Επιλογή Σελίδας

Του Γιώργου Καραμάνου

Όπως συμβαίνει και με τις γυναίκες, η αίσθηση της γοητείας έχει το ίδιο effect και στο παιχνίδι.

Ακόμα και όσοι βρίσκονται στην εξέδρα ή τον καναπέ έλκονται από τους παίκτες που εκπέμπουν μυστήριο, αυτοπεποίθηση, αλαζονεία (με χιούμορ), αδιαφορία. Όλα όσα έκαναν εκείνον να ξεχωρίσει από τα πολύ μικρά του.

«Η δασκάλα μου στο Γυμνάσιο αποτέλεσε την πρώτη μεγάλη κατάκτησή μου. Ήταν ένα φανταστικό πλάσμα. Σε κάθε μάθημα την κοιτούσα στα μάτια. Το ανταπέδιδε και πάντοτε εκείνη ήταν που χαμήλωνε το βλέμμα. Εκεί καταλάβαινα ότι… την είχα. Εκεί ήταν που κατάλαβα ότι το… είχα με τις γυναίκες. Και ότι θα το έχω πάντα. Με αυτές και με το ποδόσφαιρο, τις δύο μεγάλες μου αδυναμίες»!

Από μικρό παιδί η αυτοπεποίθηση ήταν κάτι το ξέχειλο. Από τότε που η δασκάλα δέχτηκε επίπληξη από τον Διευθυντή του σχολείου, με την υπόθεση να φτάνει στους γονείς. Από τότε που στο μικρό Γκαζάν, στους πρόποδες των Άλπεων, περνούσε την μπάλα κάτω από τα πόδια ή πάνω από τα κεφάλια των φίλων του.

Ήταν πανέμορφος. Ήταν παικταράς. Ο κόσμος θα του ανήκε…

«Ο Θεός μού έδωσε όλα τα καλά του κόσμου. Και μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι εγώ τα υποδέχτηκα με γενναιοδωρία και τα εκμεταλλεύτηκα στο έπακρο. Σίγουρα δεν υπήρξα αχάριστος και δεν πέταξα στα σκουπίδια τα ταλέντα μου. Πολλοί ισχυρίζονται ότι η ζωή και η καριέρα μου θα μπορούσαν να είναι ακόμα καλύτερες. Μα τι λένε; Δεν έχουν ιδέα πόσο υπέροχα τα έχω ζήσει όλα».

Για τον Νταβίντ Ζινολά Σεζ τα πάντα αποτέλεσαν ένα όχημα απόλαυσης. Τα γαλάζια διαπεραστικά μάτια, η φράτζα που επιμελώς ανέμιζε τόσο όσο έπρεπε, ώστε να αναδεικνύει τον καλπασμό με το τόπι. Το ελάχιστα πονηρό και όλο υπονοούμενα μειδίαμα στα χείλη. Ακόμα και τη γαλλική αξάν φρόντισε να την κάνει όπλο και να αιχμαλωτίσει το αγγλικό κοινό.

Τα πάντα ήταν εκεί, δικά του, να τα κάνει και να τους κάνει ό,τι θέλει. Και το πέτυχε, δίχως καν να προσπαθήσει. Εύκολα, χαλαρά, στην πιο cool εκδοχή αυτού που αποκαλούμε εμφατικά fucking coolness…

Από playboy… playmaker

Το 1985, στα 18 του, βρέθηκε στην 11άδα της Τουλόν και εννοείται δεν ξαναβγήκε ποτέ. Στο ξεκίνημά του ήταν playmaker και κανείς δεν μπορούσε να αντιληφθεί ότι σε μεγάλη ηλικία θα απογειωνόταν ως εξτρέμ. Ήταν όμως ακόμη νωρίς για όλα αυτά.

