Του Ιωάννη Πέππα
Ο Ούγγρος επιθετικός μέσος Γκιόργκι Σάροσι (György Sárosi), γεννήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου του 1912, στη Βουδαπέστη. Υπήρξε ένας πλήρης ποδοσφαιριστής γνωστός για την ευελιξία και την τεχνική του, μεταξύ άλλων και έπαιξε σε διάφορες θέσεις για την Φερεντσβάρος και την Ουγγαρία. Ουσιαστικά δεύτερος επιθετικός, μπορούσε επίσης να λειτουργήσει ως κεντρικός μέσος ή και κεντρικός αμυντικός και βοήθησε την Φερεντσβάρος να κατακτήσει πέντε πρωταθλήματα μεταξύ 1932 και 1941. Θεωρείται ένας από τους Μεγαλύτερους Παίκτες της προπολεμικής εποχής.Σκόραρε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1934, αλλά η καλύτερη του στιγμή ήρθε στη διοργάνωση του 1938, όπου σημείωσε πέντε γκολ, συμπεριλαμβανομένου ενός στον τελικό. Τελείωσε με την Χάλκινη Μπάλα ως 3ος Καλύτερος Παίκτης και ως ο 3ος Υψηλότερος Σκόρερ του τουρνουά. Ονομάστηκε 60ος Ευρωπαίος Παίκτης του 20ου Αιώνα από την Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου (IFFHS). Είναι 5ος Κορυφαίος Σκόρερ Όλων των Εποχών για την εθνική ομάδα της Ουγγαρίας, με 42 γκολ σε 62 εμφανίσεις. Μετά την αποχώρησή του, μετακόμισε στην Ιταλία, όπου προπόνησε αρκετές ομάδες, μεταξύ των οποίων η Τζένοα, η Γιουβέντους, η Μπάρι και η Ρόμα και η Λουγκάνο στην Ελβετία. Πέθανε το 1993 σε ηλικία 80 ετών.
Είχε το επώνυμο Στέφαντσιτς (Stefanicsics) κατά τη γέννηση και αργότερα το άλλαξε ο ράφτης πατέρας του για να μοιάζει περισσότερο ουγγρικό! Από Ούγγρο πατέρα και Ιταλίδα μητέρα, μερικά από τα αδέρφια του ήταν κι αυτοί αθλητές. Ο Bela ήταν επίσης ποδοσφαιριστής, ενώ ο László ήταν πολίστας. Μεγαλώνοντας στην πόλη της Βουδαπέστης, ξεκίνησε το ποδόσφαιρο και σε ηλικία 15 ετών, το 1929, αγωνιζόταν ήδη στη πρώτη ομάδα της Φερεντσβάρος! Συνέχισε την ενασχόλησή του με αυτό, ακόμα και κατά τη διάρκεια των σπουδών νομικής που έκανε αργότερα.
Επαγγελματικά, έκανε το ντεμπούτο του με τον σύλλογο της γενέτειράς του, τη μεγάλη Φερεντσβάρος, το 1930 και την υπηρέτησε μέχρι το τέλος της καριέρας του, το 1948, σημειώνοντας ένα ρεκόρ 351 γκολ σε 383 παιχνίδια πρωταθλήματος, αναδεικνυόμενος ίσως ως ο πιο διάσημος παίκτης στην ιστορία του συλλόγου, ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες στην ιστορία του ουγγρικού πρωταθλήματος, αλλά και του ουγγρικού ποδοσφαίρου γενικότερα!
