Επιλογή Σελίδας

Του Αλέξη Σπυρόπουλου

Αυτή την ήττα στο Παρίσι, η Εθνική στα τελευταία χρόνια την έχει ξανακάνει. Περισσότερες από μία φορές. Ολίμπικο, 0-0, πέναλτι ο Μπουχαλάκης λίγο μετά το 60′, Ζορζίνιο 1-0. Στοκχόλμη, 0-0, πέναλτι ο Μαυροπάνος κατά το 60′, Φόρσμπεργκ 1-0. Αλλη μία φορά, τώρα. Σαν Ντενί, 0-0, πέναλτι ο Μαυροπάνος στο 50′, Μ’Μπαπέ 1-0. Βολοδέρνουμε λοιπόν, κάθε φορά στον ίδιο παρονομαστή;

Να το δούμε. Στο Ολίμπικο μετά το 1-0, ήλθε και το 2-0 με μια σπόντα στον Γιαννούλη. Το ματς μπήκε στο αρχείο, είπαμε κι ευχαριστώ που λέει ο λόγος. Στη Στοκχόλμη μετά το 1-0, σε δέκα λεπτά είχε μπει και το 2-0. Υστερα, ο εκνευρισμένος Χατζηδιάκος πήρε μία κόκκινη κάρτα καθαρής απογοήτευσης και η δυνατή εικόνα στο φινάλε ήταν ο Μαυροπάνος να κλαψουρίζει σαν σχολιαρόπαιδο.

Η διαφορά συνεπώς, είναι στο μετά (το πέναλτι του 1-0). Για αρχή, στο Σαν Ντενί το 1-0 δεν έγινε ποτέ 2-0. Αν και, εδώ που τα λέμε, αυτό θα ήταν ένα “ακριβές” (στην όλη εικόνα) σκορ. Ο κύριος λόγος που δεν έγινε, ήταν εκείνη η εμμονή των Γάλλων. Η αυτογνωσία της κλάσης, που σε κάνει να είσαι οριακά υπερφίαλος. Εννοούσαν όλη νύχτα, να “περπατήσουν” τη μπάλα και να μπουν μαζί της στα δίχτυα περνώντας μες από τοίχο. Δεν “καταδέχονταν” να σουτάρουν απέξω ας πούμε, για να σπάσουν τον τοίχο. Αλλ’ αυτό είναι κάτι δικό τους.

Το δικό μας είναι ότι (μετά το πέναλτι, μετά την επανάληψη της εκτέλεσης, μετά από μία κόκκινη κάρτα που αν με ρωτάτε…δεν ήταν καν φάουλ, κι όμως) δεν χάθηκε ο έλεγχος ούτε για μια στιγμή. Δεν χάθηκε, η συνοχή του μπλοκ. Δεν χάθηκε, το μυαλό. Δεν χάθηκαν, αυγά και πασχάλια. Δεν χάθηκε, αυτό που είχε χαθεί στη Στοκχόλμη. Ο αυτοέλεγχος των συναισθημάτων. Η πρόοδος, είναι αυτό.

Ο Ματέου Λαόθ υπήρξε διαιτητάρα. Εδώ και τουλάχιστον ένα χρόνο, είχε πάψει να συναισθάνεται πως λύτρωσή του θα ήταν η ποδοσφαιρική ευθανασία του. Εμφανέστατα, ξεκούτιανε. Ο Ματέου Λαόθ όμως, δεν μας ενδιαφέρει. Μας ενδιαφέρει, η πολιτεία των ποδοσφαιριστών μας έναντι του Ματέου Λαόθ. Μια φυσιολογική διαμαρτυρία, σε υψηλό επαγγελματικό επίπεδο συμπεριφοράς. Μια συνολική σοβαρότητα, στην όλη διαχείριση. Ανασύνταξη, άμεσος επανασχεδιασμός, προσαρμογή στα έκτακτα δεδομένα, σκληράδα. Οση για να είναι η ομάδα ως το εκατόν-τόσο λεπτό, θεωρητικά σε απόσταση μιας φάσης από το να κλέψει αποτέλεσμα.

Αυτό σημαίνει, διαφορά στο μετά. Το γκρουπ ωριμάζει. Αυτό για το οποίο πάντοτε υπερθεμάτιζα, ας τους δώσουμε τον χρόνο να μεγαλώσουν. Από το κλαψούρισμα της πρώτης φοράς, όχι να μη ξανακάνεις στραβή (πάντοτε θα κάνεις) αλλά να φεύγεις από το γήπεδο με το κεφάλι ψηλά στην επόμενη στραβή. Ο Χατζηδιάκος στο Ολίμπικο, έγραψε την παρθενική συμμετοχή του. Πλέον, τρία χρόνια…και δύο αποβολές αργότερα, καταγράφει 27 συμμετοχές. Η Στοκχόλμη ήταν η μόλις τέταρτη συμμετοχή του Μαυροπάνου, σε παιγνίδι διοργάνωσης. Σήμερα, οι συμμετοχές του στην Εθνική είναι 19. Δεν πέφτεις μια νύχτα για ύπνο ανώριμος, και ξυπνάς την άλλη μέρα το πρωί ώριμος. Δεν λειτουργεί έτσι. Θέλει χρόνο. Αγώνες. Αποτυχίες.

