Επιλογή Σελίδας

Της Βάσως Πρεβεζιάνου

Αρχές του 1953, λίγο πριν από το ξέσπασμα του πολέμου στην Αλγερία, ο Σμαϊλ Ζιντάν αποφασίζει να εγκαταλείψει το σπίτι του σε ένα μικρό χωριό κάπου χωμένο ανάμεσα στους λόφους της χώρας και μαζί με την γυναίκα του, Μαλίκα, να μετακομίσουν στο Παρίσι. Μένουν στην περιοχή του Σεντ Ντενί, εκεί που δεκαετίες αργότερα, το τελευταίο παιδί της οικογένειας θα έγραφε μια χρυσή σελίδα στην ιστορία του ποδοσφαίρου. 

Το ζευγάρι τα βγάζει δύσκολα πέρα, η ζωή στη γαλλική πρωτεύουσα είναι δύσκολη και έτσι αποφασίζουν τελικά να εγκατασταθούν στη Μασσαλία και να στήσουν εκεί το σπιτικό τους. Ο Σμαϊλ δουλεύει σαν αποθηκάριος, η Μαλίκα μένει στο σπίτι για να φροντίσει τα πέντε παιδιά που έρχονται στη ζωή σε μικρό χρονικό διάστημα. Το στερνοπούλι θα γεννηθεί στις 23 Ιουνίου 1972, θα ονομαστεί Ζινεντίν Γιασίντ. Τα παιδιά της οικογένειας δεν μεγαλώνουν σε πλούτη, αλλά τουλάχιστον έχουν τα απαραίτητα. Δεν είναι προνομιούχοι, αλλά μπορούν σήμερα να αναπολούν όμορφα παιδικά χρόνια με φίλους και παρέες ποτ κρατούν δεκαετίες. «Ο πατέρας μου είναι η έμπνευσή μου. Αυτός με δίδαξε ότι ένας μετανάστης πρέπει να δουλεύει διπλάσια από τους άλλους και ποτέ να μην τα παρατά» θα πει πολλά χρόνια μετά ο Ζινεντίν. Η οικογένεια του ήταν από τις πιο αξιοσέβαστες σε μια γειτονιά, όπου πολλοί μετανάστες κατέφευγαν στο έγκλημα.

Στη Μασσαλία θα μπει στη ζωή του η μπάλα. Θα πάρει μέρος σε ένα τουρνουά για νέα ταλέντα και την επόμενη ημέρα όταν θα επιστρέψει σπίτι από το σχολείο θα δει στο σαλόνι τους γονείς του μαζί με τον Ζαν Βαρό, ο οποίος θα ζητούσε την άδειά του για να δοκιμαστεί ο γιος τους στις Κάννες. Μα οι Κάνες ήταν δύο ώρες μακριά από τη Μασσαλία, αυτό σήμαινε πως το παιδί θα έπρεπε να φύγει μακριά από τους γονείς του. Ο Σμαϊλ και η Μαλίκα τελικά πείστηκαν. Ο Ζινεντίν ετοίμασε τα πράγματά του και συνοδευόμενος από τον Βαρό έφτασε στις Κάννες. Το πρώτο ταξίδι είχε γίνει. Ο Ζαν Φερναντέζ, προπονητής της πρώτης ομάδας, θα εντυπωσιαστεί από τα προσόντα του και την τεχνική του και θα είναι αυτός που κάποια χρόνια μετά θα του δώσει την ευκαιρία του να κάνει ντεμπούτο με τους μεγάλους. Ο Ζινεντίν ήταν 17 ετών. Το πρώτο βήμα είχε γίνει. Ήταν 20 Μαϊου 1989.

Έμεινε στις Κάννες μέχρι το 1992, όταν η ομάδα υποβιβάστηκε στη δεύτερη κατηγορία. Μαρσέιγ και Μπορντό τον διεκδίκησαν. Ο «Ζιζού» ήθελε σαν τρελός να γυρίσει στη Μασσαλία, να φορέσει τη φανέλα της αγαπημένης ομάδας του, αυτή που είχε φορέσει και το είδωλό του, ο Έντζο Φραντσεσκόλι. «Είναι καλός, αλλά αργός» είναι η ετυμηγορία των ανθρώπων της Μαρσέιγ και έτσι καταλήγει στη Μπορντό. Το καλοκαίρι του 1994 θα κληθεί και στην εθνική ομάδα της Γαλλίας, θα κάνει ντεμπούτο στο παιχνίδι με την Τσεχία, στο οποίο μπήκε αλλαγή για να γυρίσει το 2-0 σε 2-2 με δύο γκολ του. 

