Του Λευτέρη Ελευθερίου
Ρίχνει τη μία κορίνα στον αέρα. Είναι η τελευταία φιγούρα της. Στόχος της Γιάνα Κουντριάφτσεβα είναι να την πιάσει με το δεξί χέρι, λυγισμένο, ελάχιστα εκατοστά του δευτερολέπτου πριν ακουμπήσει στο ταπί, να τη μεταφέρει αστραπιαία στο αριστερό και να τη σταυρώσει με την άλλη, πριν τις πιάσει και τεντώσει τα χέρια της για το φινάλε της άσκησης. Η 18χρονη από τη Μόσχα έχει πάρει το προβάδισμα με ένα εικονικό πρόγραμμα στην μπάλα κι έχει απομακρυνθεί από την έτερη σφετερίστρια του μοναδικού χρυσού ολυμπιακού μεταλλίου που δίνεται στη ρυθμική γυμναστική, Μαργκαρίτα Μαμούν.
Η κορίνα διασχίζει τον αέρα σε μία απόσταση από τη γυμνάστρια η οποία λογίζεται ως νομότυπη. Πάει να την πιάσει και της φεύγει από τα χέρια. Στην ‘HSBC Arena’ του Ρίο επικρατεί παγωμάρα. Το λαθάκι στη στεφάνη, στο πρώτο αγώνισμα, δεν της έχει στοιχίσει, αλλά τούτο εδώ είναι καταδικαστικό. Η Κουντριάφτσεβα πέφτει σε εμβρυακή θέση στο έδαφος και χαμογελάει πικρά. Το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο για το φαβορί έχει χαθεί. Λίγη ώρα μετά, η Μαμούν κάνει ένα γλυκό πρόγραμμα στην κορδέλα. Είναι πρώτη. Η Κουντριάφτσεβα χύνεται στην αγκαλιά της. Πριν από την απονομή, είναι δύο κορίτσια 20 και 18 που αυτοσαρκάζονται στη γιγαντοοθόνη του γυμναστηρίου. Στο 2ο σκαλί του βάθρου, όμως, προσπαθεί να μαζευτεί, αλλά τα δάκρυα δεν της δίνουν σημασία. Η εγκεφαλική αμυγδαλή κάνει τα δικά της.
Ο ρομαντισμός της επιστήμης, αν δεν αδικείται κατάφωρα σίγουρα, δεν λογίζεται ως ένα συστατικό το οποίο προστίθεται στο βασικό φαγητό. Δεν είναι κάποια εξωτική σάλτσα από την Ινδονησία, η μαγιονέζα πάνω στην ντομάτα και το τυρί, όλα εκείνα που υπάγονται σε αυτό που αποκαλείται γούστο. Η προτίμηση, μια και εκφεύγει των απλών καταστάσεων, είναι αναγκαίο να έχει τσαχπινιά, να ανάγεται στον λυρισμό και το συναίσθημα, όχι όπως εκφράζεται σε συνεργασία με το μυαλό, αλλά αυτόφωτα. Κυρίως, να αποφεύγει την ακρίβεια και τη συνέπεια.
Στον προηγούμενο ολυμπιακό κύκλο, η αλλαγή στον Κώδικα των Πόντων της ρυθμικής γυμναστικής είχε προάγει την εκτέλεση της άσκησης σε πρώτο πλάνο. Από την εποχή της Αλίνα Καμπάιεβα, όταν με την ευλυγισία άλλαξε το τοπίο, υποχρεώνοντας την Παγκόσμια Ομοσπονδία να δώσει την προσοχή της στη σωματική άσκηση, είχαν περάσει 12 χρόνια. Είχε μεσολαβήσει μία περίοδος κατά την οποία δινόταν μεγάλη προσοχή στις αντιδράσεις ανάμεσα στις σωματικές ασκήσεις, γι’ αυτό κιόλας τιμωρούταν, έστω κι αμελητέα, η καθυστέρηση από τη μία άσκηση στην άλλη, ενώ η σωματική δυσκολία παρέμενε. Το πρόβλημα ήταν ότι η σπέκουλα για το κατά πόσον οι ασκήσεις ήταν καθαρές ερχόταν σε πρώτο πλάνο.
