Επιλογή Σελίδας

Της Νίκης Μπάκουλη

Φαντάσου σε ένα ματς (και δη κρίσιμο) να βλέπεις έναν επιθετικό να είναι στη μεγάλη περιοχή, να κάνει σουτ, να ‘βρίσκει’ η μπάλα την πλάτη αμυντικού -έστω στο ελάχιστο- και να αλλάζει άρδην πορεία. Ή να κάνει γκελ στο χλοοτάπητα και να πηγαίνει αλλού ντ’ αλλού. Γενικά, να βλέπεις την μπάλα να ακολουθεί το σύστημα ‘αλλού βαρούν τα όργανα, αλλού χορεύει η νύφη’. Αυτή θα ήταν η συνθήκη της παγκόσμιας ποδοσφαιρικής κοινότητας, τουλάχιστον έως το 1980, αν δεν είχε εμφανιστεί ένας τύπος που, ως τερματοφύλακας, είχε κουραστεί να μην μπορεί να υπολογίσει ποτέ την τροχιά, για παράγοντες που μπορούσαν να ελεγχθούν. Αλλά κανείς δεν ήξερε το πώς. Ήλθε η ώρα να πούμε ένα ‘ευχαριστώ’ στον Άιγκελ Νιλσεν.

H Guardian ασχολήθηκε με την άσπρη ποδοσφαιρική μπάλα, στη στήλη με τις ‘ξεχασμένες ιστορίες’. Το Contra επικέντρωσε σε αυτόν που εξέλιξε σε προτεραιότητα ζωής να δημιουργήσει την τέλεια μπάλα ποδοσφαίρου. Δηλαδή, αυτή που θα ακολουθούσε -τουλάχιστον- τους νόμους της φυσικής. Ο Νίλσεν υπήρξε γκολκίπερ σε ερασιτεχνικά πρωταθλήματα και στην εθνική Δανίας. Υπήρξε και υπάλληλος σε βιοτεχνία με δέρματα. Το πήρε λοιπόν, πάνω του, να προσφέρει στον πλανήτη κάτι σωστό και αξιόπιστο. Πριν δούμε τα πώς και τα γιατί ας θυμηθούμε πώς είχε προκύψει η άσπρη μπάλα, ως λύση σε αυτήν που είχε το χρώμα της λάσπης και ‘χανόταν’ από το οπτικό πεδίο παικτών και θεατών, στην κακοκαιρία.

Οι πρώτοι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι προέκυψαν το 1857 και ήταν η Forest School FC και η Sheffield FC. Προστέθηκαν άλλοι τρεις το 1859 (Lima Cricket and Football Club, TSV Roth και Wanderers FC) και προοδευτικά άρχισαν να αυξάνονται κάθε χρόνο. To 1927 προστέθηκαν άλλα 146 μέλη. Μεταξύ τους ήταν επτά εκπρόσωποι της Ελλάδας και για την ακρίβεια ο Ηλυσιακός, ο Εθνικός Αστέρας, ο Εθνικός Αλεξανδρούπολης, ο Παναιγιάλειος, η Προοδευτική, ο Φοίβος Κρεμαστής (Ρόδος) και ο Τηλυκράτης Λευκάδας.

 

Αν δεν είδες το video, έχασες το χρώμα της μπάλας. Ήταν στο χρώμα της λάσπης. Ταίριαζε -χρωματικά- με το χώμα στα γήπεδα. Πρακτικά, έκανε τη ζωή των παικτών δύσκολη, αφού δεν μπορούσαν να τη διακρίνουν εύκολα. Η Football League ήταν προ της 36ης σεζόν της όταν αποφάσισε πως ήταν χρήσιμο να δώσει μια λύση στο πρόβλημα. Οι ιθύνοντες εστίασαν σε αυτή που πρότεινε αναγνώστης των Athletic News (ονόματι Ρόμπερτς). Είχε στείλει επιστολή στην οποία ανέφερε πως θα ήθελε να εστιάσει το ενδιαφέρον της FA και όλων των φαν του παιχνιδιού ‘στην επιθυμία για να αλλάξει το χρώμα της μπάλας, με δεδομένη την αποδοχή του κόσμου όποιο χρώμα και αν επιλεγεί. Είχε κάνει και τη δική του πρόταση: ήταν το λευκό. Έγραψε πως “αφενός θα γίνει πιο διακριτή, αφετέρου η ατραξιόν θα είναι να βλέπεις μια λευκή σφαίρα να ταξιδεύει από τα χαμηλά στα ψηλά, με τις στροφές και τις αλλαγές πορείας να αυξάνουν το ενδιαφέρον και τον ενθουσιασμό μας, όπως θα κατευθύνεται προς τα δίχτυα”.

