Του Γιάννη Ζωιτού
Ο Γκρεγκ (Ευθύμιος) Λουγκάνις είχε ούτως ή άλλως περάσει στην ιστορία, το όνομά του είχε ήδη λάβει περίοπτη θέση στο χοντρό βιβλίο του παγκόσμιου αθλητισμού πολύ πριν το 1994 αποφασίσει να αποκαλύψει on camera ότι είναι ομοφυλόφιλος και οροθετικός. Δεν είχε ανάγκη τη δημοσιότητα.
Τα τέσσερα χρυσά μετάλλια στις καταδύσεις από βατήρα 3 και πλατφόρμα 10 μέτρων σε δύο συνεχόμενους Ολυμπιακούς (1984, 1988), που θα ήταν -πιθανόν- έξι αν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μποϊκόταραν με την προεδρική εντολή Κάρτερ τους Αγώνες στη Μόσχα το ’80, είναι μοναδικό επίτευγμα ακόμη και σήμερα. Ήταν ο πρώτος που στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1982 έλαβε το απόλυτο 10 από επτά κριτές, θεωρείται μακράν του δεύτερου ο κορυφαίος του σπορ και από τους μύστες αξεπέραστος.
Απόπειρες αυτοκτονίας και bullying
Επέλεξε παρόλα αυτά να τσαλακώσει το προφίλ του, να μιλήσει δημοσίως σοκάροντας μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης και χάνοντας χορηγούς και χρήματα. Ταυτόχρονα όμως επέλεξε ν’ απελευθερωθεί απαλλαγμένος πλέον από ένα βάρος που κουβαλούσε μαρτυρικά στους ώμους του από το 1988, όταν ελέγχθηκε θετικός στον HIV. Αν δεν είχε δράσει τότε, θα “χαράκωνε” ξανά τον πληγωμένο εαυτό του. Θα ήταν ακόμη μία απόπειρα αυτοκτονίας όπως εκείνες που δοκίμασε στην εφηβεία του ζώντας σταθερά μέσα στην κατάθλιψη και στη μελαγχολία. Δεν θα είχε πάρει κοκτέιλ χαπιών για να “σκοτώσει” το σώμα του, αλλά θα είχε αναμφίβολα καταφέρει “εξοντώσει” το “εγώ” του. Θα είχε νικηθεί.
Ο Λουγκάνις αποκαλύφθηκε για να νιώσει ελεύθερος. Δεν έμεινε εγκλωβισμένος στα δύσκολα παιδικά χρόνια της δεκαετίας του ’60. Την εποχή δηλαδή που βίωνε την απομόνωση, την απόρριψη ακόμη και τη χλεύη εξαιτίας του σκουρόχρωμου δέρματός του, της δυσλεξίας και αργότερα της αγάπης του για το χορό και τη γυμναστική, ασχολίες που ξένιζαν σε μια εποχή με διαφορετική οπτική των πραγμάτων, ασχολίες που δεν άρμοζαν σε αγόρι. “Με φώναζαν καθυστερημένο και βλάκα, με είχαν δείρει αρκετές φορές στη στάση”, θα πει χρόνια μετά στο “People”, προσπαθώντας μάλλον να ξεχάσει.
Μιγάς (γονείς από Σαμόα / Σουηδία) και υιοθετημένος 9 μηνών από ελληνοαμερικανική οικογένεια, αντιμετώπιζε επίπονες στιγμές για ένα παιδί της ηλικίας του, σκόνταφτε συνεχώς στη διαφορετικότητα του και προσπαθούσε να ξανασηκωθεί για να σταθεί στα πόδια του, χωρίς πάντα επιτυχία. Άρχισε το τσιγάρο και το ποτό μικρός, πουλούσε μαριχουάνα στο σχολείο – ίσως για να ξεχωρίσει.
Ο δικός του υδάτινος κόσμος
Η πισίνα τον άλλαξε, ξέφυγε από την καθημερινότητα, ανακάλυψε τον άλλο Γκρεγκ. Το νερό τον λάτρεψε, τον αγκάλιασε και στα 16, όντας παιδί – θαύμα με τρομερές δεξιότητες, ανήκε ήδη στην κολυμβητική ομάδα των ΗΠΑ. Μάλιστα στους Ολυμπιακούς του Μόντρεαλ κέρδισε το αργυρό ολυμπιακό μετάλλιο στα 10 μέτρα, πίσω μόνο από τον θρυλικό Ιταλό Κλάους Ντιμπιάζι. Ήταν η στιγμή της παράδοσης – παραλαβής των σκήπτρων.
Πήρε τη σκυτάλη και, μολονότι εξακολουθούσε να έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση, παρέμεινε όντας ο κορυφαίος του είδους στο ζενίθ έως το 1989. Τότε που σε ηλικία 29 ετών πλέον, μετά τα δύο χρυσά στη Σεούλ λίγους μήνες πριν, ανακοίνωνε την απόσυρσή του από τη δράση.
Είχε δεχθεί το ένα “χτύπημα” μετά το άλλο σε μια περίοδο που έμελλε ν’ αλλάξει πλήρως την κοσμοθεωρία του.