Από το 2000 και τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ έως το 2012 και τη διοργάνωση του Λονδίνου, το προπονητικό κέντρο στο Ναβαγκόρσκ είχε δώσει στη Ρωσία 5 ολυμπιονίκες. Η Γιούλιγια Μπαρσούνκαβα ήταν ‘χρυσή’ κι η Καμπάιεβα ‘χάλκινη’ το 2000. Η τελευταία πρώτευσε στην Αθήνα και την ακολούθησε η Ιρίνα Τσάτσινα. Το 2008 και το 2012 ήταν η Ζένια Κανάιεβα που φόρεσε χρυσάφι στο λαιμό. Την ακολούθησε, στο Λονδίνο, η αλλαγή της Αλιεκσάντρα Μερκούλαβα, Ντάρια Ντμίτριγεβα.
Ο ‘Άγγελος με τα σιδερένια φτερά’
Το 2012 υπήρχε η απορία για τις γυμνάστριες που θα προέκυπταν από τη Μόσχα. Η Ιρίνα Βίνερ και το τεχνικό επιτελείο της ήταν προετοιμασμένοι γι’ αυτό. Την 1η Σεπτεμβρίου του 2013, μέσα στο Κίεβο, στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος, του πρώτου της νέας εποχής, γράφτηκε ιστορία. Στα 15 της, η Κουντριάφτσεβα κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο κι έγινε η μικρότερη όλων των εποχών που τα κατάφερε. Η δεύτερη Ρωσίδα που πήρε μέρος, η Μαμούν, έμεινε 6η. Είναι η διοργάνωση όπου η Βαρβάρα Φίλιου κατάφερε να μπει στην οκτάδα της κατάταξης.
Η Κουντριάφτσεβα δεν ήταν πυροτέχνημα. Ούτε η Μαμούν. Το κοριτσάκι με τα πεταχτά δόντια μεγάλωσε και ψήλωσε, μετατρεπόμενο σε ένα… όνειρο. Η σκηνική παρουσία της ήταν τέτοια που επέτρεπε, στην πραγματικότητα επέβαλλε, ένα πρόσωπο παγωμένο, ασυγκίνητο από κάθε εξωτερική συνθήκη. Όταν η Βίνερ, πρόεδρος της ομοσπονδίας και αρχιπροπονήτρια, κατάλαβε τις δυνατότητες της Κουντριάφτσεβα και ‘έπιασε’ την… ατμόσφαιρα που επρόκειτο να διέπει το υπόλοιπο του ολυμπιακού κύκλου, σχεδόν της απαγόρευσε να χαμογελάει μπαίνοντας στο ταπί, όχι πως η ίδια είχε κάποια όρεξη.
“Ο αγώνας δεν με κάνει να νιώθω καλά. Προτιμώ την προπόνηση, διασκεδάζω περισσότερο”, συνήθιζε να λέει στους συμπατριώτες της. Ο πατέρας της, Αλιεκσάντρ Κουντριάφτσεφ, είχε στο σπίτι ένα χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο. Το είχε κερδίσει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992, στη Βαρκελώνη, με την ομάδα της Κοινοπολιτείας στα 4Χ200μ. ελεύθερο. Η Κουντριάφτσεβα πάντα ευχόταν να βρει το αδελφάκι του αυτό το μετάλλιο. Και ήξερε ότι έπρεπε να το βρει η ίδια.