Το μεσοδιάστημα σε Ρεν (1988-1990) και Ρασίνγκ Παρί (1990-1991) θα τον έκανε “άντρα” ποδοσφαιρικά. Στο Parc des Princes τον ερωτεύτηκαν αμέσως. Και, όταν τους καθάρισε μόνος του σε ένα παριζιάνικο εκπληκτικό ντέρμπι (3-2), έσπευσαν στα μέσα της σεζόν να τον κάνουν δικό τους. Ήταν μόλις η Παρί Σεν Ζερμέν είχε κάνει την τεράστια συμφωνία με το «Canal+» και βρέθηκε με χρήματα στην τσέπη. Εκεί, ο κόουτς Αρτούρ Ζόρζε αποφάσισε ότι αυτός ο παικταράς που του παρέδωσαν έπρεπε να παίξει πιο μπροστά. Και πού τον τοποθέτησε; Στην πλάτη του θρυλικού Ζορζ Γουεά.

Στην πρώτη εμφάνισή του το κοινό θα είναι παγωμένο μαζί του. Δεν ήταν τόσο ότι έπαιζε στην αντίπαλο στην πόλη, αλλά η εκδηλωμένη αγάπη του για τον “εχθρό”. «Ποτέ μου δεν έκρυψα ότι υποστηρίζω τη Μαρσέιγ, αλλά θα τα δώσω όλα για την Παρί», θα δηλώσει στην παρουσίασή του και θα προκαλέσει έναν κακό χαμό.

Το κλίμα ωστόσο θα αλλάξει με το καλησπέρα. Η κατάκτηση του Κυπέλλου την επόμενη χρονιά και οι μοναδικές αρετές του θα υποχρεώσουν το France Football να τον ανακηρύξει κορυφαίο Γάλλο ποδοσφαιριστή, αφήνοντας δεύτερο τον Καντονά.

Θα ακολουθήσει το Πρωτάθλημα του 1994, το δεύτερο στην ιστορία του συλλόγου, απογειώνοντας την αγάπη των οπαδών στο πρόσωπό του, καθώς θα αναδειχθεί πρώτος σκόρερ με 13 γκολ.

Ο θαυμασμός του Κρόιφ

Σειρά είχε τώρα η Ευρώπη. Εκεί βέβαια είχε ήδη δώσει διαπιστευτήρια το 1993 με τα δύο γκολ του στον αποκλεισμό της Ρεάλ Μαδρίτης (Κύπελλο UEFA), την οποία απέκλεισαν και την αμέσως επόμενη χρονιά στο Κύπελλο Κυπελλούχων.

Ο Γιόχαν Κρόιφ έσπευσε να εκφράσει τον πρώτο από τους τρεις θαυμασμούς του. Πρωτοεμφανιζόμενη στο Champions League, η Παρί θα τερματίσει πρώτη σε όμιλο με την Μπάγερν και στα προημιτελικά θα προκαλέσει τεράστιο σοκ, καθώς πλέον έχει έρθει η σειρά της Dream Team της «Μπάρτσα» να τον γνωρίσει ακόμα καλύτερα. Ο αποκλεισμός στα ημιτελικά από τη μετέπειτα Πρωταθλήτρια, Μίλαν, θα σβήσει το όνειρο.

Ακόμα κι έτσι όμως ο Ζινολά θα έχει ήδη πραγματοποιήσει εκπληκτικές εμφανίσεις με την «Μπάρτσα» και θα προκαλέσει εκ νέου το ενδιαφέρον του Γιόχαν Κρόιφ. Θα του τηλεφωνήσει, αλλά τελικά δεν θα έχει ελεύθερη θέση ξένου και δεν θα μπορέσει να τον πάρει κοντά του. «Το όνειρό μου είναι να αγωνιστώ κάποια στιγμή στην Μπαρτσελόνα», θα πει, αλλά μόλις έχει χάσει το ένα από τα δύο τρένα για το Camp Nou.

