Επιλογή Σελίδας

Του Νίκου Κωνσταντόπουλου

Πριν από τον παλαιστή με τη δύναμη αρκούδας, ήταν η… αρκούδα. Μπορεί ο σύγχρονος φίλαθλος να έχει ταυτίσει την πάλη με τον Ρώσο, Αλεξάντερ Καρέλιν, αλλά πριν από αυτόν υπήρχε άλλος παλαιστής, που είχε πάρει τρία χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια σε ισάριθμες διοργανώσεις.

Ηταν η… Αρκούδα. Κυριολεκτικά αυτό σημαίνει στα ρωσικά, αλλά και στα λευκορωσικά, το επώνυμο του Αλεξάντερ Μεντβέντ (προφέρεται Μιντσβιέτς, εμείς θα τον αναφέρουμε Μεντβέντ, διότι έτσι έγινε γνωστός στον κόσμο). Οχι Αρκούδος. Αρκούδα. Σοβιετικός, Λευκορώσος τώρα, δασοφύλακας, αρχικά, στο επάγγελμα (ίσως γι’ αυτό έχει ως χόμπι του το κυνήγι), γεννημένος στην… Ουκρανία στις 16 Σεπτεμβρίου του 1937, θεωρείται ως ο κορυφαίος παλαιστής της ελευθέρας όλων των εποχών. Μάλιστα, ως τέτοιον τον έχει αναγορεύσει η Διεθνής Ομοσπονδία.

Δασοφύλακας ήταν και ο πατέρας του. Ο μικρός Αλεξάντερ συχνά περπατούσε χιλιόμετρα μαζί του και απέκτησε καλή φυσική κατάσταση και δύναμη. Πριν ν’ ασχοληθεί με την πάλη, είχε δοκιμάσει τις δυνατότητές του σε διάφορα αθλήματα (ποδόσφαιρο, μπάσκετ, κολύμβηση, στίβο) και σε όλα κατόρθωνε να ξεχωρίζει, καθότι ήταν ψηλός και δυνατός. Αλλά τον κέρδισε η πάλη, που του πρόσφερε παγκόσμια φήμη κι αναγνώριση.

Ο Μεντβέντ είναι από τους γνωστότερους αθλητές της πατρίδας του και εξακολουθεί να εμπνέει πολλούς νέους.

«Ο ήρωάς μου είναι ο Αλεξάντερ Μεντβέντ. Κατά την άποψή μου, είναι υπερηφάνεια, όχι μόνο για τη Λευκορωσία, αλλά για όλο τον κόσμο. Οι άνθρωποι σε όλον τον κόσμο, πρέπει να μάθουν τι είναι η πραγματική δύναμη», γράφει στο Διαδίκτυο ο Ρομάν από τη Λευκορωσία.

Και ένας άλλος Λευκορώσος, ο Μιχαΐλ, σχολιάζει:

«Ο Αλεξάντερ Μεντβέντ δεν έγινε μεγάλος παλαιστής μόνο λόγω των πολλών ικανοτήτων του, αλλά και εξαιτίας του υπέροχου χαρακτήρα του, της φιλοπονίας του και της σεμνότητάς του.

Η φήμη του, πρόσφερε φήμη στη Λευκορωσία. Πιστεύω πως ο Μεντβέντ είναι ένα καλό παράδειγμα για ν’ ακολουθήσουν οι νέοι. Ο Μεντβέντ είναι αξιοσημείωτο παράδειγμα ανθρώπου, που έκανε το καλύτερο για να παρουσιάσει τις ανθρώπινες δυνατότητες και στον φυσικό (σωματικό) και στον πνευματικό τομέα».

Τον Μεντβέντ δεν τίμησαν μόνο οι συμπατριώτες του και διεθνείς οργανισμοί.

Μια ειδική έκθεση γι’ αυτόν πραγματοποιήθηκε προ ετών στο «Hall of Wrestling Glory» (Αίθουσα της Δόξας της Πάλης) της Οκλαχόμα (ΗΠΑ). Είναι γνωστή η αγάπη των Αμερικανών για την πάλη, ειδικά δε, για την ελευθέρα.

Παρότι οι παλαιστές θεωρούνται από πολύ κόσμο άξεστοι, ο Μεντβέντ έκανε εξαιρετική επιστημονική καριέρα, ενώ λατρεύει την κλασική μουσική.

