Του Γιώργου Χρονόπουλου
Γκαφατζής, «πεναλτάκιας», ασταθής, χιουμορίστας, καλτ, αμετανόητος οπαδός της Λιντς.
Αυτοί είναι μερικοί μόνο από τους χαρακτηρισμούς που συνόδεψαν την καριέρα του Ντέιβιντ Σίμαν.
Κανείς όμως δεν αμφισβητεί πόσο εμβληματική μορφή ήταν ο θρυλικός μακρυμάλλης γκολκίπερ που συνέδεσε το όνομά του με την Άρσεναλ, αλλά και την εθνική Αγγλίας για σχεδόν 15 χρόνια.
«Έντι, πώς σου φαίνεται τελικά ο Ντέιβιντ;»
Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1963 στο Ρόδεραμ της Αγγλίας, μία περιοχή που ανήκει στο δυτικό Γιόρκσαϊρ και Γιόρκσαϊρ σημαίνει… Λιντς Γιουνάιτεντ.
Αυτή ήταν η ομάδα που υποστήριζε ο Σίμαν από παιδί, με αυτή ονειρευόταν να αγωνιστεί και από εκεί, εξάλλου, άρχισε την καριέρα του.
«Υποστήριζα τη Λιντς από μικρό παιδί. Ακόμα την υποστηρίζω και κάθε Σάββατο κοιτάω με ποιον παίζει, αν νίκησε, τα πάντα. Όταν υπέγραψα με τη Λιντς ήμουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος στον κόσμο.
Ήμουν δεύτερος πίσω από τον Τζον Λούκιτς, ο οποίος με βοήθησε πολύ στα πρώτα μου βήματα στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, ενώ ήταν και εξαιρετικός άνθρωπος.
Φανταστείτε ότι ερχόταν με το αυτοκίνητό του και με έπαιρνε από το σπίτι μου στο Ρόδεραμ για να πάμε στην προπόνηση, ενώ καθόταν και μετά το τέλος της και δούλευε μαζί μου.
Ήταν πολύ σημαντικό για έναν έφηβο να έχει την καθοδήγηση ενός τερματοφύλακα σαν τον Τζον και του είμαι ευγνώμων για όσα έκανε», δήλωσε χρόνια αργότερα ο Σίμαν.
Η χαρά του μάλιστα ήταν ακόμα μεγαλύτερη, καθώς προπονητής των «παγωνιών» εκείνη την περίοδο ήταν ο παίκτης που θαύμαζε περισσότερο: ο Έντι Γκρέι.
Συνεπώς, η απογοήτευσή του ήταν τεράστια, όταν ο άνθρωπος που θαύμαζε περισσότερο αποφάσισε πως δεν είναι αρκετά καλός για να παίξει στην ομάδα.
«Ήμουν μόλις 19 ετών και το είδωλό μου, μόλις μου είχε πει ότι δεν με χρειάζεται στην ομάδα που αγαπούσα. Θυμάμαι ακόμα τα δάκρυα που έτρεχαν από τα μάτια μου. Αυτή ήταν η χειρότερη στιγμή μου ως ποδοσφαιριστής και το πιο σκληρό μάθημα που πήρα ποτέ.
Απλά πίστευαν ότι δεν ήμουν αρκετά καλός και δεν θα γινόμουν ποτέ αντάξιος της Λιντς. Αρκετά χρόνια αργότερα, όταν έπαιζα πια στην Άρσεναλ, τον συνάντησε η μητέρα μου σε μία παμπ και του είπε ‘Έντι πως σου φαίνεται τελικά ο Ντέιβιντ;’»
Ανταλλαγή με τον Λούκιτς!
Η συνέχεια περιλάμβανε «αγροτικό» στην Πιτέρμπορο και την Championship, ενώ στη συνέχεια βρέθηκε στην ΚΠΡ, όπου οι εμφανίσεις του τράβηξαν το βλέμμα του σερ Μπόμπι Ρόμπσον, ο οποίος τον κάλεσε στην εθνική Αγγλίας.
Έτσι χρίστηκε διεθνής για πρώτη φορά τον Νοέμβριο του 1988 σε ένα φιλικό ματς με τη Σαουδική Αραβία.
Η καριέρα του Ντέιβιντ Σίμαν είχε πάρει την… ανιούσα και το καλοκαίρι του 1990 η πρωταθλήτρια Άρσεναλ του θρυλικού προπονητή Τζορτζ Γκρέιαμ κατάφερε μετά από πολλές προσπάθειες να κάνει δικό της τον Άγγλο γκολκίπερ έναντι 1.300.000 λιρών, ποσό ρεκόρ για αγορά τερματοφύλακα στη Βρετανία εκείνη την εποχή.