Εθνικός «δολοφόνος»

Το 1995 θα ξαναπάρει το Κύπελλο και το League Cup, αλλά κατανοεί ότι ο κύκλος του στο Championnat έχει κλείσει. Πρέπει να φύγει για να σωθεί, ακολουθώντας ακριβώς το παράδειγμα του Καντονά. Ο “King” Ερίκ εκδιώχθηκε ουσιαστικά από τη χώρα εξαιτίας ενός αρνητικού συμβάντος. Και για τον Ζινολά δεν θα μπορούσε να συμβεί τίποτα χειρότερο από εκείνο το “εθνικό” ποδοσφαιρικό κακό που τον βρήκε…

Βασικό στέλεχος από τα μικρά κλιμάκια της Εθνικής Γαλλίας, υπάρχει λόγος που στο φινάλε αυτής της σπουδαίας καριέρας ξέμεινε με μόλις 17 συμμετοχές και τρία γκολ. Ανέκαθεν ο Τύπος γκρίνιαζε ότι με την Εθνική δεν είχε το ίδιο πάθος όπως με την Παρί. Στις 17 Νοεμβρίου του 1993 θα έμπαινε και η ουσιαστική “ταφόπλακα” για εκείνον και το εθνόσημο.

Ήταν η τελευταία αγωνιστική για τα προκριματικά του Μουντιάλ και η Γαλλία υποδεχόταν τη Βουλγαρία. Της αρκούσε η ισοπαλία για να προκριθεί. Το ματς είχε μπει στις καθυστερήσεις με το σκορ 1-1. Ο μετέπειτα προπονητής της Λίβερπουλ, Ζεράρ Ουγιέ, τον έβαλε καθυστερημένα στο γήπεδο αντί του Ζαν Πιερ Παπέν, με την οδηγία να κρατήσει την μπάλα.

Εκείνος όμως τα έκανε όλα ανάποδα. Την κρίσιμη στιγμή το τόπι έφτασε στα πόδια του. Αντί όμως να κάνει καθυστερήσεις, άρχισε τις ντρίμπλες και προσπάθησε με πολύ μακρινή μπαλιά να βρει τον Καντονά. Ο Εμίλ Κρεμενλίεφ (το 1996 πέρασε από τον Ολυμπιακό) έκλεψε και στην αντεπίθεση ο Εμίλ Κονσταντίνοφ έκανε το 1-2, στέλνοντας τους Βούλγαρους στα γήπεδα των ΗΠΑ.

Την ακριβώς επόμενη μέρα ήρθε και η καταδίκη σε τηλεοπτική μετάδοση από τον ίδιο τον εκλέκτορα. «Ο Ζινολά έστειλε με αυτήν την αλλοπρόσαλλη σέντρα έναν πύραυλο στην καρδιά του γαλλικού ποδοσφαίρου. Θα το πω όπως το νιώθω. Ο Ζινολά είναι ο δολοφόνος της Γαλλίας»!

Έκτοτε άρχισε να αναζητά μία έξοδο. Χρειάστηκε να περάσει λίγος καιρός και κάμποσες αποτυχημένες επαφές με μεγάλα clubs, για να βρεθεί τελικά η δίοδος για το μέλλον. Ταξίδεψε στην Μπάγερν, την Ίντερ, τη Σέλτικ και του τηλεφώνησε ξανά η «Μπάρτσα». Το πρόβλημα παρέμενε το ίδιο. Ήταν λίγο πριν την απόφαση Μποσμάν και επιτρέπονταν μόνο ξένοι και όχι οι λεγόμενοι «κοινοτικοί». Οπότε τα κουκιά στα ρόστερ ήταν μετρημένα.

Εκείνος δεν μπορούσε να περιμένει. Το 1995 η Premier League μπορεί να ήταν ακόμη μωρό, αλλά η δυναμική της είχε αρχίσει ήδη να διαφαίνεται. Τα χρήματα ήταν καλά, αλλά η επιλογή ξάφνιασε τον ποδοσφαιρικό κόσμο.

Ο δεύτερος Γάλλος στο Νησί

Στη σημερινή εποχή η επιρροή του γαλλικού ποδοσφαίρου στην Αγγλία θεωρείται κάτι εξαιρετικά δεδομένο. Ωστόσο, κοιτάζοντας πίσω στο 1995, κανείς δεν είχε την παραμικρή ιδέα του τι θα ακολουθούσε στα γήπεδα του Νησιού.