Ο γιος του, Αλεξέι έγινε διεθνής παλαιστής, χωρίς, όμως, να φτάσει στο επίπεδο του πατέρα του, ο οποίος τον προπονούσε.

Αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής Ελπίδων το 1987, ενώ σε επίπεδο ανδρών η καλύτερη θέση του ήταν η 5η στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του 1993.

Ο Αλεξάντερ Μεντβέντ ως προπονητής τα κατάφερε καλύτερα με άλλους παλαιστές. Ανέδειξε αθλητές, που πήραν Ολυμπιακά μετάλλια (Σεργκέι Σμαλ 2ος το 1992, Βουγκάρ Ορούζντοφ 3ος το 1992) και έγιναν πρωταθλητές κόσμου (ο Σμαλ και ο Ορούζντοφ το 1994) ή Ευρώπης (Α. Σάμπα, Β. Γεβλόγεφ), ενώ άλλοι διακρίθηκαν σε παγκόσμια και ευρωπαϊκά πρωταθλήματα εφήβων.

«Βρήκα τον επόμενο ολυμπιονίκη της ΕΣΣΔ»

Ο Μεντβέντ κατέκτησε τρία χρυσά Ολυμπιακά μετάλλια, επτά παγκόσμια και τρία ευρωπαϊκά. Ποιος ξέρει, όμως, πόσα ακόμη θα είχε πάρει αν δεν είχε αρχίσει ν’ επιδίδεται στην πάλη στα 19 του; Οπως μας είπε ο αρθρογράφος και φίλος του, Ηλίας Μπαζίνας, όταν ο νεαρός Αλεξάντερ παρουσιάστηκε το 1956 στον σοβιετικό στρατό για τη θητεία του, ο διοικητής του, ο Κοτσεγκούπ, που υπήρξε πολύ καλός παλαιστής, τον είδε ψηλό (1,90μ.) και δεμένο και του είπε «έλα να σου μάθω πάλη, για να κάνω λίγη προπόνηση». Ο Αλεξάντερ ήταν χαρισματικός άνθρωπος και εξαίρετος μαθητής. Μόλις έμαθε να παλεύει, την πρώτη φορά που πάλεψαν κανονικά, τον «έβαλε πλάτη». Αμέσως ο Κοτσεγκούπ ειδοποίησε τις αρμόδιες αρχές πως έχει στη μονάδα του τον επόμενο Ολυμπιονίκη.

Από το 1962 έως και το 1972 μόνο μία φορά έχασε παγκόσμιο ή Ολυμπιακό τίτλο, το 1965, οπότε κατετάγη 2ος στον κόσμο, με διαφορά σημείων (σα να λέμε με διαφορά τερμάτων στο ποδόσφαιρο) από τον Τούρκο, Αχμέτ Αγίκ.

Αυτό που εντυπωσίαζε στον Μεντβέντ, ήταν ότι σπανίως το βάρος του ξεπερνούσε τα 105 κιλά και ενίοτε αντιμετώπιζε παλαιστές ακόμη και 60κ. βαρύτερους. Η τεχνική, οι επιτήδειες και γρήγορες επιθέσεις του και ο τρόπος με τον οποίον ξέφευγε από τις λαβές των αντιπάλων του, του επέτρεπε να νικά πολύ πιο σωματώδεις παλαιστές. Ιστορική έχει μείνει η νίκη του στους Ολυμπιακούς του 1972 επί του Αμερικανού, Κρις Τέιλορ, που ζύγιζε… 187κ. και πέθανε το 1979, στα 29 του. Μετά την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου τότε, ανακοίνωσε την αποχώρησή του, φιλώντας το ταπί.

Επειτα από τους Αγώνες του 1972, οι Αμερικανοί του πρότειναν να γίνει επαγγελματίας παλαιστής. Αρνήθηκε λέγοντας, «στις ΗΠΑ υπάρχουν πολλοί εκατομμυριούχοι, αλλά στην ΕΣΣΔ μόνο ένας Μεντβέντ». Οι παλαιστές εκτιμώντο ιδιαίτερα στην ΕΣΣΔ. Ιδιαίτερα αθλητές του επιπέδου του Μεντβέντ.

Πηγή: Καθημερινή