Επιλογή Σελίδας

Του Αντώνη Οικονομίδη

Η φήμη εξαπλώνονταν γρήγορα. Και έδινε στον ταλαντούχο πιτσιρικά της δεύτερης ομάδας του Ολυμπιακού διαστάσεις παράταιρες της ηλικίας του. Τον ήθελε με κορμί αντρικό ήδη, σωματοδομή έτοιμη για επαγγελματικό επίπεδο, να κάνει πλάκα στους συνομηλίκους του, καλά καλά ακόμη και να… περνάει από πάνω τους.

Μια δρασκελιά δρόμος το προπονητικό του Ολυμπιακού, σε ένα παιχνίδι της U19 εκεί που ήταν σε… νορμάλ για τους τότε βιορυθμούς ώρα, πείστηκα από την ποδοσφαιροπαρέα να τσεκάρω ιδίοις όμμασι αυτή τη φήμη. Τότε, το προπονητικό είχε δύο γήπεδα. Το ένα, αυτό με την εξέδρα που υφίσταται ακόμη, το δεύτερο, με συνθετικό χλοοτάπητα, δίπλα ακριβώς. Η μνήμη προδίδει για τον τότε αντίπαλο του Ολυμπιακού, αλλά εκεί θα γίνονταν το παιχνίδι. Στα όρια του αγωνιστικού χώρου, η έκταση που είχε αγοράσει ο σύλλογος για να επεκτείνει το κέντρο με κατασκευή νέων.

Ένα πέρασμα, ούτε 1.5 μέτρο πλάτος, ανέβαζε στην -επονομαζόμενη- “ταρατσούλα”, την υπερυψωμένη έκταση σε σχέση με τους υφιστάμενους αγωνιστικούς χώρους. Όσοι μπορούσαν να χωρέσουν σε αυτό το 1.5 μέτρο, είχαν πιάτο το γήπεδο. Όσοι δεν μπορούσαν και έμεναν πίσω, ή πήγαιναν λίγο πιο δίπλα, το πεδίο τους περιορίζονταν από τον συρμάτινο φράκτη και από τα φυσικά όρια του χώρου.

Κοινώς, η αριστερή πλευρά του αγωνιστικού χώρου, δεν φαίνονταν ολόκληρη. Κακό αυτό μιας και η φήμη τον αριστερό μπακ του Ολυμπιακού αφορούσε. Και για ένα ημίχρονο τουλάχιστον, η ορατότητά θα περιορίζονταν (στην καλύτερη) στο μισό του χώρου ευθύνης του. Στην εύλογη αγανάκτηση και απορία, η αποστομωτική και ανεξήγητη εκείνη την στιγμή απάντηση ήταν: “Μην ανησυχείς. Δεν χρειάζεται να τον δεις. Θα τον ακούσεις“.

Ο Μπάμπης Λυκογιάννης στον πάγκο της Εθνικής Ελλάδας πριν από φιλικό αγώνα

Και πράγματι έτσι έγινε. Δεν φαίνονταν (λόγω των φυσικών περιορισμών), αλλά… ακούγονταν. Το ποδοβολητό του καθώς ανεβοκατέβαινε την πλευρά αντηχούσε στην ταρατσούλα. Φόβιζε τους παρευρισκόμενους πόσο μάλλον τους αντιπάλους του στο γήπεδο. Αυτό και μόνο, αρκούσε για την τεκμηρίωση των όσων κολακευτικών ακούγονταν για πάρτη του.

Αυτό και μόνο αρκούσε για την πρόβλεψη πως το παλικαράκι δεν θα μακροημερεύσει στις ακαδημίες, αλλά ούτε και στα μέρη μας. Πλέον, περπατώντας στα 28 είναι ο συνεπέστερος Έλληνας “λεγεωνάριος” και μόνος εν ενεργεία διεθνής που φέτος συμπληρώνει έξι διαδοχικές σεζόν εκτός συνόρων με διψήφιο αριθμό συμμετοχών. Το ζερβό του ακόμη “τρομοκρατεί”, τα 9 γκολ καριέρας -για αριστερό μπακ μιλάμε, μην ξεχνιόμαστε…- παράσημο αλλά και το κάθε ένα ξεχωριστά κατάλληλο για σήμα ποδοσφαιρικών εκπομπών.

