Επιλογή Σελίδας


Του Δημήτρη Καρύδα

Μάλλον ο Πάου Γκασόλ ήταν ο τελευταίος μεγάλος της σπουδαίας γενιάς των γεννημένων εκεί γύρω στο 1980 που είπε αντίο στο μπάσκετ. Όσοι συνομήλικοι του παίζουν μπάσκετ ακόμη το κάνουν πλέον σε χαμηλότερο επίπεδο και σε περιβάλλοντα μικρότερου ανταγωνισμού. Η αναμενόμενη αποχώρηση του Πάου ήρθε ως κατάληξη αντίστοιχων κινήσεων σπουδαίων παικτών που όσο και αν προσπάθησαν δεν μπόρεσαν να νικήσουν τον χρόνο. Δεν πάει πολύς χρόνος που κρέμασε τη φανέλα του ο Βασίλης Σπανούλης, ενώ λίγο νωρίτερα είχε αποχωρήσει και ο εμβληματικός αρχηγός της Ρεάλ Φελίπε Ρέγιες. Ο διόσκουρος του Γκασόλ, ο Ναβάρο, είχε κλείσει τη δική του αυλαία νωρίτερα.

Ο Πάου μας…. συστήθηκε σε νεαρή ηλικία. H Μπαρτσελόνα, όπως και οι περισσότερες Ισπανικές ομάδες, δεν δίσταζαν από παλιά να ρίξουν πιτσιρικάδες στη φωτιά. Και ο Γκασόλ γόνος μπασκετικής οικογένειας αφού τόσο ο πατέρας του όσο και η μητέρα του είχαν παίξει μπάσκετ ήταν το μήλο που έπεσε για τα καλά κάτω από τη….μηλιά! Ακούσαμε το όνομα του εκεί γύρω στο 1998 όταν η εθνική εφήβων της Ισπανίας κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα κερδίζοντας σε ένα δραματικό ημιτελικό την Ελλάδα με 89-88 και πολύ πιο εύκολα (81-70) στον τελικό την Κροατία. Το Ευρωμπάσκετ εφήβων είχε γίνει στη Βάρνα της Βουλγαρίας και για τους ‘’φούριας ρόχας’’ ήταν το πρώτο χρυσό από τα πολλά που έμελλε να τους φέρει αυτή η ανεπανάληπτη μπασκετική φουρνιά. Σε εκείνη την εθνική Ισπανίας έπαιζαν μεταξύ άλλων ο Ρέγιες, ο Ναβάρο, ο Καλδερόν, ο Καμπέθας και ο Ραούλ Λόπεζ. Μάλιστα, σε εκείνο τον αξέχαστο ημιτελικό ο Γκασόλ δεν είχε παίξει λόγω τραυματισμού! Ο αναμφισβήτητος σούπερ σταρ της ελληνικής ομάδας δεν ήταν παραδόξως πως ο Αντώνης Φώτσης, ούτε καν ο Λάζαρος Παπαδόπουλος αλλά ο Γιώργος Διαμαντόπουλος, το μεγαλύτερο χαμένο ταλέντο στην ιστορία του Ελληνικού μπάσκετ, που σε εκείνο τον ημιτελικό είχε σκοράρει 34 πόντους. Ο Διαμαντόπουλος σε εκείνο το τουρνουά είχε αναδειχθεί δεύτερος σκόρερ πίσω από τον Σλοβένο Σάνι Μπετσίροβιτς σκοράροντας σχεδόν 27 πόντους μέσο όρο στα 8 παιχνίδια του τουρνουά.

