Του Δημήτρη Σαμόλη
Η Ελλάδα πάλεψε για ένα «γλυκό φινάλε», αλλά αν και προηγήθηκε με τον Μασούρα ούτε αυτή τη φορά τα κατάφερε κόντρα στο Κόσοβο (1-1). Ξεκαθαρίζει άμεσα το θέμα Φαν’τ Σχιπ για να αρχίσει το… χτίσιμο της νέας εθνικής ομάδας.
Η Ελλάδα παρατάχθηκε με 3-5-2. Κάτω από τα γκολπόστ ήταν ο Βλαχοδήμος. Δεξιός μπακ χαφ ο Ανδρούτσος, αριστερός ο Τσιμίκας, ενώ η τριάδα των μετόπισθεν απαρτιζόταν από τους Γούτα, Τζαβέλλα και Χατζηδιάκο. Ο Μπουχαλάκης ελιχε ρόλο εξαριού και πιο μπροστά τους ως οκτάρια κινούνταν οι Μάνταλος – Πέλκας. Μασούρας – Δουβίκας ξεκίνησαν στην κορυφή.
Το Κόσοβο παρατάχθηκε με 4-4-1-1. Ο Μούριτς υπερασπίστηκε την εστία. Η άμυνα από δεξιά προς τα αριστερά συγκροτήθηκε από Βοϊβόντα, Ραχμάνι, Φαζιλτζί και Αλίτι και η μεσαία (από δεξιά προς αριστερά) από τους Ιντρίσι, Σχάλα, Λοσάι και Μπερίσα. Ο Ράσιτσα κινούνταν πίσω από τον Μουρίκι.
Πριν από μερικά βράδια ήταν η Ισπανία που κυριαρχούσε στο γήπεδο σε βάρος της Ελλάδας με συντριπτικό ποσοστό στην κατοχή μπάλας. Το βράδυ της Κυριακής (14/11) ήταν η ελληνική ομάδα που ντύθηκε «φούρια ρόχα» έχοντας 71% στην κατοχή μπάλας στο 26′ και 227 πάσες σε σχέση με τις 79 των Κοσοβάρων. Ο Μπουχαλάκης είχε δοκάρι στο 10′ με δεξί σουτ έξω από την περιοχή ύστερα από εξαιρετικό στρώσιμο της μπάλας από τον Ανδρούτσο. Οι διεθνείς δυσκολεύονταν να διασπάσουν την καλά οργανωμένη άμυνα των αντιπάλων τους, ενώ η τριάδα της άμυνας έπαιζε κοντά στη μεσαία γραμμή και επεδίωκε να περάσει κάθετες μπάλες. Η πρώτη φορά που επιτέθηκε κατά μέτωπο η «γαλανόλευκη» ήταν στο 28′ με το 1-2 των Μάνταλου – Μασούρα και το σκληρό φάουλ του Σχάλα στον πρώτο. Ο Τσιμίκας που ανέλαβε την εκτέλεση είδε τον Μούριτς να εκτινάσσεται και να διώχνει σε κόρνερ.
Μετά το 30′ ακολούθησαν διαδοχικές λανθασμένες μεταβιβάσεις εκ μέρους των Ελλήνων παικτών. Δυνατές, άστοχες πάσες και η καλή ευκαιρία με την κεφαλιά του Δουβίκα στο 33′ που πέρασε δίπλα από το αριστερό δοκάρι. Παρότι και ο Τσιμίκας έπαιρνε μπόλικες πάσες, η Ελλάδα έκανε επίθεση κυρίως από δεξιά. Ο Ανδρούτσος που κινήθηκε σαν άλλος δεξιός εξτρέμ ήταν εκ των κορυφαίων του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος και στο 41′ έκανε εξαιρετικό σπριντ για να κόψει την κόντρα επίθεση του Κοσόβου, η άμυνα του οποίου «τρυπήθηκε» τελικά στο 44′. Ήταν η στιγμή που η «γαλανόλευκη» τη βρήκε απροετοίμαστη και ο Μασούρας με καταπληκτική κεφαλιά από μπαλιά του Πέλκα, νίκησε για τον Μούριτς και έγραψε το 1-0. Ήταν το τρίτο γκολ του 27χρονου με την Εθνική στην 23η του συμμετοχή.
Ο Πρίμοζ Γκλίχα πέρασε στον αγώνα τον Ζεγκρόβα αντί του Λοσάι στο 46′. Ο νεοεισελθών πήγε δεξιά στη μεσαία γραμμή, ο Ιντρίσι αριστερά και ο Σχάλα είχε παρτενέρ στον άξονα τον Μπερίσα. Ο Μασούρας έφτασε πολύ κοντά στο 2-0 στο 53′, όταν έκανε πλασέ στην κίνηση από την εξαιρετική σέντρα του Τσιμίκα, αλλά η μπάλα πέρασε πάνω από το δοκάρι. Ο αριστερός μπακ της Λίβερπουλ έπαιρνε πολλές επιθετικές προσπάθειες, ο Μπουχαλάκης σχεδόν πάντα την πρώτη πάσα από την άμυνα, ενώ ο Μασούρας, όπως και στο πρώτο ημίχρονο, τραβιόταν δεξιά. Στο 60′ το σουτ του Πέλκα κατέληξε άουτ, το ίδιο εκείνο του Μάνταλου στο 65′, ενώ στο 67′ ούτε ο Τζόλης ούτε ο Μασούρας κατάφεραν να βάλουν τα πόδια στην πορεία της μπάλας από το γύρισμα του Τσιμίκα.
