Επιλογή Σελίδας

Του Γιάννη Σερέτη

Ο Ελληνας οπαδός έχει πάρει πολλά μαθήματα… πίστης εφέτος. Πόσες και πόσες φορές ο φίλος του Ολυμπιακού δεν «απαρνήθηκε» την ίδια ομάδα που έριξε τέσσερα στην Τούμπα και προκρίθηκε με εκπληκτικό τρόπο μόλις για τρίτη φορά στην ιστορία της σε προημιτελικό ευρωπαϊκής διοργάνωσης; Ο οπαδός του ΠΑΟΚ πόσο πίστευε στην ομάδα του μετά την ήττα του πρώτου γύρου από την ΑΕΚ; Μετά από τις τρεις σερί εντός έδρας αποτυχίες στα ντέρμπι με Ενωση, Παναθηναϊκό, Ολυμπιακό; Μετά από το 2-0 της Ντινάμο στο Ζάγκρεμπ; Ο φίλος του Παναθηναϊκού πόσο πίστευε στον Τερίμ και τα πειράματά του μετά τον Ιβάν; Τι έλεγε μετά τις γκέλες με Λαμία – Κηφισιά – ΟΦΗ, πόσο πιθανό θεωρούσε ότι ο Παναθηναϊκός θα θριάμβευε στο Φάληρο;

Όχι, δεν είναι πάντα όλα ρόδινα. Ολοι έχουν κάνει τα λάθη τους. Και στο γήπεδο και στα μεταγραφικά τους. Και ασφαλώς όλοι εξακολουθούν να έχουν τα σοβαρά τους προβλήματα. Εχουν όμως και τα ταλέντα τους, τα καλά τους, τους top παίκτες τους, προπονητές έμπειρους. Και στην καλή βραδιά τους είναι ικανοί για θαύματα!

Μαθαίνει και να χάνει εφέτος ο Ελληνας οπαδός, αυτή είναι η αλήθεια. Μαθαίνει να στηρίζει και να πιστεύει λίγο περισσότερο στην ομάδα του όταν έρχονται οι στραβές. Να ελπίζει στο καλύτερο, να αποδέχεται και να παραδέχεται τις αδυναμίες της, χωρίς να υποβιβάζει και να διαγράφει τα προτερήματά της. Πάντα θα είμαστε «καταστροφείς» στις σερί αποτυχίες, πάντα θα πετάμε στα ουράνια στις σερί επιτυχίες. Και γενικώς, πάντα θα έχουμε κάτι για να «γκρινιάζουμε». Ως λαός, δεν θα αλλάξουμε σήμερα ιδιοσυγκρασία και χούγια. Αλλά όλο αυτό κάπως έχει αλλάξει εφέτος. Μια, δυο, τρεις, αρχίζει να.. μαθαίνει!

Οι υποτιμημένοι και η εθνική… παλιγγενεσία

Διάγουμε, λοιπόν, τις μέρες της εθνικής… παλιγγενεσίας. Της αναγέννησης! Δεν είναι κακό! Δεν είναι καθόλου κακό να πανηγυρίζεις, να απολαμβάνεις, να γουστάρεις, να χαίρεσαι, να μοιράζεσαι με φίλους σου τις στιγμές της νίκης. Όχι, το Καζακστάν δεν ήταν ανυπόληπτο. Οι δημοσιογραφικές αναφορές για την πορεία του στο Nations League και για τον τρόπο με τον οποίο αγωνίζεται, σε συνδυασμό με τον στοχευμένο λόγο του Πογέτ πριν από το 5-0, περί των φυσικών δυνάμεων αυτής της ομάδας και της never give up νοοτροπίας της, δεν ήταν λόγια και γραπτά του αέρα. Τι τα θες, όμως; 2-0 στο 15, 4-0 στο 40’, άντε γεια!

Το θέμα είναι πώς και γιατί φτάσαμε στο 2-0 και στο 4-0 του ημιχρόνου. Με το ταλέντο τους, με τους αυτοματισμούς τους, με το πάθος τους, με την προετοιμασία ενός «τελικού», μόνο με έναν αμυντικό χαφ, αλλά με πέντε παίκτες που έχουν το γκολ και την ασίστ στο τσεπάκι. Για τους παίκτες δεν ήταν «ημιτελικός». Ηταν τελικός. Ο Πογέτ το πήρε με τον δικό του τρόπο. Με το «είμαστε καλύτεροι, πάμε να τους νικήσουμε παίζοντας ποδόσφαιρο». Χωρίς αναστολές. Κι όταν το ίδιο το παιχνίδι σε «πάει» και εσύ είσαι τόσο αποφασιστικός απέναντι σε έναν λίγο κατώτερο αντίπαλό σου που τα έχει χάσει διότι δεν ήταν προετοιμασμένος πνευματικά για το κακό δικό του σενάριο, μπορεί να… βγει και πεντάρα και εξάρα!

