Επιλογή Σελίδας

Του Κυριάκου Δημητρόπουλου

Οι οπαδοί της Μίλγουολ τον θυμούνται ακόμα. Πώς να τον ξεχάσουν άλλωστε; Είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος σκόρερ όλων των εποχών στην ιστορία του συλλόγου και στην τελευταία του χρονιά πέτυχε 38 γκολ!

Ο Τέντι Σέριγχαμ ήρθε στη ζωή στις 2 Απριλίου 1966 και κατάφερε να σημαδέψει το βρετανικό ποδόσφαιρο με αποκορύφωμα το γκολ και την ασίστ στον τελικό του Champions League το 1999 κόντρα στην Μπάγερν.

Το «χρυσό» ξεκίνημα 

Γεννήθηκε στις 2 Απριλίου 1966 στο Χάιαμς Παρκ, στα βόρεια της ευρύτερης περιοχής του Λονδίνου, και από μικρή ηλικία ήξερε πως θέλει να ασχοληθεί μόνο με τη μεγάλη του αγάπη που ήταν το ποδόσφαιρο.

Ο Τέντι, ο οποίος ποτέ δεν ήταν διάσημος για την ταχύτητά του, εξελίχθηκε όχι μόνο σε έναν εξαιρετικό επιθετικό με δεινότητα στο σκοράρισμα, αλλά και σε έναν στυλάτο και ευφυή playmaker που θα μπορούσε να πάρει το καλύτερο από τους συμπαίκτες του.

H επαγγελματική ποδοσφαιρική καριέρα του Τέντι παραλίγο να πάει χαμένη, καθώς έκανε δοκιμαστικά σε νεαρή ηλικία στην Τότεναμ, τη Λέιτον Όριεντ και την Κρίσταλ Πάλας, χωρίς όμως κανένα από αυτά να αποδώσουν καρπούς.

Μόλις πριν από τα 16α του γενέθλια, έπαιξε για την ομάδα της Ρέντμπριτζ Φόρεστ σε ένα ματς ομάδων νέων εναντίον της Μίλγουολ, όπου ο επικεφαλής ανιχνευτής ταλέντων Μπομπ Πίρσον και ο προπονητής της ομάδας Ρότζερ Κρος τον προσκάλεσαν για να δοκιμαστεί σε 6 ματς.

Σε αυτά έκανε φοβερά καλή εντύπωση και έτσι τους έπεισε να του προσφέρουν ένα διετές συμβόλαιο στις ακαδημίες του κλαμπ, στη διάρκεια του οποίου κατέγραψε 11 συμμετοχές σε μικρές εθνικές ομάδες της Αγγλίας και σκόραρε ακατάπαυστα.

Άρπαξε την ευκαιρία από τα μαλλιά

Συμμετείχε με τη Μίλγουολ στο πρωτάθλημα «London Evening Standard Five a Side» και μαζί με τους Ρότζερ Γουίντερ, Άντυ Μάσεϊ ήταν τα αστέρια της νικήτριας Μίλγουολ.

Ως ανταμοιβή, οι τρεις τους αναδείχθηκαν πολυτιμότεροι παίκτες του τουρνουά το οποίο και κατέκτησαν με 3-2 στον τελικό.

Την ίδια χρονική περίοδο η ανδρική ομάδα της Μίλγουολ μαχόταν για να αποφύγει τον υποβιβασμό στην 4η κατηγορία και συνεπώς, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, δεν υπήρχε περιθώριο για να δείξουν το ταλέντο τους οι εκκολαπτόμενοι άσοι.

Δεν απογοητευόταν και έκανε υπομονή, με τη μεγάλη ευκαιρία επιτέλους να έρχεται. Αρχικά, ορίστηκε αναπληρωματικός εναντίον της Ντάρτφορντ στο Κύπελλο Αγγλίας τον Νοέμβριο, έκανε ντεμπούτο εναντίον της Μπρέντφορντ στις 15 Ιανουαρίου 1984 και έβαλε το πρώτο του γκολ ως επαγγελματίας το επόμενο Σαββατοκύριακο με την Μπόρνμουθ!