Η Premier League μετρούσε μόλις τρία χρόνια ζωής και η Άρσεναλ δεν είχε κανέναν Γάλλο παίκτη στην ιστορία της, με τον Αρσέν Βενγκέρ να είναι ακόμη προπονητής στη Ναγκόγια Γκράμπους Έιτ στην Ιαπωνία. Καθώς η Νιούκαστλ παρουσίαζε τον Ζινολά, ο μόνος Γάλλος που λατρευόταν στη Βρετανία ήταν ο Ερίκ Καντονά. Πρωταθλητής ήδη με τη Λιντς (1992), γιγάντωνε τον μύθο του με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (1992-1997). Οι δύο Γάλλοι θα έδιναν τη μάχη τους για την κορυφή.

«Εμφανίστηκε στην προετοιμασία και άπαντες σταμάτησαν την προπόνηση. Ακούστηκε ένας δυνατός ψίθυρος απ’ όλους. Ήταν περίεργος. Μία φιγούρα διαφορετική. Κομψός, καλοχτενισμένος, ντυμένος με ιταλικό κοστούμι. Ήταν λες και μπροστά μας βρισκόταν ένας αστέρας του σινεμά. Θυμάμαι ότι αναρωτήθηκα “Ουάου, τώρα δηλαδή αυτόν τον αστείο Γάλλο μάς τον έφεραν εδώ για ποδοσφαιριστή; Θα τον καταπιούν οι αντίπαλοι αμυντικοί στην Αγγλία”»! Για τον Κιθ Γκιλέσπι η πρώτη αίσθηση ήταν ακριβώς η ίδια που θα είχε και το κοινό. Το ίδιο όμως θα ίσχυε για όλους, όταν θα διαπίστωναν τι μπορούσε να κάνει με την μπάλα.

«Από την πρώτη κιόλας προπόνηση καταλάβαμε. Ο τύπος ήταν πραγματικά απίστευτος».

Και η αλήθεια ήταν ότι ο Ζινολά έστησε το πιο εκπληκτικό ξεκίνημα που έκανε ποτέ ξένος στην Premier League. Ηταν Κυριακή μεσημέρι, όταν το «Sky TV» μετέδιδε σε εθνική εμβέλεια την εκτός έδρας αναμέτρηση με τη Σέφιλντ Γουένσντεϊ. Ολη η χώρα τον είδε να σουτάρει από τα 25 μέτρα και να βάζει ένα απίθανο γκολ. Όλο του το 90λεπτο ήταν ένα ξεκάθαρο highlight. Και μάλιστα τούτο εκτυλισσόταν μπροστά στο ίνδαλμά του. Ο μεγαλύτερος ήρωάς του, ο Κρις Γουόντλ, τον οποίον τρελαινόταν να βλέπει από τα χρόνια του στη Μαρσέιγ, βρισκόταν εκείνη την ημέρα στο Hillsborough και με τη λήξη κατέβηκε στα αποδυτήρια για να τον αγκαλιάσει. Ζούσε ήδη το απόλυτο όνειρο.

Ντρίμπλες και pubs

Και μόνο τα πρώτα ματς του ήταν αρκετά για να ξεδιπλώσει το απύθμενο ταλέντο. Έναν elegant τρόπο παιχνιδιού που δεν είχαν ξαναδεί στη χώρα. Το τέλος του Αυγούστου τον βρήκε να βραβεύεται ως ο κορυφαίος παίκτης του μήνα στο Πρωτάθλημα. Στον πρώτο του μόλις μήνα.

