Του Αλέξη Σπυρόπουλου
Ισπανία-Ελλάδα στο ποδόσφαιρο, είναι ζευγάρι για να πει κανείς, ακόμη και ο αδαής που εκείνη την ώρα παίζει μπουρλότ στο καφενείο, το κλασικό: Δέκα φορές να συναντηθούν, στις έξι-εφτά θα νικήσει η Ισπανία, δυο-τρία ματς θα έρθουν ισοπαλία, ένα θα κερδίσει η Ελλάδα. Πράγματι, περίπου έτσι είναι. Ανέκαθεν δε, πίστευα ότι οι αριθμοί ενέχουν τη μαγεία ν’ αναπτύσσουν, σε βάθος χρόνου, μία καταπληκτική αρμονία σε σχέση με την πραγματικότητα που ξερά αποτυπώνουν. Αυτή τη στιγμή, σε συγκεκριμένο βάθος 50 ετών, η ιστορία των (δέκα) ελληνοϊσπανικών αναμετρήσεων καταγράφεται, επακριβώς, σε ένα 1-2-7. Μία ελληνική νίκη, επτά ισπανικές, δύο ισοπαλίες. Είναι η στιγμή που η καφενειακή σοφία και τα νούμερα σμίγουν, και γίνονται ένα.
Κι ύστερα, είναι (επίσης στον ίδιο προκριματικό όμιλο για το Κατάρ) και η Σουηδία. Η Σουηδία το 2016 ήταν εκεί που η Ελλάδα δεν ήταν, στη Γαλλία (EURO). Η Σουηδία το 2018 ήταν εκεί που η Ελλάδα δεν ήταν, στη Ρωσία (Μουντιάλ). Το καλοκαίρι η Σουηδία θα είναι εκεί που η Ελλάδα δεν θα είναι, σε άλλο ένα Ευρωπαϊκό. Αυτό το 3/3 της Σουηδίας απέναντι στο 0/3 της Ελλάδας, αν θέλετε μαζί και το τρέχον FIFA ranking, νούμερο-20 η Σουηδία νούμερο-53 η Ελλάδα, αρκεί για να μας απαλλάσσει από τον κόπο της περαιτέρω ανάλυσης. Δείχνουν, γιατί η Σουηδία είναι καθαρό φαβορί για τη δεύτερη θέση.
Με την Ισπανία και με τη Σουηδία, η Ελλάδα δεν έχει διαφορά κλάσης μόνον. Τούτη την εποχή, για καλό ή για κακό, έχουμε και διαφορά φάσης. Αυτά τα ματς τώρα, τα προκριματικά του Παγκόσμιου Κυπέλλου, για την Ισπανία και για τη Σουηδία είναι τα μοναδικά επίσημα πριν το EURO. Η μοναδική ευκαιρία τους δηλαδή, να κάνουν τις πιο αξιόπιστες δοκιμές προτού οι προπονητές καταλήξουν τον Μάιο στις οριστικές λίστες. Οι υπόλοιποι στον όμιλο, είκοσι μήνες πριν το Κατάρ δεν έχουμε κάτι άλλο, σοβαρό, να μας απασχολεί. Εκείνοι οι δύο, Ισπανοί και Σουηδοί, έχουν. Να παίξουν τον Ιούνιο σ’ ένα Ευρωπαϊκό. Θα μπορούσαν να είναι μάλιστα, όχι εκείνοι οι δύο, εκείνοι οι τρεις. Τον Νοέμβριο η Γεωργία πλησίασε σε απόσταση ενός ματς από το Ευρωπαϊκό. Και το έχασε, στην Τιφλίδα, από ένα γκολ του 37χρονου Γκόραν Πάντεφ. Πήγε στο Ευρωπαϊκό, η Βόρεια Μακεδονία.
Συνεπώς, τι ψάχνουμε από τη ζωή μας στον όμιλο; Θα έλεγα, ψάχνουμε να μετρήσουμε σε αληθινές συνθήκες τον βαθμό ωρίμανσης του ελληνικού γκρουπ, έτσι όπως ξεκίνησε να το δουλεύει ο Φαν ‘τ Σχιπ πριν ενάμισι χρόνο. Ψάχνουμε ν’ αποκτήσουμε ένα updated εργαλείο που θα μας κάνει να προβλέψουμε με περισσότερη ασφάλεια, πώς θα είναι αυτό το γκρουπ (ώστε να υποστηρίξει τον στόχο) στα προκριματικά του EURO 2024. Η ωρίμανση θα επιβεβαιωθεί πλέον, λιγότερο στον τρόπο παιγνιδιού της ομάδας. Πιο πολύ θα επιβεβαιωθεί, ή θα διαψευστεί, στα αποτελέσματα. Στις νίκες, και στις μη-ήττες! Γενικώς θεωρώ ότι οι νίκες είναι, στους παίκτες. Οι μη-ήττες είναι, στους προπονητές. Για να (ξεπεράσεις το στάδιο της ισοπαλίας και να φτάσεις ως το να) νικήσεις, θέλεις ποιότητα ποδοσφαιριστών. Για να μη ηττηθείς, θέλεις ποιότητα στη δουλειά του προπονητή.
Ενα καλό δείγμα επιβεβαίωσης προόδου, μία αρχή για ν’ αξίζει ο κόπος να συνεχίσουμε να το συζητάμε, θα είναι οι 4/4 νίκες στους 2+2 αγώνες με Γεωργία και Κόσοβο. Τις οποίες τέσσερις νίκες, όποιος τις θεωρεί εκ προοιμίου δεδομένες, είναι προφανώς ανόητος. Η Γεωργία έφτασε πολύ πιο κοντά από μας, στο EURO 2020. Με το Κόσοβο στο Nations League δε, “νταμπλ” στις νίκες δεν κάναμε. Και στους 2+2 αγώνες με Ισπανία και Σουηδία; Εδώ, η πιο κατάλληλη απάντηση-προσέγγιση είναι η ανάποδη. Οσες περισσότερες μη-ήττες σε αυτά τα τέσσερα παιγνίδια, τόσο το καλύτερο. Αλλ’ ακόμη και η ήττα, μετράει τι ήττα θα είναι.
