Επιλογή Σελίδας

Του Λευτέρη Ελευθερίου

Η πάροδος 18 χρόνων από τη νίκη 11-10 στο μικρό τελικό επί της Κροατίας, στο τουρνουά πόλο Ανδρών του Παγκόσμιου υγρού στίβου του Μόντρεαλ, είναι η ευκαιρία για να επανεκτιμηθεί το γυριστό του Γιώργου Αφρουδάκη 11,5 δευτερόλεπτα για τη λήξη της παράτασης από την πάσα του αδελφού του. Ο βενιαμίν της οικογένειας, άλλωστε, μετά την απονομή είχε πει το μυθικό “έστειλε την μπάλα εκεί που γ…ούν οι αράχνες“. Ήταν η δικαίωση μίας ολόκληρης γενιάς, ίσως της πιο χαρισματικής σε όλα τα σπορ, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τον πλατινένιο συνδυασμό ποιότητας και ποσότητας.

Ο Γιώργος, των 5 Ολυμπιακών Αγώνων, οι Νικόλας Δεληγιάννης, Αντώνης Βλοντάκης, Δημήτρης Μάζης, Θοδωρής Χατζηθεοδώρου, Τάσος Σχίζας, οι ελαφρώς μεγαλύτεροι Πέτρε Σάντα και Γιώργος Ρέππας αξιώθηκαν να ζήσουν τη στιγμή της κατάκτησης ενός μεταλλίου σε μία μεγάλη διοργάνωση, την οποία διεκδικούσαν per mare per terram. Από κοντά οι νεότεροι, παγκόσμιοι πρωταθλητές Εφήβων το 2001, Χρήστος Αφρουδάκης, Γιώργος Ντόσκας, Αργύρης Θεοδωρόπουλος, Μανώλης Μυλωνάκης (που είχε μείνει εκτός στην προεπιλογή). Τέλος, ο τρίτος φουνταριστός που πήρε μαζί του ο Ιταλός Σάντρο Καμπάνια, ο Μάνθος Βουλγαράκης. Ήταν μία επιτυχία που αφορούσε στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.

Εκείνη τη μέρα δεν γινόταν να διαφανεί ότι η κατάσταση θα στράβωνε, αφού ο θρίαμβος του Μόντρεαλ έβρισκε τον κορμό στα καλύτερά του αθλητικά χρόνια, όλοι 29 και 30, αλλά και τους πιο νεαρούς παίκτες, που μόλις είχαν μπει στην τρίτη δεκαετία της ζωής τους, να νιώθουν ότι η πορεία τους στον ανταγωνισμό θα γινόταν σε απλωμένο χαλί.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, αν το γκολ του Γιώργου ήταν το πλέον αξιομνημόνευτο, δεν ήταν το πιο σημαντικό. Αυτό το πέτυχε ο δεύτερος μικρότερος παίκτης της αποστολής, ο 21χρονος Χρήστος Αφρουδάκης, με 9” να απομένουν. Ήταν και παραμένει ένα από τα πιο δύσκολα γκολ στην ιστορία του ελληνικού πόλο.

Όταν ο Χρήστος Αφρουδάκης απάντησε “είσαι ο πρώτος άνθρωπος εδώ και 15 χρόνια που μου το λέει“, στο αίτημα του υπογράφοντος για να του μιλήσει για το πιο σημαντικό γκολ στο μικρό τελικό του Μόντρεαλ με την Κροατία, στις 30 Ιουλίου 2005, το στοιχείο της έκπληξης επικράτησε. Μέσα από καλώδια παίζαμε την ίδια στιγμή στο κεφάλι μας: το σκορ στο 9-8 υπέρ της Κροατίας, μία επίθεση με παίκτη παραπάνω και σκάρτα 10 δευτερόλεπτα να απομένουν, η Εθνική έμοιαζε να βρίσκεται σε τροχιά για τον τρίτο χαμένο μικρό τελικό της στη σειρά, έπειτα από την ήττα 5-3 από τη Σερβία-Μαυροβούνιο στο Παγκόσμιο της Βαρκελώνης και το σοκαριστικό 6-5 των Ρώσων στους Ολυμπιακούς της Αθήνας. Οι έφηβοι του 1995, η γενιά της Δουνκέρκης και η πιο ταλαντούχα μάζωξη Ελλήνων αθλητών που έγινε ποτέ στα ημέτερα σπορ, ήταν έτοιμοι να την βγάλουν λιτοδίαιτα.