Το εξάμηνο θα εξελισσόταν στο ίδιο ακριβώς μοτίβο. Εκείνος θα ήταν ασταμάτητος και οι πιο τρελές σκέψεις του Κέβιν Κίγκαν και των οπαδών έδειχναν ότι μπορούσαν να γίνουν πραγματικότητα. Η Νιούκαστλ στις 15 αγωνιστικές είχε 12 νίκες, δύο ισοπαλίες, μία ήττα, ήταν στην κορυφή, στο +5 από τη Γιουνάιτεντ, στο +10 από την Άρσεναλ και κάλπαζε για τον τίτλο. Ήταν τόσο όμορφο το παιχνίδι της που οι εφημερίδες τους αποκάλεσαν «Διασκεδαστές»!

Ο Κίγκαν είχε αναλάβει την ομάδα το 1992, εκφράζοντας μεγαλεπήβολα -προφανώς μη ρεαλιστικά- πλάνα. Οι «Καρακάξες» είχαν τερματίσει στην 20ή θέση και βρίσκονταν μία κατηγορία κάτω. Αμέσως τις επανέφερε και άρχισε τις πετυχημένες μεταγραφές. Κιθ Γκιλέσπι, Λες Φέρντιναντ και ο περίεργος αυτός Γάλλος πλαισίωσαν τους Πίτερ Μπρίρτσλι, Ρομπ Λι, Ντέιβιντ Μπάτι.

«Ο Ζινολά είναι μοναδικός. Το μόνο που απομένει είναι να του βρούμε τη σωστή θέση στο γήπεδο. Και νομίζω το πετύχαμε διάνα», θα εξηγήσει ο κόουτς, καθώς επιλέγει να τον στείλει στα αριστερά της επίθεσης. Στα 28 του όχι μόνο θα αποδεχθεί τον ρόλο αλλά θα τον πάει σε άλλη διάσταση.

Οι κινήσεις του παρομοιάζονταν με εκείνες του θρυλικού χορευτή του μπαλέτου, Νουρέγιεφ. Κανείς στο Νησί δεν είχε ξαναδεί τόσο γρήγορες εναλλαγές και αυξομειώσεις ταχύτητας με την μπάλα στα πόδια.

Τη στιγμή που οι αμυντικοί αποτελούνταν από υλικά-γήινα σώματα, εκείνος έδειχνε ότι ήταν φτιαγμένος από τα αιθέρια, άυλα συστατικά.

Ένας γητευτής όλων των αισθήσεων. Μαγνήτιζε το τόπι και τα βλέμματα. Οι αντίπαλοι έτρεμαν μήπως πάρει την μπάλα και οι θαυμαστές του πάλευαν στην μαύρη αγορά για ένα εισιτήριο, παρακαλώντας να του δώσουν διαρκώς πάσα, ώστε να κάνει τα δικά του.

Μόνο που ξαφνικά κάπου εκεί άλλαξαν όλα. Σαν να κατέρρευσε σε μία στιγμή. Στην επικράτεια δεν μπορούσαν να καταλάβουν, Στο inside story όμως γνώριζαν. Ο Γκιλέσπι εκτός από θαυμαστής ήταν και ο συγκάτοικός του στα ξενοδοχεία για δύο χρόνια. Εκείνος τα ζούσε από πρώτο χέρι στο πλευρό του.

«Κάπνιζε πολύ, ακόμα και στο δωμάτιο. Τρελαινόταν για fish and chips, ζαμπόν και αβγά με μπέικον. Το θέμα όμως είναι ότι τον ζήλευα. Όχι για τα παραπάνω αλλά για το πώς κατέβαζε τα βράδια εκείνα τα διπλά amaretto-λεμόνι».

Στο πιο διάσημο μπαρ της πόλης, το Quayside, άφησαν εποχή οι ουρές που σχημάτιζαν κάθε λογής κορίτσια. Μία φωτογραφία μαζί του, ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο, ακόμα και ξώφαλτσα στα χείλη. Και μπορεί το club να έκανε τα στραβά μάτια, η σύζυγός του, Κοραλίν, δεν άντεξε τις φήμες και τα ξενύχτια. Διάφορα μοντέλα, pin up girls αμφιβόλου προελεύσεως, έφεραν τη διάσταση. Εκείνη πήρε τα δύο παιδιά τους και επέστρεψε στη Γαλλία.