Κατάλληλο συνεπώς, ιδανικό το timing ώστε να εξιστορήσει την πορεία αυτής του της καριέρας ο Μπάμπης Λυκογιάννης στη συνέντευξη που παραχώρησε στο SPORT 24.

Υπεύθυνος ο Γκόγκιτς

– Πάντα έπαιζες αριστερός μπακ;

“Όχι. Στην ομάδα που ξεκίνησα, στον Άρη Πετρούπολης αγωνιζόμουν φορ και αριστερός εξτρέμ. Γενικά, εκεί έπαιζα παντού, γιατί ήμουν γρήγορος και είχα καλά πόδια”.

– Και πώς/πότε έγινε η μετατόπιση;

“Έτσι, ως αριστερός εξτρέμ πήγα στον Ολυμπιακό. Και εκεί και έπαιζα. Μέχρι που ο Σίνισα Γκόγκιτς, όταν ήμουν στους Νέους, με πιάνει και μου λέει: “Λύκο, εσύ θα κάνεις καριέρα ως αριστερός μπακ”.

– Η αντίδραση σου;

“Του έλεγα δηλαδή, πως δεν γίνεται, πως θέλω να παίζω επιθετικός, να σκοράρω, έψαχνα δικαιολογίες λέγοντας πως δεν έχω μάθει να παίζω άμυνα και κάτι τέτοια για να τον πείσω. Αποδείχτηκε αδύνατο και έτσι, σε ένα παιχνίδι με την Καβάλα στο Ρέντη, ξεκίνησα για πρώτη φορά αριστερός μπακ. Πέτυχα δύο γκολ. Ούτε που χρειάστηκε να μου πει ποτέ κάτι ξανά ο Γκόγκιτς, ούτε όμως και εγώ σκέφτηκα ποτέ κάτι διαφορετικό”.

– Και μετά; Ντεμπούτο στην επαγγελματική ομάδα με Βαλβέρδε (σ’ ένα ματς Κυπέλλου με τον Πανιώνιο, δύο μήνες μετά την ενηλικίωση), ευκαιρίες με τον Ζαρντίμ και δανεισμός με Μίτσελ. Και αυτά σε έναν χρόνο.

“Ξέχασες τον Ζίκο. Αυτός ήταν που με είχε ανεβάσει στην πρώτη ομάδα για προπονήσεις και μου είχε δώσει και το πρώτο μου παιχνίδι, ένα φιλικό με τον Ιωνικό. Κομβικό όμως για την είσοδό μου στην επαγγελματική ομάδα ήταν η τελική φάση του EURO U19 το καλοκαίρι του ’12”.

ΤΟ EURO, Η ΜΟΝΠΕΛΙΕ ΚΑΙ ΟΙ ΔΑΝΕΙΣΜΟΙ

– Όπου και το δικό σου γκολ στην παράταση του ημιτελικού με την Αγγλία έστειλε εκείνη την Εθνική τελικό.

“Ακριβώς. Απίστευτο τουρνουά, φοβερή ποιότητα στην ομάδα, μοναδική εμπειρία”.

– Το θυμάσαι εκείνο το γκολ; Για την ιστορία, το πέτυχες παίζοντας εξτρέμ…

“Ξεχνιέται; Κάνει βολέ ο Διούδης, ο Μπακασέτας διεκδίκησε την μπάλα στο κέντρο, γύρισε προς τα πίσω από τον Άγγλο μπακ, πρόλαβα και την τσίμπησα με το δεξί και την έσκαψα πάνω από τον τερματοφύλακα”.

– Εκείνο είναι το καλύτερο γκολ της καριέρας σου;

“Όχι, δεν θα το έλεγα. Είμαι αριστερός μπακ, συνεπώς δεν μπορείς να πεις πως είναι συνηθισμένο το γκολ για παίκτη στη θέση μου, αλλά προσωπικά δεν έχω παράπονο. Και είναι αλήθεια πως όποτε σκοράρω, πετυχαίνω ωραία γκολ. Νομίζω το καλύτερο είναι ένα κόντρα στη Ραπίντ Βιέννης (σ.σ. αγαπημένοι “πελάτες” του ενόσω αγωνίστηκε στην Αυστρία). Ήταν ένα σουτ από τα 35 μέτρα, η μπάλα πήγε στο “παραθυράκι”, με την ταχύτητα να ξεπερνάει τα 120 χιλιόμετρα”.