Ναι, αυτή η εθνική Ελλάδας έχει στη μεσοεπιθετική γραμμή της υποτιμημένους παικταράδες για το επίπεδο της… Ελλάδας. Ολοι εκτός από τον Φώτη Ιωαννίδη που είναι hot και τον βλέπουν όλοι τα Σαββατοκύριακα να σκοράρει εναντίον… όλων και τον Γιάννη Κωνσταντέλια που προσφέρει κάτι πραγματικά ξεχωριστό, θεαματικό και αλέγκρο στο φτωχό ελληνικό πρωτάθλημα, είναι υποτιμημένοι! Ο Πέλκας, ο Παυλίδης, ο Μπακασέτας, ο Μάνταλος, ο Γιακουμάκης. Ακόμα και ο Τζόλης που κάνει εντυπωσιακό comeback στην Ντίσελντορφ και ασφαλώς πέραν πάσης αμφιβολίας ο τρομερός Γιώργος Μασούρας, ο οποίος κάποια στιγμή θα κρεμάσει τα παπούτσια του και ακόμα κάποιοι θα λένε «δεν μπορεί να ντριμπλάρει». Τόσο άσχετοι…

Οι αναπληρωματικοί είναι «βασικοί» για τον Πογέτ

Ναι, ο Μασούρας αποδίδει σε γενικές γραμμές καλύτερα στην Εθνική Ελλάδας συγκριτικά με τα παιχνίδια του στον Ολυμπιακό. Το ίδιο ισχύει και για τον Μπακασέτα. Ισως και για τον Πέλκα, τον Κουρμπέλη, τον Μπάλντοκ, τον Τσιμίκα, τον Βλαχοδήμο, τον Χατζηδιάκο: βλέπετε, ο Πογέτ χρησιμοποιεί πολλούς παίκτες οι οποίοι είτε είναι αναπληρωματικοί στις ομάδες τους, είτε έχουν χάσει αρκετά ματς για διαφορετικούς λόγους στην τρέχουσα σεζόν. Για εκείνον είναι «βασικοί». Για εκείνον είναι πιο σημαντικοί. Κι επειδή πια δεν υπάρχει μόνο το μέτρο σύγκρισης «Καζακστάν», αλλά υπάρχει και το μέτρο σύγκρισης «Γαλλία», ποιος είναι εκείνος που θα αμφισβητήσει ότι αυτή η εθνική ομάδα έχει κάνει στο μέτρου του δυνατού το μάξιμουμ που μπορεί;

Ότι η Ελλάδα των δέκα εκατομμυρίων δεν παράγει (ή δεν αξιοποιεί και αναπτύσσει, ή και τα δύο ταυτόχρονα) τους παίκτες που παράγει η Πορτογαλία των δέκα εκατομμυρίων ή το Βέλγιο των 11 εκατομμυρίων κατοίκων δεν είναι πρόβλημα του εκάστοτε «Πογέτ». Είναι πρόβλημα της ελληνικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας βασικά και των ελληνικών ομάδων δευτερευόντως. Δουλειά του κάθε «Πογέτ» δεν είναι να διαμορφώνει το στρατηγικό πλάνο της ομοσπονδίας για την ανάπτυξη του σπορ στη χώρα μας. Αυτό το έκανε μόνο ένας. Ο Φερνάντο Σάντος. Και τον καθάρισαν σαν αυγό εκείνοι οι οποίοι τότε για τους δικούς τους λόγους ήθελαν να τον «φάνε». Προφανώς δεν του βγήκε σε κακό του ανθρώπου. Σε κακό του ελληνικού ποδοσφαίρου βγήκε. Όμως δεν είναι όλοι «Σάντος», ούτε πρέπει να αξιολογούνται ως «Σάντος».

Η δουλειά έγινε σωστά, αλλά η ήττα δεν είναι απίθανη

Ο Πογέτ, λοιπόν, χωρίς να είναι αλάνθαστος και συνεχίζοντας να κάνει κάποιες παράλογες επιλογές στις κλήσεις του (όχι στις ενδεκάδες του), τη δουλειά την έκανε σωστά ως εδώ. Δεν πήγε να τα… αλλάξει όλα από όσα είχε ήδη συμμαζέψει και διορθώσει ο Φαν’ τ Σχιπ για να το παίξει… «αναμορφωτής», «μάγκας» και… διαφορετικός. «Πάτησε» στις βασικές επιλογές του Ολλανδού, μίκρυνε το ρόστερ, βασίστηκε ουσιαστικά σε 30 παίκτες και μια ομάδα που ήδη είχε παρουσιάσει βελτίωση, ώριμη πια και παρότι στη μεσαία γραμμή της στερείται ποιότητας και βάθους «ανώτερου» επιπέδου, έφτασε ένα βήμα από την επιτυχία της δεκαετίας.

Αν τα καταφέρει… «χαρές – πανηγύρια – τηλεοράσεις», όλα καλά. Αν αποτύχει; Ένα ματς είναι, δεν μπορεί να αποτύχει; Εδώ έχει χάσει εντός έδρας τελικό Euro ο Φίγκο και ο Κριστιάνο από την «Ελλαδίτσα», δεν μπορεί να χάσει η Ελλάδα από τη Γεωργία μπροστά σε 55.000 οπαδούς της; Μπορεί. Είναι απολύτως πιθανό. Μα αυτή η εθνική Ελλάδας που κάνει το καλύτερο που μπορεί βάσει του ταλέντου της, αξίζει της στήριξης και της αγάπης του κοινού ακόμα κι αν επιστρέψει με άδεια χέρια. Το ίδιο ισχύει και για τον Πογέτ.

Διότι καιρός είναι ο Ελληνας οπαδός ο οποίος εφέτος «εκπαιδεύτηκε» εντατικά στις ήττες και τις αποτυχίες της ομάδας του, να μάθει να επιβραβεύει και την προσπάθεια, όχι μόνο το αποτέλεσμα. Ειδικά όταν αυτή γίνεται με επιμονή, συσπείρωση, αξιοπρέπεια, χωρίς τοξικότητα και εγωισμούς.

Πηγή: Gazzetta