Ο ολυμπιακός κύκλος για την Κουντριάφτσεβα ήταν μία… παρέλαση. Σε όλες τις διοργανώσεις που πήγε από το 2013 έως το 2016 δεν έχασε ποτέ βάθρο, ήταν η μόνη γυμνάστρια που το έκανε. Συνολικά μάζεψε 30 μετάλλια, μόλις 4 ασημένια και τα υπόλοιπα χρυσά. Κατέκτησε το χρυσό στο σύνθετο ατομικό σε 3 διαδοχικά Παγκόσμια Πρωταθλήματα. Χωρίς να αναδεικνύει την ικανότητα παλαιότερων γυμναστριών, η Κουντριάφτσεβα ήταν ακριβής σαν χειρουργός καρδιολόγος. Όποιος κι αν ήταν ο κανόνας, φρόντιζε να τον τηρεί οριακά. Παραδείγματος χάρη, αν για μία καθυστερημένη αντίδραση έπειτα από μια άσκηση η ποινή ήταν 0,1 πόντος, η Κουντριάφτσεβα φρόντιζε να κάνει κάτι, με την πιο αργή δυνατή ταχύτητα, προκειμένου να λογιστεί ως νόμιμη αντίδραση και να μην επιβληθεί ποινή. Οι ασκήσεις της ήταν τόσο καθαρές, που αν ήταν γυάλινη πόρτα θα έπεφτες πάνω της, διότι θα νόμιζες ότι ήταν ανοιχτή. Είχε τον έλεγχο σε κάθε κίνηση, δεν βρισκόταν ποτέ εξ απροόπτου. Ό,τι έκανε, ήταν υπολογισμένο 100%. Μετέφερε ακριβώς την προπόνηση στον αγώνα, κάτι πραγματικά πρωτότυπο και ζηλευτό. Γι’ αυτό, κιόλας, όταν έλεγε “αγωνιζόμαστε για τη Ρωσία”, το εννοούσε. Αυτό έκανε κι ένα μεγάλο ποσοστό μέσα της γι’ αυτήν ήθελε το χρυσό μετάλλιο.
Η προπονήτριά της, Γελένα Καρπουσένκο, μία ογκώδης κυρία (κάποιοι θεωρούν ακριβώς αυτήν τη δυνατότερη μορφή ανθρώπου), δεν είχε προβλήματα με την Κουντριάφτσεβα. Η μεθοδικότητα ήθελε ώρες: πριν από τους σημαντικούς αγώνες η ‘Κουκούσκα’ προπονούταν 6 με 8 ώρες τη μέρα, δηλαδή σχεδόν δύο περισσότερες από τον χρόνο που δαπανούσε στις πρόβες, παραδείγματος χάρη, το θαύμα του μπαλέτου, η ανυπέρβλητη Ναταλία Ασίπαβα, για τη ‘Ζιζέλ’.
Κι ενώ η Μαμούν έψαχνε το εσώτερο εγώ για να βρει τη δύναμη να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό, η θέληση της Κουντριάφτσεβα ήταν παροιμιώδης, σε τέτοιο βαθμό που η ίδια η μητέρα της, Βικταρίγια Χαριτόναβα, της έδωσε το προσωνύμιο ‘Άγγελος με σιδερένια φτερά’, το οποίο η κόρη της τίμησε σε όλη τη βραχύβια καριέρα της. Τόσο στο Κίεβο όσο και σε Σμύρνη και Στουτγάρδη, το 2014 και το 2015 αντιστοίχως, η Κουντριάφτσεβα αποδείκνυε ότι ήταν η καλύτερη στο είδος της στον κόσμο. Οι Ουκρανοί, που ασφαλώς και εγείρουν ανά τα χρόνια αξιώσεις ανταγωνισμού βγάζοντας τη δική τους σημαντική αθλήτρια, τη θεωρούσαν βαρετή, η Γιάνα Ριζαντίνοβα, το αντίπαλο δέος για τις Ρωσίδες και μία σχετική κόπια της Άνα Μπεσόνοβα, είχε εκφραστεί κατ’ αυτόν τον τρόπο. Αλλά η πραγματικότητα είναι πως ουδεμία ανταγωνίστρια μπορούσε να είναι τόσο πειθαρχημένη και σχολαστική, να βάλει σε τέτοιο καλούπι τον ρυθμό της, ώστε να κάνει μία άσκηση ακριβώς όπως πρέπει, με τίποτα περαιτέρω. Αν η Αλίγια Γιουσούποβα -για να αναφερθεί ένα τυχαίο όνομα, εν τούτοις μίας εντυπωσιακής γυμνάστριας- ήταν για τη ρυθμική ότι η κρέπα σοκολάτα μπανάνα με τριμμένο μπισκότο για τον ουρανίσκο, η Κουντριάφτσεβα ήταν το ψωμί, μία τροφή, δηλαδή, που όσες διαδοχικές μέρες και να τη φας, όχι απλώς δεν θα τη βαρεθείς αλλά, τη χρειάζεσαι. Κι ενώ η υγρή σοκολάτα κάποτε σε λιγώνει, το ψωμί σου δίνει αυτό που έχεις ανάγκη για να ζήσεις.
