Επιλογή Σελίδας

Του Αντώνη Καρπετόπουλου

Ένα από τα λίγα ενθαρρυντικά σημάδια για τη συνέχεια του Ολυμπιακού στη σεζόν είναι η χωρίς μουρμούρες υποδοχή του Κάρλος Κορμπεράν από την συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου της ομάδας. Πριν μερικά χρόνια, όταν όλοι φαντασιώνονταν ονόματα μεγάλων προπονητών, με το άκουσμα και μόνο του ονόματος του νεαρού Ισπανού θα είχε γίνει ο κακός χαμός: το βιογραφικό του είναι μικρό, η εμπειρία του από ευρωπαϊκές διοργανώσεις ανύπαρκτη και το ότι έχει υπάρξει βοηθός σημαντικών προπονητών κάποτε δεν θα συγκινούσε κανένα. Αν ο κόσμος τον υποδέχτηκε ήρεμα αυτό οφείλεται και στην τετραετία του Πέδρο Μαρτίνς: όλοι κατάλαβαν πως τα ονόματα των προπονητών είναι όπως τα ομόλογα – οι προηγούμενες αποδόσεις δεν εξασφαλίζουν τις μελλοντικές.

Ο μονόδρομος του Κάρλος Κορμπεράν

Ο Ολυμπιακός φτιάχνει προπονητές – αρκεί να λειτουργεί όπως πρέπει. Αλλά η συγκυρία είναι παράξενη. Γιατί ο Κορμπεράν δεν έχει προϊστάμενο που τον διάλεξε, γιατί πρέπει να αναλάβει πολλά επειδή ο προκάτοχός του ήταν συγκεντρωτικός, και γιατί ήρθε αρχές Αυγούστου κι όχι Μάιο. Αλλά κυρίως γιατί ανέλαβε μια ομάδα που είχε μπροστά της μόνο τελικούς για να μπει σε ομίλους ευρωπαϊκής διοργάνωσης και να υπερασπιστεί τουλάχιστον την καλή ευρωπαϊκή βαθμολογία της ώστε να μην γίνει ΠΑΟΚ, ΑΕΚ, Παναθηναϊκός κτλ που του χρόνου θα ψάχνουν εύκολους αντιπάλους με τάματα στην Παναγιά – την καλή.

Μπάγεβιτς και Βαλβέρδε

Ο Ολυμπιακός μετά την περιπετειώδη πρόκρισή του στη Μπρατισλάβα εξασφάλισε την παρουσία του σε ομίλους – αν αποκλείσει και τον Απόλλωνα Λεμεσού(πράγμα καθόλου απλό…) μπορεί να ξαναβρεθεί σε ομίλους του Γιουρόπα λιγκ δηλαδή, όπου ήταν και πέρυσι. Αυτό είναι προφανώς καλό για τον Ολυμπιακό (για το ταμείο, το πρεστίζ και τους κατόχους διαρκείας εισιτηρίων πρώτα από όλα…), αλλά δυσκολεύει τη δουλειά του Κορμπεράν πάρα πολύ. Ο κόουτς πρέπει να κάνει την ίδια σεζόν δυο πράγματα που δεν έχει κάνει ποτέ του: να κάνει πρωταθλητισμό και να οδηγήσει μια ομάδα σε μια ευρωπαϊκή πρόκριση από όμιλο – διότι σε όποια διοργάνωση κι αν βρίσκεται ο Ολυμπιακός αυτός θα είναι ο στόχος του.

https://i0.wp.com/sportdog.gr/storage/photos/c_1050px_600px_ct/201905/valverde.jpg?w=1080&ssl=1

Το να κάνεις ταυτόχρονα αυτά τα δυο πράγματα δεν είναι καθόλου απλό, αν έχεις αναλάβει αργά μια ομάδα και χωρίς να έχεις τη δυνατότητα να κάνεις προετοιμασία. Ο Ντούσαν Μπάγεβιτς την πρώτη χρονιά που ανέλαβε τον Ολυμπιακό είδε την ομάδα του να αποκλείεται από την Φερενσβάρος. Ο Ερνέστο Βαλβέρδε, στην επιστροφή του, όταν και ανέλαβε την ομάδα χωρίς να κάνει προετοιμασία, βρήκε τον Ολυμπιακό εκτός Ευρώπης (αποκλεισμένο από τη Μακάμπι) και αφού έκανε κάμποσες μεταγραφές χρησιμοποίησε το πρωτάθλημα για να φτιάξει μια ομάδα – και τα κατάφερε. Αναφέρθηκα σε αυτούς τους δυο γιατί είναι οι κατά κανόνα πιο επιτυχημένοι προπονητές του Ολυμπιακού, πριν εμφανιστεί ο Μαρτίνς. Και γιατί και οι δυο για να βάλουν τις βάσεις της ομάδας που ήθελαν να φτιάξουν χρησιμοποίησαν κατά βάση τα ματς του πρωταθλήματος.

