Επιλογή Σελίδας

Του Νίκου Παπαδογιάννη

Στη σκακιέρα του πρώτου τελικού, η ομάδα που έπαιζε με τα «μαύρα», με τα πράσινα δηλαδή για να μη μπερδευόμαστε, πήρε κάτι που, με όρους ζατρικίου, έμοιαζε πολύ με πατ, πάει να πει ισοπαλία. Επειδή όμως στο ωραιότερο άθλημα του κόσμου δεν υπάρχει ισοπαλία (και ίσως γι’ αυτό να είναι το ωραιότερο…), ο Ολυμπιακός βγήκε νικητής και έφτασε ένα -γιγάντιο- βήμα πιο κοντά στον τίτλο, από μία παρτίδα στην οποία κόντεψε να ηττηθεί από τα πιόνια.

Ξέρω, μπερδευτήκατε, αλλά και ο ίδιος ο πρώτος τελικός ήταν μπερδευτικός, περίπλοκος, όσο ελάχιστα ματς τα τελευταία χρόνια. Ο χαμένος τα παίρνει όλα, είπε κάποτε ένας σοφός με ψαρά μαλλιά. Το ροζ φύλλο το τσέπωσε η ομάδα που πάνω στο παρκέ έχασε πολύ περισσότερα απ’ όσα κέρδισε.

Αυτό, όμως, είναι το ίδιον των μεγάλων ομάδων. Να τελειώνουν τους κρίσιμους αγώνες καθώς πρέπει, να αξιοποιούν τις ευκαιρίες τους (6 πόντοι στις τελευταίες τέσσερις κατοχές), να βγάζουν τις άμυνες με μούσκουλα ή και με ώσμωση (θυμηθείτε το με τρεμάμενα χέρια σουτ του ανενόχλητου Λι στο «έμπα» του τελευταίου λεπτού, με το σκορ στο 69-66), να προκαλούν τον φόβο στον αντίπαλο, πάνω που αυτός βλέπει στον καθρέφτη τη νίκη να πλησιάζει ολοταχώς.

Στερημένος από το Σχέδιο Α και από το Σχέδιο Β που τον κουβάλησαν όλο τον χειμώνα, τη νοικοκυροσύνη του Γουόλτερς και τα κολοκοτρωνέικα του Μπέικον, ο Παναθηναϊκός δεν ήξερε από πού να πιάσει τη μπάλα όταν βρέθηκε να ισορροπεί στο τεντωμένο σχοινί. Η κατοχή που ολοκληρώθηκε με πάσα στους φωτογράφους στα 32’’ ήταν η μισή αλήθεια του, το εντελώς αχρείαστο -από υπερβάλλοντα ζήλο- φάουλ του Αγραβάνη όταν το 24άρι εξέπνεε στο 65-66 η άλλη μισή.

Αντιστοίχως, στην άλλη άκρη, ο Ολυμπιακός είχε την υπομονή και τη μεθοδικότητα για να βγάλει μία σπάνιας ακρίβειας συνεργασίας, ασίστ του Σλούκα στον Φαλ για το κάρφωμα, όταν η γη έτρεμε: 1:17 πριν το τέλος, με το σκορ στο 67-66. Ναι, ξέρω τι θα πείτε: στο Κάουνας ο Ολυμπιακός δεν βρήκε ένα τέτοιο «κόλπο γκρόσο» για να αρπάξει το κύπελλο και να το φέρει στην Ελλάδα. Στον τελικό της 21ης Μαΐου, όμως, η μεγαλύτερη από τις δύο ομάδες, αυτή με το …ειδικότερο ειδικό βάρος, δεν ήταν ο Ολυμπιακός, αλλά η Ρεάλ.

Απόψε στο ΣΕΦ, ο Παναθηναϊκός άγγιξε τη νίκη επειδή κατέβασε τον Ολυμπιακό στο επίπεδό του. Ήταν σαν αγώνας επί κοντώ, που δεν κρίθηκε στα 6 μέτρα, αλλά στα 5,75 μ., ανοίγοντας την πόρτα για τους Καραλήδες και τους Φιλιππίδηδες αυτού του κόσμου. Ή σαν το τένις που πρέπει να παίξει ο Τσιτσιπάς μεθαύριο απέναντι στον θαυματουργό Αλκαράθ. Το Μαϊάμι κόντρα στο Ντένβερ, προσθέτω δυόμιση ώρες πριν το δεύτερο τζάμπολ!

