Επιλογή Σελίδας

Του Βασίλη Σαμπράκου

Το φινάλε της σεζόν, για το ελληνικό ποδόσφαιρο, ήταν μια ωδή προς τον προπονητή. Η ομάδα που πέτυχε την απόλυτη υπέρβαση, με την κατάκτηση του Conference League, ήταν ένα γκρουπ ποδοσφαιριστών που είδε τη δυναμική του να αλλάζει θεαματικά χάρη στην επίδραση που είχε πάνω της ένας προπονητής – ο Χοσέ Λουίς Μεντιλίμπαρ. Η ομάδα που κατέκτησε το πρωτάθλημα στη Superleague είναι ένα γκρουπ ποδοσφαιριστών πολύ συνδεδεμένων, και συναισθηματικά, με τον προπονητή Ραζβάν Λουτσέσκου. Αυτή η σύνδεση ήταν η βάση για να χτίσει πάνω της ο Ρουμάνος μια ομάδα που αποδείχθηκε πολλές φορές πολύ δυνατή πνευματικά και ψυχικά – μια ομάδα με την ικανότητα να “σηκώνεται” κάθε φορά που βρισκόταν στα σχοινιά.

Η ομάδα που έκανε την μεγαλύτερη υπέρβαση στο ελληνικό πρωτάθλημα ήταν η Λαμία – ένα γκρουπ ποδοσφαιριστών που, ασυνήθιστα για τον σύλλογο, καθοδηγήθηκε καθόλη την διάρκεια της σεζόν από έναν προπονητή – τον Λεωνίδα Βόκολο, ο οποίος κατάφερε να της αλλάξει τη νοοτροπία, να την μάθει να μην αρκείται στην παραμονή στην κατηγορία, να μην ησυχάζει, να ζητά περισσότερα από τον εαυτό της και κάπως έτσι, με υπερβατική σκέψη, να ζητήσει την παρουσία της στα Play Off.

Η ομάδα που κατέκτησε το Κύπελλο είναι ένα γκρουπ ποδοσφαιριστών που είχαν χάσει τον δρόμο τους, αγωνιστικά και ψυχοπνευματικά, προτού ξανασυναντηθούν με έναν προπονητή που επανέφερε τις ρουτίνες μιας επιτυχημένης μεθόδου και τους βοήθησε έτσι να σώσουν την χρονιά και να δώσουν στον Παναθηναϊκό ένα τρόπαιο και – κυρίως αυτό – ένα ευρωπαϊκό εισιτήριο. Δεν υπάρχει ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού που να μη σχολιάζει ότι αν δεν είχε αντικατασταθεί ο Φατίχ Τερίμ από τον Χρήστο Κόντη θα ήταν πολύ λιγότερες οι πιθανότητες να σωθεί η χρονιά επειδή κανένας δεν πίστευε.

Μια ελληνική ομάδα που κατέκτησε το UEFA Youth League, δηλαδή το Champions League των Νέων, ήταν ένα γκρουπ ποδοσφαιριστών που καθοδηγήθηκε από έναν προπονητή, ο οποίος αφενός οδήγησε το σύνολό του σε υπερβάσεις στο πνευματικό και το ψυχολογικό κομμάτι, και αφετέρου παρουσίασε δουλειά στην τακτική εφάμιλη ή και καλύτερη αρκετών ευρωπαϊκών ομάδων αντίστοιχων ηλικιών. Σε κάθε του παιχνίδι ο Ολυμπιακός του Σωτήρη Συλαϊδόπουλου ήταν μια ομάδα “του προπονητή”.

Στο κορυφαίο του επίπεδο, το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν σέβεται τον προπονητή. Ο σεβασμός και η αναγνώριση του έργου αποτελούν την εξαίρεση και όχι τον κανόνα στην συμπεριφορά του. Ακόμη και στην διάρκεια της τρέχουσας σεζόν κυκλοφόρησαν στην Superleague ομάδες των οποίων οι διοικήσεις συμπεριφέρονταν απαξιωτικά στους προπονητές – και ειδικά στους Έλληνες. Κυκλοφορούσαν ομάδες ανθρώπων που είχαν χαστουκίσει τον προπονητή τους, ομάδες που “έθαβαν” τον προπονητή τους στα media, ομάδες με διοικήσεις που επέβαλαν στον προπονητή με άμεσο ή έμεσο τρόπο το ποιος θα παίξει και πόσο στα παιχνίδια. Και φυσικά έχουν υπάρξει και ακόμη χειρότερες φήμες σχετικά με τη συμπεριφορά μιας διοίκησης προς έναν προπονητή, που δεν μπορώ καν να τις αναφέρω διότι θα προκαλούσαν, θεωρητικά, την παρέμβαση εισαγγελέα.

Θα ήθελα να κάνω την ευχή τα θετικά παραδείγματα να επηρεάσουν την νοοτροπία και να οδηγήσουν στην απομόνωση αυτούς που συμπεριφέρονται με ασέβεια, αυτούς που απαξιώνουν τον ίδιο τον προπονητή τους, αυτούς που απολύουν προπονητές σαν να είναι “σκουπίδια” και αναλώσιμοι άνθρωποι, αυτούς που χρησιμοποιούν τους προπονητές σαν ενεργούμενα. Το ελληνικό ποδόσφαιρο όμως έχει αποδείξει ότι οι ευχές δεν πιάνουν. Άρα η μόνη σκοπιμότητα για να επικοινωνήσω τις διαπιστώσεις μου είναι το κουράγιο που δίνουν, ειδικά στον Έλληνα προπονητή, ιστορίες σαν αυτές που έγραψαν φέτος ο Συλαϊδόπουλος, ο Βόκολος, ο Κόντης, ή και ο Γιάννης Πετράκης στο Αγρίνιο, όπως φυσικά και η έμπνευση που δίνουν οι ιστορίες των ξένων, και μάλιστα όχι μόνο αυτών που κατέκτησαν τίτλους αλλά και αυτών που άκουγαν επευφημίες μέχρι την τελευταία στιγμή παρόλο που δεν κατέκτησαν τίτλο, όπως ο Ματίας Αλμέιδα, ή ο Πάμπλο Γκαρσία στις Σέρρες. Διότι αν το κοιτάξεις από αυτή τη γωνία, είναι σπουδαίο που πρωταγωνιστές σε όλες τις καλές ιστορίες που γέννησε φέτος το ελληνικό ποδόσφαιρο ήταν προπονητές και όχι παράγοντες.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This