Επιλογή Σελίδας

Η φετινή σεζόν μοιάζει ήδη χαμένη για την Μπαρτσελόνα, η οποία οφείλει να μηδενίσει το κοντέρ καινα αρχίσει να χτίζει για το μέλλον της, σκεφτόμενη την επόμενη μέρα, με ή χωρίς τον Λιονέλ Μέσι.

Όταν ο Ρόναλντ Κούμαν ανέλαβε την Μπαρτσελόνα, ο Ολλανδός υποστήριξε ότι πρώτος του στόχος ήταν να επαναφέρει τα χαμόγελα στο παιχνίδι και τα αποδυτήρια των Μπλαουγκράνα. Τέσσερις μήνες αργότερα, το χαμόγελο ούτε καν αχνοφαίνεται στα πέριξ του «Καμπ Νόου».

Η ομάδα παραπαίει στην ισπανική La Liga, όπου βρίσκεται μόλις στην ένατη θέση της βαθμολογίας και στο -12 από την πρωτοπόρο Ατλέτικο Μαδρίτης.

Στο Champions League, παρ’ ότι μετρούσε «5 στα 5» μέχρι την τελευταία αγωνιστική της φάσης ομίλων, κατέρρευσε κόντρα στην Γιουβέντους και, η βαριά ήττα στο «Καμπ Νόου» από την παρέα του Κριστιάνο Ρονάλντο, την οδηγεί σε μια πολύ δύσκολη κλήρωση στην φάση των «16» (Δευτέρα 14/12, 13:00), η οποία ενδεχομένως να σημάνει έναν πρόωρο αποκλεισμό.

Χωρίς να έχουμε φτάσει καν στα μέσα της σεζόν, αυτή μοιάζει ήδη χαμένη για τους Μπλαουγκράνα, οι οποίοι δεν πείθουν ότι μπορεί να είναι ανταγωνιστικοί στο υψηλότερο επίπεδο και θα πρέπει να παλέψουν για να «σώσουν» εν μέρει την παρτίδα, κατακτώντας μια θέση στην πρώτη τετράδα του πρωταθλήματος, ώστε να ανανεώσουν το εισιτήριο για το Champions League.

ΟΙ ΕΦΤΑ «ΠΛΗΓΕΣ»

Πέραν από τις προφανείς ελλείψεις ποιότητας στο ρόστερ, στις θέσεις των κεντρικών αμυντικών, στα χαφ και στην κορυφή της επίθεσης, η Μπαρτσελόνα πληρώνει σε αυτό το πρώτο τετράμηνο και τα πολλά προβλήματα που βγάζει μέσα στο γήπεδο, με πρώτο υπεύθυνο τον Κούμαν αλλά, βεβαίως, όχι μοναδικό.

Εφτά είναι οι «πληγές» που έχει στο (ποδοσφαιρικό) σώμα της η Μπάρτσα και, δυστυχώς για την ίδια, δεν φαίνεται να υπάρχει άμεση γιατρειά, ώστε να πατήσει και πάλι γερά στα πόδια της, ενόψει του δεύτερου, πολύ επίπονου μισού της σεζόν.

1) Αναποτελεσματική πίεση: Όταν ανέλαβε, ο Κούμαν έβαλε ως κύριο στόχο να ανακτήσει την πίεση ψηλά. Η ομάδα δεν έχει ανταποκριθεί στα «θέλω» του Ολλανδού, παρ’ ότι δείχνει μεγαλύτερη διάθεση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Σταδιακά, αυτή η διάθεση ατόνισε και, κόντρα στην Γιουβέντους, η Μπάρτσα κλεινόταν σε ένα 4-4-2 στην άμυνα, χωρίς να πιέζει την κυκλοφορία μπάλας μιας Γιούβε που στο πρώτο ημίωρο, όταν και προηγήθηκε με 2-0, έκανε περίπατο. Είναι χαρακτηριστικό πως, σε αυτό το διάστημα, οι Μπιανκονέρι είχαν 199 πάσες, τριάντα περισσότερες από τους Μπλαουγκράνα, οι οποίοι έκαναν μόλις εφτά κλεψίματα, τα πέντε στο δικό τους μισό.