– Επιστροφή στον Ολυμπιακό. Πως λοιπόν το τουρνουά και εκείνη η 2η θέση επίσπευσε την εξέλιξή σου;

“Επιστρέφοντας από το τουρνουά είχα κανονίσει διακοπές. Με την επιστροφή όμως με ενημερώνουν πως με ήθελε ο Ζαρντίμ στην προετοιμασία. Ποιες διακοπές, με το που έκλεισα το τηλέφωνο εγώ ήμουν ήδη στο προπονητικό κέντρο”.

– Και το πρώτο παιχνίδι με τον Ζαρντίμ, στο Champions League.

“Ναι, με την Μονπελιέ στη Γαλλία. Ήμασταν πίσω στο σκορ και στα μέσα του δεύτερου ημιχρόνου σηκώνομαι για ζέσταμα, μαζί με τον Φετφατζίδη. Κάποια στιγμή φωνάζουν από τον πάγκο. Γυρίζω στον “Φέτφα” για να του πω να πάει, νομίζοντας πως αυτόν ζητάνε. Ξεκινάει, αλλά αμέσως δείχνουν εμένα. Για πότε έκανα το σπριντ, ούτε που κατάλαβα. Την ώρα που περίμενα να μπω έχει ισοφαρίσει ο Τοροσίδης και ο κόουτς το σκέφτεται ξανά. Εμένα δεν με χωρούσε ο τόπος. Τελικά μπήκα κάπου στο 85′ (σ.σ. πάλι παίζοντας εξτρέμ) και δύο, τρία λεπτά αργότερα, ο Μήτρογλου έκανε το 2-1″.

Ο Λυκογιάννης με τα χρώματα του Ολυμπιακού στη διάρκεια της προετοιμασίας

– Ποιος από τους τρεις Ίβηρες λοιπόν που πρόλαβες να ζήσεις ως προπονητές του Ολυμπιακού σου άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις;

“Ο Βαλβέρδε. Δεν νομίζω πως χωράει σύγκριση. Σε οποιοδήποτε κομμάτι, σε οποιοδήποτε επίπεδο. Προπόνηση, τακτική, αντίληψη, προσέγγιση, φιλοσοφία. Δεν συγκρίνεται. Κορυφαίος”.

– Παρά ταύτα, στο τέλος εκείνης της σεζόν (2012-13) σου λένε να πας δανεικός. Πως το εισπράττεις; Είναι κάτι που θεωρείς μέρος της εξέλιξης, είναι κάτι που σε ρίχνει, είναι κάτι που σε πεισμώνει;

“Όχι, δεν με έριξε. Ίσα ίσα. Μου έδωσε κίνητρο, εφόσον δεν θα μπορούσα να πάρω τον απαιτούμενο χρόνο στον Ολυμπιακό, να πάω κάπου και να παίξω όσο περισσότερο μπορώ, ώστε να βελτιωθώ. Το αντιμετώπισα ως κάτι απόλυτα φυσιολογικό, ως απαραίτητο για να γίνω καλύτερος. Προτιμούσα να μπω σε αυτή τη διαδικασία και στον Λεβαδειακό την πρώτη χρονιά και στον Εργοτέλη την επόμενη από το να είμαι στον Ολυμπιακό, χωρίς όμως ευκαιρίες”.

– Μετά όμως και το τέλος του δεύτερου δανεισμού έφυγες για το Γκρατς και την Στουρμ.

“Τότε θεώρησα πως είχα δείξει όσα χρειάζονταν να δείξω παίζοντας δανεικός δύο σεζόν στη Super League και πίστευα πως μπορούσα να κερδίσω μια θέση στο rotation του Ολυμπιακού. Εφόσον όμως κάτι τέτοιο δεν φαίνονταν στον ορίζοντα, όταν ήρθε η πρόταση της Στουρμ δεν χρειάστηκε να το σκεφτώ παραπάνω. Έτσι κι αλλιώς πάντα στόχευα στο εξωτερικό, μου δίνονταν η δυνατότητα να το κάνω στα 22 μου, οπότε, το μόνο που ρώτησα τότε τον ατζέντη μου μόλις με ενημέρωσε για την πρόταση ήταν που πηγαίνω. Τίποτα άλλο δεν χρειάζονταν”.

ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

– Στο Γκρατς πως πήγαν τα πράγματα;

“Ήταν δύσκολα μόνο στην αρχή. Έφυγα από εδώ με 40 βαθμούς και πήγα στο Γκρατς, κατακαλόκαιρο, αλλά με κρύο και βροχή. Γλώσσα δύσκολη, προσαρμογή απαιτητική, το ξεκίνημα ό,τι το χειρότερο, αφού στο ντεμπούτο μου τραυματίστηκα και έμεινα δύο μήνες εκτός. Τότε ήταν που ήρθαν τα πάνω κάτω. Ήμουν μόνος μου, σε τελείως νέο περιβάλλον, δεν έπαιζα, οπότε οι δεύτερες σκέψεις για το αν πήρα τη σωστή απόφαση κυριαρχούσαν. Τελικά όμως, αυτές οι στιγμές είναι που σε βοηθάνε να διαμορφώσεις χαρακτήρα, να βρεις δύναμη για να συνεχίσεις, να πεισμώσεις, να ορθοποδήσεις. Και έτσι έγινε και με μένα και όλα πήγαν κατ’ ευχήν”.

– Και τελικά το Γκρατς αποδείχτηκε το κατάλληλο βήμα για την εξέλιξη της καριέρας σου;

“Και το κατάλληλο σε κάθε επίπεδο, αλλά και το πιο σημαντικό”.

– Τι διαφορές υπάρχουν σε σχέση με το ελληνικό πρωτάθλημα;

“Είναι πολλές και μεγάλες. Μπορεί να μην είναι τόσο προβεβλημένη η αυστριακή Bundesliga, είναι όμως μια λίγκα με ασύλληπτη οργάνωση. Στο κάθε τι. Από τις υποδομές μέχρι τη λειτουργία του κάθε συλλόγου, του πρωταθλήματος συνολικά. Μοιραία συνεπώς ολοένα και αυξάνεται η ποιότητά του και ατομικά και συλλογικά, αλλά και τα επιμέρους χαρακτηριστικά του ποδοσφαίρου εκεί, όπως για παράδειγμα η ταχύτητα”.

– Ήσουν μέλος αναρίθμητων καλύτερων ενδεκάδων του πρωταθλήματος, επίσης ψηφίστηκες στην καλύτερη ενδεκάδα της δεκαετίας (2010-19) από τους φίλους της Στουρμ Γκρατς, αποδείξεις όλες επιτυχίας. Πότε ένιωσες ότι πλέον είναι στιγμή για να διεκδικήσεις κάτι σε ανώτερο επίπεδο; Όταν ήρθε η πρόταση της Κάλιαρι (Ιανουάριος 2018) ή νωρίτερα;

“Νωρίτερα ήταν σίγουρα. Όλα όμως έγιναν την κατάλληλη στιγμή και παρότι τότε είχα και άλλες προτάσεις, μόλις μου παρουσιάστηκε η προοπτική του Campionato, δεν τέθηκε θέμα σύγκρισης, η επιλογή ήταν αυτονόητη.

– Σου άρεσε ανέκαθεν το Campionato; Θεωρούσες πως σου ταίριαζε ή ήταν κάτι που προέκυψε στην πορεία;

“Μέχρι να το ζήσω, θεωρούσα πως Premiership και Bundesliga ήταν πιο κοντά στα χαρακτηριστικά μου. Από την στιγμή όμως που έπαιξα στο Campionato, άλλαξα τελείως την άποψη μου”.

– Όντως άλλο επίπεδο δηλαδή;

“Στα πάντα, χωρίς καμία υπερβολή. Η ποιότητα ξεχειλίζει. Και φυσικά, είναι πραγματικό σχολείο για κάθε αμυντικό”.