Λουτσέσκου και Γιοβάνοβιτς

Το ελληνικό πρωτάθλημα είναι αλήθεια πως προσφέρεται για δοκιμές και προσφέρεται και για να «φτιάξεις» παίκτες. Οσα προβλήματα και να έχει μια μεγάλη ομάδα τα εύκολα ματς για αυτή είναι σχετικά πολλά κυρίως γιατί ο αριθμός των ποδοσφαιριστών της είναι τεράστιος: ό,τι και να γίνει ο Ολυμπιακός πχ θα έχει μετά το τέλος των μεταγραφών καμιά τριανταριά παίκτες ικανούς να βρεθούν στην πρώτη ενδεκάδα – έστω περιστασιακά.

Πέρυσι ο Ρασβάν Λουτσέσκου χρησιμοποίησε πάνω από 25 παίκτες ως βασικούς. Πέρυσι είδαμε επίσης τη σοβαρή βελτίωση του Παναθηναϊκού μεταξύ πρώτου και δεύτερου γύρου. Προσοχή όμως. Ο μεν Λουτσέσκου, παρά το ασταμάτητο rotation που γινόταν για να κρατηθεί ψηλά η ένταση του παιγνιδιού του ΠΑΟΚ, δεν κατάφερε να γλυτώσει την ομάδα του από την κατάρρευση που είδαμε στο τέλος της σεζόν – κατάρρευση που οφειλόταν κυρίως στα πολλά ματς. Ο δε Γιοβάνοβιτς είχε με τον ΠΑΟ δέκα ήττες μέχρι το Φεβρουάριο, χωρίς η ομάδα του να αγωνίζεται στην Ευρώπη. Ούτε η μια, ούτε η άλλη συνταγή νομίζω πως ενδείκνυνται για τον Ολυμπιακό: ας μην ξεχνάμε πως παρά το rotation και πριν το μεγάλο σερί του ο ΠΑΟΚ πέρυσι είχε φτάσει πέμπτος και με καμιά 15αριά βαθμούς απόσταση από την κορυφή. Στον Ολυμπιακό προπονητής στον οποίο να συγχωρεθούν 10 ήττες μέχρι το Φεβρουάριο και 15 βαθμοί απόσταση από την πρώτη θέση τον Δεκέμβριο δεν έχει υπάρξει ποτέ. Και δεν μου προκύπτει πως μπορεί και να υπάρξει.

Πως κέρδισε χρόνο

Λέμε συνεχώς πως στον Μαρτίνς την πρώτη χρονιά δόθηκε χρόνος για να φτιάξει μια ομάδα – ισχύει. Δεν λέμε όμως (ειδικά εμείς που πιστεύουμε πως φταίει για όλα…) πως αυτό τον χρόνο ο Πορτογάλος τον κέρδισε. Πρώτα από όλα καλοκαιριάτικα ο Ολυμπιακός απέκλεισε την Μπέρνλεϊ και ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία του που απέκλεισε αγγλική ομάδα. Επειτα στο πρωτάθλημα, στον πρώτο γύρο που η ομάδα του ήταν φανερά σε κατάσταση ρονταρίσματος, ο Ολυμπιακός του Μαρτίνς είχε όλες κι όλες δυο ήττες: μια από τον ΠΑΟΚ, σε ένα ματς που η μπάλα δεν έμπαινε στα δίχτυα, και μια από τον ΟΦΗ. Αν σε όλα αυτά συνυπολογίσεις τον αποκλεισμό της Μίλαν καταλαβαίνεις γιατί ο Πορτογάλος έβγαλε τη σεζόν χωρίς σοβαρή μουρμούρα: δεν ήταν η βελτίωση του παιγνιδιού στο δεύτερο γύρο αυτό που του έδωσε τη δυνατότητα παραμονής, ήταν τα καλά αποτελέσματα στην Ευρώπη και οι λίγες απώλειες στο δύσκολο πρώτο κομμάτι της περιόδου.

