Επιλογή Σελίδας


Του Γιάννη Φιλέρη

Η τρίτη κατοστάρα που πέτυχε στην Stoiximan Basket League σηματοδότησε ένα μικρό ρεκόρ για τον Ολυμπιακό. Ποτέ στο παρελθόν του επαγγελματικού πρωταθλήματος οι “ερυθρόλευκοι” δεν έχουν ξεκινήσει σκοράροντας +100π σε κάθε παιχνίδι τους. Και ποτέ άλλοτε δεν είχαν τρία συνεχόμενα παιχνίδια σπάζοντας το φράγμα των εκατό πόντων.

Απέναντι στους θεωρητικά τρεις πιο δυνατούς αντιπάλους του (εκτός Παναθηναϊκού) στο πρωτάθλημα, ο Ολυμπιακός έκανε ένα σαρωτικό ξεκίνημα επιστροφής στο πρωτάθλημα κερδίζοντας 103-78 την ΑΕΚ, 108-72 (εκτός έδρας) το Λαύριο και 108-75 τον Προμηθέα. Αυτό μεταφράζεται σε ένα μέσο όρο 106.3π, για μια επίθεση που εντός συνόρων μοιάζει ασταμάτητη.

Μια εξήγηση έδωσε ο Γιώργος Μπαρτζώκας λέγοντας πως “η ένταση πάνω στο παρκέ δεν πέφτει, ανεξαρτήτως με το ποιοί βρίσκονται στο παρκέ, αφού όσοι έρχονται από τον πάγκο συνεχίζουν στον ίδιο ρυθμό”. Είμαστε, βέβαια, πολύ νωρίς στην σεζόν, ωστόσο, τα δείγματα γραφής των “ερυθρολεύκων” είναι κάτι περισσότερο από ενθαρρυντικά και προδιαθέτουν για συναρπαστική συνέχεια.

Αν συνεχίσουν έτσι οι “ερυθρόλευκοι” το πιο πιθανό είναι να κάνουν ρεκόρ σε κατοστάρες. Οι περισσότερες που έχουν πετύχει ποτέ είναι έξι, τη σεζόν 2000-01 (με Ράτζα, Ρίβερς, Οικονόμου και μια από τις πιο θεαματικές ομάδες όλων των εποχών, άσχετα αν δεν κατάφερε να κερδίσει κάτι).

Πέντε ματς με +100π, ο Ολυμπιακός είχε τρεις φορές. Τη σεζόν 2015-16 (όταν πήρε το τελευταίο του πρωτάθλημα), την αντίστοιχη 2012-13 που αναδείχθηκε πρωταθλητής Ευρώπης (με προπονητή πάλι τον Γιώργο Μπαρτζώκα, θυμίζουμε ότι είχε βάλει 100π και στον τελικό του Λονδίνου) και την περίοδο 2007-08 όπου ξεχώρισε και ένα τρελό ματς στο Αιγάλεω. Σκορ 106-112 με τον Ιμπραήμ Τζάαμπερ να σκοράρει 40 πόντους για τους γηπεδούχους και τον Άρβιντας Ματσιγιάουσκας 33 για τον Ολυμπιακό. Αργότερα μέσα στη χρονιά, ο Παναγιώτης Γιαννάκης αντικατέστησε τον Πίνι Γκέρσον.


Αυτό ήταν το δεύτερο (επί επαγγελματικού μπάσκετ) όπου ο Ολυμπιακός δέχθηκε και έβαλε πάνω από 100π. Το άλλο είναι το περίφημο Δάφνη-Ολυμπιακός 105-103, στην πρεμιέρα του πρώτου επαγγελματικού πρωταθλήματος (1992-93) όταν οι “ερυθρόλευκοι” βγήκαν νοκ-άουτ, παρά τους …54π του Ζάρκο Πάσπαλι (ο Ρέλφορντ είχε 30 για τη Δάφνη). Υπάρχει και μια ακόμη ήττα με σχεδόν παρόμοιο σκορ, τη σεζόν 2004-05, από τον Πανελλήνιο (101-99).

Χωρίς κατοστάρα στο πρωτάθλημα ο Ολυμπιακός έχει μείνει πέντε φορές. Η τελευταία την σεζόν 2016-17

Αν κερδίζει τους ισχυρούς του πρωταθλήματος με +100π, ο φετινός Ολυμπιακός μπορεί να σπάσει και το ρεκόρ πόντων που έχει στο επαγγελματικό πρωτάθλημα (και γενικότερα στην Α Εθνική). Κρατάει από τη σεζόν 1994-95, όταν είχε σαρώσει τους Αμπελόκηπους 129-69.

Η καλύτερη επίθεση που είχε ο Ολυμπιακός στο ελληνικό πρωτάθλημα είναι αυτή της σεζόν 2009-10, όταν ολοκλήρωσε την κανονική περίοδο με 90.5π. Τα τελευταία δέκα χρόνια, οι 87.6π που έβαζε την σεζόν 2012-13 είναι οι περισσότεροι. Στο παρελθόν του θα βρούμε και μια χρονιά όπου έβαζε ακόμη πιο πολλούς πόντους, την περίοδο 1990-91 (ένα χρόνο πριν αναλάβει το νεοσύστατο ΤΑΚ ο Σωκράτης Κόκαλης και προσλάβει τον Γιάννη Ιωαννίδη) όταν ο Ολυμπιακός έβαζε κατά μέσο όρο 91.4π! Μόνο που δεχόταν σχεδόν 95 στην άμυνα (94.7 για την ακρίβεια). Από τα 20 ματς εκείνης της κανονικής περιόδου, ο Ολυμπιακός είχε χάσει τα 7 με “κατοστάρα” και είχε πάρει τέσσερα σημειώνοντας αυτός +100π. Όσα πάνε και όσα έρθουν, δηλαδή…