– Δεν είσαι ο πρώτος Έλληνας αμυντικός που έπαιξε εκεί και το λέει…

“Και δεν θα είμαι και ο τελευταίος. Για να καταλάβεις. Στους τρεις-τέσσερις πρώτους μου μήνες εδώ, έκανα προπόνηση καθημερινά δύο ώρες με την ομάδα και μετά, άλλη μία ώρα μόνος μου. Τακτική με τον δεύτερο προπονητή για να μάθω τα πάντα ως προς την τοποθέτηση, το που πρέπει να είναι το σώμα μου σε διάφορες φάσεις του παιχνιδιού, συντονισμός με τους υπόλοιπους συμπαίκτες, κινήσεις, τα πάντα, με ασύλληπτη έμφαση σε λεπτομέρειες. Γύριζα σπίτι μου 8, 8.30 το βράδυ και ήμουν τόσο κουρασμένος σωματικά και τόσο γεμάτος νέες πληροφορίες και δεδομένα να επεξεργαστώ που δεν μπορούσα να κάνω τίποτα άλλο παρά να πέσω να κοιμηθώ.

Είχα ακούσει πολλά, αλλά τέτοιο επίπεδο, τέτοια προσοχή, τέτοια αναβάθμιση στο κάθε τι σε σχέση με τα όσα είχα ζήσει στην καριέρα μου, δεν περίμενα. Σκέψου πως η προπόνηση καταγράφονταν με drone για να δουν (μεταξύ άλλων) πως ανταποκρίνομαι, να ελέγξουν τις κινήσεις μου και αναλόγως μετά να μου πουν για, παράδειγμα, 20 και 30 εκατοστά λάθος θέσης. Και όχι αστήριχτα, να εξηγήσουν συγκεκριμένα γιατί αυτή η απόσταση, αυτό το ένα παπούτσι, σε μια κίνηση στην άμυνα, μπορεί να επηρεάσει, να βγάλει οφσάιντ, να χαλάσει την ισορροπία”.

Ο Μπάμπης Λυκογιάννης κάνει τη σέντρα σε αγώνα της Εθνικής Ελλάδας

– Εσύ πως το βίωσες όλο αυτό; Πώς ένιωθες πλέον τον εαυτό σου στο γήπεδο;

“Βλέποντας, νιώθοντας τη βελτίωση, στο… 200%. Άλλαξαν όλα ως προς την οπτική μου για το άθλημα, για τον τρόπο που παίζω, για τον τρόπο που συμπεριφέρομαι. Ειλικρινά με όσα έζησα, με όσα μαθαίνω ακόμη πιστεύω πως όποιος αμυντικός μπορεί να παίξει και παίζει στο Campionato, μπορεί να παίξει οπουδήποτε, αφού το επίπεδο αντίληψης και κατανόησης του τρόπου με τον οποίο πρέπει να αμύνεσαι, ατομικά και ομαδικά, είναι ασύγκριτο”.

– Εσύ, φουλ επιθετικός μπακ, πως προσαρμόστηκες; Υπήρχε κάποιος τακτικός περιορισμός, σχετικές οδηγίες ή το παιχνίδι από μόνο του σε υποχρεώνει να προσαρμοστείς;

“Ο πρώτος κανόνας για κάθε αμυντικό στο Campionato και ίσως όχι και μόνο για αμυντικό: Πρώτα είσαι αμυντικός και μετά επιθετικός. Δεν υπάρχει αντίλογος σε αυτό. Όπως είσαι λοιπόν στο σχολείο και δεν αμφισβητείς αυτά που σε μαθαίνει ο δάσκαλος, έτσι και εδώ, σε αυτό το σχολείο, δεν γίνεται να αμφισβητήσεις τους καθηγητές της άμυνας. Ειδικά μάλιστα όταν βλέπεις πως αυτό το μάθημα αποδίδει, πως σε κάνει καλύτερο. Συνεπώς, σκύβεις το κεφάλι αν έχεις αμφιβολίες, αφήνεσαι και εμπιστεύεσαι, τιθασεύεις ό,τι παρορμήσεις έχεις στο παιχνίδι και κάνεις αυτό που σου ζητάνε και αυτό που σου μαθαίνουν. Και, να είσαι σίγουρος, χαμένος δεν βγαίνεις”.

– Ο Λυκογιάννης του ’18, με τον Λυκογιάννη του ’21 τι σχέση έχει;

“Καμία. Νιώθω τώρα τρεις φορές καλύτερος από τότε που ήρθα στο Campionato. Σε όλα”.