Η ώρα της κρίσης
Όντας ήδη σε κρυφή σχέση με τον Τομ Μπάρετ, ο οποίος ήταν επίσης οροθετικός και απεβίωσε το 1990, έμαθε ότι το τεστ για AIDS που είχε υποβληθεί βγήκε θετικό. Προσπάθησε να μην κλονιστεί, δεν διέλαθε του στόχου να συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς και έλαβε κανονικά μέρος με την εθνική ομάδα των ΗΠΑ. Μόνο που στον προκριματικό των 3 μέτρων, στην 9η βουτιά του, δεν υπολόγισε σωστά τη φόρα του και την απόσταση που έπρεπε από την άκρη, χτύπησε με το κεφάλι στον βατήρα και έπεσε ματωμένος στην πισίνα. Προκλήθηκε πανικός σε διοργανωτές και θεατές, ο πρωταθλητής είχε τραυματιστεί.
Ήταν η φορά που ήθελε να μιλήσει, να “ξεγυμνωθεί”, αλλά τρομοκρατήθηκε. “Παρέλυσα από το φόβο”, θα εξομολογηθεί αργότερα, “δεν ήξερα ποια ακριβώς ήταν ευθύνη μου εκείνη τη στιγμή”. Δέχθηκε κανονικά τις περιποιήσεις των γιατρών, ο ένας μάλιστα δεν χρησιμοποίησε γάντια, του έγιναν ράμματα και παρά τη διάσειση που είχε υποστεί από το χτύπημα επανήλθε ύστερα από 35 λεπτά στον αγώνα. Κέρδισε με μια εκπληκτική προσπάθεια την πρόκριση στον τελικό και λίγες ημέρες μετά το χρυσό μετάλλιο απέναντι στον 14χρονο Κινέζο Σιόνγκ Νι. Έγραψε ιστορία.
Ανεξάρτητα πάντως από τη στάση του στη Σεούλ, για την οποία αργότερα κατηγορήθηκε, καθώς -σύμφωνα με κάποιους έθεσε σε κίνδυνο τους συναθλητές του, ισχυρισμός που καταρρίφθηκε (στην πισίνα με χλώριο το ποσοστό μετάδοσης είναι εξαιρετικά μικρό)-, είχε πια καταλάβει τι έπρεπε να κάνει. Απέμενε η τελική απόφαση, το πότε και το πώς. Ο θάνατος του συντρόφου του, ο οποίος -όπως ο ίδιος μαρτύρησε- τον εκμεταλλευόταν με κάθε τρόπο, σωματικά και οικονομικά, σε συνδυασμό με το “χαμό” του θετού πατέρα του λίγους μήνες μετά (1991) διευκόλυναν την κατάσταση, άνοιξαν το δρόμο.
Αφού πέρασε ακόμη ένα κύμα εσωτερικής αμφισβήτησης και μάχης με το υποσυνείδητό του πήρε τη μεγάλη απόφαση να μοιραστεί το μυστικό του, να συστηθεί εκ νέου στον κόσμο ως ο οροθετικός Γκρεγκ Λουγκάνις.
Στην επιφάνεια
Ο μύθος του κάθε άλλο παρά γκρεμίστηκε. Παρέμεινε και παραμένει ο πρώτος των πρώτων, έγινε “ισχυρότερος”, αποτέλεσε έμπνευση για ταινία (“Breaking the Surface”). Νίκησε τις φοβίες του ίδιου και των υπολοίπων, επανέκτησε βασικά τον αυτοσεβασμό του. “Δεν ζήτησα να γίνω ομοφυλόφιλος, γεννήθηκα έτσι. Όπως γεννήθηκα δυσλεκτικός και με καφέ μάτια”, έλεγε σε μια άλλη συνέντευξή του αποδεχόμενος πρώτα και κύρια τον εαυτό του και έχοντας συμβιβαστεί με τον ιό. “Τα μυστικά σε απομονώνουν και σε εξοντώνουν”, είχε υποστηρίξει κάποια άλλη στιγμή.
Σήμερα, δύο μήνες πριν κλείσει τα 55 χρόνια του, ο Λουγκάνις ζει έχοντας παντρευτεί (από τον Οκτώβριο του 2013) το σύντροφό του Τζόνι Κάιλοτ, λαμβάνει με πρόγραμμα την απαραίτητη φαρμακευτική αγωγή και υποβάλλεται σε εξετάσεις ανά τακτά χρονικά διαστήματα προκειμένου να παρακολουθεί την πορεία της υγείας του, κυρίως δε την κατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος.
Δίνει το “παρών” σε σεμιναριακά μαθήματα Πανεπιστημίων, παραθέτει διαλέξεις, δουλεύει, προπονεί, γράφει. Κάποτε θεωρούσε βέβαιο ότι θα πεθάνει σύντομα, τώρα συνεχίζει ν’ απολαμβάνει τις στιγμές της ζωής. Και περιμένει. Γιατί “δεν θέλω να με θυμούνται ως τον σπουδαιότερο καταδύτη που έζησε ποτέ. Θέλω να μπορέσω να δω τον καλύτερο. Ελπίζω να ζω την ημέρα που τα ρεκόρ μου θα καταρριφθούν”.
Πηγή: Contra