Πλην του σύνθετου ομαδικού, δηλαδή του μέσου όρου που βγαίνει από τα 4 αγωνίσματα, η Κουντριάφτσεβα, αυτήν την 3ετία, πήρε μόνο σε ένα αγώνισμα 3 διαδοχικά μετάλλια: στις κορίνες. Έμελλε, αυτές, να γίνουν η εκατόμβη της δόξας της.
Φιλία και ανταγωνισμός
Στα 17 και πηγαίνοντας προς την ολυμπιακή χρονιά, η Κουντριάφτσεβα ήταν ήδη η νεότερη που είχε κερδίσει παγκόσμιο τίτλο, όπως κι η μικρότερη που είχε κάνει back2back και τριπλέτα σε παγκόσμιους τίτλους. Τα 13 χρυσά και 3 ασημένια μετάλλια μιλούσαν για λογαριασμό της. Το πρόσωπό της σπανίως έδειχνε χαλαρότητα δημοσίως. Και χωρίς να είναι σφιχτό, παρέπεμπε σε αυτοκράτειρα. Δεν υπήρχαν, σε αυτό, σημάδια αδυναμίας. Ακόμα και με τους τραυματισμούς στα γόνατα, ακόμα και στην πάλη με τον πόνο, ο καθρέφτης της προς τον κόσμο υπήρχε καθαρός, κρυστάλλινος, αναδείκνυε κάτι ατόφιο και πρωτογενές, όσο πρωτογενές μπορεί, βέβαια, να είναι ένα σπορ που η προετοιμασία του απαιτεί άψογο μακιγιάζ. Ήταν εκείνο που ροδοκοκκίνιζε τα μάγουλά της κι έδινε έναν επιπλέον τόνο φωτεινότητας στα ξανθά μαλλιά της. Στο Ναβαγκόρσκ, από την άλλη, με τις πολυφορεμένες μαύρες μπλούζες και τα ξεφτισμένα σορτσάκια, ένιωθε στο σπίτι της και συμπεριφερόταν με αυτόν τον τρόπο.
Η ανταγωνίστριά της, η Μαμούν, με τις πατρικές ρίζες από το Μπαγκλαντές, αναφερόταν στον κόσμο της ρυθμικής ως ‘η τίγρη της Βεγγάλης’, κάτι που έχει πολύ ενδιαφέρον, διότι το χρώμα των μαλλιών της, όπως αποκάλυψε στο instagram σε ανύποπτο χρόνο, είναι πιο ανοιχτό από εκείνο με το οποίο παρουσιαζόταν. Η Κουντριάφτσεβα και η Μαμούν ήταν εξαιρετικές φίλες και παρά τις ‘φιτιλιές’ της Βίνερ και της προπονήτριάς της, Αμίνα Ζαρίπαβα, προς τη δεύτερη, η Μαμούν συνέχισε να σημειώνει τις ασκήσεις της σε ένα τεφτέρι, το εξώφυλλο του οποίου έδειχνε εκείνη και τη φίλη της να ασπάζονται η μία στην άλλη στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου, στο κοινό χρυσό μετάλλιο που κατέκτησαν στην μπάλα το 2013, στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Βιέννης.
