Επιλογή Σελίδας

Σαν σήμερα γεννήθηκε ένας λαϊκός ήρωας. ‘Ενας άντρας που μετέφερε το όνομα της Ελλάδας σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου.

Ο Τζιμ Λόντος τα έβαζε με άγρια θηρία, ανθρωπόμορφα τέρατα, πολεμιστές τρομερούς, ακόμα και σαμουράι, ή έτσι ήθελε τουλάχιστον η λαϊκή μας παράδοση που λάτρεψε σαν θεό τον παγκόσμιο πρωταθλητή ελευθέρας πάλης και τον έστειλε σε ύψη που σπάνια έχουμε ξαναδεί στον τόπο μας.

Ο Τζίμ Λόντος, γεννήθηκε στο Κουτσοπόδι του Άργους στις 2 Γενάρη του 1897. Το πραγματικό του όνομα ήταν Χριστόφορος Θεοφίλου, και ήταν το τελευταίο από τα 13 παιδιά της οικογένειάς του.

Όταν μεγαλώνει λίγο, ο πατέρας του τον στέλνει να βοσκήσει τα δέκα πρόβατα και τα πέντε γελάδια της οικογένειας, ενώ τα αδέλφια του κάνουν άλλες δουλειές. Ένα απόγευμα η μητέρα του τα χάνει, καθώς βλέπει τον μικρό κρεμασμένο από ένα σχοινί. Πιστεύει ότι το παιδί της πεθαίνει. Χαμογελαστός ο μικρός, κατεβαίνει από το σχοινί κι εξηγεί στη μάνα του, ότι κρεμάστηκε για να δυναμώσουν οι μυς του λαιμού του.Γρήγορα αποφάσισε να φύγει από το χωριό και στον Πειραιά γνώρισε τον Τόφαλο, που του δίδαξε τα βασικά της πάλης. Μετά έφυγε για την Αμερική όπου ξεκίνησε το περιπετειώδες ταξίδι της καταξίωσης.

Ο πρώτος του αγώνας ήταν στο Μεξικό. Διάβασε στην εφημερίδα, ότι ζητούσαν αθλητές στη Σάντα Κρουζ. Αγωνίσθηκε, αλλά δεν τον πλήρωσαν. Για τρεις ημέρες γύριζε νηστικός κι εξαντλημένος. Η τύχη του όμως δεν τον εγκατέλειψε. Ακόμη και στην άκρη του Μεξικού βρήκε ένα γνωστό του, που του δάνεισε χρήματα για να φάει και να πληρώσει τα εισιτήρια της επιστροφής στο Σαν Φρανσίσκο.

Η εμπειρία του Μεξικού τον πείσμωσε. Άρχισε να δίνει αγώνες στο Σαν Φρανσίσκο. Συμμετείχε σ ένα ερασιτεχνικό τουρνουά, όπου νίκησε ένα φαβορί. Μάλιστα, αναγκάστηκε να δώσει και δεύτερο αγώνα την ίδια μέρα, καθώς ο μάνατζερ τον απείλησε ότι αν δεν παίξει ξανά θα του αφαιρέσει το μετάλλιο. Ήταν άγριες εποχές, χωρίς κανόνες και δικαιώματα για τους άσημους αθλητές. Για τη νίκη του πήρε 25 σεντς.

Του φάνηκαν πολλά σε σύγκριση με τα 50 σεντς που έπαιρνε στην οικοδομή για ένα οκτάωρο πληκτικής εργασίας. Αντιλήφθηκε, ότι το συμφέρον του ήταν να γίνει επαγγελματίας. Αναγκάσθηκε να δώσει έναν αγώνα στο Ντάλας, όπου πήγε κρυμμένος στη σκευοφόρο του τρένου, καθώς δεν είχε λεφτά ούτε για τα εισιτήρια. Έδινε πλέον αγώνες σε όλη τη δυτική Αμερική. Τους έκλεινε ο ίδιος, σε πανηγύρια ή σε αυτοσχέδιες αρένες. Η πείνα έγινε συνήθεια. Πολλές νύχτες κοιμήθηκε σε παρθένα δάση που θύμιζαν ζούγκλα.

Η πρώτη σοβαρή πρόταση ήρθε όταν του προσέφεραν πεντακόσια δολάρια για να αγωνιστεί με κάποιον Μπέρσον στο Πόρτλαντ. Πεντακόσια δολάρια ήταν πραγματικά καλά λεφτά. Ο νεαρός παλαιστής δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Το 1916 που δόθηκε αυτός ο αγώνας, αισθάνθηκε σαν να του έδωσαν τα κλειδιά ενός χρυσωρυχείου. Η εύκολη νίκη του έφερε κι άλλες προτάσεις.

Το μυαλό του δούλευε γρήγορα. Κατάλαβε, ότι στην Αμερική, εκτός από την αθλητική αξία, μετρούσε και το μάρκετινγκ. Αποφάσισε ν΄ αλλάξει το όνομά του, επειδή ήταν μεγάλο και δύσκολο στην προφορά για τους ντόπιους. Στην Καλιφόρνια ο Τζακ Λόντον ήταν λαϊκός ήρωας. Του άρεσε το επίθετο και για να μοιάζει με ελληνικό το έκανε Λόντος. Το Τζιμ μάλλον ήταν ένας φόρος τιμής στον Τόφαλο.Ο Χρήστος Θεοφίλου ήταν πια παρελθόν. Το μέλλον ανήκε στον Τζιμ Λόντο.

