Επιλογή Σελίδας

Του Γιάννη Σερέτη
Ηταν ούτως ή άλλως συμπαθής (τουλάχιστον) ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς στο ευρύ κοινό από τη θητεία του στον Παναθηναϊκό. Kαι ως προπονητής και ως προσωπικότητα. Η πρόσληψή του στην Εθνική Ελλάδας φάνηκε σε όλους, ανεξαρτήτως προτίμησης, κάτι απολύτως λογικό. Και τα αποτελέσματα του πρώτου κύκλου του στο Nations League απέδειξαν ότι… όλοι είχαμε δίκιο. Και μπράβο μας!

Ο Γιοβάνοβιτς έχει πολλές τύχες αυτή την περίοδο στην Εθνική ομάδα και δεν εννοούμε ότι – επί παραδείγματι – ο ρέφερι δεν κλήθηκε από τον VAR στην ανατροπή του Μαντουέκε από τον Ρότα στο τελευταίο λεπτό του ιστορικού αγώνα στο Γουέμπλεϊ. Μια από αυτές τις τύχες, ίσως η σημαντικότερη, είναι ότι έχει να διαχειριστεί παιδιά τα οποία τουλάχιστον στην Εθνική ομάδα, βάζουν την ομάδα πάνω από τον εαυτό τους. Παιδιά τα οποία ακόμα κι αν πικραθούν από κάποιες αποφάσεις του, δεν θα δημιουργήσουν πρόβλημα. Και παιδιά τα οποία είναι σοβαροί αθλητές και προσπαθούν για το καλύτερο όσο κι αν παίζουν στις ομάδες τους. Κάποιοι είναι «βασικοί». Κάποιοι άλλοι είναι συνήθως στον πάγκο. Ομως όλοι όταν πάνε στην εθνική ομάδα, «σβήνουν» ό,τι συμβαίνει στo σύλλογό τους. Αλλο το status στην Εθνική Ελλάδας, άλλο στο club τους. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι – αν όχι όλοι – κατάφεραν σ’ αυτή τη σειρά έξι αγώνων του Nations League να πιάσουν απόδοση ακόμα και σε υψηλότερα στάνταρντς από τα αντίστοιχα στους συλλόγους τους!

Κάπου εδώ, κι ενώ η κουβέντα για τους περισσότερους (των άκρων) έχει πάει… ήδη στο Μουντιάλ της Αμερικής, στον Κωστούλα και τον Τζίμα οι οποίοι ακόμα δεν έχουν κάνει καν ντεμπούτο με τους «άνδρες», αξίζει να βάλουμε μια άνω τελεία. Να γυρίσουμε το χρόνο λίγο πίσω. Οχι πολύ, δυο – τρία χρόνια πίσω… Οταν ο ίδιος ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς προσπαθούσε να κάνει… κανονικό σέντερ φορ τον 24χρονο Φώτη Ιωαννίδη, τον οποίο ο Λάζλο Μπόλονι χρησιμοποιούσε κυρίως ως εξτρέμ.

Οταν ο Ραζβάν Λουτσέσκου έπαιρνε τεράστια ρίσκα χρησιμοποιώντας ως βασικό στόπερ τον 21χρονο σήμερα, Κωνσταντίνο Κουλιεράκη, ο οποίος τα πήρε γρήγορα τα γράμματα και πέρυσι «εκτοξεύτηκε» σε όλους τους τομείς. Οταν ο Ματίας Αλμέιδα έβαζε σε 20 ματς βασικό τον Λάζαρο Ρότα τη χρονιά που η Ενωση είχε αποκτήσει τον Τζιμπρίλ Σιντιμπέ που είχε πλασαριστεί από τα media ως «παγκόσμιος πρωταθλητής», επειδή είχε παίξει σε ένα ματς του Μουντιάλ του 2018 (το τρίτο, «αδιάφορο», με τη Δανία) για να δώσει ανάσες στον Παβάρ. Οταν ο Αμπέλ Φερέιρα και εν συνεχεία ο Πάμπλο Γκαρσία έβαζαν βασικό τον 18χρονο Χρήστο Τζόλη, ο οποίος… πρόλαβε να κάνει μόλις μιάμιση σεζόν στον ΠΑΟΚ προτού πωληθεί αντί 11 εκατ. Ευρώ στη Νόριτς.

Σε όλους αυτούς τους προπονητές που εργάστηκαν καθημερινά μ’ αυτούς τους παίκτες αξίζει ένα “μπράβο”, προτού φτάσουμε στον Σωτήρη Συλαϊδόπουλο και τον Χοσέ Λουίς Μεντιλίμπαρ. Εμφανής η δουλειά στον «εγκεφαλικό» Μουζακίτη και στο «τανκ» Κωστούλα, ακόμα πιο εμφανής όμως η ραγδαία βελτίωση των τεσσάρων προαναφερόμενων παικτών. Για όσους νομίζουν ότι ήταν εύκολο… δεν ήταν καθόλου! Ποιος δεν θυμάται τις «γκέλες» του Κουλιεράκη; Τις γκάφες του Ρότα; Τα κοντρόλ του Ιωαννίδη; Οποιος δεν τα θυμάται, αρκεί να παρακολουθήσει highlights από εκείνες τις σεζόν.

Οι δυο από τους τέσσερις που ωρίμασαν καταπληκτικά μέσα σε δυο – τρεις σεζόν, παίζουν ήδη στο εξωτερικό. Πιθανώς σύντομα να τους ακολουθήσει ο Ρότα – δύσκολο να πεις “όχι” στην Premier League, ειδικά όταν το club δείχνει «ανοιχτό» στο σωστό και συμφέρον για το σύλλογο πάρε – δώσε. Για τον Φώτη το χέρι μας στη φωτιά δεν το βάζουμε εφόσον δεν πωλήθηκε το προηγούμενο καλοκαίρι όταν τον ήθελαν τρεις ομάδες της Premier League και ο Νο 1 ανερχόμενος προπονητής της Ευρώπης που αρνήθηκε τη Λίβερπουλ όχι όμως και τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

Αποψή μας είναι ότι μέσα και από τα μεγάλα παιχνίδια της Εθνικής Ελλάδας, όπως με τη Γαλλία, την Ολλανδία, την Αγγλία, ο Ελληνας παίκτης μόνο να βελτιωθεί μπορεί. Αντιμετωπίζοντας παίκτες σε υψηλότερο επίπεδο – ανάλογα με το πρωτάθλημα στο οποίο συμμετέχει – μόνο να βελτιωθεί μπορεί. Αγωνιζόμενος μέχρι πέρυσι σε δέκα και εφέτος σε οκτώ κρίσιμα ντέρμπι των play offs, μόνο να βελτιωθεί μπορεί. Ο σύγχρονος Ελληνας παίκτης όταν συνεργάζεται με ικανούς επαγγελματίες, μπορεί να τα καταφέρει μια χαρά. Εχει αλλάξει η νοοτροπία του, λίγοι είναι πλέον εκείνοι που χάνουν το μυαλό τους. Αλλά ακόμα κι απ’ αυτούς, οι περισσότεροι το αντιλαμβάνονται γρήγορα και επανέρχονται στην πραγματικότητα.

Η εποχή του παίκτη – «βεντέτα», όταν όλοι τους βλέπουν τι κάνουν ο Μόντριτς, ο Κριστιάνο, ο Μέσι, ο Μπενζεμά και από την άλλη πώς εξελίσσεται η καριέρα τύπων σαν τον Ντέλε Αλι, τον Αντονι, τον Λίνγκαρντ και τον Γιόβιτς, έχει τελειώσει…

Πηγή: Gazzetta