Η Μαμούν, με όλες τις ικανότητές της (ειδικά την πληρότητά της στο ιλούσιον, την άσκηση που κάνει διαγώνιες στροφές με το πόδι στον αέρα), δεν ένιωθε τα πόδια της. Οι τραυματισμοί της γεννούσαν τη σκληρότητα του τεχνικού επιτελείου. “Η Κουντριάφτσεβα δεν παραπονιέται για τους τραυματισμούς και πονάει περισσότερο από σένα”, της φώναζε η Ζαρίπαβα κατά τη διάρκεια της δικής της αδυναμίας στις προπονήσεις. Η Βίνερ καθημερινά τις συνέκρινε. Η Μαμούν έβγαινε πάντα κατάτι υποδεέστερη. Από το φθινόπωρο του 2015 περιήλθε σε κρίση, κυρίως υπαρξιακή. Η Κουντριάφτσεβα τη χάιδεψε και της είπε “φέτος πήρα τη θέση σου”, ύστερα από την επικράτησή της στη Στουτγάρδη, κυρίως για να της υπενθυμίσει αυτά που είχε καταφέρει. Στην ούγια, τα δύο κορίτσια, μαζί στα ταξίδια και στα δωμάτια των ξενοδοχείων, στις βόλτες και τη διασκέδαση, φορώντας τη φόρμα με το ίδιο εθνικό σύμβολο, είχαν από νωρίς αποφασίσει πως δεν είχαν να χωρίσουν κάτι, ακόμα κι αν διεκδικούσαν το χρυσό μετάλλιο σε κάθε διοργάνωση.
Χωρίς να έχει τη σούμα της Κουντριάφτσεβα σε χρυσά μετάλλια, η Μαμούν, δύο χρόνια μεγαλύτερή της, είχε με τη σειρά της εξαιρετικό λογαριασμό. Πηγαίνοντας, όμως, προς το Ρίο, ήταν το αουτσάιντερ και τα μαντάτα για τον καρκίνο του πατέρα της, Αμπντουλάχ αλ Μαμούν, δεν βοηθούσαν την κατάσταση. Όπως δεν τη βοήθησε ούτε η τελευταία προπόνηση, πριν από τον αγώνα. Με τη Βίνερ στο Skype, η Μαμούν άκουγε τα σχολιανά της σε κάθε κίνηση και στο τέλος αποχώρησε εξοργισμένη, παρά τις φωνές της Ζαρίπαβα. Καθίστατο φανερό ότι η 18χρονη ‘Κουκούσκα’ είχε αποκτήσει ένα πλεονέκτημα: στην περίπτωση που τα προγράμματα και των δύο ήταν απλώς ανεκτά, η τελευταία θα κατακτούσε το χρυσό.
Το ‘Άλογο’
Αν μετρούσες ανάποδα, ως το 40 (για την ακρίβεια το 41, αλλά αυτό είναι… λεπτομέρεια), θα έφτανες στις 10 Ιουλίου και τον αγώνα του Καζάν για το Παγκόσμιο Κύπελλο, προτελευταίο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Στη στεφάνη, η Κουντριάφτσεβα αγωνίζεται με σάουντρακ το τραγούδι ‘Конь’, ελληνιστί άλογο. Η Κουντριάφτσεβα έκανε μία από τις πιο ακριβείς εκτελέσεις στην ιστορία της ρυθμικής γυμναστικής. Σε όλο το πρόγραμμα έχασε 0,3 πόντους συνολικά στην εκτέλεση. Μία ελάχιστη έλλειψη ισορροπίας και μία αργοπορία να κάνει την επόμενη άσκηση στον χρόνο που έπρεπε μετά την προηγούμενη. Ένα… έπος. Στο βίντεο τη βαθμολογεί η Κλεματίς, η οποία μας έδωσε τη χαρά να μιλήσει προ μηνός. Το 9,7 στην εκτέλεση είναι αληθινό.
