Επιλογή Σελίδας

Του Γιάννη Ζώιτου

Αν δεν υπήρχε ο Τζούλιους Έρβινγκ, δεν θα είχε υπάρξει ποτέ ο Μάικλ Τζόρνταν! Πρόκειται για την πιο ταιριαστή φράση απεικόνισης του μπασκετικού μεγαλείου του “Dr. J”. Για το ολόγραμμα του θρυλικού φόργουορντ, ο οποίος γεννήθηκε πριν από 69 χρόνια (22 Φεβρουαρίου 1950), Τετάρτη ήταν, στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης.

(Κι αν δεν υπήρχε ο Τζούλιους Έρβινγκ, δεν θα είχαμε την ευκαιρία να υμνούμε τον Μάικλ Τζόρνταν για την πλούσια κληρονομιά που άφησε στο μπάσκετ).

Ο πρώτος μεγάλος σταρ

Ο “Γιατρός”, προσωνύμιο που δεν άλλαξε απ’ όταν ήταν έφηβος, δεν ήταν είναι τυχαίος. Δεν ήταν είναι άλλη μία φυσιογνωμία στην ιστορία του αμερικάνικου μπάσκετ. Είναι μια μοναδική οντότητα. Υπήρξε, στα λίγα (μόλις 16) χρόνια επαγγελματικής καριέρας του (1971-1987), ο “προφήτης” των όσων θα ακολουθούσαν. Ο προπομπός της επανάστασης που θα ξεσπούσε τα επόμενα χρόνια στις ΗΠΑ, εκείνος που χάραξε το δρόμο, άφησε τα χνάρια του για να πατήσουν πάνω του οι επόμενοι μεγάλοι και ήταν πολλοί. Πιόνερος.

Δεν διέθετε τα σωματικά προσόντα του Γουίλτ Τσαμπερλέιν ή του Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ, δεν χρειάστηκε το μπόι τους για να ξεχωρίσει και ν’ αφήσει το σημάδι του σ’ ένα μπάσκετ που εκείνη την εποχή έκαναν -κατά κύριο λόγο- κουμάντο οι ψηλοί. Αυτός θα το άλλαζε.

Ο Έρβινγκ ήταν ένα ατόφιο ταλέντο. Ο πρώτος μεγάλος σταρ του σπορ, προτού καν γίνει διάσημος, δημοφιλής, εμβληματικός. Κέντριζε τα βλέμματα από τότε που στο ανοικτό γήπεδο της γειτονιάς που μεγάλωσε στο Ρούσβελτ έπαιζε “σχεδόν καθημερινά είτε χιόνιζε είτε έβρεχε“. Και χάρη στα ταχυδακτυλουργικά κόλπα του, με όπλο το άπιαστο άλμα του (γιατί έφηβος ήταν ένας γκαρντ που περίμενε να ψηλώσει), “τρόμαζε” όσους μαζεύονταν για να τον ανταγωνιστούν και κέρδιζε το σεβασμό κι ας ήταν μόλις ένας εκ των δύο μαύρων στην ομάδα του λυκείου του, σε μια εποχή που ο ρατσισμός στην αμερικανική κοινωνία παρέμενε έντονος.

Κατέληξε βέβαια να γίνει ένα κορμί 2μ01, με μεγάλα άκρα, πλατιές παλάμες και τεράστιο άνοιγμα χεριών. Σε σύγκριση με το σημερινό ΝΒΑ θα ήταν ό,τι ο… Λεμπρόν Τζέιμς. Ο πιο ολοκληρωμένος φόργουορντ που στην άμυνα θα μπορούσε να μαρκάρει από το “1” έως το “4” και στην επίθεση να σκοράρει με κάθε πιθανό και κυρίως απίθανο τρόπο. Αυτό ακριβώς ήταν ο Τζούλιους Έρβινγκ. Μια ψηλόλιγνη φιγούρα που έχει μείνει αλησμόνητη, ανεξίτηλη στο χρόνο και μνημονεύεται μέχρι σήμερα για το νέο, το φρέσκο, το διαφορετικό, το θεσπέσιο που έφερε στο μπάσκετ. Το κάτι άλλο.

Μπροστά από την εποχή του

Τον Έρβινγκ δεν τον θυμούνται για το ιδιόμορφο παρουσιαστικό του. Το άφρο μαλλί και το μουστάκι που δεν αποχωριζόταν επί χρόνια και τον έκαναν να διαφέρει σε οποιοδήποτε γήπεδο. Τον Έρβινγκ τον θυμούνται (όλοι όσοι τον έζησαν καλά) για το αγέρωχο στιλ του, την κορμοστασιά, την αρμονία των κινήσεών του, την πλαστικότητα, και την ευφυΐα του. Το θράσος του να καρφώνει μπροστά στον Τζαμπάρ και στον Γουόλτον!