Ο ίδιος έχει περιγράψει το γκολ του ως εξής: «Ήμουν στο κόρνερ της περιοχής, έκανα κοντρόλ στην μπάλα, μπήκα μέσα με το δεξί μου πόδι και σούταρα χαμηλά και δυνατά από 8 γιάρδες μακριά».

Ο Σέριγχαμ άρχισε βασικός σε 4 ματς και κατέγραψε άλλες 3 εμφανίσεις ως αναπληρωματικός εκείνη τη σεζόν, ενώ αποτέλεσε τον πρωταγωνιστή στο AM Cup, όπου σκόραρε το δεύτερο του γκολ στην παράταση και χάρισε τη νίκη επί της Τζίλιγχαμ με 4-3.

«Ο προπονητής μου δεν άντεχε ούτε να με βλέπει!»

Την επόμενη σεζόν του 1984-85, όταν η Μίλγουολ πανηγύρισε την άνοδο, ο Σέριγχαμ περιορίστηκε σε μία μόνο εμφάνιση στην πρώτη ομάδα, ως αναπληρωματικός εναντίον της Τσέλσι σε ματς Κυπέλλου.

Οι διαμάχες με τον προπονητή της πρώτης ομάδας Τζορτζ Γκρέιαμ άρχιζαν να απειλούν την καριέρα του.

«Ήμουν ένας επιδειξίας εκείνη την εποχή. Είχα ένα… ρεπερτόριο με διάφορα κολπάκια και πινελιές. Δεν ήθελα να βάζω βαρετά γκολ. Ο Τζορτζ Γκρέιαμ σύντομα με πήρε και μου είπε να κόψω τις φανταχτερές χαζομάρες. Συνήθιζε να μου το κοπανάει κάθε μέρα. Ντρέπομαι να πω ότι νόμιζα ότι ήξερα καλύτερα από αυτόν.

Άλλα στο τέλος ο Τζορτζ έφτασε στο τέλος της υπομονής του και μου τα έχωνε αν δοκίμαζα καμιά εξυπνάδα στα γκολ, ακόμα και κατά την προπόνηση.

Οι άλλοι παίκτες μου έλεγαν ότι ο προπονητής δεν άντεχε ούτε να με βλέπει. Τόσο αλαζόνας ήμουν, που δεν εκτίμησα που προσπαθούσε να μου μάθει ένα πολύτιμο μάθημα», είχε παραδεχτεί πολλά χρόνια αργότερα ο ίδιος σε δηλώσεις του.

Αφού προτάθηκε στην Μπρέντφορντ για μεταγραφή 5.000 λιρών (δεν προχώρησε), ο Σέριγχαμ έπαιξε χωρίς επιτυχία ως δανεικός στην Όλντερσοτ, η οποία βρισκόταν στην 4η κατηγορία.

«Ήταν καλό για μένα, υποθέτω, που πήγα στην Όλντερσοτ για 2 μήνες. Άλλα ήταν ένα δοκιμαστικό διάλειμμα, στο οποίο έπαιξα 6 ματς, δεν έβαλα ούτε ένα γκολ και πλακώθηκα τόσο πολύ, που άρχισα σοβαρά να αμφιβάλλω αν θα καταφέρω στο ποδόσφαιρο», θα δήλωνε αργότερα.

Με την επιστροφή του στη Μίλγουολ, ο Σέριγχαμ εκμυστηρεύθηκε στον αναπληρωτή προπονητή Ρότζερ Κρος για την απελπισία που ένιωθε: «Δεν ήξερα τι έκανα λάθος, πάντα μου έδιναν οφσάιντ και δεν είχα ιδιαίτερο ρόλο στα ματς. Είπε ότι δεν χρειάζεται να ανησυχώ και ότι τα πήγαινα καλά.