Η μπάλα φτάνει στο ‘3’, δηλαδή στη θέση στον άξονα, που βρίσκεται ο 21χρονος Χρήστος Αφρουδάκης. Την έχει δώσει στον Πέτρε Σάντα, η Εθνική έχει κερδίσει την αποβολή στα 3 μέτρα.Την υποδέχεται και…

Το καλοκαίρι του 2004, πριν από τους Ολυμπιακούς της Αθήνας, ένας πρώην διαιτητής καλεί στο τηλέφωνο τον μικρό Αφρουδάκη. Παρ’ ότι ξέρει ιταλικά, του μιλάει στα ελληνικά. Του λέει ότι η Ποζίλιπο Νάπολι ενδιαφέρεται να τον αποκτήσει. Ο Χρήστος δεν ξέρει αν πρέπει να τον πιστέψει και αναρωτιέται πού τον βρήκαν. Λίγες μέρες μετά, χτυπάει ξανά το τηλέφωνό του. Είναι από την Ποζίλιπo. Tου αναφέρουν ότι ο Ρώσος Αλιεκσάντρ Γερίσαφ, πρώτος σκόρερ στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα της Βουδαπέστης το 2001, τους άφησε ξαφνικά και αναπάντεχα για να επιστρέψει στην Ανατολία. Τον θέλουν για να τον αντικαταστήσει. Ο Χρήστος είναι 20 χρόνων, τα έκλεισε στις 23 Μαΐου εκείνου του έτους. “Και με θέλει μία ομάδα που είναι πρωταθλήτρια Ιταλίας“, θυμάται. Η Βουλιαγμένη προσπαθεί να υψώσει ανάχωμα. Ένα χρόνο πριν έχει κάνει το ίδιο στο μεγάλο αδελφό του, Γιώργο, ο οποίος θέλει να πάει στην Πεσκάρα. Πριν την πάει στη δικαστική διαμάχη, ο θρυλικός φουνταριστός αποφασίζει να υποχωρήσει. Ο Χρήστος, όμως, είναι από άλλο ανέκδοτο.

Η Βουλιαγμένη χάνει παίκτες. Έχουν φύγει ο Δημήτρης Μάζης, ο Τόλης Κουτσογιάννης, ενώ νωρίς το καλοκαίρι του 2004 χάνει τελικά τον Γιώργο, ο οποίος διαλέγει τον Πανιώνιο. Ο Χρήστος θα γινόταν ο ηγέτης της, όμως η Ποζίλιπο είναι η πρωταθλήτρια Ιταλίας. Κορυφή για έναν πολίστα, ειδικά από την Ελλάδα, που η σκέψη της φυγής στο εξωτερικό ήταν διπλή και τρίδιπλη, να πάει εκεί. “Μίλησα με τη Βουλιαγμένη και τους εξήγησα ότι ήταν ένα όνειρο ζωής“, λέει. Ο μάνατζερ της Ποζίλιπο φτάνει στην Αθήνα. Από εκεί και έπειτα το ζήτημα μετατίθεται μεταξύ των δύο ομάδων “και της LEN, η οποία και θα έπαιρνε την τελική απόφαση“.

Ο Χρήστος έχει μπροστά του τους Ολυμπιακούς. Στα 20 είναι νεαρός, σε τέτοιο βαθμό που ο Σάντρο Καμπάνια δεν θέλει να τον αφήσει αρχικά να μπει στο Ολυμπιακό Στάδιο στην τελετή έναρξης. Βεβαίως, το σκέφτεται ορθότερα προϊόντος του χρόνου, αλλά πάντως το πιάνετε το νόημα. Στις 14 Αυγούστου 2004 ο Χρήστος Αφρουδάκης και οι υπόλοιποι παίκτες της Εθνικής ονειρεύονται ένα ολυμπιακό μετάλλιο και ο βενιαμίν της ομάδας νοερά ετοιμάζει βαλίτσες για τον ιταλικό νότο.

Μεγάλε, μη βιάζεσαι. “Θα σε πάω λίγο νωρίτερα. Σε όλο το παιχνίδι η πλάστιγγα έγειρε σε εμάς. Ήμασταν συνεχώς μπροστά ένα γκολ, έως ότου παίζουμε μία άμυνα στο λιγότερο, βγάζουμε την άμυνα, κάνει ο Γιώργος μπλοκ, αλλά ο διαιτητής σφυρίζει πέναλτι. Τότε επιτρεπόταν να κάνεις μπλοκ με τα δύο χέρια, αλλά σφυράνε πέναλτι γιατί το θεωρούν απόκρουση, όπως του τερματοφύλακα. Στο ριπλέι φαίνεται ξεκάθαρα ότι κάνει μπλοκ με το ένα χέρι“, θυμάται ο Χρήστος. Πράγματι, μετά το γκολ του υπέροχου Θοδωρή Χατζηθεοδώρου, το οποίο ξεγελά τον Γιόζιπ Πάβιτς και φέρνει το παιχνίδι υπέρ της Εθνικής στο 8-7, ο μεγάλος Αφρουδάκης, που στέκεται δίπλα στον Νικόλα Δεληγιάννη φαίνεται ξεκάθαρα ότι βγάζει το σουτ από τη θέση ‘1’, του δεξιού εξτρέμ δηλαδή, με τον αριστερό αγκώνα του. Το πέναλτι είναι μία λανθασμένη απόφαση, η οποία φέρνει το παιχνίδι στα ίσια, με 2’25’ για τη λήξη της κανονικής διάρκειας του παιχνιδιού.

