Του Αντώνη Καρπετόπουλου
Είναι κακό αποτέλεσμα η ισοπαλία του Ολυμπιακού στο Βικελίδης; Όχι φυσικά. Οσα προβλήματα και να έχει ο Αρης, παραμένει μια ομάδα με τεράστια ιστορία: φέτος οι καλύτερες εμφανίσεις του είναι στα ματς με τους άλλους μεγάλους – με τον Ολυμπιακό (και στα δυο παιγνίδια), με τον ΠΑΟ από τον οποίο πήρε επίσης ισοπαλία στο γήπεδό του, με την ΑΕΚ στην Opap Arena όπου έχασε δύσκολα και με τον ΠΑΟΚ στο γήπεδό του στο κύπελλο. Επιπλέον ο Ολυμπιακός πέρυσι στο Βικελίδης έχασε: κυνικά κάποιος θα έλεγε ότι μιλάμε για κερδισμένο βαθμό. Αλλά πολύ κυνικά.

Πέρυσι και φέτος
Σε σύγκριση με πέρυσι ο Ολυμπιακός έχει στην βαθμολογία 5 βαθμούς παραπάνω κι αν σκεφτεί κανείς ότι αγωνίζεται και στο Τσάμπιονς λιγκ αυτοί δεν είναι λίγοι. Πλην όμως πέρυσι στην 14η αγωνιστική είχε τρεις βαθμούς παραπάνω από την ΑΕΚ και τρεις παραπάνω από τον ΠΑΟΚ – φέτος η διαφορά του από τον ΠΑΟΚ είναι ίδια, ενώ από την ΑΕΚ έχει ένα μόνο βαθμό ωστόσο και η ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ έχουν παραπάνω βαθμούς από πέρσι. Αυτό σημαίνει ότι η ψαλίδα ανάμεσα σε όσους κάνουν πρωταθλητισμό και όσους δεν κάνουν άνοιξε. Και για αυτό οι δυο βαθμοί στο Βικελίδης είναι πεταμένοι βαθμοί.
Και υπάρχει κι ένας άλλος λόγος που πρέπει να λαμβάνεται στα υπόψιν: φέτος ο Ολυμπιακός έχει σκληρότερο πρόγραμμα, εξαιτίας του Τσάμπιονς λιγκ, αλλά πολύ καλύτερο ρόστερ. Υπάρχουν δυο παίκτες που αποκτήθηκαν το καλοκαίρι, ο Ποντένσε και ο Ταρέμι, που πέρυσι δεν υπήρχαν. Και υπάρχουν και ο Πιρόλα κι ο Μουζακίτης που δεν είναι στοιχήματα, αλλά φτασμένοι πλέον παίκτες. Οπότε θα πρεπε και το παιγνίδι του Ολυμπιακού στο πρωτάθλημα να είναι συνολικά καλύτερο.

Κανόνας αλλά και με εξαιρέσεις
Οσες ομάδες αγωνίζονται στο Τσάμπιονς λιγκ, στα εθνικά τους πρωταθλήματα, μετά ή πριν τα ευρωπαϊκά τους ματς, ζορίζονται: είναι κανόνας. Το σαββατοκύριακο που μας πέρασε πέταξε βαθμούς η Μπάγερν με την Μάιντς, ζορίστηκαν η Αρσεναλ και η Μπαρτσελόνα απέναντι σε ομάδες του χεριού τους, έχασε η Νάπολι: αναφέρομαι σε ομάδες που κάνουν πρωταθλητισμό. Πλην όμως στην περίπτωση του Ολυμπιακού υπάρχουν κάποια δεδομένα που δεν πρέπει να ξεχνάμε: το πιο σημαντικό είναι ότι ο βαθμός δυσκολίας του στο πρωτάθλημα μας είναι πιο μικρός από αυτόν που υπάρχει στα ματς αυτών των ομάδων. Όταν μιλάμε για ελληνικό πρωτάθλημα το θέμα δεν είναι πάντα οι βαθμοί αλλά και η δυναμική που δημιουργείς. Οχι το αν κερδίζεις, αλλά το πως κερδίζεις. Όταν με το παιγνίδι σου δίνεις το δικαίωμα στις ομάδες που δεν κάνουν πρωταθλητισμό να πιστεύουν πως θα σε σταματήσουν τα παιγνίδια σου δυσκολεύουν. Κι αυτός είναι ο λόγος που ο Ολυμπιακός δίνει, ειδικά εκτός έδρας, κατά κανόνα δύσκολα ματς.
Η διαφορετική προσέγγιση
Ακούω ότι ο Μεντιλίμπαρ με τα καλά του και τα στραβά του αυτός είναι. Δεν μου φαίνεται πολύ σοφό αυτό ως συμπέρασμα αλλά το ακούω. Πλην όμως εγώ δεν πρόκειται να δικαιολογήσω ποτέ τα στραβά κανενός προπονητή και θέλω πάντα να λέω μπράβο για τις αρετές του: γιατί όπου υπάρχουν αρετές, δηλαδή όπου γίνεται καλή δουλειά, αυτό δημιουργεί και καλύτερη ομάδα.
Είναι ο Ολυμπιακός καλύτερος από πέρυσι; Αν τα βάλουμε όλα τα ματς στην ζυγαριά είναι. Θέλω να πω πως πέρυσι δεν έκανε εμφανίσεις όπως αυτές που έκανε φέτος με την PSV και την Καϊρατ στην παγωμένη Αστάνα– ακόμα και με την Ρεάλ Μαδρίτης και την Αρσεναλ κι ας έχασε. Στο πρωτάθλημα όμως, και ειδικά στα ματς μακριά από την Αθήνα, οι εμφανίσεις του είναι τόσο μέτριες ώστε ο προπονητής του συνηθίζει να είναι επικριτικός με τους παίκτες του περισσότερο μάλιστα από όσο η εγχώρια κριτική. Αν δεν τα έβαλε με τους παίκτες του μετά το Βικελίδης είναι γιατί κατάλαβε πως λάθη έκανε κι αυτός.

