Μάλλον πρέπει να είναι συμβατική υποχρέωση, ή κάτι τέτοιο, της ΕΠΟ. Κατέληξε να δώσει την τέλεια ειρωνεία, το τρολάρισμα που λένε, της ημέρας. Στους “τίτλους αρχής” της τηλεοπτικής παραγωγής των αγώνων του Κυπέλλου Ελλάδος, αναμεταδόθηκε η κλασική εικονογραφημένη καμπάνια της UEFA με τα πρόσωπα του Αγγλου Μάικλ Ολιβερ και της Γαλλίδας Στεφανί Φραπάρ για κράχτες. Be A Referee, Reach Your Next Level, Start Now. Ξεκίνα τώρα, φτάσε στο επόμενο επίπεδό σου, γίνε διαιτητής. Κι άμα γίνεις (top διαιτητής στην Ελλάδα), το επόμενο επίπεδό σου είναι ότι δεν θα σε βάζουμε ούτε σε ρεβάνς ενός έξι-μηδέν. Τι λες, λοιπόν; Ξεκινάς; Στο μεταξύ, από εμάς εδώ ένα εγκάρδιο μπράβο στην υπό τον Τάσο Παπαπέτρου ομάδα διαιτησίας. Πήραν, στο Γεντί Κουλέ, το αίμα του Ελληνα διαιτητή πίσω.
Φυσικά, το νούμερο-ένα της ημέρας είναι ότι έχουμε φιναλίστ. Ετσι ή αλλιώς, η Κρήτη θα έβγαζε μία ιστορία δόξης. Η δόξα διάλεξε τον εκλεκτό της για αυτή τη φορά, όπως τόσες και τόσες φορές έχει συμβεί, με τον πιο…άδοξο τρόπο. Εξηγώ. Είδαμε δύο ματς, σε απόσταση πέντε εβδομάδων το ένα από το άλλο, που έμοιαζαν σαν δύο σταγόνες νερό. Το αδρό “κοινό χαρακτηριστικό” των πρώτων ημιχρόνων, και στην Τρίπολη και στο Ηράκλειο, ήταν ότι το διακύβευμα καταπόντισε τον γηπεδούχο. Φαινόταν, δηλαδή…μπαμ έκανε, στο πώς δεν κατάφερναν να παίξουν με τη μπάλα, όχι τα δύσκολα, τουλάχιστον τα στοιχειώδη. Μία πάσα, στα πέντε μέτρα. Μία φυσιολογική σέντρα.
Δεν επρόκειτο, για τη δεξιότητα. Πώς στην Τρίπολη ο ΟΦΗ ήταν άνετος στη μπάλα, τόσο που να νιώθει κανείς ότι εκεί και τότε είχε χάσει την ευκαιρία του για ευρύτερο προβάδισμα; Πώς στο Ηράκλειο πήρε μόλις δέκα λεπτά στον Αστέρα, να ανοίξει σαν κονσερβοκούτι την αντίπαλη γραμμή και να μπει με τη μπάλα στα δίχτυα; Επρόκειτο, συνεπώς, για το διακύβευμα που έγινε ένα δυναστικό αντίβαρο στη δεξιότητα. Ηταν πάνω από την πνευματική δύναμη, και του Αστέρα στην Τρίπολη και του ΟΦΗ στο Ηράκλειο, να το διαχειριστούν. Ο Νους είναι μόνον ένα παράδειγμα, από πολλά. Μπούρου-μπούρου, βουτιές, αλλού γι’ αλλού, αδυναμία να τοποθετήσει το μυαλό στο κατάλληλο frame, κακή προβολή του εαυτού του.
Δεύτερο ημίχρονο στα Καμίνια, ενώ η παρτίδα ήταν στο ένα-ένα, για κάποιον λόγο διαμορφώθηκε μοτίβο…σαν να κυνηγούσε ο ΟΦΗ το σκορ, σαν να υπερασπιζόταν ο Αστέρας το σκορ. Ο άδοξος τρόπος απονομής της δόξας, για να φτάσουμε σε αυτό που αναφέραμε, ήταν η στιγμιαία ολιγωρία του Αστέρα να αντικαταστήσει τον τραυματισμένο (επάνω σε φορείο) σέντερ-μπακ ώστε να αμυνόταν σε στατική φάση, πλάγια επαναφορά, με έντεκα παίκτες. Αμύνθηκε με δέκα παίκτες, ο ΟΦΗ βρήκε το γκολ της πρόκρισης, και αυτό ήταν! Η δόξα γενικώς, είναι μυστήριο έργο. Εχει να κάνει με τον άνθρωπο, με το μέρος, με τη στιγμή. Ο Μύρων Σηφάκης, σε ολόκληρη τη διαδρομή του ένας δεύτερος/τρίτος τερματοφύλακας, έγινε legend σε μια νύχτα μέσα. Οσο legend δεν έγινε ποτέ, ο πρώτος τερματοφύλακας του ΟΦΗ. Εγινε legend, τη νύχτα της κατάκτησης του τροπαίου το 1987. Με όλα τα αντικειμενικά κριτήρια καριέρας ο επίσης τερματοφύλακας Μιχάλης Σηφάκης, ο γιος του Μύρωνα, τον πατέρα τον ξεπέρασε. Αλλά legend δεν υπήρξε, πουθενά.