Γοργοπόδαρος στο παρκέ, αλλά δεν ήταν ταχύτητα που τον τοποθέτησε στο ράφι πάνω απ’ όλους υπόλοιπους. Καινοτόμος ων, ανέτρεψε πλήρως με το παιχνίδι του τους ισχύοντες κανόνες του. Έβαλε στο ρεπερτόριό όλων τη σταυρωτή ντρίμπλα, καταφέρνοντας χάρη στον εξαιρετικό χειρισμό της μπάλας ν’ αλλάζει ταχύτατα κατεύθυνση χωρίς να γίνεται αντιληπτός. Άπιαστος.

Καθένας μας ήθελε να γίνει σαν αυτόν“, είχε πει πει ο Ντομινίκ Γουίλκινς, εξηγώντας με απλά λόγια την επιρροή που είχε σε όλους ανεξαιρέτως τους μετέπειτα αστέρες του ΝΒΑ. Ήταν πρότυπο.

Ο Έρβινγκ έβλεπε διαφορετικά το παιχνίδι σε μια εποχή που έμοιαζε να μένει στάσιμο και να μην προσελκύει το ενδιαφέρον. Είχε διαφορετική οπτική, δεν συμβάδιζε με τα καθιερωμένα και ήθελε ν’ αλλάξει τον κόσμο. Κάθε ματς δεν ήταν γι’ αυτόν ακόμη μία ημέρα στη δουλειά. Ήταν το χόμπι που έγινε δουλειά. Το διασκέδαζε, ήθελε να το χαίρονται και όλοι όσοι το(ν) παρακολουθούσαν.

Εξωγήινο“, τον χαρακτήριζε με μια λέξη ο Πατ Ράιλι, “έκανε πράγματα που ούτε οι σημερινοί παίκτες μπορούν να κάνουν”, υπερθεμάτιζε ο Μάτζικ Τζόνσον, αμφότεροι αντίπαλοί του στις μάχες για το τίτλο στις αρχές των 80s (1980, 1982, 1983). Γιατί όσα έκανε ήταν αδύνατο να τα χωρέσει ο ανθρώπινος νους.

Φερ’ ειπείν αυτό, το πιο διάσημο καλάθι του. Ο ίδιος θα πει στο μέλλον πως “ήταν ακόμη μία κίνηση“. Iconic, βέβαια.

Ή το κάρφωμα που κόπιαρε αργότερα ο Τζόρνταν.

Ο Έρβινγκ ήταν πάντα ένα και δύο βήματα μπροστά από την εποχή του. Πρωτοπόρος, τοποθέτησε το σπορ σε τρίτη διάσταση. Σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή, παρόλο που “ξόδεψε” πέντε χρόνια παίζοντας στην ανταγωνιστική λίγκα του ΝΒΑ, στο ABA. Τη λίγκα με σήμα κατατεθέν τη χρωματιστή μπάλα και το ελεύθερο στιλ, τη λίγκα που πρέσβευε το θέαμα και όχι τόσο την τακτική. Όπως το street μπάσκετ που έπαιζε ο “Dr. J” στα καλοκαιρινά τουρνουά του Χάρλεμ, κολεγιόπαιδο ακόμα στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης, παρέα με τον Νέιτ Άρτσιμπαλντ και το πλήθος, κρεμασμένο σαν τσαμπιά σε συρματοπλέγματα, ταράτσες, γέφυρες και δέντρα, να ζητωκραυγάζει σε καθένα από τα καρφώματά του, αφού στο NCAA απαγορεύονταν.

Από στόμα σε στόμα

Δεν είναι μυστικό ότι ο Έρβινγκ επέλεξε ν’ αφήσει νωρίς το κολέγιο για τα χρήματα. Όχι από αυταρέσκεια, ναρκισσισμό ή μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Είχε ζήσει φτωχά μέχρι τα εφηβικά χρόνια του, χωρίς πατέρα από τα τρία του, ο οποίος σκοτώθηκε σε δυστύχημα έξι χρόνια μετά, και μια μητέρα που στις αρχές των 70s είχε ετήσιο εισόδημα μάξιμουμ 8.000 δολαρίων. Ο ίδιος δέχθηκε πρόταση για εγγυημένο συμβόλαιο 125.000 δολαρίων για τέσσερα χρόνια και ένιωθε υποχρεωμένος να δεχθεί. Ήταν ευκαιρία για ένα καλύτερο μέλλον. Στο ΝΒΑ δεν μπορούσε να παίξει πριν αποφοιτήσει και στους Βιρτζίνια Σκουάιρς του ΑΒΑ έγινε για πρώτη φορά επαγγελματίας.