Θα υπήρχαν παιχνίδια όπου δεν θα έπαιρνα μέρος, όμως αυτό ήταν σύνηθες στον κόσμο των επιθετικών. Αν δούλευα ασταμάτητα, όλα θα πήγαιναν καλά. Άκουσα τι έλεγε ο Ρότζερ και συνειδητοποίησα ότι όλα έβγαζαν νόημα. Άρχιζα να σκέφτομαι ότι τελικά υπήρχε μέλλον για μένα, ακόμη και αν έπαιζα για έναν προπονητή που με αντιπαθούσε πολύ».

Όσα έχασε τα βρήκε στη Σουηδία

Ο Τέντι σύντομα στάλθηκε από τον Γκρέιαμ ξανά δανεικός, αυτή τη φορά στη Γιουργκόρντεν (σ.σ. και όχι Τζουργκάρντεν), η οποία τότε αγωνιζόταν στη Β’ Σουηδίας.

Η σεζόν εκεί άρχιζε από τον Απρίλιο και τέλειωνε τον Οκτώβριο και η θητεία του στη Σκανδιναβία είχε θετικό πρόσημο, καθώς τον βοήθησε να ωριμάσει και να εμπεδώσει τα μαθήματα που του έδινε ο Γκρέιαμ.

«Στο γήπεδο γρήγορα κατάλαβα ότι καθώς πληρώνομαι για να αγωνίζομαι και να κερδίζω ματς για την ομάδα μου, έπαιζα όχι μόνο για να βγάλω το ψωμί μου αλλά και για τους συμπαίκτες μου. Ποτέ μα ποτέ δεν πρέπει να ξεχάσεις ότι είσαι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής.

Είσαι υπεύθυνος για τον εαυτό σου, βέβαια, αλλά χρωστάς κάτι και στα παιδιά με τα οποία παίζεις. Για πρώτη φορά, άρχιζα να συνειδητοποιώ τη σημασία όσων μου έλεγε ο Τζορτζ Γκρέιαμ. Πραγματικά δεν είχε σημασία με ποιο τρόπο έβαζες την μπάλα στα δίχτυα».

Ο Σέριγχαμ ήταν top σκόρερ με 13 γκολ σε 21 ματς και βοήθησε τη Γιουργκόρντεν να κατακτήσει τον τίτλο της Β’ Σουηδίας που την έστειλε σε αγώνα πλέι οφ εναντίον της ΓΚΑΪΣ από το Γκέτεμποργκ.

Ο πρώτος αγώνας τέλειωσε 0-0, ο ίδιος σκόραρε στον επαναληπτικό, το ματς οδηγήθηκε σε παράταση και έπειτα σε πέναλτι, όπου έβαλε ένα από τα γκολ που χάρισε στο κλαμπ την πολυπόθητη άνοδο.

Καθιέρωση με το σπαθί του

Μόλις επέστρεψε στη Μίλγουολ, ο Τζορτζ Γκρέιαμ χάρηκε με την αλλαγή στη συμπεριφορά και στο παιχνίδι του, με συνέπεια να τον χρησιμοποιεί πιο συχνά, κυρίως ως αναπληρωματικό, αλλά κατά το τέλος της σεζόν του έδωσε μια θέση στην αρχική ενδεκάδα.

Συνολικά, ο μετέπειτα άσος της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και της εθνικής Αγγλίας αγωνίστηκε 9 φορές ως βασικός, άλλες 9 προερχόμενος από τον πάγκο και έβαλε 4 γκολ.

Η σεζόν 1986-87 ήταν μια σεζόν αλλαγής σελίδας για τη Μίλγουολ, αφού ο πρόεδρος Άλαν Θορν πούλησε την ομάδα το καλοκαίρι μέσω μιας κοινοπραξίας υπό την ηγεσία του Ρετζ Μπερ.