Σημείωση: σε παιχνίδι της Ντέρμπι στην Ολλανδία, με τον Άγιαξ, το 1925 όταν έπεσε το σκοτάδι δεν φαινόταν η μπάλα και αντικαταστάθηκε με μια λευκή, για να γίνει δουλειά. Το κοινό δεν είχε υποδεχθεί με ενθουσιασμό την αλλαγή.

Εκδότης της εφημερίδας ήταν ο Ιβάν Σαρπ, μέλος της χρυσής Ολυμπιακής ομάδας ποδοσφαίρου της Μεγάλης Βρετανίας, το 1912 και παίκτης της Ντέρμπι Κάουντι, της Λιντς και της Ουότφορντ. Όχι μόνο δημοσίευσε το γράμμα του αναγνώστη, αλλά το συνόδευσε με δικό του ‘σημείωμα’ στο οποίο τόνισε πως ‘μια μπάλα από λευκό δέρμα έχει τα πλεονεκτήματα της για τους θεατές και τους παίκτες. Τις ηλιόλουστες ημέρες οι παίκτες πιθανόν θα έχουν πρόβλημα να τη διακρίνουν, σε σχέση με την υπάρχουσα. Αλλά δεν έχουμε πολλές μέρες με ήλιο στον αγγλικό χειμώνα, ενώ το καλοκαίρι είναι λίγες. Άρα έχουμε να κερδίσουμε περισσότερα από όσα έχουμε να χάσουμε”.

Τη συνέχεια ανέλαβε ο Χέρμπερτ Τσάπμαν, ο οποίος είχε κατακτήσει δυο τίτλους και ένα FA Cup με την Χάντερσφιλντ Τάουν και ήταν προ του να τριτώσει το καλό, με την Άρσεναλ, ως προπονητής. Μαζί με άλλους συναδέλφους του αποφάσισαν να δοκιμάσουν την άσπρη μπάλα στα φιλικά προετοιμασίας. Το πείραμα πέτυχε, με τον ίδιο να εκφράζει την αμφιβολία του ως προς τη γενικότερη αλλαγή -πως θα εμφανιζόταν η άσπρη μπάλα στη λίγκα. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπήρχε κάποιος κανονισμός να απαγορεύει το άσπρο χρώμα και άρα τα τεστ συνεχίστηκαν. Η Guardian είχε γράψει πως το πρώτο σαββατοκύριακο ‘οι παίκτες παραπονέθηκαν πως δυσκολεύονται να δουν την μπάλα όταν έχει συννεφιά’.

Κράτα ότι ‘κλότσησαν’ στην αλλαγή. Εν τω μεταξύ, οι μισοί δοκίμασαν την ματ έκδοση του λευκού και οι μισοί αυτή που γυάλιζε -καθώς χρησιμοποιήθηκε η βαφή που προοριζόταν για τις μπάλες του γκολφ. Οι θεατές από την άλλη, αποθέωσαν την καινοτομία, γιατί επιτέλους μπορούσαν να βλέπουν πού είναι, αλλά και πού πάει η μπάλα. Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι αποφάσισαν να μην προχωρήσουν στην καθιέρωση. Πέρασαν 24 χρόνια έως ότου επετράπησαν, επισήμως οι άσπρες μπάλες. Στο μεσοδιάστημα -για την ακρίβεια το 1939- ‘πέρασε’ και η πρόταση να φορούν οι παίκτες αριθμούς, στην πλάτη. Αλλά αυτό θα γίνει αντικείμενο άλλης εξιστόρησης.

H φωτογραφία είναι από τις 3/10 του 1951 και το παιχνίδι της Αγγλίας με τη Γαλλία, στο Highbury Stadium.