Η ιστορία του είχε μόλις αρχίσει να γράφεται. Η λάμψη που εξέπεμπε ο “Dr.J” φώτιζε ένα ολόκληρο πρωτάθλημα, το κράτησε ολοζώντανο, παρόλο που ως προβληματικός οργανισμός έφθινε χρόνο με το χρόνο, έσοδα δεν είχε από τηλεοπτικά και ο κόσμος το σνόμπαρε.

Ο Έρβινγκ παρόλα αυτά ήταν η ατραξιόν, η βιτρίνα ολόκληρης της λίγκας, ο πόλος έλξης. Η φήμη του απλώθηκε από στόμα σε στόμα, όπως γίνεται με τους θρύλους. Το παραμύθι όμως δεν είχε δράκο. Ήταν πραγματικότητα. Αποτέλεσε εν πολλοίς έναν από τους λόγους που το 1976 έφεραν την ιστορική συγχώνευση των δύο πρωταθλημάτων.

Προ τεσσάρων ετών ο ίδιος είχε εμπλακεί σε μια περίεργη υπόθεση. Διαθέσιμος πια, είχε γίνει ντραφτ από τους Μπακς των Τζαμπάρ-Ρόμπερτσον, αλλά άρχισε προπονήσεις με τους Χοκς του Πιτ Μάραβιτς υπογράφοντας προσύμφωνο. Η σύμβαση καταγγέλθηκε, οι δικηγόροι δεν βρήκαν άκρη και ο Έρβινγκ επέστρεψε αναγκαστικά στη Βιρτίζινια. Προτού ένα χρόνο μετά φύγει για τους Νιου Γιορκ Νετς, κατακτήσει δύο τίτλους (1974, 1976) και αναδειχθεί τρεις φορές πολυτιμότερος παίκτης και πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος.

Με πήραν τηλέφωνο στις διακοπές μου και τους ρώτησα τι συμβαίνει. Μου είπαν ότι πήραμε τον Έρβινγκ και τους είπα ότι θα είμαι εκεί σε δέκα λεπτά” λόγια του εκστασιασμένου Κέβιν Λουογκέρι τότε κόουτς των Νετς, εξηγώντας τι σήμαινε αυτή η ανταλλαγή για την ομάδα του.

Οι Νικς απέρριψαν τον… Μπέιμπ Ρουθ

Ο “Dr. J” μπορούσε να κάνει τα πάντα με την μπάλα, αλλά δεν είχε ανάγκη μια μπάλα μόνος του. Μπορούσε να είναι μια ομάδα μόνος του, αλλά λάτρευε ν’ αποτελεί μέρος του όλου. Κάλλιστα θα μπορούσε να είναι ο κορυφαίος σκόρερ στην ιστορία του ΝΒΑ (είναι πλέον έκτος), αλλά δεν δίστασε να ενταχθεί στο προπονητικό πλάνο, ν’ αλλάξει το ρόλο του και να εργαστεί για το σύνολο προτιμώντας να δοξαστεί για τις ομαδικές επιτυχίες του, να φτάσει στο στόχο του.

Μετά τη συγχώνευση των δύο πρωταθλημάτων, οι Νετς ως πρωταθλητές του ABA κέρδισαν μία θέση στο νέο αναδιαρθρωμένο τουρνουά. Δεν μπορούσαν όμως ν’ ανταποκριθούν οικονομικά και έβγαλαν τον Έρβινγκ στο σφυρί. Οι Νικς τον απέρριψαν κάνοντας το μεγαλύτερο λάθος της ιστορίας, οι Σίξερς τον έχρισαν ηγέτη τους έναντι 6 εκατ. δολαρίων. Και σίγουρα δεν έχασαν, παρόλο που στη Φιλαντέλφια πολλοί ήταν εκείνοι που δεν τον ήξεραν μέχρι να τον δουν.

Ο Έρβινγκ έγινε είδωλο, λατρεύτηκε σαν άλλος ποπ σταρ, χαρακτηρίστηκε “ο Μπέιμπ Ρουθ του μπάσκετ”. Πρεσβευτής ενός ολόκληρου πρωταθλήματος. Ήταν ο πρώτος παίκτης μπάσκετ που υπέγραψε το δικό του ζευγάρι παπούτσια, πρωταγωνίστησε σε διαφημίσεις και ταινία, έγινε fashion icon. Ένας κουλ τύπος εντός κι εκτός παρκέ, που έλουζε με σαμπάνια τους ρεπόρτερ στα αποδυτήρια.