H νέα διοίκηση ανέλαβε τα ηνία τον Ιούλιο και όρισε τον Τζον Ντόχερτι, μέχρι πρότινος βοηθό προπονητή της Μπρέντφορντ, ως πρώτο προπονητή.

Εκείνος αργότερα σχολίασε ότι «μέχρι εκείνη τη στιγμή όλοι οι καλοί παίκτες που ήταν διαθέσιμοι είχαν πάρει μεταγραφές», καθώς είχαν αποχωρήσει οι Τζον Φασάνου, Στιβ Λάουντς, Ρόμπερτ Γουίλσον και ήταν τραυματίας ο Στιβ Λόβελ.

Ο Σέριγχαμ και ο Μάικλ Μαρκς ήταν, πλέον, οι μοναδικοί αξιόπιστοι επιθετικοί της ομάδας, η οποία στο μεταξύ απέκτησε παίκτες όπως ο Ντένις Σάλμαν ή τον Ντέιβιντ Μπερν.

Ο πιο διάσημος εξ αυτών «άνθισε» εκείνη τη σεζόν με 16 γκολ, εκ των οποίων τα τρία μαζεμένα σε ματς εναντίον της Χάντερσφιλντ τον Δεκέμβριο.

«Κατοχύρωσα τον εαυτό μου ως παίκτη πρώτης επιλογής στην πρώτη μου σεζόν υπό τις οδηγίες του Ντόχερτι, παρά την πολύ δύσκολη περίοδο που περνούσε ο σύλλογος με τα οικονομικά προβλήματα. Πέρασα εκείνη τη σεζόν παίζοντας μαζί με τον Μάικλ Μαρκς που ήταν μόνο 18 χρονών. Είχα παίξει λιγότερα από 12 ματς στην πρώτη ομάδα και ήμουν ο πιο ‘έμπειρος’. Για όνομα του Θεού!»

Ήταν μια πραγματικά μια σκληρή μάχη εναντίον του υποβιβασμού ολόκληρη τη σεζόν. Έπρεπε να παλέψουμε με σθένος για να σώσουμε τους εαυτούς μας από το να γυρίσουμε πίσω στην 3η κατηγορία μετά από μόλις δύο σεζόν. Έβαλα 13 γκολ στο πρωτάθλημα και ο Μάικλ άλλα 10. Μιλάμε για αγόρια που έκαναν… ανδρικές δουλειές. Δούλεψε όμως. Τα καταφέραμε και μείναμε με το ζόρι».

Στην κορυφή της Premier League!

Τη σεζόν 1987-88 μετά από μια μουδιασμένη αρχή, οι Σέριγχαμ και Τόνι Κασκαρίνο δημιούργησαν μια δυναμική συνεργασία που οδήγησε τη Μίλγουολ στην κατάκτηση του πρωταθλήματος της 2ης κατηγορίας και την παρθενική άνοδο στα μεγάλα σαλόνια!

Η ομάδα έμεινε με το ρόστερ που πανηγύρισε την άνοδο, με μοναδική προσθήκη εκείνη του 20χρονου Νιλ Ράντοκ από την Τότεναμ, ο οποίος εξελίχθηκε σε ένα από τα «κακά παιδιά του παγκοσμίου ποδοσφαίρου».

Ειρήσθω εν παρόδω, η Μίλγουολ άρχισε πολύ δυναμικά και τον Οκτώβριο φιγουράριζε στην πρώτη θέση της βαθμολογίας, έπειτα από την εντός έδρας νίκη με 3-2 επί της KΠΡ.

«Ήταν μια τρελή και απολαυστική εποχή. Εμείς, η μικρή Μίλγουολ, στην πρώτη μας σεζόν στην πρώτη κατηγορία βρισκόμασταν στη κορυφή της βαθμολογίας μέχρι τον Μάρτιο.

