μερικές απαντήσεις, που δεν είναι φρέσκιες, αλλά ούτε μπαγιάτεψαν κιόλας. Πριν από πέντε μήνες σε μια συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ», ο Υφυπουργός Αθλητισμού Γιώργος Βασιλειάδης μου είχε πει τα εξής:
Η εκμετάλλευση των αθλητικών εγκαταστάσεων: «Πρέπει να τις εκσυγχρονίσουμε και να βρούμε λύση στο πρόβλημα στέγασης των ομάδων, αλλά όχι εις βάρος του μαζικού αθλητισμού και των υπολοίπων αθλημάτων. Χρειάζεται να εκπονηθεί και να υλοποιηθεί ένα σοβαρό σχέδιο, όχι προς χάριν της ψηφοθηρίας, ούτε τσάτρα πάτρα».
Οι επιχορηγήσεις: «Μεγάλο αγκάθι, διότι πολλές ομοσπονδίες είναι καταχρεωμένες λόγω κακοδιαχείρισης. Ειδικά τώρα ειδικά τώρα που εξέλιπον η στήριξη του ΟΠΑΠ και των χορηγών αναγκαζόμαστε να τσακωνόμαστε και να κάνουμε αλχημείες για να τα φέρουμε βόλτα».
Τα κίνητρα/προνόμια των αθλητών: «Δεν αφορά μονάχα την Ελλάδα ως προβληματική, αλλά ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση. Εμείς όμως υποφέρουμε σε μεγάλο βαθμό από τις παλινωδίες και από τη στρεβλότητα στην οποία είμαστε μανούλες. Υποστηρίζω την αξιοποίηση των αθλητών, αλλά αντιτίθεμαι στο τιμής ένεκεν παρκαρίσματος τους».
ΥΓ-1: Με Στεφανίδη, Κυριακοπούλου και Πόλακ στον τελικό του άλματος επί κοντώ, εγώ που είμαι παλιά καραβάνα γύρισα σαράντα χρόνια πριν. Τότε που στους τελικούς των Ολυμπιακών Αγώνων του 1976 και του 1980, οι Σοβιετικοί έπαιρναν και τα τρία μετάλλια στη σφυροβολία με τον Σέντιχ, τον Λιτβίνοφ, τον Μπόντατσουρκ, τον Σπιριντόνοφ, και τον Ταμ.
ΥΓ-2: Ο συχωρεμένος ο Θανάσης Βέγγος ρωτούσε «καλέ μου άνθρωπε, ξέρεις από βέσπα;» και πλέον στα καθ’ ημάς η ατάκα παραφράζεται σε «καλές μου άνθρωπε, ξέρεις από τένις;»
ΥΓ-3: Για κανέναν δεν υπάρχει a priori το τεκμήριον της αθωότητος, αλλά (επειδή πολλά πάλι λέγονται, ακούγονται, κυκλοφορούν και υπονοούνται) δεν είναι όλοι οι αθλητές ντοπαρισμένοι όπως ασυλλόγιστα συνηθίζουμε να τους τσουβαλιάζουμε. Κάποτε ο Βλάσης Μάρας, που είναι κιόλας μαγκάκι, μου είχε εκμυστηρευθεί ότι σταμάτησε να φορά την αθλητική φόρμα στις εξόδους από το σπίτι του επειδή μια μέρα σταμάτησε σε ένα περίπτερο ν αγοράσει κάτι και πήρε πρέφα δυο περαστικούς να τον κοιτάζουν με μισό μάτι και ν ανοίγουν τυχαία κουβέντα για… χαπάκια!
ΥΓ-4: Εάν η ζωή του Γιάννη Αντετοκούνμπο είναι για να γυριστεί σε ταινία, εκείνη (η πολύ πιο δραματική) του Κριστιάν Γκολομέεβ θα πάρει και το Όσκαρ!
Πηγή: Gazzetta