Η καριέρα του με τη «Φράντι» είναι επίσης γεμάτη, καθώς κατά τη διάρκεια της 18ετούς σταδιοδρομίας του με τον σύλλογο, τερμάτισε 3 φορές πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα, κατέκτησε 5 πρωταθλήματα (1931/32, 1933/34, 1937/38, 1939/40, 1940/41) και 5 Κύπελλα Ουγγαρίας ( 1932/33, 1934/35, 1941/42, 1942/43, 1943/44), καθώς επίσης και το Κύπελλο Κεντρικής Ευρώπης (Mitropa Cup) του 1937, όπου και διακρίθηκε ιδιαίτερα, σκοράροντας χατ-τρικ στον 2ο τελικό εναντίον της Λάτσιο, στη νίκη με 5-4. Μια διοργάνωση, στην οποία έφτασε 4 φορές στον τελικό, ήταν 2 φορές πρώτος σκόρερ της και με 49 γκολ σε 43 αγώνες, είναι ο κορυφαίος σκόρερ στην ιστορία της!
Με την εθνική ομάδα της Ουγγαρίας, έκανε το ντεμπούτο του στις 21 Μαΐου του 1931, κατά τη διάρκεια μιας ήττας 2-3 από τη Γιουγκοσλαβία, στο Βελιγράδι. Στη διοργάνωση του Διεθνούς Κυπέλλου 1936-1938, έβαλε φαρδιά-πλατιά τη σφραγίδα του, όταν στη Βουδαπέστη, στις 19 Σεπτεμβρίου του 1937, σημείωσε 7 γκολ μεταξύ 34ου και 85ου λεπτού, στη νίκη με 8-3 επί της Τσεχοσλοβακίας!
Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1934, στον προημιτελικό εναντίον της Αυστρίας (της περίφημης Wunderteam), στις 31 Μαΐου, σημείωσε το μοναδικό γκολ των Ούγγρων, στην ήττα με 1-2. Αλλά η πιο εντυπωσιακή διεθνής επίδοσή του ήρθε, όταν έφτασε στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1938, σκοράροντας 5 γκολ στο τουρνουά, συμπεριλαμβανομένου ενός στον τελικό της διοργάνωσης! Στις 19 Ιουνίου, μείωσε το προβάδισμα της Ιταλίας σε 3 -2, στο 70ο λεπτό, πριν ένα τελευταίο τέρμα του Σίλβιο Πιόλα (Silvio Piola), 15 λεπτά αργότερα, καταστρέψει κάθε ελπίδα των Ούγγρων. Μαζί με τον Ουρουγουανό Αλτσίντες Γκίτζια (Alcides Ghiggia), το 1950 και τον Βραζιλιάνο Ζαϊρζίνιο (Jair Ventura Filho, ‘’Jairzinho’’), το 1970, είναι οι μοναδικοί στην ιστορία που έχουν σκοράρει τουλάχιστον ένα γκολ σε κάθε παιχνίδι μιας διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου!
Ανακηρύχθηκε ως ο 3ος Κορυφαίος Σκόρερ του τουρνουά, ο 3ος Καλύτερος Παίκτης του, παίρνοντας θέση και στην Ιδανική 11άδα της Διοργάνωσης! Ο τελευταίος διεθνής αγώνας του, πραγματοποιήθηκε στο Βελιγράδι, στη πόλη που είχε ξεκινήσει πριν από 12 χρόνια την διεθνή του καριέρα, στις 7 Νοεμβρίου του 1943, σ’ έναν αγώνα εναντίον της Σουηδίας. Συνολικά, σημείωσε το, τότε, ρεκόρ των 42 γκολ, που πλέον τον κατατάσσει 5ο κορυφαίο σκόρερ στην ιστορία της ουγγρικής εθνικής ομάδας, σε 62 διεθνή παιχνίδια, μεταξύ 1931 και 1943.
Ο Σάροσι ήταν η πρώτος μεγάλος Ούγγρος παίκτης, 20 χρόνια πριν από την έλευση της «Χρυσής Ομάδας» του Φέρεντς Πούσκας (Ferenc Puskás), του Σάντορ Κόκτσις (Sándor Kocsis), του Ζόλταν Τσίμπορ (Zoltán Czibor) και των υπόλοιπων «Μαγικών Μαγυάρων», που άφησαν τον κόσμο άφωνο τη δεκαετία του 1950! Τοποθετήθηκε στην 60η θέση ως Καλύτερος Ευρωπαίος Ποδοσφαιριστής για τον 20ο Αιώνα, από τον Διεθνή Οργανισμό Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου.