Όλοι έλεγαν ότι δεν θα κρατούσε πολύ και όντως δεν κράτησε, άλλα δώσαμε μια μάχη. Νικούσαμε τις καλύτερες ομάδες και παίρναμε ισοπαλίες εκτός προγράμματος», δήλωνε αργότερα ο ίδιος.

Αν και ο Κασκαρίνο έπαιρνε τους περισσότερους επαίνους για τα γκολ, ο Τέντι Σέριγχαμ τέλειωσε τη σεζόν ως top σκόρερ μαζί του με 15 «τεμάχια».

Η ήττα με 1-0 τη Δευτέρα του Πάσχα στην έδρα της Γουίμπλεντον και μια ισοπαλία με την Έβερτον έδωσαν τέλος στο εξωπραγματικό όνειρο της Μίλγουολ για την κατάκτηση του πρωταθλήματος.

Αποκομίζοντας μόλις 4 βαθμούς στα τελευταία 10 ματς, η ομάδα έπεσε στην απογοητευτική 10η θέση της τελικής κατάταξης και ο ενθουσιασμός μετατράπηκε σε «παγωμάρα».

«Σταδιακά διείσδυσε στην ομάδα το συναίσθημα ότι είχαμε κάνει υπερβάσεις. Ίσως η αδρεναλίνη να είχε φύγει λίγο. Ίσως ήμασταν απλά εξαντλημένοι. Θα ήταν ωραία αν τελειώναμε τρίτοι ή τέταρτοι, άλλα στις τελευταίες εβδομάδες της σεζόν χάναμε ματς που ήταν στα μέτρα ματς και η παρακμή δεν σταματούσε. Δεν ήταν μια κακή σεζόν, αλλά απογοητευτήκαμε όπως και να είναι», είχε εκμυστηρευτεί χρόνια αργότερα.

Ο μοιραίος τραυματισμός

Η Μίλγουολ άρχισε καλά και δύο φορές έφτασε για λίγο να είναι Νο1 στην βαθμολογία μέχρι που ο Σέριγχαμ έπεσε θύμα τραυματισμού.

Το πρόβλημα στον αστράγαλο καταγράφηκε στο ματς εναντίον της ΚΠΡ τον Νοέμβριο και τον κράτησε στα «πιτς» για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα.

«Μην με παρεξηγείτε, δεν λέω ότι η απουσία μου ήταν ο λόγος που δεν τα πήγαμε καλά τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά.

Έβαλα 2 γκολ σε μια νίκη 3-1 εναντίον της Μάντσεστερ Σίτι στο Κύπελλο Αγγλίας, αλλά χάναμε συνεχώς στο πρωτάθλημα και ο αστράγαλος μου ακόμα δεν ήταν εντάξει.

Είχαμε μερικούς τραυματισμούς σημαντικών παικτών εκείνη τη σεζόν, αλλά ειλικρινά δεν μπορούμε να ρίξουμε το φταίξιμο της χαμηλής μας συγκομιδής σε αυτό.

Αν πρέπει να τα καταφέρει κανείς στο υψηλότερο στάδιο του αγγλικού ποδοσφαίρου, πρέπει να έχει μία ομάδα που να είναι αρκετά δυνατή κατά βάθος ώστε να ξεπεράσει τους δύσκολους καιρούς. Η δικιά μας ομάδα δεν ήταν έτσι», είχε δηλώσει στους εκπροσώπους του Τύπου.

Εκείνη την περίοδο ο Ντόχερτι είχε αγοράσει τον Πολ Γκόνταρντ με ρεκόρ μεταγραφής 800.000 λιρών, προκειμένου να βάλει τέλος στην πτώση της Μίλγουολ, αλλά αυτό σήμαινε ότι ο Κασκαρίνο έπρεπε να παίξει στην αριστερή πλευρά για να τον υποστηρίξει.