Το απωθημένο και η ανακούφιση

Πάλεψε πολύ για να κερδίσει την υστεροφημία δίχως ν’ αναζητά δικαιολογίες στις ήττες. Απέτυχε διαδοχικές με τους Σίξερς, γιατί κάθε σεζόν χωρίς τίτλο ήταν χαμένη, και δεν κρύφτηκε. Έψαχνε πρώτα μέσα του, επέρριπτε την ευθύνη στον εαυτόν του. Δεν εγκατέλειψε τη μάχη ούτε όταν οι Μπλέιζερς, ούτε όταν οι Σέλτικς (στους τελικούς της Ανατολής) ούτε όταν οι Λέικερς τού έφραξαν το δρόμο προς το πολυπόθητο δαχτυλίδι. Σηκώθηκε, στάθηκε στα πόδια του και ανταμείφθηκε.

Ο τίτλος του 1983 ήταν η ανταπόδοση για όλα όσα είχε φέρει στο ΝΒΑ. “Ένιωσα ανακούφιση“, είχε πει ο ίδιος, “δεν υπήρχε πλέον μέσα μου όλο αυτό”. Η παρουσία του Μόουζες Μαλόουν στο πλευρό του ξεκλείδωσε το λουκέτο διαφυγής, ήταν το password για το επόμενο επίπεδο. Οι Σίξερς κατέκτησαν το πρωτάθλημα σχεδόν με sweep, χάνοντας μόνο ένα μας από τους Μπακς στους τελικούς της Περιφέρειας και πήραν… ρεβάνς από τους Λέικερς.

Ο τίτλος αυτός ήταν η αρχή και το τέλος μαζί. Η αποθέωση και η έναρξη της αντίστροφης μέτρησης. Ο Έρβινγκ είχε περάσει στην αιωνιότητα, αφού δεν του έλειπε πλέον το απαραίτητο κομμάτι στο παζλ, είχε πάρει αυτό που άξιζε, έπαιξε άλλες τρεις σεζόν και στην αρχή της τέταρτης, στις 31 Οκτωβρίου 1986, ανακοίνωσε ότι στο τέλος της θ’ αποσυρθεί.

Αν αυτό που ζει εφέτος ο Κόμπε Μπράιαντ είναι συγκλονιστικό, εκείνο που βίωσε το ΝΒΑ με τον “Γιατρό” δεν περιγράφεται. Ο Τζαμπάρ και ο Μπερντ, αφού πλέον δεν είχαν να χωρίσουν τίποτα όπως στον αλησμόνητο καβγά τους, τον υποδέχθηκαν με τιμές, την ημέρα που πήγε στην έδρα των Νετς τραντάχτηκαν τα θεμέλια. Μαζί του φεύγοντας πήρε και τη φανέλα 32. Ο ίδιος έκλαιγε γοερά, αδύνατον να μείνει ασυγκίνητος σε μια καριέρα που περνούσε από μπροστά του.

Ο νεκρός γιος και το εξώγαμο

Ευαίσθητος, παρόλο που “έκανε όλους τους άλλους χαρούμενους“. Μάλλον το πλατύ χαμόγελο και το γέλιο ήταν οι άμυνές του. Όχι πάντα. Όχι όταν το καλοκαίρι του 2000 έψαχνε για ένα μήνα τον εξαφανισμένο 19χρονο γιο του, Κόρι. Ο οποίος εντοπίστηκε νεκρός στο αυτοκίνητό του έχοντας πέσει σε μία λίμνη. Πώς να μην είναι αυτή “η χειρότερη στιγμή στη ζωή μου“;.

Ήταν ένα deja vu“, θα συμπληρώσει, αφού όταν ο ίδιος ήταν 19 είχε φύγει από τη ζωή ο αδερφός του Μάρβιν. Έπασχε από λύκο και δεν άντεξε. “Ήμουν πατέρας του και μεγάλος αδερφός μαζί“, θα θυμηθεί βουρκωμένος.

Ο χαμός του Κόρι ήταν από τις ελάχιστες φορές που άφησε την ιδιωτική ζωή του να κατακλύσει το γυαλί. Ήξερε να προστατεύει τον εαυτό του και μαζί την οικογένειά του. Γι’ αυτό και η ερωτική περιπέτειά του με μια δημοσιογράφο, η εξώγαμη κόρη του και οι τριγμοί στη σχέση του με τη σύζυγό του Τιρκουάζ, που σταδιακά οδήγησαν στο διαζύγιο, έμειναν κρυφά. Ο ίδιος είχε αναγνωρίσει το κορίτσι, που εξελίχθηκε σε επαγγελματία τενίστρια, παρείχε οικονομική βοήθεια και είχε αναλάβει τις ευθύνες του.

Πιο παραστατικά απ’ όλους (μας) την ιστορία της ζωής του διηγείται ο ίδιος ο “Doctor”. Στην ομώνυμη αυτοβιογραφία του. Το 70λεπτο ντοκιμαντέρ που του είχε αφιερώσει το ΝΒΑ είναι εξίσου περιγραφικό. Κλαίει, γελάει, θυμάται και στο τέλος καρφώνει… Η ζωή του όλη!

Πηγή: Contra