Η ποιητική ειρωνεία της συγκεκριμένης μεταγραφής, αλλά και ο λόγος που καθυστέρησε, ήταν ότι η αρχική συμφωνία περιλάμβανε ως έμψυχο αντάλλαγμα έναν από τους πιο αγαπημένους παίκτες των οπαδών της Άρσεναλ εκείνη την εποχή που όμως δεν ήθελε να πάει στην ΚΠΡ.
Ο λόγος γίνεται για τον… Τζον Λούκιτς, τον μέντορα του Ντέιβιντ Σίμαν, ο οποίος είχε αποχωρήσει από τη Λιντς το 1983, αγωνιζόταν για επτά χρόνια στους «κανονιέρηδες» και, μάλιστα, είχε παίξει καθοριστικό ρόλο στο πρώτο πρωτάθλημα της ομάδας μετά από 18 χρόνια.
Εν τέλει γύρισε ως ελεύθερος στη Λιντς, ενώ ο Σίμαν υπέγραψε στην Άρσεναλ, σε μία περίοδο που ο Γκρέιαμ δήλωσε: «Ο Λούκιτς είναι ένας από τους καλύτερους τερματοφύλακες στην Αγγλία, αλλά ο Σίμαν είναι ο καλύτερος».
Η ΑΠΟΚΡΟΥΣΗ και η ΓΚΑΦΑ
Στην πρώτη χρονιά με την Άρσεναλ, ο Σίμαν επιβεβαίωσε τον Γκρέιαμ και με το παραπάνω, αφού δέχτηκε μόλις 18 γκολ αγωνιζόμενος και στα 38 παιχνίδια της ομάδας, ενώ στέφθηκε πρωταθλητής για πρώτη φορά στην καριέρα του.
Θα ακολουθούσαν άλλα δύο πρωταθλήματα (1997-98, 2001-02), τέσσερα Κύπελλα Αγγλίας (1993, 1998, 2002, 2003), ένα League Cup (1993), καθώς και ένα Κύπελλο Κυπελλούχων (1994).
Στον αγώνα της Άρσεναλ κόντρα στη Μίλγουολ για το League Cup της περιόδου 1992-93, το οποίο τελικά κατέκτησαν οι «κανονιέρηδες», ήταν που άρχισε να δημιουργεί τον μύθο του ως σπεσιαλίστας στις αποκρούσεις πέναλτι, καθώς χάρισε στην ομάδα του την πρόκριση, αποκρούοντας τις εκτελέσεις των Μάλκολμ Άλεν, Τζον Γκούντμαν και Κόλιν Κούπερ.
«Ο Μπομπ Γουίλσον που δούλευα μαζί για πάνω από 10 χρόνια συνήθιζε να μου λέει μετά το πρωτάθλημα του 1991 ‘καλό το πρωτάθλημα, αλλά εγώ το 1971 πήρα με την Άρσεναλ το νταμπλ. Τώρα που θα τον συναντήσω θα του πω ‘Μπομπ νομίζω ότι σε ξεπέρασα τώρα που έκανα το νταμπλ-νταμπλ’», δήλωσε γελώντας ο Σίμαν μετά το δεύτερο νταμπλ του 2002 (σ.σ. προ τετραετίας το πρώτο).
Στην τελευταία του σεζόν στο «Χάιμπουρι» κατέκτησε το Κύπελλο Αγγλίας, πραγματοποιώντας στον ημιτελικό κόντρα στη Σέφιλντ Γιουνάιτεντ μία επέμβαση σε κεφαλιά του Πολ Πεσκισολίντο, που ο Πέτερ Σμάιχελ, εκτελών χρέη σχολιαστή στο BBC εκείνη την ημέρα, χαρακτήρισε ως την καλύτερη που έχει δει ποτέ στη ζωή του.
Η μοίρα, όμως, της θέσης του τερματοφύλακα είναι να στιγματίζεται κάποιος εκπρόσωπός της για πάντα στα μεγάλα λάθη που κάνει.
Λάθη όπως αυτό που έκανε ο Ντέιβιντ Σίμαν στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1995 κόντρα στη Ρεάλ Σαραγόσα στο «Παρκ ντε Πρενς» του Παρισιού.