Επί της αρχής μιλώντας, δεν είναι γόνιμο στο ποδόσφαιρο να αλλάζει η ομάδα σχηματισμό και τρόπο παιγνιδιού ανάλογα με τον αντίπαλο. Επί της ουσίας μιλώντας, είναι αποδεκτό εάν πρόκειται για δύο-τρεις, άντε πέντε, αντίπαλους σε ολόκληρο τον κόσμο. Η Γαλλία σίγουρα, είναι ένας από αυτούς. Οχι τους πέντε. Τους δύο-τρεις. Οπως και να το δούμε, είναι κάτι το ξεχωριστό. Στις διακοπές τους αυτές τις μέρες, οι Ελληνες διεθνείς δεν θα έχουν διαφυγή από την αναπόφευκτη ερώτηση οικείων προσώπων “πώς ήταν η φάση με τον Μ’Μπαπέ”. Το φθινόπωρο κανείς δεν θα τους ρωτήσει “πώς ήταν η φάση με τον Ντεπάι”.

Οπότε, από το εδραιωμένο 4-3-3, στο 4-4-1-1. ‘Η, αν θέλετε, 4-2-3-1. Η πραγματικότητα είναι, ότι η Εθνική δεν ήταν όσο καλή μπορεί να μας φάνηκε ότι ήταν. Αμυνόταν πολύ χαμηλά, περίπου σαν ποντίκι εναντίον γάτας, στις δέκα πάσες οι εννέα ήταν πίσω και η μία μπροστά, το “να επιτεθούμε εκτός από το να αμυνθούμε” μια κουβέντα (του Πογέτ πριν τον αγώνα) ήταν. Ρεαλιστικά, “δεν περάσαμε ούτε απέξω” αν μιλήσουμε για το γκολ. Και το να κρατούσαμε μηδέν-μηδέν εκεί μέσα από το 1′ ως το 101’, ακούγεται ό,τι πιο κοντινό στην ουτοπία.

Οι διεθνείς, δεν ήταν θαρραλέοι. Αναθαρρούσαν, φάση-φάση. Να, μια φορά ο Γιακουμάκης υπερασπίστηκε καλά τη μπάλα “με πλάτη” και όλη η ομάδα ανέβηκε συγχρονισμένα ώσπου πήραμε κόρνερ. Να, μια φορά έβγαλαν ωραία τη συνεργασία Μπάλντοκ/Μασούρας και φτάσαμε στο τελείωμα του Μπακασέτα. Να, μια φορά ο Μάνταλος κέρδισε ένα υποσχόμενο φάουλ από τον Τσουαμενί. Να, μια δεύτερη φορά ξαναέβγαλαν ωραία τη συνεργασία Μπάλντοκ/Μασούρας…και φάγαμε τη μετάβαση της αποβολής του Μαυροπάνου!

Για μένα, η ωραιότερη στιγμή στον αγώνα ήταν όταν ο προπονητής αποφάσισε, στα μέσα του β’ ημιχρόνου, η ομάδα να παίξει αυτό που παίζει. Τέσσερα-τρία-τρία. Γι’ αυτό ήταν και το τέλειο σπάσιμο, η αποβολή. Η ομάδα πρόλαβε να παίξει 4-3-3, ίσαμε τρία λεπτά! Επειτα, ήλθαν οι ειδικές καταστάσεις (3-4-2 σε φάση κατοχής, 5-3-1 σε φάση άμυνας).

Το μεγάλο εκτός έδρας αποτέλεσμα δεν βγήκε, και δεν πειράζει που δεν βγήκε. Δεν οδηγεί πάντοτε, το ένα μεγάλο αποτέλεσμα, σε πρόκριση. Το 1-1 στη Δυτική Γερμανία, δεν μας πήγε στο EURO 1976. Το 1-1 στο Ρότερνταμ, δεν μας πήγε στο EURO 1988. Το 1-1 στις Βρυξέλλες, δεν μας πήγε στο Παγκόσμιο Κύπελλο 2018. Το 1-1 στη Γρανάδα, δεν μας πήγε στο EURO 2020.

Τέτοια αποτελέσματα στις μέρες μας, πιο πολύ μετράνε για το ranking που είναι ένας άλλος, παράλληλος, ανελέητος ανήφορος (τόσον καιρό με τον Πογέτ, με 8-2-4 ρεκόρ, η Ελλάδα ανέβηκε από το 55…μετά βίας στο 52 του κόσμου). Για προκρίσεις, πρωτίστως μετράνε τα head-to-head. Η ομάδα θα πάει γι’ αυτό, 7 Σεπτεμβρίου στην Ολλανδία. Είναι το πρώτο παιγνίδι επί Πογέτ, που δεν θα ‘ναι δίδυμο στους στόπερ Μαυροπάνος/Χατζηδιάκος.

Και δεν ακούγεται ούτε άχνα πια, παρά ταύτα, για Παπασταθόπουλο/Μανωλά! Μια ισχυρή ένδειξη ότι απεγκλωβιστήκαμε, μάλλον οριστικά, από το χθες ώστε να καταστεί εφικτό το να φύγουμε προς το αύριο.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This