Ο… ΥΔΡΑΥΛΙΚΟΣ, Η ΠΑΡΕΑ ΜΕ ΤΟΝ ΜΕΣΙ ΚΑΙ Ο ΕΞΩΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΖΛΑΤΑΝ

– Χειρότερος αντίπαλος στο Campionato;

“Ο Καγεχόν. Το πρώτο μου παιχνίδι ήταν απέναντί του και δεν ήξερα πως να τον αντιμετωπίσω. Υδραυλικός. Ο Ντιμπάλα, ο Σούσο της Μίλαν. Εδώ όμως δεν μπορείς να ξεχωρίσεις. Με όποιον και να παίζεις κάθε εβδομάδα έχεις να αντιμετωπίσεις παίκτες που δεν γίνεται να υποτιμήσεις, δεν γίνεται να μην είσαι στο 100% σε κάθε στιγμή”.

– Το καλοκαίρι τι θα κάνεις; Τελειώνει άλλωστε το συμβόλαιο σου το ’22.

“Πρώτα και πάνω απ’ όλα πρέπει να σωθεί η Κάλιαρι. Είμαι ευχαριστημένος εδώ, όλοι στην Κάλιαρι μου έχουν φερθεί άψογα, είναι εξαιρετικές οι συνθήκες, το κλίμα, όλα. Γι αυτό και τον πρώτο λόγο, εφόσον έχω συμβόλαιο, θα τον έχει η Κάλιαρι”.

– Επιστροφή στην Ελλάδα είναι στα πλάνα; Ο Μοντεστό είπε τις προάλλες πως σε παρακολουθεί ο Ολυμπιακός.

“Δεν είναι στις προτεραιότητες μου να γυρίσω αυτήν την στιγμή στην Ελλάδα. Όσο για τον Ολυμπιακό, ούτε εγώ ούτε ο εκπρόσωπος μου γνωρίζουμε κάτι”.

– Έχεις πετύχει δύο γκολ φέτος, αμφότερα με εκτελέσεις φάουλ. Άλλος αμυντικός που να έχει τόσα στο top-5 των ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, δεν υπάρχει και κάποια στιγμή ήσουν και στην πρώτη πεντάδα των σκόρερ με εκτελέσεις φάουλ μαζί με τον Μέσι. Πώς είναι να είσαι στην ίδια πρόταση μαζί του;

“Σαστίζεις, αλήθεια είναι. Αλλά από την άλλη είναι και κάτι που σε γεμίζει, σου δίνει δύναμη να προσπαθήσεις περισσότερο”.

– Τις εκτελέσεις φάουλ τα έχεις δουλέψει επιπλέον;

“Ανέκαθεν όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, τις είχα τις εκτελέσεις. Και στην Αυστρία όπου επίσης είχα πετύχει δύο γκολ με αυτόν τον τρόπο. Είναι όμως κάτι ενστικτώδες, που μου βγαίνει στο παιχνίδι, παρά κάτι που με απασχολεί στην προπόνηση”.

– Μιας και αναφέρθηκε. Μέσι ή Ρονάλντο;

“Ρονάλντο”.

– Χώρο στον δικό μου αγαπημένο, τον Ζλάταν, δίνεις στην εν λόγω δυάδα ή όχι;

“Είμαστε “Σαν Σίρο”, τελευταίο παιχνίδι πέρυσι. Τελειώνουμε το ζέσταμα και πάω στα αποδυτήρια, από τα σκαλάκια της καταπακτής. Ξαφνικά νιώθω σαν να σβήνει το φως. Κοιτάω στ’ αριστερά μου και βλέπω μια… ντουλάπα. Δεν υπάρχει ο τύπος. Προσπαθείς να τον κοντράρεις και δεν τον κουνάνε τρεις. Και μετά βλέπεις πως είναι 40 χρονών. Εξωπραγματικός”.

– Κεφάλαιο Εθνική. Από τους εν ενεργεία διεθνείς είσαι αυτός που έχει παίξει τα περισσότερα χρόνια στο εξωτερικό και ο μόνος εν ενεργεία με διψήφιο αριθμό συμμετοχών για έξι σερί σεζόν.

“Η αλήθεια είναι πως περίμενα την κλήση για την τελευταία αποστολή. Δεν είμαι όμως αυτός που αποφασίζει και σε κάθε περίπτωση σέβομαι απόλυτα τις αποφάσεις του προπονητή και του επιτελείου του. Για μένα η Εθνική είναι ύψιστη τιμή και θα είμαι πάντα διαθέσιμος, οποτεδήποτε με καλεί”.