Ο Χρήστος Σερέλης μελέτησε ενδελεχώς τους αγώνες Ολυμπιακού-Φενέρ, αποστήθισε το αμυντικού σχέδιο του Δημήτρη Ιτούδη, το προσάρμοσε στους -λίγους- παίκτες που είχε στη διάθεσή του και παγίδευσε τους «ερυθρόλευκους» με τον ίδιο τρόπο (ελλείψει Κάνααν μάλιστα), στα ίδια ρηχά νερά. Το ξεκίνημα ήταν μία κόκκινη καταιγίδα, αλλά το 26-10 αποπροσανατόλισε περισσότερο τους επιρρεπείς στον ναρκισσισμό παίκτες του Ολυμπιακού, παρά τους φιλοξενούμενους.

Οι «πράσινοι» σημάδεψαν τον Κώστα Σλούκα όταν αυτός έμεινε αβοήθητος στο κουμάντο, ο γεμάτος ενέργεια Παναγιώτης Καλαϊτζάκης άλλαξε τη ροή του αγώνα, το second unit του Ολυμπιακού περνούσε πάλι κάτω από τον πήχη και το τρεχαλητό στο ανοιχτό γήπεδο ευνοούσε ξαφνικά τον Παναθηναϊκό, που έως τότε περίμενε ταξί για να ακολουθήσει τους καλπασμούς του Βεζένκοβ.

Εάν οι παίκτες του Μπαρτζώκα εκτόξευσαν ξανά τη διαφορά σε διψήφιο νούμερο στα μισά του δευτέρου μέρους (61-48), το οφείλουν σε 2-3 εύστοχα σουτ των παικτών στους οποίους ο Σερέλης έδινε απλόχερα το τρίποντο: οι Γουόκαπ και Παπανικολάου έβαλαν, ο ΜακΚίσικ δεν ακούμπησε τη μπάλα.

Το τρίποντο του Μάριους Γκριγκόνις, που γίνεται όλο και ενοχλητικότερο καρφί στο μάτι εκείνου του Ράντονιτς, έδωσε στον Παναθηναϊκό το πρώτο και τελευταίο του προβάδισμα: 65-66, δύο λεπτά πριν το φινάλε. Ποιος ξέρει πώς θα τελείωνε το ματς, εάν δεν είχε υποπέσει στο μοιραίο για την ομάδα του φάουλ ο (κατά τ’ άλλα θετικός στο ισοζύγιο της βραδιάς) Αγραβάνης…

Ο Παναθηναϊκός έσωσε τους τελικούς με την εμφάνισή του, αλλά έφυγε από το γήπεδο με άδεια χέρια και κατεβασμένα μούτρα. «Είμαστε πολύ στενοχωρημένοι», ομολόγησε ο Λευτέρης Μποχωρίδης λίγο πριν μπει στο πούλμαν της αποχώρησης. Ποιος το περίμενε αυτό; Μιλάμε για τη μικτή φευγάτων, τρεις χούφτες παίκτες και προπονητές που κάθε μέρα διαβάζουν για τον Πάντερ, τον Λεσόρ, τον Χέζονια και τον Αταμάν.

Ο Ολυμπιακός, πάλι, στο τέλος μιας σεζόν που αφήνει τα πόδια βαριά κι ασήκωτα και τις καρδιές ζεματισμένες από το χτύπημα του Γιουλ, πήρε ένα μάθημα χωρίς να χάσει τίποτε. Οι καλύτερες ψυχρολουσίες είναι εκείνες που αφήνουν τα πόδια στεγνά: οι δύο ήττες από τη Φενέρμπαχτσε, το τραυματικό πρώτο ημίχρονο με τη Μονακό, προσεχώς το παρ’ ολίγον στραπάτσο της Κυριακής 4 Ιουνίου απέναντι στον «αιώνιο εχθρό».

Την Πέμπτη το ΟΑΚΑ θα κοχλάζει, αλλά μοιάζει περίπου αδύνατο να νικήσει αυτός ο ελλιπής Παναθηναϊκός αυτόν τον πλήρη και ανώτερο Ολυμπιακό τρεις φορές σε τέσσερα ματς. Και δεν έχει και ισοπαλίες στο μπάσκετ…

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This