Πίσω στην μπάλα, το άσπρο χρώμα συνέχισε να είναι η λύση όταν οι καιρικές συνθήκες έκαναν ‘άφαντη’ την καφέ εκδοχή. Είχαν εμφανιστεί εν τω μεταξύ, στον αγωνιστικό χώρο κίτρινες και πορτοκαλί ‘θεές’, με την FA να ενημερώνει το 1951 πως η άσπρη θα επιτρεπόταν, όταν δεν είχε ήλιο ή έβρεχε. Με μια αλλαγή: μετά το ‘είναι πρακτικά αδύνατο να κατασκευάσουμε άσπρες μπάλες’ ενός κατασκευαστή το 1927, η ομοσπονδία άλλαξε τον τρόπο που προέκυπτε το λευκό: πάνω από μια στρώση άσπρης μπογιάς θα περνούσαν μια στρώση κυτταρίνης.προκειμένου να προφυλάσσεται το χρώμα από φθορές. Αυτός δηλαδή, ήταν ο στόχος. Δεν ήξεραν πως η κυτταρίνη προστάτευε την μπάλα και από το νερό, η μπάλα δεν το απορροφούσε και ως εκ τούτου ήταν πιο ελαφριά σε συνθήκες βροχής (κατά 20%). Ως εκ τούτου, δεν προκαλούσε τραύματα στα κεφάλια και τους αυχένες -μεταξύ πολλών άλλων. Όπως συμβαίνει συνήθως στο επίπεδο των εφευρέσεων, για άλλο πήγαιναν και άλλο τους βγήκε, το οποίο άλλαξε το παιχνίδι.

H FA αποφάσισε να δώσει στους διαιτητές το δικαίωμα στην απόφαση της χρήσης της άσπρης μπάλας, το 1953, με τον αγώνα να δικαιώνεται το 1958, όταν εμφανίστηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Είχε ανοίξει ο δρόμος για περαιτέρω δοκιμές -και εξέλιξη.

Το σχεδιάκι που απολαμβάνουμε -και ο λόγος που η ποδοσφαιρική μπάλα αποκαλείται ‘ασπρόμαυρη θεά’- ανήκει όχι στην Αdidas, που δημιούργησε την Telstar του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1970, αλλά στον Eigil Louis Marius Ferdinand Nielsen (ευρύτερα γνωστός ως Άιγκελ Νίλσεν).

Ο Δανός ήταν ερασιτέχνης ποδοσφαιριστής που μέτρησε 28 συμμετοχές με την εθνική της χώρας του και φόρεσε το αργυρό στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1948. Εκεί έπαιξε ως τερματοφύλακας, γιατί τα βολέ του συχνά γίνονταν γκολ.  Επειδή δεν ζούσε από το σπορ, δούλευε σε βιοτεχνία δερμάτινων ειδών. Είχε το ελεύθερο να διερευνήσει και να αναπτύξει δικές του τεχνικές και σχέδια. Τα περισσότερα αφορούσαν το ποδόσφαιρο. Η μπάλα ποδοσφαίρου ήταν κάτι που τον απασχολούσε από όταν ήταν μαθητής στο σχολείο. “Είχε καταστραφεί η μπάλα που είχαμε και δεν υπήρχαν χρήματα να πάρουμε άλλη. Προσπάθησα να τη ράψω μόνος. Τα κατάφερα. Αυτή ήταν η πρώτη μου μπάλα”.

Όταν πια είχε τα μέσα, στόχος ήταν να δημιουργήσει την τέλεια -έμπιστη- μπάλα. Ως γκολκίπερ ήξερε τι ‘προβλήματα’ μπορεί να βγάλει. Έμενε να βρει πώς θα τα εξαφάνιζε. Αυτή ήταν η προτεραιότητα του από το 1945 έως το θάνατο του, το 2000. Στο μεσοδιάστημα έφτιαξε την τέλεια μπάλα. Οι συνεργάτες του εξήγησαν πως ήταν πολλά περισσότερα από αυτό -ήταν το παιδί του. Πήρε αυτό που υπήρχε τότε (δέρμα με κορδόνια -που άλλαζαν κατεύθυνση) και το έκανε αυτό που είναι σήμερα. Το 1947 ίδρυσε την Select Sports. Αυτή είναι έως σήμερα μια από τις μεγαλύτερες εταιρίες του πλανήτη, σε παραγωγή μπάλας ποδοσφαίρου.

Για αρχή, έφτιαξε μπάλα που δεν είχε κορδόνια -τα οποία τον εκνεύριζαν περισσότερο, όταν αγωνιζόταν. Φέρε στο μυαλό σου την εικόνα της μπάλας βόλεϊ. Κάπως έτσι ήταν το πρώτο σχέδιο της εταιρίας του. Το δεύτερο task ήταν να φτιάξει κάτι που να πηγαίνει ευθεία, όταν είναι στον αέρα, να μη διαλύεται και να έχει φυσιολογική αναπήδηση (όχι πολύ χαμηλή ή πολύ ψηλή).

