Επιλογή Σελίδας

Ο Λουίς Σουάρες πραγματοποιεί εξαιρετική σεζόν με τη φανέλα της Ατλέτικο Μαδρίτης και ο Δημοσθένης Γεωργακόπουλος θυμάται πέντε ποδοσφαιριστές, που η καριέρα τους είχε ανοδική πορεία μετά την αποχώρησή τους από την Μπαρτσελόνα.

Τιάγκο Αλκάνταρα
Ο Πεπ Γκουαρδιόλα αποτελεί τον ποδοσφαιρικό του πατέρα, καθώς ήταν εκείνος που αρχικά τον ανέβασε στην πρώτη ομάδα της Μπαρτσελόνα και στη συνέχεια τον πήρε μαζί του στην Μπάγερν. Η παρουσία των Τσάβι-Ινιέστα-Μπουσκέτς στη μεσαία γραμμή των «μπλαουγκράνα» δεν άφηνε περιθώρια για θέση βασικού στον Τιάγκο, παρά το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του. Ο Γκουαρδιόλα, όμως, τον πίστευε πολύ και το 2013 τον πήρε στο Μόναχο. Ο Ισπανός χαφ μπορεί να μη… χωρούσε στην Μπαρτσελόνα, όμως στους Βαυαρούς αποτέλεσε βαρόμετρο για μια επταετία. Μετά από πολλές επιτυχίες στη Γερμανία, με αποκορύφωμα την προ μηνών κατάκτηση του Champions League, ο Τιάγκο Αλκάνταρα πήρε μεταγραφή για τη Λίβερπουλ, όμως οι τραυματισμοί και ο κορονοϊός δεν τον έχουν αφήσει ακόμα να… φουλάρει τις μηχανές.

Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς
Ο σπουδαίος Σουηδός επιθετικός εξακολουθεί ακόμη και σήμερα, σχεδόν στα 40 του, να αποτελεί σημείο αναφοράς στη γραμμή κρούσης της Μίλαν. Κάτι που γινόταν σε όποια ομάδα κι αν αγωνίστηκε στην καριέρα του, εκτός από μία. Το 2009, ο Ιμπραΐμοβιτς έγινε «τράμπα» με τον Ετό και από την Ίντερ μετακόμισε στην Μπαρτσελόνα. Στο Καμπ Νου δεν «έδεσε» ποτέ με τη φιλοσοφία της ομάδας (παρά τα πολύ καλά νούμερά του) και – κυρίως – είχε κάκιστες σχέσεις με τον Πεπ Γκουαρδιόλα. Αυτός ήταν ο λόγος που αποχώρησε μετά από μόλις μία σεζόν στους Καταλανούς. Από τότε μέχρι σήμερα, για πάνω από μια δεκαετία, ο «Ίμπρα» συνεχίζει τις υψηλές πτήσεις, αγωνιζόμενος σε Μίλαν, Παρί Σεν Ζερμέν, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Λος Άντζελες Γκάλαξι.

Πέπε Ρέινα
Ακόμα και σήμερα στα 39 του δεν το βάζει κάτω αγωνιζόμενος στη Λάτσιο. Ο Ισπανός τερματοφύλακας ξεκίνησε την καριέρα του στις ακαδημίες της Μπαρτσελόνα και στα 18 του ανέβηκε εσπευσμένα στην πρώτη ομάδα, εξαιτίας των τραυματισμών των γκολκίπερ. Για δύο χρόνια είχε αρκετές συμμετοχές κάτω από την εστία των «μπλαουγκράνα», όμως το 2002 ο σύλλογος τον άφησε ελεύθερο. Η καριέρα του Ρέινα όχι μόνο δεν πήρε την κάτω βόλτα, αλλά ο ίδιος εκτόξευσε τις ποδοσφαιρικές μετοχές του στη Βιγιαρεάλ. Μετά από τρία χρόνια στο «κίτρινο υποβρύχιο», ο Ισπανός πορτιέρο πήρε μεταγραφή στη Λίβερπουλ, με την οποία έγραψε ιστορία. Ήταν βασικός για οκτώ χρόνια στο Άνφιλντ και αποτελεί έναν από τους Ισπανούς ρέκορντμαν συμμετοχών στην Premier League. Ακολούθησε η παρουσία του σε Νάπολι, Μπάγερν, Μίλαν, Άστον Βίλα και πλέον Λάτσιο.

Μαρκ Χιουζ
Προερχόμενος από την κορυφαία σεζόν της καριέρας του με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ο Ουαλός επιθετικός έκανε το μεγάλο άλμα, παίρνοντας μεταγραφή για την Μπαρτσελόνα, το καλοκαίρι του 1986. Ωστόσο, δεν μπόρεσε ποτέ να προσαρμοστεί στη νέα του ομάδα και μετά από μία απογοητευτική σεζόν, αποχώρησε από το Καμπ Νου. Αρχικά παραχωρήθηκε δανεικός στην Μπάγερν, όμως η «λύτρωση» για τον ίδιο ήρθε με την επιστροφή του στο Ολντ Τράφορντ, το 1988. Ο ίδιος βρήκε τον παλιό καλό εαυτό του στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, μετά την καταστροφική «παρένθεση» στην Μπαρτσελόνα. Ο Μαρκ Χιουζ αποτέλεσε παίκτη-κλειδί της ομάδας του Φέργκιουσον για μία επταετία, συμβάλλοντας καθοριστικά στην επιστροφή των «μπέμπηδων» στην κορυφή του αγγλικού ποδοσφαιρου.

Ντιέγκο Μαραντόνα
Η μεταγραφή του στην Μπαρτσελόνα, το καλοκαίρι του 1982, φαινόταν πως είχε όλα τα εχέγγυα προκειμένου να αλλάξει το χάρτη του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής του πλανήτη πήγαινε σε έναν από τους κορυφαίους συλλόγους παγκοσμίως, με μεταγραφικό ρεκόρ για την εποχή. Ωστόσο, η ιδιοσυγκρασία και η φιλοσοφία των δύο πλευρών απείχε έτη φωτός. Ο Μαραντόνα δεν ήταν ο άνθρωπος της… βολής, που του παρείχε ένας ποδοσφαιρικός κολοσσός, όπως η Μπαρτσελόνα. Ο αείμνηστος «Ντιεγκίτο» ήταν… κάτι άλλο. Προτιμούσε να είναι πάντα με την πλευρά του αδύναμου και όχι με αυτή του ισχυρού. Γι’ αυτό και το 1984 έφυγε από τη Βαρκελώνη και μετακόμισε στη «φτωχή» Νάπολη. Εκεί, έγινε… ένα με την πόλη και φυσικά μεγαλούργησε με τους «παρτενοπέι».

Πηγή: Gazzetta – Planet Football