Εκείνος παρέμεινε και συνέχισε τα δικά του. Άλλωστε, ήδη κουβαλούσε από το 1991 μία ερωτική περιπέτεια, η οποία περιελάμβανε μία περίεργη ιστορία εγκυμοσύνης και ένα παιδί που έπρεπε να αναγνωρίσει. Δεν δέχτηκε τότε να συμμετάσχει σε τεστ DNA και αναγκάστηκε να πληρώσει ένα σεβαστό ποσό.

«Le Magnifique» και L’ Oreal

Οι αμυντικοί πλέον τον είχαν κάπως μάθει, ξεπερνώντας το αρχικό σοκ του τυφώνα που τους χτύπησε. Η Νιούκαστλ δεν μπόρεσε να κρατήσει το υψηλό τέμπο και το φινάλε τη βρήκε στη δεύτερη θέση, πίσω από τη Γιουνάιτεντ. Τίτλος δεν υπήρξε, αλλά και πάλι ήταν επιτυχία. Ο Ζινολά, παρά την γκρίνια για την ελεύθερη πτώση της απόδοσής του, θα ψηφιστεί τρίτος καλύτερος παίκτης στο Νησί.

Το καλοκαίρι του 1996 αποφασίστηκε η τρομερή επιθετική ενίσχυση. Ο legend και MVP του 1996, Άλαν Σίρερ, γινόταν δικός της, όπως και ο Φαουστίνο Ασπρίγια. Άλλωστε, υπήρχε και το Champions League μπροστά της, αλλά και η επιθυμία για το Πρωτάθλημα είχε εξελιχθεί σε κάτι υπαρκτό.

Την ίδια στιγμή η πόρτα της Εθνικής θα κλείσει οριστικά για εκείνον. Ο Εμέ Ζακέ θα τον αφήσει εκτός του Euro 1996, όπως και τον Καντονά. Θα νιώσει ριγμένος και θυμωμένος. Θα βρει θαλπωρή στα λόγια του τεράστιου Κρόιφ: «Ο Ζινολά αυτήν την στιγμή είναι ο κορυφαίος εξτρέμ στον κόσμο»!

Ο «Ιπτάμενος Ολλανδός» θα του τηλεφωνήσει. Μπορεί να μην βρίσκεται στον πάγκο της «Μπάρτσα», αλλά επηρεάζει τα μεταγραφικά της. Με τον κόουτς Μπόμπι Ρόμπσον τα έχουν συμφωνήσει. Τον θέλουν στη Βαρκελώνη. Η πρόταση των 6 εκατ. ευρώ θα απορριφθεί. Η Νιούκαστλ θα αξιώσει 12 εκατ. και το όνειρο θα σβήσει οριστικά.

«Αισθάνθηκα προδομένος. Σα να με μαχαίρωσαν πισώπλατα», θα γράψει στη μελλοντική αυτοβιογραφία του. Αυτή που θα τιτλοφορήσει το τραγούδι των οπαδών. Το «Le Magnifique» θα τον συνοδεύει έκτοτε. «Ο Μεγαλοπρεπής» δεν είναι μόνο ένας ξεχωριστός ποδοσφαιριστής. Αποτελεί την ιδέα μίας φιγούρας που θα μπορούσε να είχε σκαλιστεί από τον Μιχαήλ Άγγελο, μία διαπολιτισμική απόλαυση, εντός και εκτός γηπέδων.

