Του Δημοσθένη Γεωργακόπουλου
Δουλεύοντας για χρόνια στο χώρο των ΜΜΕ, ξέρω εκ των προτέρων ότι αυτό που κάνω δεν είναι καθόλου… εμπορικό. Στόχος όλων μας είναι πάντα να κάνουμε τη μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου να μας δει, να μας ακούσει, να μας διαβάσει. Εγώ θα πάω κάπως… αντισυμβατικά, όπως ακριβώς ήταν και ο μεγάλος Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα. Δε θα απευθυνθώ στο 95% του κοινού, που ήδη γνωρίζει ποιος ήταν ο Αργεντινός, αλλά σε αυτό το μικρό 5%, ώστε να μάθει και ο τελευταίος ποιος είναι ο λόγος που η είδηση του θανάτου του «Ντιεγκίτο» έγινε Νο1 παγκοσμίως. Γιατί ούτε στον ίδιο θα αρκούσε το 95%. Και ο ίδιος θα ήθελε το απόλυτο.
«Και ποιος ήταν ο Μαραντόνα για να γίνεται όλο αυτό; Ένας κορυφαίος ποδοσφαιριστής ήταν απλά» ή «σιγά μη στενοχωρηθούμε που πέθανε ένας ναρκομανής. Ήταν κακό παράδειγμα για τη νεολαία», ήταν κάποιες χαρακτηριστικές – ευτυχώς ελάχιστες – ατάκες που αλίευσα από το θαυμαστό κόσμο των social media και πραγματικά έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Δε θα σας παρακαλέσω να δείτε τι γίνεται αυτές τις ώρες σε Μπουένος Άιρες και Νάπολη, αλλά να μπείτε στον κόπο να διαβάσετε τις σκέψεις ενός ανθρώπου, που δε θεωρεί καν τον Αργεντινό, ως τον κορυφαίο όλων των εποχών στα γήπεδα. Γιατί εδώ δε θα μιλήσουμε για ποδόσφαιρο, αλλά για συναισθήματα. Που δέκα ζωές να ζήσει ο Μέσι (ο δικός μου κορυφαίος), δε θα καταφέρει να τα δημιουργήσει στον κόσμο, όπως έκανε ο Μαραντόνα σε 60 χρόνια.
Ας μπούμε κατευθείαν στο ψητό. Ο πλανήτης δε θρηνεί για την απώλεια ενός ποδοσφαιριστή. Ούτε καν την απώλεια του κορυφαίου ποδοσφαιριστή για πολλούς (άλλωστε, μέσα από τα βίντεο στο διαδίκτυο θα βλέπουμε για πάντα ποιος ήταν και τι έκανε εντός αγωνιστικών χώρων). Ο κόσμος θρηνεί κάτι παραπάνω από το ποδόσφαιρο. Θρηνεί όλα όσα του «ξυπνούσε» ο Μαραντόνα. Αυτό το «σκίρτημα» που ένιωθε στην καρδιά του, όταν ήταν παιδί ή έφηβος. Και ξέρετε, τα συναισθήματα σε αυτή την ηλικία δεν ξεχνιούνται ποτέ. Μένουν για πάντα χαραγμένα στην καρδιά μας. Όπως θα μείνει για πάντα ο «Ντιεγκίτο».
Όσοι μεγαλώσαμε στις αλάνες, παίζοντας ποδόσφαιρο σε χαλίκι, με ματωμένα γόνατα ή σκισμένες φόρμες, ο Μαραντόνα ήταν το είδωλό μας. Και ξέρετε γιατί; Όλα τα παιδιά ονειρεύονται να πάρουν μια φορά την μπάλα, να περάσουν όλη την αντίπαλη ομάδα και να βάλουν γκολ. ΟΛΑ. Όσοι έχετε μικρά παιδιά που παίζουν ποδόσφαιρο, την ίδια απάντηση θα σας δώσουν, αν τα ρωτήσετε. Και αυτός ο άτιμος τα είχε καταφέρει. Και γουρλώναμε τα μάτια, όταν το βλέπαμε. Θέλαμε και εμείς να γίνουμε σαν αυτόν κάποια στιγμή. Να βάλουμε αυτό το γκολ στο σχολείο, στην πλατεία, στην αλάνα. Και όλοι να γυρίσουν να μας κοιτάξουν με θαυμασμό. Και όποιος τα κατάφερνε, ήταν αυτομάτως ο «Μαραντόνα» της παρέας.
Τότε, ΦΥΣΙΚΑ και δεν ξέραμε τι έκανε μακριά από τα γήπεδα με τις εξαρτήσεις. Αλλά και να ξέραμε, θα άλλαζε κάτι; Τίποτα απολύτως. Ναι, ο Μαραντόνα ήταν το πρότυπο της εποχής του, αλλά – εδώ που τα λέμε – κανένα παιδί δε θα έπεφτε στα ναρκωτικά, επειδή ήταν εθισμένος ο Αργεντινός στην κοκαΐνη. Γιατί όλη η δουλειά γίνεται στο σπίτι. Ούτε ο ίδιος ο… Θεός δεν μπορεί να κάνει «παρεμβάσεις» σε αυτό. Και για να προλάβω τους διαφωνούντες, μήπως πάψατε να ακούτε τον αγαπημένο σας καλλιτέχνη, επειδή μπορεί να έκανε χρήση ναρκωτικών; Ή να απαγορεύσετε στο παιδί σας να τον ακούσει και εκείνο; Μεταξύ μας μιλάμε… ούτε μία στο εκατομμύριο. Δεν έκανε κακό σε κανέναν ο Μαραντόνα, παρά μόνο στον εαυτό του. Και, ναι, μπορεί να μην ήταν το τέλειο πρότυπο για τα παιδιά. Ήταν κάτι παραπάνω, όμως, ήταν ο Θεός τους.
«Μα, για ποδόσφαιρο δε θα γράψεις τίποτα;», ίσως είναι μια σκέψη που κάνουν κάποιοι, οι οποίοι έχουν μπει στον κόπο να διαβάσουν μέχρι εδώ. Εννοείται. Ξέρετε τι είναι να αφήνει κάποιος τα μεγαλεία και τις ανέσεις της Μπαρτσελόνα για να φορέσει τη φανέλα μιας μικρομεσαίας ιταλικής ομάδας, όπως η Νάπολι; Να φύγει από τον «κολοσσό» της Βαρκελώνης και να μετακομίσει στο φτωχό ιταλικό νότο τη δύσκολη δεκαετία του ‘80; Γιατί αυτό ήταν ο Ντιέγκο, έτσι ήταν η ιδιοσυγκρασία του. Δεν ήταν ο άνθρωπος της… βολής και της ασφάλειας. Ήταν πάντα με την πλευρά του «μικρού» που τα έβαζε με τους «μεγάλους». Κάτι σαν σούπερ ήρωας.
Φυσικά, το κείμενο αυτό δεν έχει καμία πρόθεση να κάνει την «αγιογραφία» του Μαραντόνα. Δεν το είχε ανάγκη ο ίδιος, εννοείται. Άλλωστε, όπως ήταν και το πιο πετυχημένο που διάβασα στα social media, «ο Μαραντόνα δε χρειαζόταν να είναι άγιος, για να γίνει Θεός». Και για να το πω ακόμα πιο απλοϊκά, απευθυνόμενος στις γυναίκες. Ο Ντιέγκο ήταν ο «αλήτης» που θέλετε να περάσετε μια νύχτα πάθους μαζί του και όχι το «καλό παιδί» που σας περνά αδιάφορος την επόμενη στιγμή…
Πηγή: Gazzetta