Η Γιουβέντους θέλει να τον κάνει δικό της το καλοκαίρι του 1996. Το ταξίδι στο εξωτερικό τον προβληματίζει, τώρα πια θα πρέπει να είναι ακόμα πιο μακριά από την οικογένειά του. Τελικά θα υπογράψει. Μόλις λίγους μήνες ήταν στην ομάδα όταν κατέκτησε το Διηπειρωτικό Κύπελλο αντιμετωπίζοντας στο Τόκιο τη Ρίβερ Πλέιτ, στην οποία αγωνιζόταν ο Έντζο Φραντσεσκόλι. Δέος! Με τη «μεγάλη κυρία» ο Ζιντάν έχασε δύο διαδοχικούς τελικούς στο Τσάμπιονς Λιγκ, το 1997 από τη Ντόρτμουντ και το 1998 από τη Ρεάλ. Εκείνο το βράδυ του δεύτερου χαμένου τελικού υποσχέθηκε στον εαυτό του ότι τρίτη ήττα δεν θα υπάρξει. Την επόμενη φορά, το τρόπαιο θα ήταν δικό του. 

«Έφτασα στα 24 μου από την Μπορντό και ήταν ένα τεράστιο βήμα μπροστά. Έμαθα πολλά τόσο ως ποδοσφαιριστής όσο και ως άνθρωπος. Το πρώτο διάστημα έπαιζα άσχημα, δεν είχα προσαρμοστεί και λεγόταν πως ήμουν ένα λάθος απόκτημα. Μόνο ο Μαρτσέλο Λίπι πίστευε σε εμένα. Τελικά αποδείχθηκε πως είχε δίκιο». Δεν ήταν καλή η πρώτη σεζόν του στη Γιουβέντους, υπήρχε μουρμούρα, είχε προβλήματα προσαρμογής όχι τόσο στη νέα ζωή, όσο στην ίδια την ομάδα. Οι προπονήσεις ήταν σκληρές, απαιτητικές, τον πρώτο καιρό από την κούραση έκανε συνέχεια εμετούς στα αποδυτήρια.  Ο Μισέλ Πλατινί, ο άνθρωπος που είχε πείσει τον Τζιάνι Ανέλι για την απόκτηση του νεαρού Γάλλου θα δικαιωνόταν στη συνέχεια… 

Παίζοντας πίσω από τους Ντελ Πιέρο και Ιντζάγκι, σε μια σεζόν που οι δυο κορυφαίοι επιθετικοί πέτυχαν συνολικά 61 γκολ, απελευθερωμένος λόγω της παρουσίας του Ντάβιντς στη μεσαία γραμμή, ο Ζιντάν άρχισε να… δημιουργεί. Η «μεγάλη κυρία» θα πάρει δεύτερο συνεχόμενο πρωτάθλημα και ο «Ζιζού» θα σηκώσει το Παγκόσμιο Κύπελλο στο «Σταντ ντε Φρανς», λίγα χιλιόμετρα μακριά από εκεί που σχεδόν σαράντα χρόνια πριν ο Σμαϊλ και η Μαλίκα έβρισκαν καταφύγιο. Εκεί ο γιος του θα στεφόταν πρωταθλητής κόσμου. Η Γαλλία πήρε για πρώτη φορά το Μουντιάλ και ο Ζιντάν μερικούς μήνες αργότερα τη «Χρυσή Μπάλα». Αυτός μαζί με άλλους γιους μεταναστών έφτιαξαν μια ομάδα που προκάλεσε την οργή του Ζαν – Μαρί Λεπέν, αλλά ό,τι κι αν έλεγαν οι ακροδεξιοί, οι «τρικολόρ» ήταν ασταμάτητοι και δύο χρόνια αργότερα κατέκτησαν και το EURO.  Ήταν ο πιο ολοκληρωμένος ποδοσφαιριστής, ήταν ο κορυφαίος του κόσμου. 

Στη διάρκεια της τρίτης σεζόν του στη Γιουβέντους, ο Λίπι θα αντικατασταθεί από τον Αντσελότι, ο Ντελ Πιέρο θα μείνει πολύ καιρό εκτός λόγω τραυματισμού, η χρονιά θα είναι καταστροφική και θα ολοκληρωθεί χωρίς τίτλο, όπως θα συμβεί και τις δύο επόμενες σεζόν. Στο μεταξύ, θα αναδειχθεί και πρωταθλητής Ευρώπης με τους «τρικολόρ», αλλά μεγάλο απωθημένο θα παραμένει η κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ. 