Η Κλεματίς τελειώνει το βίντεο με τη φράση “κάποιες φορές πρέπει να εκτιμάμε τα πράγματα που δεν κοστολογούνται σε πόντους” (ελεύθερη μετάφραση). Τη ρώτησα αν εννοούσε το προφανές, δηλαδή ότι ήταν τέτοιο το κάλλος που δεν είχε σημασία η βαθμολογία και απάντησε ότι αυτή η πρόταση αποδίδεται στον Κοχέι Ουτσιμούρα, τον πρώτο γυμναστή της ενόργανης που κατέκτησε δύο διαδοχικά χρυσά μετάλλια μετά το 1972 και τον συμπατριώτη του, Σαβάο Κάτο.
Η πλάκα είναι ότι η Κουντριάφτσεβα ήταν βαθμοθήρας, εκ κλίσεως. Αυτό ήταν το μεγάλο προσόν της. Πηγαίνοντας προς το Ρίο, στο Ναβαγκόρσκ δεν αμφέβαλλαν ούτε για το λάθος της. Η Καρπουσένκο κι η Βίνερ ήξεραν ότι ακόμα κι αν στράβωναν τα πράγματα, θα έπαιρνε το χρυσό αν η πιο εύθραυστη Μαμούν βρισκόταν σε κακή κατάσταση. Το λάθος της στην κορίνα, στις 20 Αυγούστου 2016, ήταν πανομοιότυπο με ένα ίδιο που είχε κάνει τον προηγούμενο χρόνο, πάλι στο Καζάν, για το Παγκόσμιο Κύπελλο. Η κορίνα έφυγε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και κατέληξε ένα μέτρο μακριά της. Η Κλεματίς είπε ότι “ήταν τυχερή που δεν της έφυγε πιο πέρα”. Όμως η Κουντριάφτσεβα δεν θα άφηνε ποτέ να γίνει αυτό. Ο έλεγχος, η αυτοπειθαρχία και στην ούγια η αρμονία ήταν τέτοιες, που ακόμα κι ένα λάθος θα γινόταν πολύ συμβατικό.
Οι γυμνάστριες βλέπουν τα όργανα να φεύγουν μακριά τους, ακόμα κι έξω από το πλαίσιο του αγωνιστικού χώρου, με αποτέλεσμα οι καθιστοί κριτές να σηκώνουν την κόκκινη σημαία και τον έναν υπερπολύτιμο πόντο να απομακρύνεται. Η Κουντριάφτσεβα τα είχε όλα υπό έλεγχο. Όλα, εκτός των δακρυγόνων αδένων της. Το τελευταίο πρόγραμμά της, με την κορδέλα, απαλλαγμένη από τη φριχτή τάση για ακρίβεια, έχει δηλώσει ότι το διασκέδασε περισσότερο από κάθε άλλο στην καριέρα της. Έκανε 19.250 σε μπάλα και κορδέλα, 19.225 στη στεφάνη, 17.833 στις κορίνες. H Μαμούν έκανε 19.050 σε στεφάνη και κορίνες, 19.150 στην μπάλα, 19.233 στην κορδέλα. Είναι ξεκάθαρο ότι το λάθος τής στοίχισε το χρυσό.
Τον Σεπτέμβριο του 2016 επέστρεψε στις προπονήσεις. Η πλώρη έμπαινε για το Τόκιο. Όμως τα πόδια της είχαν σωρεύσει τους πόνους χρόνων. Στο αριστερό φορούσε προστατευτική μπότα. Η Βίνερ ανακοίνωσε, τον Νοέμβριο του 2016, ότι έπρεπε να μπει στο χειρουργείο και ανακοίνωσε, ουσιαστικά, την αποχώρησή της. Επισήμως, αυτό έγινε τον Ιανουάριο του 2017, μέσω της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας.
Παντρεμένη με τον παίκτη του χόκεϊ Ντμίτρι Κουγκρίσεφ, η Κουντριάφτσεβα είχε μία κόρη και εδώ και μερικές μέρες έφερε το δεύτερο παιδί της στον κόσμο. Όμως ποτέ δεν θα ξεχάσει το Ρίο.
Πηγή: Contra