Με το σκορ στο 1-1 και λίγα δευτερόλεπτα να απομένουν για το τέλος της παράτασης, όλα έδειχναν ότι ο νικητής θα κριθεί στη διαδικασία των πέναλτι, αλλά μία τραγική εκτίμηση του Άγγλου γκολκίπερ σε ένα σουτ που έκανε ο δεξιός εξτρέμ Ναΐμ από τα 40 μέτρα χάρισε τον τίτλο στους Ισπανούς.
Έγινε ποίημα, έγινε και ήρωας
Ήταν μία κακή στιγμή που προκάλεσε τον χλευασμό όλων των Άγγλων φιλάθλων, ενώ ο Βρετανός ποιητής, κωμικός και ραδιοφωνικός παραγωγός Μάρεϊ Λάχλαν Γιανγκ έγραψε μία σχετική μπαλάντα με τίτλο «Το ‘κρέμασμα’ του Ντέβιντ Σίμαν» για την εκπομπή «Η μοναξιά του τερματοφύλακα».
Οι στίχοι λίγο πολύ έλεγαν:
‘Ελάτε όλοι οι νέοι τερματοφύλακες να σας πω μία ιστορία
Για έναν τερματοφύλακα που οι ‘κανονιέρηδες’ αποκαλούσαν ‘Σίγουρα Χέρια’
Το όνομά του ήταν Ντέιβιντ Σίμαν
και ένα βράδυ στο Παρίσι, είδε την καριέρα του να τυλίγεται στις φλόγες’
Φυσικά είχαν όλοι ξεχάσει το γεγονός πως ο Σίμαν στον ημιτελικό με τη Σαμπντόρια είχε αγωνιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα με δύο σπασμένα πλευρά.
Όπως επίσης ότι στη διαδικασία των πέναλτι, όπου είχε οδηγηθεί το ματς, απέκρουσε κατά σειρά τα χτυπήματα των Σίνισα Μιχαΐλοβιτς, Βλάντιμιρ Γιούγκοβιτς και Ατίλιο Λομπάρντο, δίνοντας στην Άρσεναλ την πρόκριση για εκείνον τον μοιραίο τελικό.
Πέρασε δύσκολα, αλλά οι οπαδοί των «κανονιέρηδων» συνέχισαν να τον αγαπούν και ο Αρσέν Βενγκέρ που αντικατέστησε τον Τζορτζ Γκρέιαμ το καλοκαίρι του 1996, τον εμπιστεύτηκε καθώς ακόμα θεωρείτο ο καλύτερος τερματοφύλακας στη χώρα.
«Βγάλε με έξω, θα πνιγώ!»
Συνεπώς είχε φτάσει η ώρα να αγωνιστεί ως βασικός με την εθνική ομάδα σε μία μεγάλη διοργάνωση, το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα 1996, όπου ο Σίμαν ανακηρύχθηκε καλύτερος τερματοφύλακας της διοργάνωσης και μπήκε στις καρδιές όλων των Άγγλων φιλάθλων.
Αρχικά απέκρουσε το πέναλτι του Γκάρι Μακ Άλιστερ στο ντέρμπι με τη Σκωτία και στη συνέχεια εκείνο του Μιγκέλ Μιγκέλ Άνχελ Ναδάλ στην ψυχοφθόρα διαδικασία, όπου είχε οδηγηθεί ο προημιτελικός με την Ισπανία.
Ήταν η πρώτη και τελευταία, μέχρι το Παγκόσμιο Κύπελλο της Ρωσίας το 2018, φορά που τα «τρία λιοντάρια» νικούσαν στα πέναλτι και αυτό έγινε με τον Ντέιβιντ Σίμαν κάτω από τα δοκάρια.
Πριν από το συγκεκριμένο ματς ήταν που ο προπονητής της ομάδας Τέρι Βέναμπλς είπε στον Σίμαν να πάρει τον Πολ Γκασκόιν και να τον ηρεμήσει εν όψει του προημιτελικού, καθώς ήταν πολύ αγχωμένος.
«Πήγαμε για ψάρεμα σε μία λίμνη κοντά στο ξενοδοχείο που μέναμε με την ομάδα. Ο Πολ δεν είχε ξαναπάει για ψάρεμα, οπότε τίναξε πολύ δυνατά το καλάμι του, με αποτέλεσμα να βρεθεί στο νερό φωνάζοντας ‘βγάλε με έξω, θα πνιγώ!’ Τον έβγαλα με καθυστέρηση γιατί είχα πέσει στη βάρκα και γελούσα υστερικά», διηγήθηκε χρόνια αργότερα ο Σίμαν.