Το 2001 η Βερονίκ δεν άντεχε άλλο το Τορίνο. Είχε αρχίσει να την «πνίγει» η ομίχλη και η μουντάδα.  Ήταν φυσικά συμβιβασμένη επί χρόνια με τη ζωή του συζύγου της. Εγκατέλειψε την μεγάλη αγάπη της, τον χορό, για να τον ακολουθήσει. Από τη Μασσαλία στις Κάννες, από εκεί στο Μπορντό, μετά στην Ιταλία. «Όπου πήγαιναν τα παντελόνια, πήγαινα κι εγώ» συνήθιζε να λέει από τότε, όχι με δυσαρέσκεια, αλλά με επίγνωση ότι θα έπρεπε να θυσιάσει τη δική της καριέρα για να είναι στο πλευρό του άντρα της.

Της έλειπε ο ήλιος και στην άκρη του μυαλού της είχε την Ισπανία, την γενέτειρα των γονιών της. Είμαστε στο 2001, έχει φέρει στον κόσμο τους καρπούς του έρωτά της με τον Ζινεντίν, τον Έντζο (ναι, συμβιβάστηκε και με το όνομα του πρωτότοκου η Βερονίκ, ο Φραντσεσκόλι ήταν το είδωλο του άντρα της, δεν γινόταν να φέρει αντίρρηση) και τον Λούκα. Η ομίχλη του Τορίνο, όμως, δεν αντεχόταν… 

Η Βερονίκ έχει μπουχτίσει πέντε χρόνια στο Τορίνο, ο ίδιος έχει ακόμα συμβόλαιο, αλλά νιώθει ότι αυτός ο κύκλος έχει κλείσει και είναι έτοιμος για μια νέα εμπειρία και μια… χαρτοπετσέτα να «λυτρώνει» και τους δύο. Στη διάρκεια ενός γκαλά της FIFA, στο Μόντε Κάρλο, ο Ζιντάν γίνεται αποδέκτης ενός μηνύματος το οποίο είναι γραμμένο στα γαλλικά σε μια χαρτοπετσέτα. «Θέλεις να έρθεις στην Ρεάλ Μαδρίτης;»…  

Ο «Ζιζού» θα απαντήσει με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή με μήνυμα σε χαρτοπετσέτα. Θα είναι λακωνικός, από τότε δεν του άρεσαν τα πολλά λόγια. Το «Oui!», όμως, θα είναι κατηγορηματικό.  Η χαρτοπετσέτα κάνει το αντίστροφο δρομολόγιο και καταλήγει στον αρχικό αποστολέα της, τον πρόεδρο της «βασίλισσας», Φλορεντίνο Πέρεθ. Δεν τον ενδιέφερε να κρατήσει τους τύπους, επικοινώνησε άμεσα με τη διοίκηση των Ιταλών ζητώντας να αποχωρήσει. «Ο Ζιντάν δραπετεύει από το Τορίνο. Πέντε χρόνια στη Γιούβε, ξεπλύθηκαν μέσα σε ένα δευτερόλεπτο» θα γράψει η «Tuttosport», ενώ η διοίκηση της ομάδας θα αφήσει αιχμές εναντίον του ότι πάντα προτιμούσε να παίζει καλύτερα με την εθνική ομάδας της πατρίδας του. 

Κι έτσι το 2001, ο Ζιντάν θα γίνει ένα ακόμη αστέρι στον γαλαξία της Ρεάλ Μαδρίτης και λίγους μήνες μετά την μεταγραφή του θα… υπογράψει το ένατο πρωτάθλημα Ευρώπης της «βασίλισσας» με το φανταστικό βολέ του από τα 25 μέτρα στον τελικό κόντρα στη Λεβερκούζεν. Τώρα πια είχε τα πάντα. Είχε τίτλους, είχε φήμη, είχε χρήματα. Καμία σημασία δεν είχε τίποτα από αυτά. Σημασία για τον «Ζιζού» είχε η αγάπη για την οικογένεια και τον πλησίον. Δεν ξέχασε ποτέ τις ρίζες του, δεν απαρνήθηκε την καταγωγή του. Αυτή τον έκανε μεγάλο και τρανό. Απλά μένοντας στη Μαδρίτη με τους άλλους «γκαλάκτικος» άρχισε να συμβιβάζεται με το γεγονός ότι ήταν διάσημος. 

Σε μια πενταετία στη Μαδρίτη, θα αγωνιστεί σε 225 παιχνίδια και θα πετύχει 49 γκολ. Θα κατακτήσει το Τσάμπιονς Λιγκ, ένα πρωτάθλημα, ένα ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ, δυο ισπανικά Σούπερ Καπ και ένα Διηπειρωτικό Κύπελλο. Και η Βερονίκ θα φέρει στον κόσμο άλλους δυο γιους, τον Τέο και τον Ελίαζ.

