Επιλογή Σελίδας

Του Θάνου Σαρρή

Ο Άλεξ Μπέλος, συγγραφέας του «Φουτεμπόλ», είχε περιγράψει τη Βραζιλία ως τη χώρα που «τα γραφεία κηδειών προσφέρουν φέρετρα με σήματα ομάδων, οι εξέδρες εξόρυξης πετρελαίου είναι εξοπλισμένες με γηπεδάκια 5×5 και ένας ποδοσφαιρικός σύλλογος μπορεί να σε κάνει βουλευτή». Το ποδόσφαιρο δεν είναι απλά το σημαντικότερο άθλημα στη Βραζιλία, αλλά κάτι παραπάνω. Μέρος της ταυτότητάς τους. Και γεννά μυθικές περσόνες, είτε εντός, είτε εκτός αγωνιστικών χώρων. Ιστορίες που διαδίδονται από στόμα σε στόμα και κάποιες φορές δεν γράφονται, για να μη χαθεί η μαγεία τους. Πρόσωπα που δεν συναντάς σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου. Ο Ζε Ντο Ράντιο, ή κατά κόσμον Ιβάλντο Φιρμίνο ντος Σάντος, ήταν μία από αυτές.

Mε όπλο ένα ραδιόφωνο του 1961

Ο Μπέλος είχε την ευκαιρία να τον γνωρίσει στο Ρεσίφε. Απόστρατος αστυνομικός, με μια μαυροκόκκινη φανέλα, το χαρακτηριστικό του μουστάκι και το ραδιόφωνο που έγινε κομμάτι του ονόματός του. Κομμάτι της τρέλας του και του πονοκέφαλου που δημιουργούσε σε κάθε αντίπαλο προπονητή και τους παίκτες που κάθονταν στον πάγκο.

«Είμαι ο μοναδικός οπαδός στον κόσμο, που δεν παρακολουθεί τον αγώνα. Απλά βρίζω. Λέω τα πάντα, ό,τι μου κατέβει στο κεφάλι. Είμαι, όμως, πολιτισμένος. Μετά το ματς πηγαίνω και απολογούμαι. Όλα γίνονται με παιχνιδιάρικη διάθεση. Τα κόλπα μου έχουν γίνει πλέον έθιμο. Κάποιος, κάποτε, θέλησε να ανταλλάξει το αυτοκίνητό του με το ραδιόφωνό μου. Αλλά ποτέ δεν το πουλήσω. Δεν βρίσκεις πια ραδιόφωνα σαν αυτό», έλεγε, κοιτάζοντας με καμάρι το παλιό General Electric του, με δερμάτινη επένδυση και ένα χερούλι που τον βοηθούσε να το κρατά σαν τσάντα. Ήταν ένα μοντέλο του 1961, το οποίο κράτησε μέχρι το τέλος.

Όλα ξεκίνησαν από το βάρος της συσκευής

Ο Ζε Ντο Ράντιο ξεκίνησε να πηγαίνει στο γήπεδο στις αρχές της δεκαετίας του 70’. Η Σπορτ Ρεσίφε έγινε η ομάδα του, αφού όμως είχε προηγηθεί ένας χρόνος… προδοσίας! Ο λόγος που στήριζε τη Ναούτικο ήταν για να διεκδικήσει το χέρι της αγαπημένης του Ντεομίρζα, καθώς ο πατέρας του ήταν φανατικός οπαδός της και δεν θα δεχόταν ποτέ για γαμπρό του έναν οπαδό της Σπορτ. Όταν η τάξη αποκαταστάθηκε, αφοσιώθηκε στην αγαπημένη του ομάδα.