Όλα αυτά, όμως, δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα, αφού ο σύλλογος παρέμεινε στον πάτο της βαθμολογίας και επέστρεψε στη 2η κατηγορία του αγγλικού ποδοσφαίρου.

Ο Σέριγχαμ, από την πλευρά του, αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της ομάδας του με 12 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις.

Η μεταγραφή της ζωής του

Η τελευταία σεζόν του Σέριγχαμ έμελλε να είναι και η καλύτερη της μέχρι τότε καριέρας του, αφού κατάφερε να σημειώσει 38 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις, να φτάσει τα 111 συνολικά με τη φανέλα της Μίλγουολ.

Εν ολίγοις, έγινε ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία της ομάδας και αυτό ξεπεράστηκε τον Ιανουάριο του 2009 από τον Νιλ Χάρις (παραμένει στη 2η θέση ο Τέντι).

Η Μίλγουολ τελείωσε στην 5η θέση της βαθμολογίας, εκείνος αναδείχθηκε παίκτης της χρονιάς, παρέλαβε το «Χρυσό Παπούτσι» και, βέβαια, συμπεριλήφθηκε στην κορυφαία ενδεκάδα.

Το κεφάλαιο Μίλγουολ είχε, πλέον, κλείσει οριστικά για εκείνον: «Ένιωσα ότι αν έκανα άλλη μια σεζόν στη Μίλγουολ δεν θα ήταν χάσιμο χρόνου αν πετυχαίναμε αυτό που φιλοδοξούσαμε.

Από την άλλη πλευρά, ήξερα ότι αν η καριέρα μου επρόκειτο να συνεχιστεί, δεν έπρεπε να καθίσω για ακόμη μία σεζόν στη 2η κατηγορία. Ο Στιβ Χάρισον άρχισε να δουλεύει με τον Γκρέιαμ Τέιλορ, τον προπονητή της Αγγλίας, και μου είχε πει ότι παραλίγο να κληθώ στην εθνική!

Μετάνιωνα με αυτήν την απόφαση για πολύ καιρό. Η καρδιά μου έλεγε το ένα και το μυαλό μου το άλλο, ωστόσο στο τέλος ήξερα ότι, δυστυχώς, δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Είχα μόλις γίνει 25 χρονών και χρειαζόμουν ένα υψηλότερο επίπεδο για να προοδεύσω. Ένιωθα ότι είχε έρθει ο καιρός για να αποχωριστώ αυτήν την ομάδα που μου είχε δώσει την ευκαιρία μου στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο».

Ο Σέριγχαμ απέρριψε το νέο συμβόλαιο που του προσέφερε η Μίλγουολ και προτίμησε μία μεταγραφή-ρεκόρ στη Νότιγχαμ του Μπράιαν Κλαφ, έναντι του ποσού των 2.000.000 λιρών τον Ιούλιο του 1991.

Στις 25 Μαΐου του 1999, στον τελικό του Champions League εναντίον της Μπάγερν Μονάχου στο «Καμπ Νόου», μπήκε αλλαγή στη θέση του Γέσπερ Μπλόμκβιστ στο 67ο λεπτό, όταν η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έχανε 1-0

Στις καθυστερήσεις του αγώνα αρχικά ισοφάρισε με κοντινό σουτ τη γερμανική ομάδα και μερικά δευτερόλεπτα αργότερα έδωσε την ασίστ στον Όλε Γκούναρ Σόλσκιερ, ο οποίος με προβολή χάρισε τη νίκη (2-1) και το τρόπαιο στους «κόκκινους διαβόλους».

Αυτό από μόνο του αρκούσε για να γραφτεί στην Ιστορία, αν και αποτελεί τον γηραιότερο παίκτη που συμμετείχε σε ματς της Premier (40 ετών και 272 ημερών), καθώς και τον γηραιότερο σκόρερ (40 ετών και 268 ημερών).

Πηγή: Sport Retro