2) Πολλά κενά ανάμεσα στις γραμμές: Η λανθασμένη εφαρμογή της πρώτης πίεσης οδηγεί στο να… ανοίγει επικίνδυνα η ομάδα ανάμεσα στις γραμμές. Κόντρα στην Γιουβέντους, η μέση απόσταση μεταξύ των γραμμών έφτανε έως και τα 45 μέτρα (!), με αποτέλεσμα η αντίπαλος να βρίσκει εύκολα χώρους για συνεργασίες και τρεξίματα. Ταυτόχρονα, η μεγαλύτερη απόσταση ρίχνει και το επίπεδο αποτελεσματικότητας στην ανάκτηση της μπάλας, το οποίο ήταν καλό στο πρώτο δίμηνο της σεζόν. Μετά, όμως, το χάος…

3) Προβληματικό δίδυμο στα χαφ: Η βασική διάταξη του Κούμαν είναι 4-2-3-1, με το δίδυμο των χαφ να είναι κομβικό για την εύρυθμη λειτουργία της ομάδας. Καμία από τις τρεις βασικές επιλογές (Ντε Γιονγκ, Μπουσκέτς, Πιάνιτς) δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση και απέχει από το πραγματικό της επίπεδο. Το δίδυμο δεν δίνει αμυντική σταθερότητα, αλλά ούτε και λύσεις στην πρώτη πάσα, στην δημιουργία. Ο βασικός λόγος είναι ότι παίζει πολύ παράλληλα, κάτι που επιτρέπει στον αντίπαλο να το ελέγχει ακόμα και με έναν παίκτη. Συν τοις άλλοις, φαίνεται να μην υπάρχει συνεννόηση για το ποιους χώρους καλύπτει ο κάθε παίκτης. Πολλές φορές κινούνται στον ίδιο χώρο, με αποτέλεσμα βεβαίως να αφήνουν ακάλυπτους άλλους.

4) No Φατί, no… βάθος: Στο ξεκίνημα της σεζόν, η Μπάρτσα έδειχνε να έχει πολύ δυναμισμό από την μέση και μπροστά και, κυρίως, να έχει βάθος στην επίθεσή της. Σε κάθε ματς που περνάει, όμως, τα ξεμαρκαρίσματα σε βάθος, είτε κάθετα, είτε διαγώνια, μειώνονται δραματικά. Ο τραυματισμός του Ανσού Φατί έπληξε την ομάδα σε αυτόν τον τομέα – κλειδί, παρά την φιλότιμη προσπάθεια του Μάρτιν Μπρέιθγουεϊτ να βοηθήσει. Η έλλειψη κινητικότητας, κάνει ακόμα πιο στάσιμη και προβλέψιμη μια ομάδα με πολλά προβλήματα.

5) Μπλοκαρισμένη στατιστική επίθεση: Σαν να μην έφταναν όλα τα παραπάνω, η Μπαρτσελόνα δείχνει μπλοκαρισμένη και με έλλειψη ιδεών στο τελευταίο τρίτο του γηπέδου. Παίζει με υπερβολικά πολλές, ανούσιες πάσες, με αποτέλεσμα η κυκλοφορία να είναι αργή. Δεν «ανοίγει» αποτελεσματικά το γήπεδο, οι χώροι κλείνουν και το ταλέντο που έχει στην επίθεση, πάει περίπατο. Τα άκρα δεν βοηθούν όσο πρέπει, όπως φαίνεται και από τις επιτυχημένες ντρίμπλες στο ιστορικό κάζο κόντρα στην Κάντιθ (16 επιτυχημένες, αλλά μόνο έξι από τα άκρα) και την σφαλιάρα από την Γιουβέντους (16 και πέντε αντίστοιχα).