Η Ελλάδα συνέχιζε να έχει κατοχή και να ψάχνει το δεύτερο γκολ που θα τελείωνε το παιχνίδι και στο 74′ ο Μούριτς κράτησε το 1-0, όταν σταμάτησε δύσκολα το σουτ του Πέλκα. Η μπάλα τιμώρησε την Εθνική η οποία έχανε τη μία ευκαιρία μετά την άλλη σε σκηνικό που θύμισε το παιχνίδι της Πρίστινα. Στο 76′ ο Ζεγκρόβα πέρασε τη μπάλα στην πλάτη της άμυνας, σε σημείο που βρίσκονταν Γούτας – Χατζηδιάκος, και ο Ραχμάνι με προβολή έστειλε τη μπάλα στα δίχτυα (1-1).
Σα να μην έφτανε η ισοφάριση, οι Κοσοβάροι έφτασαν πολύ κοντά στην ανατροπή. Για καλή μας τύχη το σουτ του Μπερίσα στο 79′ πέρασε λίγο άουτ. Ο Φαν’τ Σχιπ άλλαξε τη διάταξη σε 4-4-2, αλλά οι φιλοξενούμενοι ήταν κίνδυνος – θάνατος στην κόντρα επίθεση. Ο Ζεγκρόβα κολλούσε τη μπάλα στα πόδια και προκαλούσε τεράστια προβλήματα στην ελληνική ομάδα. Είναι ενδεικτικό ότι στο 88′ τέσσερις διεθνείς βρέθηκαν στο έδαφος στην προσπάθειά τους να τον μαρκάρουν. Στο 89′ η κεφαλιά του Βοϊβόντα από πάσα του Ζεγκρόβα κατέληξε λίγο άουτ, ενώ η τελευταία μεγάλη ευκαιρία ανήκε στην Ελλάδα, με τον Μούριτς να αποκρούει σε κόρνερ το σουτ του Βρουσάι.
MVP: Ο Εντόν Ζεγκρόβα μπήκε στο 46′ και έκανε άνω κάτω την Ελλάδα, ειδικά μετά το 70′. Ο εξτρέμ της ελβετικής Βασιλείας ήταν εξαιρετικός, δύσκολα αντιμετωπιζόταν και δικαιωματικά παίρνει τον τίτλο του πολυτιμότερου, έχοντας και την ασίστ στην ισοφάριση του Κοσόβου.
Στο ύψος του: Ο Κώστας Τσιμίκας ανέβασε κατακόρυφα την απόδοσή του στο δεύτερο ημίχρονο και δημιούργησε τουλάχιστον τρεις ευκαιρίες για γκολ. Καμία από αυτές δεν αξιοποιήθηκαν.
Αδύναμος κρίκος: Ο Πέτρος Μάνταλος είχςε φιλότιμο και πάθος, αλλά όπως στον αγώνα με την Ισπανία, δεν κατάφερε να κάνει τη διαφορά μεσοεπιθετικά, δεν κατάφερε να μπει στα παπούσια του Μπακασέτα.
Η «γκάφα»: Ο τρόπος που αντέδρασε η ελληνική ομάδα στη φάση του 1-1. Ο στόπερ του Κοσόβου πετάχτηκε στην πλάτη των κεντρικών μας αμυντικών και εκτέλεσε τον Βλαχοδήμο.
Το «ταμείο» του αγώνα: Η Ελλάδα ολοκλήρωσε το παιχνίδι με 68% ποσοστό κατοχής μπάλας, με 16 συνολικές προσπάθειες για γκολ (οκτώ είχε το Κόσοβο), έκανε 728 πάσες (305 το Κόσοβο). Άλλο ένα ματς που το σύνολο του Φαν’τ Σχιπ έδειξε πως ξέρει να φτάνει σε τελικές, αλλά δεν ξέρει πώς να πάρει αποτέλεσμα. Κάποτε η Εθνική τέτοια παιχνίδια τα «καθάριζε», έστω με το ισχνό 1-0, αυτή όμως δεν το καταφέρνει.
Ελλάδα (Τζον Φαν’τ Σχιπ): Βλαχοδήμος, Ανδρούτσος, Χατζηδιάκος, Γούτας, Τζαβέλλας (80′ Παυλίδης), Τσιμίκας, Μπουχαλάκης, Μάνταλος, Πέλκας (80′ Βρουσάι), Μασούρας (86′ Λημνιός), Δουβίκας (66′ Τζόλης).
Κόσοβο (Πρίμοζ Γκλίχα): Μούριτς, Αλίτι, Σχάλα (70′ Χαλίμι), Φαζιλτζί, Ρασίτσα (80′ Σελμάνι), Ραχμάνι, Μπερίσα, Βοϊβόντα, Λοσάι (46′ Ζεγκρόβα), Μουρίκι, Ιντρίσι (86′ Καστράτι).
https://youtu.be/9mFGWhOJ8zI
Πηγή: Gazzetta