Και ύστερα ήρθε το τέλος… Ο ποδοσφαιριστής Ζιντάν είχε όλα τα χαρίσματα του κόσμου. Ήταν τέλειος, αψεγάδιαστος. Ή έτσι έμοιαζε; Το καλοκαίρι του 2006 ήταν 34 ετών και είχε αποφασίσει ότι το Παγκόσμιο Κύπελλο της Γερμανίας θα ήταν η τελευταία διοργάνωσή του. Η Γαλλία φτάνει στον τελικό, μια ανάσα πριν στεφθεί Παγκόσμια πρωταθλήτρια για μια ακόμη φορά. Στην κανονική διάρκεια του τελικού με την Ιταλία, ο Ζιντάν σκοράρει με πέναλτι. Πάμε στην παράταση… Στο 110ο λεπτό. Μια κουτουλιά. Μια ανθρώπινη αντίδραση… Ναι, τελικά ήταν και αυτός σαν εμάς; Αγχώνεται, πιέζεται, αντιδρά. Όχι η κουτουλιά δεν τον στιγμάτισε, δεν ήταν το άδοξο τέλος της καριέρας του. Ήταν αυτό που χρειαζόμαστε όλοι οι κοινοί θνητοί για να πιστέψουμε ότι αυτός ο Θεός είχε και ανθρώπινη υπόσταση… 

Μετά τον ποδοσφαιριστή ήταν η ώρα του προπονητή Ζιντάν. Όταν ο Κάρλο Αντσελότι αποχωρούσε από τον πάγκο της Ρεάλ, το όνομά του «Ζιζού» είχε ακουστεί και πάλι. Ήταν συνεργάτης του Ιταλού τη σεζόν που η Ρεάλ κατέκτησε το δέκατο πρωτάθλημα Ευρώπης. Ο Φλορεντίνο Πέρεθ δεν τον κάλεσε ποτέ να συζητήσουν, προτίμησε τον έμπειρο Ράφα Μπενίτεθ. 

Ο Ισπανός τεχνικός είχε μόνο πολέμιους εντός συλλόγου, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία των οπαδών δεν τον ήθελε. Όταν η κατάσταση για τον Μπενίτεθ ήταν πια οριακή, ο Ζιντάν βρέθηκε και πάλι στο προσκήνιο. Μετά την ήττα των Μαδριλένων από τη Μπαρτσελόνα σε «clasico», ο Πέρεθ στήριξε τον Μπενίτεθ, αλλά τα σενάρια για τον Ζιντάν άρχισαν και πάλι. Ο ίδιος προτίμησε τη σιωπή, αλλά το… περιβάλλον του έλεγε τότε ότι προτιμά να ολοκληρώσει τη σεζόν στον πάγκο της Καστίγια, της δεύτερης ομάδας της Ρεάλ, καθώς δεν θα ήθελε να αναλάβει μεσούσης της περιόδου και με τη «βασίλισσα» σε τέτοια κατάσταση. 

«Είμαι επαγγελματίας και ποτέ δεν θα αρνηθώ μια πρόκληση» είχε πει βεβαια σε ανύποπτη στιγμή. Κάτι φαινόταν να έχει αλλάξει, καθώς λίγο αργότερα και πάλι το… περιβάλλον του έχει αρχίσει να κάνει λόγο για την ετοιμότητα του Ζιντάν να ανταπεξέλθει στην πρόκληση της πρώτης ομάδας της Ρεάλ, παρά το γεγονός ότι επιθυμία του είναι να ολοκληρώσει το έργο του στην Καστίγια. 

Εντός των αποδυτηρίων είχε πάντα τον απόλυτο σεβασμό των παικτών. Είχε εξαιρετικές σχέσεις με τον Κριστιάνο Ρονάλντο, με τον Καρίμ Μπενζεμά και με τον Σέρχιο Ράμος. Τις όποιες αμφιβολίες είχε για το αν μπορούσε να αναλάβει τη Ρεάλ, οι ίδιοι οι παίκτες της ομάδας τους τις εξάλειψαν. Οι ίδιοι πήγαν και τον βρήκαν πριν αναλάβει τελικά για πρώτη φορά την ομάδα. Και του είπαν ότι μόνο αυτόν ήθελαν.  Δεν είχαν άδικο.

Αν άξιζε  κάποιος τον θρόνο της «βασίλισσας» ήταν αυτός. Κι έτσι ο Ζιντάν έγινε ξανά βασιλιάς. Η κατάκτηση των τριών συνεχόμενων Τσάμπιονς Λιγκ ήταν απλά το επισφράγισμα του μύθου του. Και η αρχή μιας νέας ιστορίας…

Πηγή: Sport DNA

Pin It on Pinterest

Shares
Share This