Η αγάπη για το «τόσο όσο»
Γιατί στέκομαι ειδικά στις εμφανίσεις στο πρωτάθλημα; Γιατί νομίζω πως ο Ολυμπιακός θέλει να το κερδίσει. Κι αυτό που επισημαίνω είναι πως αν δεν βελτιωθεί δύσκολα θα τα καταφέρει. Κυρίως για ένα λόγο: γιατί αντίθετα από πέρυσι που μοχθούσε προσπαθώντας να αντιμετωπίσει προβλήματα του ρόστερ, φέτος μοιάζει να έχει συνηθίσει να κερδίζει παίζοντας άσχημα.
Η βαθμοθηρία δεν είναι ό,τι καλύτερο. Κι ειδικά για τον Ολυμπιακό. Όλα αυτά που κατά καιρούς όλοι συζητούν ως παθογένειες (οι πολλές σέντρες, τα γκολ των χαφ που λείπουν, το 4-4-2 που δεν είναι πάντα λύση, οι επιθετικές αδυναμίες των ακραίων μπακ, οι εξτρέμ που συνεχώς λείπουν και πρέπει να βρεθούν στη μεταγραφική αγορά ενώ έχουν αποκτηθεί πάνω από πέντε κτλ) είναι αποτέλεσμα του ότι η ομάδα του Μεντιλίμπαρ στην Ελλάδα έχει αγαπήσει το «παίζω τόσο, όσο». Αν ρωτήσεις ποια είναι τα καλά εκτός έδρας παιγνίδια της δεν θα ακούσεις κανένα ολοκληρωμένο. Σου λένε τα 30 λεπτά με τον ΠΑΟ, τα 60 με τον ΠΑΟΚ, το πρώτο ημίχρονο στη Λάρισα, το δεύτερο ημίχρονο στο Βόλο κτλ. Αυτό σημαίνει πολύ απλά ότι ο Ολυμπιακός έχει κακοσυνηθίσει. Παίζει λίγο. Αν όμως παίζεις λίγο είναι εύκολο για τον αντίπαλο να αμυνθεί και να φέρει το παιγνίδι στα μέτρα του. Είτε είναι ο Παναιτωλικός, είτε ο Αρης, είτε οποιοσδήποτε.