Σε ισπανικό έδαφος στα προκριματικά του EURO 2020 ηττήθηκαν και η Νορβηγία, και η Σουηδία, και η Ρουμανία. Η Νορβηγία, 1-2. Η Σουηδία, 0-3. Η Ρουμανία, 0-5. Το 3-0 (εις βάρος) της Σουηδίας, ήταν “παιζόμενο” 1-0 ως το 85′. Το 5-0 εις βάρος της Ρουμανίας, ήταν 4-0 “από ημίχρονο”. Ολα, έχουν τη σημασία τους. Στα προκριματικά του Μουντιάλ 2018, η Ελλάδα ήταν τέρμα ανταγωνιστική στα δύο ματς με το Βέλγιο. Κοινό και Τύπος, το αναγνώρισαν και το χειροκρότησαν. Αλλά με την Κροατία ύστερα στο Ζάγκρεμπ, στα πλέι-οφ, το 4-1 ξεχείλωσε νωρίς. Στα προκριματικά του EURO 2020 με την Ιταλία, στην Αθήνα μας έκαναν πλάκα. Τρίμπαλο μέσα σε δέκα λεπτά, 3-0 από ημίχρονο. Στη Ρώμη, η διαφορά στο τελικό σκορ ήταν μόλις ένα γκολ (2-0). Η εικόνα ωστόσο, φαινόταν παραπάνω από καλή. Και επιβεβαιώθηκε στα αποτελέσματα, αμέσως μετά. Εκείνο το 2-0 στο Ολίμπικο το φθινόπωρο του 2019, παραμένει η τελευταία ήττα της Εθνικής σε ματς διοργάνωσης.
Η Ισπανία, δεν υπάρχει τρόπος να μη πάει στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Η τελευταία φορά που κάτι τέτοιο της συνέβη, ήταν…μισόν αιώνα πριν. Το 1974, στο Μουντιάλ της Δυτικής Γερμανίας. Κι επειδή έχει την πλάκα του, και το θυμάμαι και πολύ καλά αν και παιδάκι τότε, σκέφτηκα να σας διηγηθώ πώς συνέβη. Συνέβη, εν μέρει εξαιτίας της Ελλάδας! Τελευταίο ματς, κοντά στα Χριστούγεννα το 1973, Ελλάδα-Γιουγκοσλαβία στο Καραϊσκάκη, εμείς άποντοι και αδιάφοροι. Νίκη Ελλάδας, ισοπαλία, ακόμη και νίκη Γιουγκοσλαβίας με ένα γκολ διαφορά, σημαίνει πρόκριση Ισπανίας. Ο προπονητής της Ισπανίας, στην κερκίδα. Η Γιουγκοσλαβία για να προκριθεί, θέλει νίκη με τρία γκολ διαφορά. Οι Γιουγκοσλάβοι προηγούνται, περίπατο, 2-0…στο 15′. Επειτα όμως, αρχίζει κράξιμο, κάπως ο Ελευθεράκης βρίσκει ένα γκολ, ο Μπάγεβιτς αρπάζεται με τον Γκλέζο και αποβάλλεται, στη λήξη του ημιχρόνου καρφώνει κι ένα αυτογκόλ ο Καταλίνσκι, ένας Βόσνιος σέντερ-μπακ, 2-2.
Οχι περισσότεροι από δέκα χιλιάδες κόσμος στην εξέδρα, Ελληνες που ως γνωστόν μπορούν να διχαστούν αυτοστιγμεί και για το ο,τιδήποτε, δεύτερο ημίχρονο χωρίζονται μισοί-μισοί, οι μισοί παρακινούν την ομάδα να τα δώσει όλα προς όφελος της Ισπανίας, οι άλλοι μισοί να παραμερίσει προς όφελος της Γιουγκοσλαβίας, οι διεθνείς σε τρελή αμηχανία, ένα χάος. Μες στο χάος, εκείνοι που τα δίνουν όλα είναι φυσικά οι Γιουγκοσλάβοι οι οποίοι, μολονότι δέκα εναντίον έντεκα, φτάνουν σχετικά νωρίς στο 3-2…και στο 90′ στο 4-2 με τον Κάρασι. Στο τέλος, όλοι έβριζαν! Την άλλη μέρα στην “Απογευματινή” που τότε είχε τα καλύτερα αθλητικά, ο Ανδρέας Μπόμης έβαλε τίτλο “τι να πούμε τι”, το τραγούδι του Χατζηνάσιου που έσκιζε στο τρανζίστορ, με την ερμηνεία του Μητσιά, εκείνο τον καιρό. Κι ο πρόεδρος της ΕΠΟ Γιώργος Δέδες που οι νεότεροι τον γνωρίσαμε αργότερα πρόεδρο στην ΕΠΑΕ, είπε πως θα έβαζε πρόστιμο στους διεθνείς επειδή “έπαιζαν για την Ισπανία”.
Στην απόλυτη ισοβαθμία, πόντων και τερμάτων, η FIFA έστειλε Ισπανούς και Γιουγκοσλάβους να παίξουν ένα ματς/μία πρόκριση στην ουδέτερη Φρανκφούρτη. Νίκησαν 1-0, οι Γιουγκοσλάβοι. Με γκολ του Καταλίνσκι!
Πηγή: Sport DNA