Επιλογή Σελίδας


Του Μιχάλη Γκιουλένογλου

Πώς τα φέρνει η ζωή… Ο Ντάριλ Μέικον θα μπορούσε να μη γίνει επαγγελματίας. Αν κρατούσε την απόφαση που πήρε, θα είχε… κόψει το μπάσκετμπολ πριν από χρόνια.

Δεν το έκανε. Δεν τον άφησε η μητέρα του. «Εμείς δεν τα παρατάμε», του είχε πει ορθά-κοφτά.

Και ο πιτσιρικάς Μέικον την άκουσε. Και πλέον κάθε φορά που πατάει στο παρκέ, είτε με τη φανέλα της Γαλατασαράι, είτε με της ΑΕΚ, είτε πια με του Παναθηναϊκού, τη θυμάμαι. Και παίζει για εκείνη. Είναι το ελάχιστο που μπορεί να κάνει.

Ο γκαρντ του Παναθηναϊκού, ο οποίος μετράει 13 πόντους, 3.5 ασίστ και 2 ριμπάουντ μέσο όρο στις δύο εμφανίσεις του στη EuroLeague, αποκάλυψε και μία άλλη ιστορία. Πως ξεκίνησε να σουτάρει από τα 7 και έπειτα από τα 8 μέτρα. Και να ευστοχεί.

Όλα έγιναν λόγω ύψους. Χαμηλού ύψους, με τον Μέικον να επιχειρεί να βρει έναν τρόπο να απειλήσει, δίχως να τον σταματάνε. Μπήκε στο «οπλοστάσιό» του.

Αυτό που σκοπεύει να δείξει σε κάθε ματς του Παναθηναϊκού. Όπως το έκανε πέρσι με την ΑΕΚ, στην Basket League και το BCL.


Από τη Γαλατασαράι, στην ΑΕΚ και στον Παναθηναϊκό. Και από το BCL στην EuroLeague. Είναι ένα αίσθημα χαράς ή η ολοκλήρωση ενός κατορθώματος;

«Δεν θα το ονόμαζα ως κατόρθωμα. Είναι, αλλά δεν είναι ο στόχος μου. Είναι ένα κατόρθωμα να πάω από το BCL στη EuroLeagueΕίμαι ενθουσιασμένος, ανυπόμονος να αρχίσουμε. Είναι πάντα ευλογία όταν μπορείς να φτάσεις ψηλότερα σε αυτό που κάνεις. Είμαι ευγνώμων».

Ποια ήταν η πρώτη σκέψη, μόλις έμαθες ότι ο Παναθηναϊκός σου προσφέρει συμβόλαιο;

«Ήταν ο νέος προπονητής που με ήθελε, δεν είχα σκέψεις, υπήρχαν διάφορες ομάδες από τη EuroLeague που με ήθελαν. Πήρα την απόφασή μου».

Πέρσι, είχες μία σχέση μέντορα-μαθητή με τον Κιθ Λάνγκφορντ. Τον ρώτησες για τον Παναθηναϊκό;

«Όχι, του είπα ότι υπέγραψα με τον Παναθηναϊκό, αλλά δεν ρώτησα τις σκέψεις κανενός, εκτός από τους ατζέντηδές μου. Αυτοί θεώρησαν ότι ήταν η καλύτερη κίνηση για την καριέρα μου και την έκανα».

Πώς ήταν η εμπειρία σου με την ΑΕΚ;

«Ήταν υπέροχη. Έμαθα πολλά και από τους δύο προπονητές που είχαν, απίθανοι συμπαίκτες, εξαιρετικοί βετεράνοι, απ’ τους οποίους έμαθα πολλά. Ο Ζήσης, ο Κιθ είναι δύο τύποι που πάντα ήθελα να με συμβουλεύσουν. Επειδή έχουν παίξει στο υψηλότερο επίπεδο για πολλά χρόνια. Ο Κιθ Λάνγκφορντ είναι πιθανότατα ένας από τους κορυφαίους σκόρερ όλων των εποχών στην Ευρώπη. Δεν θέλω να αντιγράψω το παιχνίδι του Κιθ, αλλά προσπαθώ να κυνηγήσω όλα όσα κατάφερε».