Μια διακοπή πενήντα  ημερών

Ο Κορμπεράν αυτά δεν νομίζω πως τα ξέρει και θα ήταν καλό κάποιος να του τα εξηγήσει τώρα: παρά τις κραυγές για την ανάγκη ενός θεαματικού παιγνιδιού, ο κόσμος θα είναι σχετικά ήσυχος αν υπάρχουν αποτελέσματα – στον Ολυμπιακό πάντα τους προπονητές τους τελειώνει ο κόσμος. Τα αποτελέσματα δίνουν χρόνο κι αυτό είναι που έχει ανάγκη πρώτα από όλα ο Κορμπεράν: στην εντελώς ανώμαλη εφετινή σεζόν υπάρχει το Νοέμβριο λόγω μουντιάλ μια διακοπή 50 ημερών (!) στην οποία μπορεί να κάνει όποια προετοιμασία κι όποια δοκιμή θέλει – το θέμα στη δική του περίπτωση είναι πως θα φτάσει μέχρι εκεί, όταν μάλιστα στο πρωτάθλημα θα έχει αντιπάλους χωρίς ευρωπαϊκές υποχρεώσεις κι έτοιμους για διαφορετικούς λόγους να τρέξουν μεγάλα σερί.

Η τύχη του Κορμπεράν κατά τη γνώμη μου θα εξαρτηθεί από το τι θα γίνει μέχρι το τέλος των μεταγραφών αλλά και από τις προτεραιότητές του. Η βασική του προτεραιότητα, κόντρα σε μεγάλες προσδοκίες και καλοκαιρινές λαϊκές αυταπάτες, πρέπει να είναι η δημιουργία μιας σοβαρής κι αξιόπιστης άμυνας – μόνο η άμυνα δίνει χρόνο για να αντιμετωπιστούν αγωνιστικές κρίσεις.

Στο «Γ. Καραϊσκάκης» ο Πάουλο Μπέντο

Ο μόνος προπονητής που στην ιστορία βρέθηκε στη θέση του Κορμπεράν ήταν το 2016 ο Μπέντο. Σκληρός και ξεροκέφαλος ο Μπέντο από την άμυνα ξεκίνησε – καθιερώνοντας το Ρέτσο σε θέση αριστερού μπακ και βάζοντας τον Βιάνα στο rotation η άμυνα άλλαξε, ο Ολυμπιακός δέχτηκε όλα κι όλα 6 γκολ στον πρώτο γύρο και αυτό που το καλοκαίρι φαινόταν πως δεν μαζεύεται, έστρωσε. Ομολογώ ότι όταν άκουσα πως ο Ολυμπιακός ενδιαφέρθηκε για τον Ουμτιτί (δυο μέρες μετά τον ερχομό του Κορμπεράν) σκέφτηκα πως ο τύπος διέγνωσε γρήγορα το πρόβλημα – όμως μετά όλοι ξανάρχισαν να ασχολούνται με εξτρέμ και «δεκάρια».  

Τα ευρωπαϊκά ματς του Ολυμπιακού είναι ένας καθρέφτης που κανείς δεν έχει το θάρρος να τον κοιτάξει: αν τον κοιτάξει θα δει όλα του τα προβλήματα – και η άμυνα είναι το μεγαλύτερο κι αυτό πρέπει να λυθεί.

Το δεύτερο είναι φυσικά η ανάγκη της ομάδας για παίκτες με προσωπικότητα – και γκολ στα πόδια τους. Αν του βρουν του Ισπανού κάποιους που στο βιογραφικό τους έχουν γκολ, θα τον βοηθήσουν να κερδίσει χρόνο και γιατί ο κόσμος θα έχει κάποιους από τους οποίους θα περιμένει πολλά: η προσοχή του θα φύγει από τον προπονητή και τα 3-5-2 με τα οποία του έχουν κάψει το μυαλό. Αν η ενίσχυση είναι «παίκτες – γρανάζια» ο Ισπανός θα μπλέξει. Διότι τα γρανάζια είναι χρήσιμα για μηχανές και μηχανή δεν υπάρχει. Και με τρια ματς την εβδομάδα μέχρι την διακοπή του πρωταθλήματος το Νοέμβρη δεν υπάρχει και χρόνος για να δημιουργηθεί. Όχι από τον Κορμπεράν, αλλά από τον Γκουαρντιόλα.

Όλα κερδίζονται  

Κάποιος θα έλεγε ότι πρέπει να μην υπάρχουν φέτος απαιτήσεις, να μην υπάρξει πίεση για πρωταθλητισμό και αποτελέσματα κτλ. Η απάντηση είναι πως αυτή η λογική στον Ολυμπιακό δεν υπάρχει: ποτέ δεν υπήρξε. Η εμπιστοσύνη και η μακροημέρευση κερδίζεται. Και είναι τρομερά δύσκολο για ένα προπονητή να κερδίσει αυτά τα δυο. Τα 4-3-3 και τα 3-4-3 είναι ευκολάκια: δυστυχώς δεν φτιάχνεις με αυτά ομάδες χωρίς υποστήριξη, παίκτες, δουλειά και χρόνο…    

Πηγή: Karpetshow

Pin It on Pinterest

Shares
Share This