Όταν έγινε είκοσι χρονών, αντιμετώπισε τον Λιούις τον στραγγαλιστή, που ήταν ο πρωταθλητής. Ήταν η πρώτη φορά που αγωνίσθηκε στο Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν, μπροστά σε 14 χιλιάδες κόσμο. Ο αγώνας διήρκεσε μια ώρα και σαράντα επτά λεπτά. Ο Λόντος έχασε και τότε ανακάλυψε πως ούτε αυτός, αλλά ούτε και ο Λιούις ήταν ανίκητοι….

Στην Ελλάδα έγινε πραγματικός θρύλος. Λένε ότι σε πολλές περιπτώσεις στην επαρχία, κατά τις δεκαετίες του ’20 και ’30, όταν γεννιόταν αγόρι που φαινόταν ότι θα γίνει εύρωστο και ωραίο το βαφτίζαν Τζιμλόντο!

Από το 1930 μέχρι το 1946, ο Λόντος έχασε μόνο μια φορά, από ένα μέτριο αθλητή στη Βοστόνη, τον Μαχόνεϊ. Ήταν τραυματισμένος, άλλα αν ακύρωνε το παιχνίδι θα πλήρωνε ρήτρα 10 χιλιάδες δολάρια. Συγχρόνως, υποτίμησε τον αθλητή που τελικά νίκησε τον τραυματισμένο Λόντο.

Ο Μαχόνεϊ δεν έδωσε αγώνα ρεβάνς και ο Λόντος περιόδευσε σε όλη την Αμερική, την Αφρική και την Ευρώπη. Παντού αποθεώνεται με το αεροπλανικό κόλπο. Ο Λόντος εξήγησε πως το έκανε. Επειδή ήταν κοντός με δυνατά πόδια και εξαιρετικά γυμνασμένος, μπορούσε να σηκώσει πολύ πιο βαρείς αντιπάλους ψηλά, πάνω από το κεφάλι του και αφού τους στριφογυρίσει, να τους πετάξει στο ταπί. Δεν εκβίαζε ποτέ το κόλπο. Περίμενε με υπομονή να πάρει τη λάθος στάση ο αντίπαλός του και να κουραστεί.

Ο ίδιος εξηγούσε ότι μόνο σε λίγους δεν τολμούσε να κάνει το κόλπο. Κυρίως σε όσους είχαν υψηλή τεχνική κατάρτιση και κοντά, αλλά δυνατά πόδια. Ο Έλληνας αθλητής εξηγούσε ότι με ένα τέτοιο αθλητή θα μπορούσαν να χτυπήσουν πολύ άσχημα και οι δυο….

Έρχεται δύο φορές στην Αθήνα και δίνει δύο νικηφόρους αγώνες στο Παναθηναϊκό στάδιο όπου γίνεται το αδιαχώρητο μέσα και έξω από το στάδιο. Γίνεται δεκτός από τον πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο. Ο Μάρκος Βαμβακάρης γράφει τους στίχους και τη μουσική ενός ζεϊμπέκικου προς τιμήν του.

Πολύτιμο αρχειακό υλικό από τον ιστορικό αγώνα στο Παναθηναϊκό Στάδιο μεταξύ του Τζιμ Λόντου και του Γεωργιανού παλαιστή Kola (Nicholas) Kwariani, τον οποίο παρακολούθησαν 100.000 Αθηναίοι (υπολογίζεται ότι άλλοι 50.000 έμειναν εκείνη την ημέρα χωρίς εισιτήριο).

Το 1935 κυκλοφορούν μόνο δύο αθλητικές εφημερίδες, ο «Αθλητισμός» και ο «Αθλητικός Τύπος». Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή η πρώτη και Τρίτη, Πέμπτη, Σάββατο η δεύτερη. Τα αθλητικά γεγονότα δεν ήtαν πολλά εκείνη την εποχή και η κυκλοφορία των εφημερίδων αυτών σχετικά χαμηλή. Ο εκδότης της πρώτης λοιπόν, για να αυξήσει τις πωλήσεις του, εφευρίσκει και δημοσιεύει φανταστικούς αγώνες του Τζιμ Λόντος με ανύπαρκτους παλαιστές όπου βέβαια ο ‘Ελληνας είναι πάντα ο νικητής! Αποτέλεσμα; Κατακόρυφη αύξηση των πωλήσεων.

Ο ανταγωνιστής εκδότης απαντά με τη σειρά του δημοσιεύοντας ανύπαρκτους αγώνες του ‘Ελληνα πρωταθλητή με τους εκλεκτότερους Ιάπωνες σαμουράι (!), που, υποτίθεται ότι τους στέλνει ο αυτοκράτορας της Ιαπωνίας, για να του πάρουν τον τίτλο. Μετά την ήττα τους οι Ιάπωνες σαμουράι αυτοκτονούν κάνοντας χαρακίρι μη αντέχοντας την χαμένη τους τιμή!

Ο Τζιμ Λόντος ήταν γενναιόδωρος. Μετά την απόσυρσή του το 1946, αφιέρωσε τη ζωή του σε φιλανθρωπίες και προσέφερα σημαντικά ποσά για τα ελληνόπουλα που έμειναν ορφανά στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Πέθανε στις 19 Αυγούστου το 1975 από καρδιακή προσβολή ενώ κοιμόταν.

Πηγή: Μηχανή του Χρόνου, Men Exclusive