Ετσι ήταν να γίνει, έτσι έγινε. Αυτή η απίθανη εύνοια στην αλληλουχία των κληρώσεων, εύνοια και για τον ΟΦΗ και για τον Αστέρα να παρακάμψουν όλο το big-5 της Σούπερ Λιγκ, στο τέλος κάποιον θα ανέβαζε στο υψηλό βάθρο. Ετσι ήταν να γίνει, έτσι έγινε, και αν θέλετε τη σκέψη μου…καλώς έγινε έτσι. Ενα χαλάλι. Ανθρωποι στο ποδόσφαιρο όπως ο Μάικ Μπούσης, η ανένδοτη και απαρέγκλιτη περπατησιά αυτά τα επτά χρόνια σε αυτό το δύσβατο τοπίο, κάπως άξιζε να επινοηθεί μία ανταμοιβή. Αλλά, και πέρα από τον κύριο Μπούση. Και να μη υπήρχε το ζευγάρι ΟΦΗ-Αστέρας, κι αυτό θα έπρεπε να έχει επινοηθεί! Για ό,τι πρόσφερε, στο ποδόσφαιρο. Κάτι το ολίγον, μέσα στις τέσσερις γραμμές. Κάτι το μεγαλειωδώς υγιές για τα ημέτερα μέτρα, γύρω-γύρω από τις γραμμές.
Μερικές αράδες, για την ΑΕΚ. Εν περιλήψει. Ο τρόπος λειτουργίας που εδραιώθηκε στη διετία Μελισσανίδη/Αλμέιδα, η σειρά που είχε κατοχυρωθεί στα πράγματα, αυτά διασαλεύτηκαν με τις αναπόφευκτες ωδίνες της μετάβασης σε κάτι άλλο. Αλλη μία κουραστική ανάλυση εδώ, προφανώς περιττεύει. Η κουβέντα εξαντλήθηκε. Σήμερα πια, μονάχα ένα πράγμα έχει σημασία. Και, άρα, αξία. Η ειλικρίνεια, στη σχέση που μοιάζει να φθίνει. Ο κόουτς Αλμέιδα δεν ξέχασε “στα καλά καθούμενα” τα γράμματα του ποδοσφαίρου…την τρίτη χρονιά. Ο επαγγελματικός βίος του, δηλοί ότι το προσδόκιμο μακροημέρευσής του σε κλαμπ είναι τα τρία χρόνια, πράγμα που μπορεί να λέει κάτι, μπορεί να μη λέει και τίποτα. Με την αμοιβαία ειλικρίνεια Ηλιόπουλου/Αλμέιδα, οι ξεκάθαροι δρόμοι είναι οι εξής δύο.
Ο ένας, ο (ενίοτε προτιμότερος) έντιμος χωρισμός. Ο δεύτερος, η (μακάρι να υπάρχει) εμπιστοσύνη ότι μαζί θα ξαναφτιάξουν ό,τι χάλασε. Γιατί, με χωρισμό ή με μακροημέρευση, ένα δεν αντέχει αύριο η ΑΕΚ. Το να μη επανασχεδιαστεί, σε καινούργια βάση. Για την οποία καινούργια βάση, ευθύς εξαρχής θα ομονοήσουν τα μέρη ότι αυτή είναι η μοναδική επιλογή. Με Αλμέιδα ή δίχως Αλμέιδα, δεν γίνεται η ΑΕΚ να έχει το γκρουπ με τη μεγαλύτερη μέση ηλικία, τριάντα-άνω, σε όλη τη Σούπερ Λιγκ ενόσω ξοδεύονται “τα εκατομμύρια της αρκούδας” που είχε πει τις προάλλες ο ιδιοκτήτης. Είναι μη βιώσιμο, το μοντέλο. Ο εξορθολογισμός, παίρνει χρόνο. Συνήθως, ένα καλοκαίρι δεν φτάνει. Ο επανασχεδιασμός όμως, η συνέπεια σε αυτόν για όσο χρόνο θα πάρει το να υλοποιηθεί, δεν είναι συζητήσιμος. Είναι επιτακτικός. Αδιαπραγμάτευτος.
Ας κοιτάξουμε, έτσι για την έμπνευση, τη δραστική στροφή της Παρί Σεν-Ζερμέν. Εκεί να δεις αδελφέ, εκατομμύρια της αρκούδας! Από all-star θίασος (Ιμπραχίμοβιτς, Τιάγκο Σίλβα, Μπέκαμ, Καβάνι, Νεϊμάρ, Μ’Μπαπέ, Μέσι, Σέρχιο Ράμος) το πήρε αλλιώς και έγινε κανονική ποδοσφαιρική ομάδα. Ενα σφιχτό γκρουπ 24 ποδοσφαιριστών, στη…μυθική μέση ηλικία των 23,7 ετών. Ο μεγαλύτερος (Μαρκίνιος) είναι 30. Ενα γκρουπ που εννοείται πως δεν απαρνείται την επώνυμη ποιότητα (Ντοναρούμα, Χακιμί, Ντεμπελέ, πλέον και Κβαρατσχέλια), όμως πρωτίστως είναι ομάδα…των ατάιστων (Νούνο Μέντες, Ζοάο Νέβες, Βιτίνια, Ζαίρ-Εμερί, Μπαρκολά, Ντουέ). Σε μια τέτοια συνθήκη αυτός που πήραν, ο Λούις Ενρίκε, είναι ο συμβατός προπονητής. Στην προτέρα συνθήκη, ο συμβατός ήταν εκείνος που είχαν πάρει, ο Αντσελότι. Πρώτα, αποφασίζεις τι θέλεις να κάνεις. Υστερα, βρίσκεις τον συμβατό για να σου το κάνει.
Πηγή: Sdna