Οι συνεργάτες του εξήγησαν πως είχε τρέλα με κάθε λεπτομέρεια, ώστε να επιτύχει τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια. Είχε καταλήξει στο ότι για να κάνει σωστά τη δουλειά της η μπάλα (να είναι σταθερή), έπρεπε να είναι τελείως στρογγυλή.

Το 1962 εμπνεύστηκε το σχέδιο με τα 32 άσπρα και μαύρα ‘φύλλα’. Τα 18 που υπήρχαν έως τότε έκαναν δύσκολη τη ζωή όποιου προσπαθούσε να βγάλει στρογγυλό αποτέλεσμα. Η λύση που βρήκε ήταν τα 20 εξάγωνα και τα 12 πεντάγωνα. Έτσι πέτυχε το τέλειο σφαιρικό σχήμα. To ‘football molecule’ (ποδοσφαιρικό μόριο) ήταν ο όρος με τον οποίον έγινε διάσημο το εύρημα των Χάρολντ Κρότο, Ρόμπερτ Κερλ και Ρίτσαρντ Σμάιλι, που πήραν το Nobel χημείας το 1996, για την ανακάλυψη ενός σφαιρικού μορίου με μοριακό τύπο C-60 που το ονόμασαν Buckminsterfullerene. Του έδωσαν το όνομα του Buckminster Fuller, Αμερικανού αρχιτέκτονα, σχεδιαστή, συγγραφέα και εφευρέτη. Ο δεύτερος πρόεδρος της Mensa και οπαδός του μινιμαλιστικού σχεδιασμού ‘έδωσε’ το γεωδαιτικό θόλο (μετάφραση του geodesic dome), η δομή του οποίου αποτελείται από ένα σύνθετο σύμπλεγμα τριγώνων που διαμορφώνουν μια -κατά προσέγγιση- σφαιρική επιφάνεια.  Κατά το Wikipedia, όσο πιο σύνθετο είναι το σύμπλεγμα των τριγώνων, τόσο περισσότερο ο θόλος προσεγγίζει τη μορφή μιας αληθινής σφαίρας. 

Το σφαιρικό μόριο που κέρδισε το Νobel αποτελείται από 20 εξάγωνα και 12 πεντάγωνα, όπως η μπάλα του Νίλσεν. Το 1974 δοκίμασε κάτι αντί του δέρματος που βάραινε υπό βροχή ή γινόταν μαρτύριο στο σκληρό έδαφος. Το άλλαξε σε συνθετικό δέρμα. Ηταν ο πρώτος που σκέφτηκε αυτήν την αλλαγή.

Ο Νίλσεν είναι ο εμπνευστής μιας σειράς εμπνεύσεων, νέων σχεδίων και καινοτομιών (σε υλικά), για τις οποίες δεν πήρε τη πατέντα, γιατί όπως έλεγε ‘το ποδόσφαιρο είναι για όλους. Όποιος και αν είσαι θα πρέπει να μπορείς να παίξεις ποδόσφαιρο και να μην σε εμποδίζει κάτι από το να μπορείς να κλοτσήσεις μια καλή μπάλα’.

Το 1977 έκανε συμφωνία -σε επίπεδο παραγωγής- με τον Άνβαρ Χαβάρτζε που είχε εργοστάσιο στο Πακιστάν. Είχαν γνωριστεί σε μια έκθεση, πολλά χρόνια νωρίτερα και εμπιστεύονταν ο ένας τον άλλον. “Η παραγωγή βασίστηκε στην τεχνογνωσία, την οποία δεν μπορούσα να παραδώσω στον οποιονδήποτε”, είχε εξηγήσει. Όταν πέθανε ο Χαβάρτζε, ο Νίλσεν πήρε στα χέρια του το εργοστάσιο. Έφτιαξε και υποδομές για να ‘χουν τις οικογένειες των υπαλλήλων αξιοπρεπή παιδεία και ιατρική φροντίδα. “Είχα ράψει ο ίδιος και ήξερα πόσο δύσκολη είναι η δουλειά τους. Έχω ατελείωτο σεβασμό για αυτούς τους ανθρώπους”.

Έως το θάνατο του, έπαιζε μια φορά την εβδομάδα ποδόσφαιρο. Ως επιθετικός. Η μοίρα το θέλησε να πεθάνει έπειτα από ένα γκολ που έβαλε. Είχε λάβει την ανώτατη τιμή από τον Πάπα της Ρώμης, ενώ είχε βραβευτεί και από τη FIFA, ως δημιουργός της πρώτης ‘έξυπνης’ μπάλας -το 2012.

Πηγή: Contra