6) Συνωστισμός στη μέση: Η ανυπαρξία των άκρων, όπως είναι λογικό, οδηγεί σε συνωστισμό στην μέση της επίθεσης. Λιονέλ Μέσι, Αντουάν Γκριεζμάν, Φιλίπε Κοουτίνιο και Πέδρι έχουν την τάση να πατούν στους ίδιους χώρους μέσα στο γήπεδο. Είναι χαρακτηριστικό το στοιχείο ότι η Μπαρτσελόνα επιτέθηκε κατά 39,5% από τον κεντρικό άξονα κόντρα στην Κάντιθ και κατά 32% με αντίπαλο την Γιουβέντους. Με την Κάντιθ, η πάσα που επαναλήφθηκε περισσότερο ήταν αυτή του Μπουσκέτς στον Μέσι (έως και τριάντα συνολικά!). Και, όταν ο Λέο δεν βρίσκεται στην καλύτερή του κατάσταση, κλάφτα Ρόναλντ…

7) Λάθη και τακτική στασιμότητα: Και, επειδή ενός κακού μύρια έπονται, προσθέστε τα απίθανα λάθη που κάνει η ομάδα και οδηγούν σε «γελοία» γκολ, όπως το δεύτερο που δέχθηκε από την Κάντιθ. Η Μπάρτσα είναι πολύ ευάλωτη και νευρική στην άμυνα, ενώ βιάζεται και στην επίθεση. Συν τοις άλλοις, στερείται αγωνιστικής έντασης, με αποτέλεσμα τα τρία από τα πέντε τελευταία γκολ να είναι από αυτά που λέμε ότι αποφεύγονται, υπό «φυσιολογικές» συνθήκες (τα δύο πέναλτι και το προαναφερθέν γκολ του Άλβαρο Νεγρέδο). Ο Κούμαν, από την πλευρά του, έχει εμμονή σε μια συγκεκριμένη διάταξη (4-2-3-1) και δεν φροντίζει να ψάχνει εναλλακτικές, οι οποίες ενδεχομένως να ταιριάζουν περισσότερο στο (προβληματικό) ρόστερ που διαθέτει. Τακτικές αλλαγές, αλλά και νέα πρόσωπα, όπως ο Ρίκι Πουτς, ο οποίος κόντρα στην Γιούβε… εξέθεσε τον Κούμαν με την διάθεσή του, είναι αναγκαία για να ανανεώνεται και να ταρακουνιέται η ομάδα.

ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΙ – ΜΑΧΑΙΡΙΕΣ

Ο άθλιος σχεδιασμός των τελευταίων ετών είχε το… αποκορύφωμά του το περασμένο καλοκαίρι, λόγω και των οικονομικών προβλημάτων που προέκυψαν από την κρίση που προκάλεσε η πανδημία του κορονοϊού.

Η ομάδα «φώναζε» ότι χρειάζονταν έναν κεντρικό αμυντικό έτοιμο για την ενδεκάδα, αφού είχε μόνο τους Ζεράρ Πικέ και Κλεμάν Λενγκλέ, με τον Ρόναλντ Αραούχο να θεωρείται εναλλακτική λύση και τον έχοντας συνεχή προβλήματα τραυματισμού Σαμουέλ Ουμτιτί να απέχει έτη φωτός από τον «βράχο» που ήταν προτού τραυματιστεί.

Στην επανεμφάνισή του με την Γιουβέντους, ο Γάλλος θύμιζε… παλαίμαχο (παρ’ ότι είναι 27 ετών), την ώρα που ο Λενγκλέ δείχνει χαμένος χωρίς τον Πικέ, ο σοβαρός τραυματισμός του οποίου ήταν καταδικαστικός για μια ομάδα που είναι λειψή στο κέντρο της οπισθοφυλακής.

Ο Κούμαν κατέφυγε στην λύση του Φρένκι ντε Γιονγκ, όπως έκανε κατά περίσταση και στην Εθνική Ολλανδίας, αλλά ο νεαρός ΔΕΝ είναι ο δυναμικός στόπερ που χρειάζεται η Μπάρτσα, αλλά και στον Όσκαρ Μινγκέθα, από τον οποίο είναι άδικο να ζητείται να κάνει την διαφορά με το «καλημέρα», παρ’ ότι έχει προοπτικές.