Ο Μπάμπης Λυκογιάννης με τη φανέλα της Εθνικής Ελλάδας στη διάρκεια αγώνα για τα προκριματικά

– Μπορεί αυτή η ομάδα να φτάσει στο Κατάρ; Έχει την ποιότητα που πρέπει;

“Ναι, σίγουρα, δεν έχω καμία αμφιβολία γι’ αυτό”.

– Πώς έζησες, ζεις την πανδημία;

“Στην αρχή ούτε καν φανταζόμουν τέτοια εξέλιξη. Θυμάμαι παίζαμε στη Βερόνα, 19 Μαρτίου πέρυσι. Παραμονή ενημερωνόμαστε πως κλείνουν τα πάντα, γυρίζουμε με τσάρτερ στο Κάλιαρι, μαζευόμαστε στο γήπεδο και λέμε ΟΚ, τα λέμε ξανά σε δύο εβδομάδες γιατί τόσο περιμέναμε πως θα κρατήσει. Και οι δύο εβδομάδες, έγιναν τρεις μήνες. Ήταν πολύ δύσκολο. Πρωτόγνωρο, αθλητικά και ανθρώπινα”.

– Φέτος πως βγήκε όλο αυτό το ουσιαστικά non stop παιχνίδι από τον περασμένο Ιούνιο; Διαφορετική προπόνηση, διαφορετική κούραση, πώς το αισθάνεσαι;

“Όλα έχουν αλλάξει. Οι προπονήσεις, το πρόγραμμα, τα πάντα. Για όλους. Τους παίκτες, τους προπονητές, τους γυμναστές. Όλοι έχουν μπει σε αχαρτογράφητα νερά, σε ρυθμούς και μεθοδολογία που δεν είχε εφαρμοστεί στο παρελθόν. Και αυτά σε καθεστώς επαγγελματισμού, σε συνθήκες πίεσης, να είμαστε έτσι πολύ περισσότερο από έναν χρόνο, ασταμάτητα στην τσίτα. Και σωματικά και ψυχολογικά και πνευματικά.

Αυτό βγαίνει σε όλες και σε όλες τις ομάδες στη διάρκεια της σεζόν. Δεν ξέρεις που θα σου φανεί η επιβάρυνση και με ποιον τρόπο. Αν δηλαδή θα είναι με ντεφορμάρισμα, με τραυματισμούς, αν θα είναι σε μια διακοπή για εθνικές ομάδες, όπως είχαμε εμείς στην Κάλιαρι το φθινόπωρο, ή αν θα είναι όταν αρχίσουν να μαζεύονται παιχνίδια. Πραγματικά δεν το ξέρει κανείς, αλλά είναι κάτι που άλλες λιγότερο, άλλες περισσότερο και άλλες πολύ περισσότερο, όλες οι ομάδες το αντιμετώπισαν φέτος.

– Ο δικός σου ο μεγαλύτερος δάσκαλος;

“Ο αδερφός μου (σ.σ. επαγγελματίας μπασκετμπολίστας, “καρφώνει απ’ όπου θες, μην ασχολείσαι”. Τώρα περιμένει το πράσινο φως των λοιμωξιολόγων για να παίξει με τη φανέλα του Πανιωνίου)”.

– Αγαπημένη ομάδα και πρωτάθλημα;

“Τσέλσι και Premier League”.

– Καλύτερος αριστερός μπακ που πάτησε ποτέ στον πλανήτη;

“Ο Ρομπέρτο Κάρλος. Είδωλο μου πάντως είχα τον Μπέιλ. Μέχρι τουλάχιστον να γίνει επιθετικός”.

Ο Ουαλός ακολούθησε διαφορετική πορεία στο γήπεδο από τον Λυκογιάννη. Καμία σύγκριση, αλλά σίγουρα τον δικό μας, ακόμη και τώρα, όσοι βρίσκονται πρώτο στασίδι στο χορτάρι στα γήπεδα που αγωνίζεται, μπορούν, κλείνοντας τα μάτια, να ακούν το ποδοβολητό του…

Πηγή: Sport 24

Pin It on Pinterest

Shares
Share This