«Εμείς δεν τα παρατάμε»

Ας πάμε πίσω στην παιδική ηλικία σου. Ήθελες να σταματήσεις το μπάσκετ, αλλά σε σταμάτησε η μαμά σου;

«Όταν τελείωσα το Λύκειο μου είπανε ότι για διάφορους λόγους δεν μπορούσα να αγωνιστεί στην Division 1. Τότε ήθελα να τα παρατήσω, δεν ήθελα να παίξω άλλο. Δεν ξέρω που θα ήμουν αν είχα σταματήσει, για να είμαι ειλικρινής, ίσως είχα πάει στο σχολείο. Ίσως κάποια άλλα πράγματα, δεν ξέρω… Η μαμά μου ήταν ο κύριος λόγος που συνέχισα, μου έλεγε ότι δεν μπορώ να τα παρατήσω. “Δεν τα παρατάμε”, μου έλεγε, “είναι αυτό που δεν κάνουμε”.

Δεν με παράτησε ποτέ. Εμένα και τις αδερφές μου. Δεν παράτησε τον εαυτό της, όταν τα πράγματα ήταν δύσκολα. Γιατί να τα παρατήσω και εγώ, επειδή προέκυψαν δυσκολίες; Μου έδωσε κίνητρο να συνεχίσω. Γι’ αυτήν το κάνω. Ό,τι κάνω σε αυτό το παιχνίδι μου είναι για τη μητέρα μου».

Σου δίνει ακόμα συμβουλές, σε επηρεάζει, γενικότερα στη ζωή σου;

«Δεν την ρωτάω για το μπάσκετμπολ ή για την επόμενη ομάδα μου. Μια μητέρα έχει ένστικτα. Οπότε, όταν έχω ένα κακό ματς, πάω στο σπίτι και δεν της τηλεφωνώ για δύο ημέρες, ξέρει ότι κάτι πάει στραβά. Και με παίρνει τηλέφωνο. Και μου λέει, ψηλά το κεφάλι, πρέπει να προχωρήσεις, κάνε έξτρα προπόνηση, μην τα παρατάς. Ακόμη μου δίνει κίνητρο».

«Δεχόμουν τάπες, οπότε πήγαινα πιο πίσω»

Σε μία ένα παλιότερο θέμα για εσένα, διάβασα ότι όταν ήσουν μικρότερος σούταρες από πολύ μακριά και τα έβαζες. Ήταν κάτι σαν τελετουργία που το έβαλες στο παιχνίδι σου;

«Ήταν στο παιχνίδι μου, η πραγματική ιστορία είναι ότι δεν το έκανα για τους φιλάθλους ή κάτι τέτοιο. Ήμουν κοντός, στο ξεκίνημα του Λυκείου ήμουν 1.67μ., και ήμουν στην ομάδα του σχολείου με τα μεγαλύτερα παιδιά. Ήμουν πάντα ο πιο κοντός στο παρκέ, οπότε αν σούταρα κοντά στη γραμμή του τριπόντου, θα δεχόμουν τάπα. Έπρεπε να βρω ένα τρόπο, μία λύση, οπότε έκανα ένα βήμα πιο πίσω. Και ακόμη με σταματούσαν. Τότε είπα, “οκ, ας δοκιμάσω από πιο μακριά”. Από εκεί που δεν θα με μαρκάρουν. Και βλέπεις τι γίνεται».

Και σου έμεινε…

«Ναι. Πάντα ήμουν σουτέρ. Το να σουτάρω από τόσο μακριά, είναι κάτι που το κάνω από το Λύκειο».

Είσαι καλός σουτέρ, ο Νεμάνια είναι καλός σουτέρ, το ίδιο και ο Παπαπέτρου. Πόσοι καλοί σουτέρ χωράνε σε μία ομάδα; Θα είναι πρόβλημα ή ευλογία;

«Οι σουτέρ δεν είναι ποτέ αρκετοί. Αν ένας σουτέρ δεν εκτελεί καλά, ο άλλος θα το κάνει. Ποτέ δεν είναι αρκετοί. Στο ΝΒΑ όταν έπαιξα για πρώτη φορά, υπήρχαν πολλοί σουτέρ στην ομάδα, είτε έπαιζαν 30 λεπτά ή 20 λεπτά ή 10 λεπτά ή καθόλου. Δεν είναι κακό να έχουμε πολλούς παίκτες που σουτάρουν».

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This