Σαν να μην έφταναν οι δεδομένες ελλείψεις του ρόστερ, οι τραυματισμοί του Πικέ, αλλά και του πιο φορμαρισμένου παίκτη της ομάδας, Ανσού Φατί, μοιάζουν με μαχαιριές στην καρδιά, από τις οποίες δύσκολα θα συνέλθει η Μπάρτσα μετά τον Ιανουάριο, αφού το ταμείο είναι μείον, ακόμα για μεταγραφικά «μπαλώματα». Για πρώτες λύσεις, βεβαίως, ούτε λόγος…

Η ΕΛΠΙΔΑ ΤΗΣ ΕΠΟΜΕΝΗΣ ΜΕΡΑΣ

Διαχρονικά, η Μπαρτσελόνα δεν ήταν η ομάδα που σάρωνε τους τίτλους σε Ισπανία και Ευρώπη. Αυτή η «ιδιότητα» άνηκε πάντα στην Ρεάλ Μαδρίτης, την οποία η Μπάρτσα κατάφερε να καπελώσει για κάποια χρόνια, ειδικά εντός συνόρων.

Η φετινή σεζόν μοιάζει και επί της ουσίας είναι χαμένη σε επίπεδο διεκδίκησης τίτλων, αλλά δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να είναι χαμένη ως μια ευκαιρία για να χτιστεί κάτι με προοπτικές ενόψει των επόμενων χρόνων.

Στο ρόστερ υπάρχουν ποδοσφαιριστές πάνω στους οποίους η ομάδα μπορεί να χτίσει μια καλύτερη, επόμενη μέρα: Τερ Στέγκεν, Ντεστ, Μινγκέθα, Ρίκι Πουτς, Ντε Γιονγκ, Πέδρι και Φατί διαθέτουν ποιότητα για να σταθούν και να στηρίξουν μια ανταγωνιστική ομάδα, αρκεί βεβαίως να πλαισιωθούν από προσωπικότητες και ποδοσφαιριστές πρώτης γραμμής.

Ερωτηματικό, βεβαίως, αποτελεί ο Λιονέλ Μέσι, ο παίκτης – απόλυτο σημείο αναφοράς της προηγούμενης 15ετίας. Στα 34 του και με συμβόλαιο να λήγει, ο Αργεντινός σούπερ σταρ φαίνεται πως θα δώσει μια τελευταία ευκαιρία στον σύλλογο και θα μιλήσει με τον νέο πρόεδρο που θα προκύψει από τις εκλογές της 24ης Ιανουαρίου, αφού τον προηγούμενο (Τζουσέπ Μαρία Μπαρτομέου) δεν θέλει ούτε να τον βλέπει μπροστά του.

Ο Κούμαν θεωρείται (και είναι) αναλώσιμος, ο Τσάβι ετοιμάζεται για να αναλάβει μια νεανική ομάδα με προοπτικές και ο σύλλογος οφείλει να δώσει τα ηνία σε έναν αθλητικό διευθυντή που θα βρίσκει ευκαιρίες τύπου Τερ Στέγκεν (μόλις δώδεκα εκατομμύρια ευρώ) ή Πέδρι (πέντε εκατομμύρια ευρώ!) και θα μπορεί να πείσει ποδοσφαιριστές που το συμβόλαιό τους λήγει και δεδομένα μπορούν να βοηθήσουν (τύπου Νταβίδ Αλάμπα) ότι η Μπάρτσα παραμένει μαγαζί γωνία.

Το παρόν είναι θλιβερό και γεμάτο σκοτάδι, αλλά το μέλλον μπορεί να αποδειχθεί λαμπερό. Αρκεί, βεβαίως, να υπάρχουν τα κατάλληλα πρόσωπα και να γίνουν οι ανάλογες κινήσεις. Με ή χωρίς τον Μέσι, αφού ούτως ή άλλως ο σύλλογος πρέπει να αρχίσει να μαθαίνει πώς να ζει χωρίς τον Αργεντινό…

Πηγή: Gazzetta – Planet Football