Όπως αρκετοί την εποχή εκείνη, πήγαινε με το ραδιόφωνό του στο γήπεδο. Ήταν όμως τόσο μεγάλο, που δεν μπορούσε να το κρατήσει με το ένα χέρι δίπλα στο αυτί του. Έτσι, το στερέωσε κάποια στο τοιχίο που χώριζε την κερκίδα από τον αγωνιστικό χώρο. «Δεν το έβαλα εκεί επίτηδες, για τον θόρυβο. Στη συνέχεια κατάλαβα ότι ο ήχος ενοχλούσε την ομάδα», εξομολογούταν στον Μπέλος, όταν τον συνάντησε στο Ίλα ντο Ρετίρο. Ένας αστυνομικός του ζήτησε να το κατεβάσει, όμως γνώριζε πολύ καλά, ως πρώην αστυνομικός κι ο ίδιος, ότι δεν μπορεί κανείς να του απαγορεύσει να έχει ράδιο στο γήπεδο, οπουδήποτε κι αν στεκόταν. Η παράδοση μόλις είχε ξεκινήσει. Πάντα κοντά στον αντίπαλο πάγκο, με φωνές και το πιστό του ραδιόφωνο στραμμένο προς την ίδια κατάσταση, με τέρμα την ένταση. Δεν παρακολουθούσε λεπτό από τον αγώνα, καθώς έδινε τη δική του μάψι για να αποσυντονίσει τον αντίπαλο. Μόνο χόρευε, σε κάθε γκολ.

Το επεισόδιο με τον Ζαγκάλο

Ο Ζε Ντο Ράντιο έγινε μια καλτ μορφή του ποδοσφαίρου στο Περναμπούκο, όμως η φήμη του γιγαντώθηκε μετά το επεισόδιο που είχε με τον Μάριο Ζαγκάλο.

Ο πρώην προπονητής της Εθνικής Βραζιλίας, σ’ ένα ματς απέναντι στην Σπορτ ως προπονητής της Πορτουγκέζα, ενοχλημένος από τη βοή του ραδιοφώνου, γύρισε προς τον Ιβάλντο και του ζήτησε να το κλείσει. Εκείνος, ακούμπησε την τεράστια συσκευή στο έδαφος, αλλά δεν την έκλεισε ποτέ. Στη συνέχεια, σε τηλεοπτική μετάδοση τον αποκάλεσε ως τον πιο ενοχλητικό οπαδό στη Βραζιλία. Το 2006, ο χαρακτηρισμός έγινε… επίσημος, καθώς μπήκε στο βιβλίο με τα ρεκόρ Guiness, φέροντας τον τίτλο που του έδωσε ο Ζαγκάλο, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο. Κουβαλούσε, μάλιστα και χαρτί με τον χαρακτηρισμό! Ήταν τόσο αγαπητός στην πόλη, που έγινε άρμα στο καρναβάλι της.

Η νέα καρδιά και ο φόρος τιμής

Ο Ζε ντο Ράντιο έφυγε από τη ζωή το 2015, σε ηλικία 69 ετών, με την καρδιά του να μην αντέχει άλλο. Είχε υποβληθεί σε μεταμόσχευση 13 χρόνια πριν τον θάνατό του και μάλιστα είχε γίνει ένα από τα κεντρικά πρόσωπα της καμπάνιας των «αθάνατων οπαδών», η οποία ευαισθητοποίησε χιλιάδες κόσμου για τη δωρεά οργάνων και έσωσε πάρα πολλές ζωές. Μάλιστα, ο δότης του διάσημου οπαδού των «λιονταριών» ήταν φίλος της Ναούτικο, με τον ίδιο χαριτολογώντας να λέει ότι από τη στιγμή εκείνη κι έπειτα, η καρδιά του έγινε κόκκινη, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο ότι «η νέα μου καρδιά μεγάλωσε το πάθος μου για την Σπορτ». Η ομάδα των τίμησε, χαρακτηρίζοντάς τον ως τον πιο διάσημο οπαδό της.

Στον πρώτο αγώνα μετά τον θάνατό του, η μασκότ της Σπορτ, ο Λεάο, πήρε από το χέρι τον εγγονό του Ιβάλντο, Πέντρο και μπήκαν μαζί στον αγωνιστικό χώρο, με τον κόσμο να χειροκροτά. Ήταν ο φόρος τιμής της ομάδας προς έναν οπαδό, που έγινε κομμάτι της παράδοσης…

Πηγή: Fanatico

Pin It on Pinterest

Shares
Share This