Η υπεροχή του Ολυμπιακού αναδεικνύει και τις διαφορές που υπάρχουν στο ελληνικό πρωτάθλημα, κάτι που το είχε υποδείξει με τον καλύτερο τρόπο και ο Παναθηναϊκός της σεζόν 2019-20. Στο πρωτάθλημα που διακόπηκε λόγω κορωνοϊού, οι “πράσινοι” είχαν 12 (από τα συνολικά 20 που έπαιξαν) ματς με +100 πόντους. Με σερί έξι κατοστάρες (από την 4η μέχρι την 9η αγωνιστική) και 130 πόντους εναντίον του Ηρακλή.

Η άμυνα του εξωτερικού

Αν όμως το ελληνικό πρωτάθλημα δεν μπορεί να αποτελέσει βασικό κριτήριο για τη δυναμική μιας ομάδας, για την Ευρωλίγκα ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Κι εκεί πρωταγωνιστικό ρόλο δεν παίζει η επίθεση, όσο η τρομερή -μέχρι στιγμής- άμυνα του Ολυμπιακού. Στα τέσσερα πρώτα παιχνίδια, τα τρία απέναντι σε ισπανικές, φύσει και θέσει επιθετικές ομάδες, δηλαδή, οι Πειραιώτες παίρνουν άριστα δέκα. Μετράνε παθητικό μόλις 63.2π και δέχονται τους λιγότερους από οποιαδήποτε άλλη ομάδα της λίγκας.

Η επίδοση μοιάζει εξωπραγματική και παραπέμπει στο μπάσκετ των 30” όταν και τα σκορ ήταν πιο μικρά. Πράγματα, λιγότερους από 70 πόντους, ο Ολυμπιακός δεχόταν στη δεκαετία του 90, με κορυφαία επίδοση τους 64π που δεχόταν κατά μέσο όρο στη σεζόν 1993-94 όταν έφτασε για πρώτη φορά και σε φάιναλ-φορ (Τελ Αβίβ). Στο μπάσκετ της σύγχρονης εποχής οι “ερυθρόλευκοι” είχαν παθητικό 71.5π τη σεζόν 2014-15, που έφτασαν μέχρι τον τελικό της διοργάνωσης (στη Μαδρίτη).

Ναι μεν είμαστε ακόμη στην αρχή, προφανώς ο μέσος όρος δεν μπορεί να διατηρηθεί σε αυτό το επίπεδο, ωστόσο, είναι προφανής η επιστροφή της ομάδας στις βασικές αρχές και την συνταγή μιας επιτυχημένης χρονιάς. Συγκέντρωση στο 100%, κυνηγητό των αντιπάλων και προσπάθεια να μαρκαριστούν, αν γίνεται, όλα τα σουτ που θα επιχειρήσουν. Η παρουσία του Φαλ είναι από μόνη της ένα … αποτρεπτική για οποιονδήποτε θέλει να μπει στη ρακέτα του Ολυμπιακού, ενώ η προσθήκη στο ρόστερ ενός αμυντικού εξολοθρευτή, όπως ο Γουόκαπ, έχουν βελτιώσει όλη την εικόνα της περιφέρειας σε αυτό τον τομέα.

Σε αριθμούς, η άμυνα του Ολυμπιακού προκαλεί ημικρανίες στους αντιπάλους του, καθώς σουτάρουν με ένα συνολικό 37.2%. Ακόμη χειρότερο είναι το ποσοστό των ομάδων που αντιμετωπίζουν τον Ολυμπιακό στα σουτ τριών πόντων: 19.8% “Όταν πιέζεις πάρα πολύ στην άμυνα και στέλνεις τον αντίπαλο σου να σουτάρει για τρεις, το κάνει με άγχος και ως εκ τούτου με κακά ποσοστά” λέει ο Μπαρτζώκας, που με εξαίρεση το τρίτο δεκάλεπτο του αγώνα εναντίον της Μπαρτσελόνα, σε όλα τα ματς, τα σουτ των αντιπάλων βρήκαν σίδερο.

Δεν είναι δόκιμη η σύγκριση, γιατί το φετινό δείγμα είναι μόλις τέσσερα ματς, αλλά τα αντίστοιχα περσινά νούμερα των αντιπάλων του Ολυμπιακού ήταν 59.1% (συνολικά) και 37.3% στα τρίποντα. Συνολικά πέρσι ο Ολυμπιακός δεχόταν κατά μέσο όρο 78.6, έχοντας βελτιώσει τις επιδόσεις του από τη σχεδόν καταστροφική χρονιά (2019-20) όταν είχε τον χειρότερο μέσο όρο όλων των εποχών με 81.9π.

Η μεταμόρφωση του είναι ολοκληρωτική, με την προϋπόθεση φυσικά ότι θα συνεχίσει έτσι και στα επόμενα ματς. Ήδη την Παρασκευή τον περιμένει ένα από τα φαβορί (ΤΣΣΚΑ Μόσχας) σε ένα ματς όπου ο Ολυμπιακός θα χρειαστεί την άμυνά του σε εγρήγορση και στα σαράντα λεπτά.

Πηγή: Sport 24

Pin It on Pinterest

Shares
Share This