Μετά την ποδοσφαιρική του σταδιοδρομία, ξεκίνησε καριέρα προπονητή. Κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου, εγκατέλειψε τη χώρα του και πήγε να ζήσει στην Ιταλία το 1947, όπου μεταξύ άλλων, οδήγησε ομάδες όπως η Γιουβέντους, η Μπάρι, η Τζένοα και η Ρόμα. Ήταν ιδιαίτερα γνωστός για την ενίσχυση των φυτωρίων! Το 1948, πήγε στην Απούλια, αναλαμβάνοντας τα ηνία της Μπάρι για δύο σεζόν. Ήταν αυτός που εντόπισε και ανέδειξε τον νεαρό Πρίμο Σεντιμέντι (Primo Sentimenti), αμυντικό μέσο με μεγάλη καριέρα αργότερα στη Λάτσιο. Δύο χρόνια αργότερα, εντάχθηκε στη Λουκέζε, από την οποία έφυγε μετά από 11 αγώνες πρωταθλήματος, μετά την εντός έδρας ήττα από την Ουντινέζε.
Αμέσως μετά, από τον Τζιάνι Ανιέλι (Gianni Agnelli) του δόθηκε η ευκαιρία να οδηγήσει τη Γιουβέντους, αναλαμβάνοντάς την το 1951. Ο πρώτος αγώνας στον πάγκο της «Γηραιάς Κυρίας», ήταν στις 2 Δεκεμβρίου του 1951, σε ένα «Ντέρμπι della Mole» εναντίον της Τορίνο, στην Serie A (τελικό σκορ 0-0). Κέρδισε το πρώτο του τρόπαιο ως προπονητής στο τέλος της σεζόν, το ιταλικό πρωτάθλημα της περιόδου 1951/52. Έφυγε από το σύλλογο το 1953, μετά από συνολικά 64 παιχνίδια, έχοντας 37 νίκες.
Στη συνέχεια, παρέμεινε στην Ιταλία, προπονώντας διάφορους συλλόγους, σε μονοετείς θητείες, συμπεριλαμβανομένων της Τζένοα, της Ρόμα (δις), της Μπολόνια και της Μπρέσια, πριν κλείσει τη προπονητική του καριέρα στην Ελβετία για την Λουγκάνο, το 1965.
Ο Γκιόργκι Σάροσι, πέθανε στις 20 Ιουνίου του 1993, στη Γένοβα, σε ηλικία 80 ετών.
PALMARES
Επαγγελματική καριέρα
- 1930–1948: Ferencvárosi Torna Club, 383 (351)
Διεθνής
- 1931–1943: Ουγγαρία, 62 (42)
Προπονητική καριέρα
- 1948–1950: Football Club Bari 1908
- 1950/51: Associazione Sportiva Lucchese Libertas 1905
- 1951–1953: Juventus Football Club
- 1953–1955: Genoa Cricket and Football Club
- 1955/56: Associazione Sportiva Roma
- 1957/58: Bologna Football Club 1909
- 1959: Associazione Sportiva Roma
- 1960: Brescia Calcio
- 1962/63: Football Club Lugano
Τίτλοι
Συλλογικοί
- Πρωτάθλημα Ουγγαρίας: 5 (1932, 1934, 1938, 1940, 1941)
- Κύπελλο Ουγγαρίας: 4 (1933, 1942, 1943, 1944)
- Mitropa Cup: 1937
Διεθνείς
- Παγκόσμιο Κύπελλο: φιναλίστ το 1938.
Προσωπικές Διακρίσεις
- 3ος Καλύτερος Παίκτης Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1938
- 3ος Κορυφαίος Σκόρερ Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1938
- Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1938
- 89ος στη λίστα με τους 100 Μεγαλύτερους Ποδοσφαιριστές του Κόσμου Όλων των Εποχών, από το αγγλικό περιοδικό «World Soccer»
Πηγή: Ευλογημένο Ποδόσφαιρο