Και πάλι το ξεκίνημα της ομάδας για το 1996-1997 θα είναι εμφατικό. Όχι όμως αντίστοιχα και το δικό του. Την ίδια στιγμή οι κατηγορίες του Τύπου θα επεκταθούν. Η συμμετοχή του σε τηλεοπτική σειρά και οι πολλές διαφημίσεις ίσως να τον έχουν αποσυντονίσει. Πασαρέλα για ιταλικό οίκο μόδας, η φανταχτερή καμπάνια της L’ Oreal με την φροντίδα περιποίησης για τα υπέροχα μακριά μαλλιά και την ασύμμετρα επιμελή φράτζα του θα κάνουν έναν κακό χαμό. Η Νιούκαστλ προπορεύεται και πάλι. Μετά τα Χριστούγεννα θα αρχίσει ξανά η πτώση που θα φέρει τη μάλλον αναίτια αντικατάσταση του Κίγκαν από τον Κένι Νταλγκλίς.

MVP στο Νησί

Ο τελευταίος θα απαιτήσει από τον Ζινολά να βοηθάει στην άμυνα. Μα εκείνος δεν έχει μαρκάρει ποτέ του αντίπαλο. Εκείνος είναι ο σούπερ σταρ, ο elegant τύπος που ομορφαίνει τη βιτρίνα. Θα συγκρουστούν και ο Νταλγκλίς θα τον αφήσει αρκετές φορές στον πάγκο, με μόλις τέσσερα γκολ στην περίοδο.

Η Γιουνάιτεντ θα τους πάρει για ακόμα μία φορά τον τίτλο, αφήνοντάς τους στη δεύτερη θέση. Στο τέλος της σεζόν θα του ανακοινωθεί πως θέλουν να τον πουλήσουν. Μιλάει για τελευταία φορά με την Μπαρτσελόνα. Μόνο που ο Λουίς Φαν Χάαλ θα αντικαταστήσει τον Ρόμπσον και θα του γυρίσει την πλάτη.

Σε ένα γιοτ στα ανοικτά του Μονακό θα υπογράψει στην Τότεναμ. Ούτε αυτήν τη φορά θα πάει σε μεγάλο club. Είναι πλέον 30 ετών και ξεκάθαρα δεν θα του συμβεί ποτέ. Οι «Spurs» δεν βρίσκονται σε καθόλου καλό φεγγάρι. Σε έξι μήνες αλλάζουν τρεις προπονητές, μα ο Ζινολά γίνεται αμέσως ο καλύτερος παίκτης τους.

Στα τρία χρόνια που θα περάσει εκεί, θα κοντραριστεί δύο φορές δημόσια με τον κόουτς Τζορτζ Γκρέιαμ και το club θα τερματίσει 14ο, 11ο και 10ο. O ίδιος είναι στα καλύτερά του. Το 1998-1999, στα 32 του, θα οδηγήσει τους Λονδρέζους στην κατάκτηση του League Cup και θα γίνει ο μοναδικός στην ιστορία της Premier League που θα ψηφιστεί κορυφαίος της χρονιάς, δίχως η ομάδα του να έχει τερματίσει στην τετράδα. Ακόμα κι έτσι όμως θα τον διώξουν!

Μία μέτρια και μία κακή χρονιά στην Άστον Βίλα θα φέρουν τον απρόσμενο χλευασμό από τους οπαδούς της. Το φανταχτερό άστρο του ξεθωριάζει. Θα κατηγορηθεί ότι έχει πάρει κιλά. Η «Sun» θα τον κοροϊδέψει. Η απάντησή του θα είναι το σήκωμα της φανέλας σε έναν πανηγυρισμό. Οι κοιλιακοί του βρίσκονται στη θέση τους, αν και όχι τόσο σμιλεμένοι όσο στην γνωριμία του με τους Άγγλους.

Ένα αόρατο, μισό πέρασμα από την Έβερτον θα τον κάνει να αποδεχτεί ότι νικήθηκε από τον χρόνο. Το 2002, εν μέσω νέων σκανδάλων απιστίας, κάμποσων amaretti και ξενυχτιών, αποφασίζει να κρεμάσει τα εξάταπα.