Το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1996, το οποίο έχει χαρακτηρίσει ως την καλύτερη στιγμή της καριέρας του, έδωσε στον Σίμαν και άλλη μία πρωτιά: αυτή της πιο παράξενης, αν όχι κακόγουστης, εμφάνισης τερματοφύλακα που έχει φορεθεί ποτέ.
Η πολύχρωμη εκείνη φανέλα αγοράστηκε πολλά χρόνια αργότερα από έναν φίλο της Άρσεναλ στο eBay και, μάλιστα, δήλωσε συγκινημένος που τη βρήκε καθώς την έψαχνε για μια δεκαετία…
Σε κάθε περίπτωση η διεθνής καριέρα του μακρυμάλλη τερματοφύλακα έμελλε να στιγματιστεί από άλλο ένα λάθος σε μία από τις τελευταίες του επίσημες συμμετοχές με την εθνική ομάδα.
Ήταν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002 και ο προημιτελικός με τη Βραζιλία, όταν ο νεαρός τότε Ροναλντίνιο… ντύθηκε Ναΐμ και εκτέλεσε τον Σίμαν από πολύ μακριά, με συνέπεια η Αγγλία να υποχρεωθεί σε έναν ακόμη οδυνηρό αποκλεισμό και εκείνος να ξεσπάσει σε κλάματα.
«Στάθηκε τυχερός και δεν πιστεύω ότι το ήθελε ή μπορεί και να το ήθελε, αλλά δεν νομίζω ότι το πέτυχε και ξανά. Άσε που είχαμε και χρόνο να ισοφαρίσουμε αλλά με ‘κρέμασε’ η υπόλοιπη ομάδα», δήλωσε χρόνια αργότερα αστειευόμενος ο Σίμαν.
Εν συνεχεία προσέθεσε: «Ήταν πολύ κακή στιγμή και σίγουρα μου κόστισε, αλλά αυτός είμαι. Αν δεν έκανα τέτοια λάθη, πιστεύω ότι δεν θα ήμουν ο εαυτός μου».
Διέθετε χιούμορ και αυτοσαρκασμό, όπως απέδειξε και το 2003 όταν κυκλοφόρησε DVD με τίτλο «Οι εφιάλτες του Ντέιβιντ Σίμαν», όπου παρουσίαζε τις χειρότερες φάσεις που μπορούσε να αντιμετωπίσει ένας τερματοφύλακας με πλάνα από δικές του κακές στιγμές!
Έπειτα από το τέλος της καριέρας του (σ.σ. το «κύκνειο άσμα» στη Μάντσεστερ Σίτι για μία σεζόν), ασχολήθηκε με την τηλεόραση, συμμετέχοντας σε διάφορα τηλεπαιχνίδια αλλά και στην παραγωγή ποδοσφαιρικών ντοκιμαντέρ.
Ασχολείται επίσης με φιλανθρωπικές δραστηριότητες, καθώς κάθε χρόνο διοργανώνει έρανο με όνομα «Σίγουρα Χέρια», όπως ήταν το παρατσούκλι του όταν αγωνιζόταν στην Άρσεναλ, ενώ το 2005 απέρριψε πρόταση της «L’Oréal» που τον ήθελε ως μοντέλο μαλλιών (σ.σ. το είχε κάνει ο Νταβίντ Ζινολά).
Ο Ντέιβιντ Σίμαν προτίμησε να κόψει τη διάσημη κοτσίδα του σε live τηλεοπτική μετάδοση, με στόχο να μαζευτούν 10.000 λίρες για το ίδρυμα κατά του καρκίνου που είχε ιδρύσει η γυναίκα του αποθανόντος από τη νόσο Μπόμπι Μουρ, ονόματι Στέφανι.
Αμέσως μετά το κούρεμα από τον διάσημο Άγγλο κομμωτή Τσαρλς Γουόρθινγκτον, ο βετεράνος τερματοφύλακας είπε: «Ουάου! Μου αρέσει. Νιώθω πιο ελαφρύς και μπορώ να αγγίξω ελεύθερα το σβέρκο μου πλέον».
Ο Ντέιβιντ Σίμαν ψηφίστηκε το 2008 μέσα στους 50 πιο σημαντικούς ποδοσφαιριστές στην ιστορία της Άρσεναλ. Ακόμα κι αν έκανε λάθη (ποιος δεν κάνει εξάλλου;) παραμένει όχι απλά ένας από τους καλύτερους τερματοφύλακες της δεκαετίας του 1990, αλλά και μία από τις πιο συμπαθείς φιγούρες που πάτησαν ποτέ στο χορτάρι.
Πηγή: Sport Retro