Στην μπασκετική Ευρώπη ήδη είχε αρχίσει ο λυγμόλαλος ψίθυρος ότι οι Ισπανοί έχουν έτοιμη μια φουρνιά που θα κυριαρχήσει για τα επόμενα 10 χρόνια. Λάθος…Κυριάρχησε για τα επόμενα 20! Και ο Πάου έμελλε να γίνει το επιφανέστερο μέλος της. Εκείνα τα χρόνια η ελληνική τηλεόραση, είτε μέσα από τα κανάλια της κρατικής, είτε μέσα από τους πρώτους σταθμούς της ιδιωτικής προσπάθειας έδειχνε σχεδόν κάθε μέρα μπάσκετ! Μόνο που σπάνια βλέπαμε αγώνες ξένων ομάδων. Κάπως έτσι χρειάστηκε να φτάσουμε στο φάιναλ φορ της Θεσσαλονίκης τον Απρίλη του 2000 για να καταλάβουμε τι εστί….Γκασόλ!


Στην Τρίτη και τελευταία παρουσία του στον πάγκο των ‘’μπλαου γκράνα’’ ο Ρενέσες είχε αποφασίσει να δώσει ευκαιρίες στους δύο μικρούς: Τον Ναβάρο και τον Γκασόλ. Και ας ήξερε ότι ήταν πολύ πιθανό να θυσίαζε την τελευταία του ευκαιρία να φύγει νικητής και πρωταθλητής Ευρώπης από ένα φάιναλ φορ. Την περίοδο 1999-2000 ο Ναβάρο έπαιξε σε 22 παιχνίδια του Κυπέλλου Πρωταθλητριών και ο Γκασόλ κλήθηκε να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά παίζοντας σε 21 όταν η μεγάλη μεταγραφή της Μπάρτσα, ο Ευθύμης Ρεντζιάς βγήκε νοκ άουτ λόγω ενός τραυματισμού.

Η Μπαρτσελόνα κατάφερε να φτάσει μέχρι το φάιναλ φορ που έγινε τέλη Απριλίου του 2000 και φιλοξενήθηκε στην Πυλαία. Με βάση το πρόγραμμα ήταν να παίξει στον πρώτο ημιτελικό απέναντι στη Μακάμπι. Ο Συρίγος είχε σκαρώσει ολόκληρη παραγωγή με βαν στον προαύλιο χώρο του γηπέδου παρότι η Νόβα δεν είχε τα δικαιώματα του φάιναλ φορ που μεταδιδόταν από την ΕΡΤ. Κάναμε ολόκληρους μαραθώνιους για να παίρνουμε συνεντεύξεις και μετά να μοντάρονται στο βαν από τον νυν διευθυντή παραγωγής των καναλιών μας, τον Γιώργο Γκόλτσιο που είχε κατασκηνώσει για τρεις μέρες στο φορτηγάκι. Την ώρα που οι δύο ομάδες έβγαιναν για προθέρμανση και άρχισαν τα πρώτα σουτάκια χάζευα άναυδος τον ψηλόλιγνο πιτσιρικά.

Ντρίμπλες κάτω από τα πόδια, πάσες πίσω από την πλάτη και τρίποντα! Αυτό είχε το μενού. Δεν τον είχαμε ξαναδεί από κοντά και θυμάμαι ότι με τον αείμνηστο Φίλιππο πιάσαμε το κουβεντολόι. ‘’Ρε, συ τι….πουλάρι είναι αυτό το 10 της Μπαρτσελόνα’’, μου είπε ο Φίλιππος. Τότε έκανα μια αντιπαραβολή απ΄ αυτές που συνήθως θύμωναν τον μέντορα μου αλλά παραδόξως πως αυτή τη φορά συμφώνησε. ‘’Μου θυμίζει τον Τσόσιτς’’, του είπα, ρισκάροντας μερικά….μπινελίκια αφού στη ζωή μου είχα προλάβει μια –όλη κι όλη- φορά να δω τον μεγάλο Κρέζιμιρ να παίζει μπάσκετ και αυτό όταν ήταν πια σε προχωρημένη αθλητική ηλικία! ‘’Ναι, ρε συ, δίκιο έχεις’’, μου είπε ο ‘’μουσάτος’’ που πάντως έσπευσε να προσθέσει και τη δικιά του αδιαπραγμάτευτη προτίμηση: ‘’Ναι, αλλά Σαμπόνις δεν θα γίνει ποτέ’’.