Η δεύτερη ευκαιρία

Το τέλος αυτό θα σηματοδοτήσει το ξεκίνημα για περίεργες, νέες και αμφιλεγόμενες σταδιοδρομίες. Η προπονητική, την οποία σκέφτεται αρχικά, δεν ταιριάζει στον αντιδραστικό και “ακαλούπωτο” χαρακτήρα του. Τηλεοπτικές σειρές, ταινία με βραβείο στο φεστιβάλ Καννών και ρόλοι ελεύθερου σκοπευτή, μποξέρ σε στιλ οργισμένου ειδώλου και ερωτικού ζεν πρεμιέ θα τον βάλουν στη μικρή και τη μεγάλη οθόνη. Η μόδα θα συνεχίσει να τον γοητεύει και να την γοητεύει κι εκείνος.

Το μεγάλο παράδοξο όμως θα συμβεί το 2015. Τότε θα δημοσιοποιήσει την πρόθεσή του να γίνει Πρόεδρος της FIFA. Δεν θα καταφέρει όμως να λάβει την απαιτούμενη υποστήριξη από τις Συνομοσπονδίες και θα αποσυρθεί άμεσα.

Περίπου έναν χρόνο αργότερα αρχικά θα δεχτεί και μετά θα βάλει εκείνος το μεγαλύτερο γκολ της ζωής του. Σε φιλικό παιχνίδι θα σωριαστεί στο έδαφος. Έχει υποστεί καρδιακή προσβολή. Θα μείνει νεκρός για οκτώ λεπτά. Θα προλάβει όμως. Θα τον προλάβουν. Η ανάσα του θα επιστρέψει, αν και θα μείνει σε κώμα και θα εγχειριστεί. Κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι το περιστατικό δεν θα του αφήσει κανένα απολύτως κουσούρι στο κορμί και τον εγκέφαλο.

«Είμαι πολύ τυχερός που είμαι εδώ μαζί σας και από εδώ και πέρα θα φροντίσω να αξιοποιήσω διαφορετικά κάθε λεπτό της καινούργιας μου ζωής». Μαζί με τις δηλώσεις του θα αλλάξει καθημερινότητα. Θα κόψει το αλκοόλ και το τσιγάρο, όχι όμως και τις γυναίκες. Άλλωστε, μεγαλώνοντας είναι ακόμα πιο γοητευτικός. Τον θέλουν πιτσιρίκες και ώριμες κυρίες και εκείνος δεν μπορεί να αντισταθεί σε καμία. Κατανοεί ότι θέλει να ζήσει σαν ερωτικός νομάς. Και είναι ευτυχισμένος με αυτό.

Η αλήθεια είναι ότι ο Νταβίντ Ζινολά ήταν ανέκαθεν ευτυχισμένος. Μπόρεσε να απολαύσει το παιχνίδι με έναν τρόπο που ελάχιστοι αντιλαμβάνονταν στην εποχή του. Ξεχώρισε, λατρεύτηκε, αλλά άφησε και την αίσθηση ότι δεν έφτασε ποτέ εκεί όπου θα μπορούσε. Μα στην πραγματικότητα, αυτό δεν είχε και καμία σημασία στο δικό του το μυαλό. Για εκείνον τα όσα βίωσε στα γήπεδα μετριούνται με την ωραιότητά τους και όχι με το μήκος τους.

Και, αφού χάρισε στιγμές ευτυχίας, μπορεί να καυχιέται ότι έφυγε από αυτό το υπέροχο συμπόσιο όπως γούσταρε. ούτε διψασμένος μα ούτε και μεθυσμένος. Αποχώρησε σαν αυτό που πάντα πίστευε ότι είναι: «Το έχω σκεφτεί πολλές φορές. Είμαι πεπεισμένος ότι στην προηγούμενη ζωή μου υπήρξα δελφίνι. Και το ίδιο θα επιθυμούσα να συμβεί και στην επόμενη»!

Το μόνο σίγουρο, Νταβίντ, είναι ότι δελφίνι ήσουν σε αυτό, το τωρινό πέρασμά σου από τον κόσμο. Και στο χορτάρι κολύμπησες με μία μοναδική μεγαλοπρέπεια…

Πηγή: Athletes’ Stories

Pin It on Pinterest

Shares
Share This