Οι χαμένοι παίκτες
Υπάρχουν δυο πράγματα που με προβληματίζουν. Το πρώτο είναι ότι οι επιλογές του κόουτς γίνονται με συναισθηματικά κριτήρια. Το δεύτερο ότι δεν κερδίζει ποδοσφαιριστές με το πέρασμα των μηνών αντίθετα με αυτό που κάνουν ο Λουτσέσκου και ο Νίκολιτς πχ.
Το να διαμορφώνεις σε μια ομάδα μια εσωτερική ιεραρχία και με βάση συναισθηματικά κριτήρια μπορώ να το καταλάβω. Για τον Μεντιλίμπαρ οι παλιοί παίκτες του θα είναι πάντα ένα βήμα πιο μπροστά από τους νέους – τουλάχιστον μέχρι οι νέοι του να «παλιώσουν» κι αυτοί. Αυτό το κριτήριο για την σύνθεση του ρόστερ μπορεί να είναι και χρήσιμο: ένας μπούσουλας σε όλα χρειάζεται. Όταν όμως γίνεται κριτήριο για το ποιοι θα μπουν σε ένα ματς τότε βλέπεις αυτό που είδαμε στο Βικελίδης: μπήκαν ο Τσικίνιο και ο Εσε, δυο «παλιοί» δηλαδή, και βγήκαν ο Στρεφέτσα κι ο Ζέλσον κι αυτό που προέκυψε ήταν ένα εντελώς ανορθόδοξο σχήμα.
Οσο για την αδυναμία του κόουτς να κερδίσει παίκτες αυτή φέτος μοιάζει τεράστια. Και πέρυσι δεν πολυενδιαφερόταν για παίκτες που μάλλον είχαν αποκτηθεί χωρίς εισήγησή του: κάπως έτσι ήρθαν κι έφυγαν ο Γουίλιαν, ο Ολιβέιρα, ο Ορτα, ο Πάλμα κτλ. Αλλά τουλάχιστον πέρυσι ο Κωστούλας και ο Μουζακίτης πήραν ευκαιρίες και με την φρεσκάδα τους ομόρφυναν την ομάδα. Ενώ φέτος δεν έχουν εξαφανιστεί μόνο ο Σιπιόνι κι ο Καμπελά, αλλά δεν πήραν ευκαιρίες ούτε ο Πνευμονίδης και ο Λιατσικούρας παρά την ωραία παρουσία τους στην καλοκαιρινή προετοιμασία. Ο Μεντιλίμπαρ μοιάζει να ενδιαφέρεται να φέρει σε φόρμα τον Γκαρθία, παρά να πάρει περισσότερα από τον Νασιμέντο πχ. Δεν μου μοιάζει η καλύτερη επιλογή. Κι επειδή πάντα στην Ελλάδα κοιτάζουμε τον γείτονα περιμένοντας να πεθάνει η κατσίκα του να χαρούμε μπορώ να σας διαβεβαιώσω πως αν ο Λουτσέσκου και ο Νίκολιτς είχαν τον Σιπιόνι, τον Καμπελά, τον Γιάρεμτσουκ, παίκτες δηλαδή που στον Ολυμπιακό δεν παίζουν, θα είχαν πολύ λιγότερα προβλήματα.

Μαστίγιο και καρότο, αλλά…
Ότι οι παίκτες του Ολυμπιακού θα έδιναν πιο πολλά στο Τσάμπιονς λιγκ ήταν από την αρχή της σεζόν δεδομένο. Αλλά αν το πρωτάθλημα γίνει πάρεργο, θα χαθεί. Κανείς δεν το έχει κερδίσει υποτιμώντας αντιπάλους.
Κανείς φυσικά δεν θέλει να φύγει ο Μεντιλίμπαρ. Στον Ολυμπιακό είναι πανίσχυρος: έφερε προπονητές για τον Ολυμπιακό Β΄, δουλεύει χωρίς προϊστάμενο, έχει μπροστά του ένα νέο συμβόλαιο, όλοι πιστεύουν πως όταν και εφόσον ο Ολυμπιακός ξεμπλέξει από τις ευρωπαϊκές του υποχρεώσεις θα γίνει καλύτερος: το Καραϊσκάκη, όχι τυχαία είναι συχνά σολντ άουτ. Είναι πιθανό όντως η ομάδα να γίνει καλύτερη, αλλά όχι και βέβαιο. Το βέβαιο είναι ότι μέχρι το τέλος Ιανουαρίου θα υπάρχουν ευρωπαϊκές υποχρεώσεις και υπάρχει παράλληλα και η διεκδίκηση ενός πρωταθλήματος απέναντι σε αντιπάλους πολύ καλύτερους από πέρυσι κι ο Ολυμπιακός χρειάζεται εγρήγορση. Αλλά χωρίς κριτική αυτή δεν έρχεται από μόνη της. Το μαστίγιο και καρότο, δηλαδή σας βάζω τις φωνές δημοσίως και σας δίνω ρεπό να περνάτε ωραία, ίσως είναι τρόπος να έχεις τους παίκτες μαζί σου. Το ζητούμενο όμως είναι πάντα το καλό ποδόσφαιρο. Και χωρίς καλύτερο ποδόσφαιρο στο τέλος θα αναρωτιέσαι πως έχασες αυτό το πρωτάθλημα…
Πηγή: Karpetshow
