Έχοντας πάρει θάρρος αποτόλμησα να αλλάξω πίστα: ‘’Ναι, αλλά μπορεί να γίνει Ντίβατς’’ και κάπου εκεί η συζήτηση έληξε. Σε εκείνο το φάιναλ φορ ο Γκασόλ είχε παίξει λίγο στον ημιτελικό (7 λεπτά, 2 πόντοι και 2 ριμπάουντς) και άλλα 5 στον χαμένο μικρό τελικό όπου πάλι σκόραρε 2 πόντους. Η εξέλιξη και η έκρηξη του ήταν αναμενόμενη και ήρθε τον επόμενο χρόνο όταν αναδείχθηκε MVP στη σειρά τελικών της Ισπανικής λίγκας και γρήγορα άνοιξε τα φτερά του για το ΝΒΑ.

Προφανώς, στην όλη ιστορία υπάρχει και το….κορόιδο. Λίγα χρόνια νωρίτερα οι Ατλάντα Χοκς είχαν ανακαλύψει πρώτοι από όλους τον Ντιρκ Νοβίτσκι στη Γερμανία αλλά τον αξιολόγησαν λάθος πιστεύοντας ότι χρειάζεται μια τριετία για να γίνει βασικός στο ΝΒΑ. Από τότε η Ατλάντα είχε στο ραντάρ της όλους τους Ευρωπαίους και στο ντραφτ του 2001 δεν δίστασε να επιλέξει με το νούμερο 3 τον Ισπανό σέντερ! Μόνο που αποφάσισαν αντί να επενδύσουν στον πιτσιρικά από την Καταλωνία να εξαργυρώσουν στα γρήγορα την επιλογή τους και να πάνε στη ‘’σιγουριά’’ ενός all star!

Κάπως έτσι ο Πάου δεν φόρεσε ποτέ τα κόκκινα της Ατλάντα και βρέθηκε με ανταλλαγή στο Μέμφις και τους Γκρίζλις που έμελλε να δεθούν όσο καμία άλλη ομάδα με την οικογένεια Γκασόλ αφού αργότερα πήραν και τον αδελφό του Μαρκ! Ο Πάου έπαιξε εκεί επτά χρόνια, μετά πήγε στους Λέικερς όπου το 2009 κέρδισε το πρώτο του πρωτάθλημα, κατέληξε στους Σπερς για να κερδίσει ένα ακόμη τίτλο, έπαιξε σε έξι ολ σταρ παιχνίδια και ίσως το μικρότερο των επιτευγμάτων του να ήταν εξίσου σημαντικό: Το 2002 έγινε ο πρώτος ξένος παίκτης που αναδείχθηκε ρούκι της χρονιάς.

Τη δύσκολη πόρτα που είχαν ανοίξει χρόνια πριν ο Ντράζεν και ο Σαμπόνις ο Νοβίτσκι και ο Γκασόλ όχι μόνο την πέρασαν αλλά την άφησαν και ορθάνοιχτη για τους επόμενους. Το ΝΒΑ είχε μάθει πια για τα καλά να εμπιστεύεται τη δεξαμενή των Ευρωπαίων παικτών. Δεν ξέρω αν ο Γκασόλ έγινε καλύτερος από τον Τσόσιτς, τον Σαμπόνις ή τον Ντίβατς, τέτοιου είδους συγκρίσεις είναι για να περνάνε την ώρα τους οι δημοσιογράφοι λίγο πριν αρχίσει ένα φάιναλ φορ. Σίγουρα, όμως με κάθε μέτρο σύγκρισης έχει αυτοδίκαια μια θέση μέσα στους κορυφαίους Ευρωπαίους όλων των εποχών!

Πηγή: Nova Sports

Pin It on Pinterest

Shares
Share This