Ο Χρήστος Αφρουδάκης με το σκουφάκι της Εθνικής ομάδας

Η Εθνική προσπαθεί να διατηρήσει το θετικισμό της απέναντι στην κατάσταση που αντιμετωπίζει. Οι ερινύες από τους δύο προηγούμενους χαμένους μικρούς τελικούς έχουν ξεμυτίσει, αλλά δεν την έχουν καταλάβει. Ο Πάβιτς βγάζει έναν παίκτη λιγότερο, η Κροατία του Ράτκο Ρούντιτς, που αντιμετωπίζει τον Σάντρο Καμπάνια με τον οποίο έχουν φάει ψωμί και αλάτι τα χρόνια των ‘σετεμπέλο’, οι οποίο βίωσαν τη ‘χρυσή’ εποχή τους από το 1992 έως το 1995, άνευ Γιουγκοσλαβίας και λοιπόν δημοκρατικών δυνάμεων, αστοχεί στη δική της επίθεση και στην αμέσως επόμενη, της Ελλάδας, γίνεται η πραγματική στραβή: ο Γιώργος Ντόσκας προσπαθεί να στρώσει την μπάλα στον Πέτρε Σάντα, ο οποίος έχει στο νου του πώς θα πάρει το φάουλ για να κάνει το επτάμετρο. Ο Ντόγκας, που μαρκάρει τον Χρήστο, δίνει τη βοήθεια, η ασυνεννοησία φέρνει ένα εύκολο κλέψιμο και ο Κροάτης δεν αστοχεί στο τετ α τετ με τον Δεληγιάννη. Φιλάει τις γροθιές του. Με 34” για τη λήξη η ‘Χρβάτσκα’ προηγείται 9-8. Το χάλκινο μετάλλιο, το πρώτο εθνικής ομάδας της Ελλάδας σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, φαίνεται ότι θα γίνει σβώλος στους ανεμόμυλους της Μάντσα.

Αντικειμενικά και εκ των πραγμάτων, η μεγαλύτερη ευκαιρία της Εθνικής να παίξει σε τελικό μεγάλης διοργάνωσης ήταν το… 2015“. Στα 36 χρόνια του, πια, ο Χρήστος Αφρουδάκης, ένας πολίστας που έχει το χάρισμα με την ικανότητά του να κάνει το θεατή να αντιλαμβάνεται ότι το πόλο γίνεται να είναι θεαματικό, ακόμα κι αν δεν έχει ιδέα από το σπορ, μπορεί να απολαμβάνει τη δική του κορυφή, ως ο μοναδικός Έλληνας αθλητής ομαδικού σπορ που έχει δύο μετάλλια σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα.

Αν το κοιτάξεις ψυχρά, έχει δίκιο. Στις 6 Αυγούστου 2015, στο Παγκόσμιο του Καζάν, η Ελλάδα έπαιξε ημιτελικό με την Κροατία. Σε σχέση με μία δεκαετία πριν, το πόλο είχε αλλάξει άρδην (και το μόνο που παρέμενε και παραμένει αναγκαστικά ίδιο ήταν ότι δεν γίνεται κατανοητό στο θεατή). Τα επτάλεπτα μετατράπηκαν σε οκτάλεπτα, η απόσταση του επτάμετρου, πίσω από την οποία σούταρε ο περιφερειακός, είχε πάει στα πέντε μέτρα, τα τρία μέτρα από το τέρμα, που κινείτο ο φουνταριστός, είχαν γίνει 2. Η παράταση είχε καταργηθεί. Οπότε, μετά το 10-10 της κανονικής διάρκειας του ματς, οι δύο ομάδες πήγαν στα πέναλτι. Έχασε το δικό του ο Γιάννης Φουντούλης και αυτό χώρισε τη ‘γαλανόλευκη’ του Θοδωρή Βλάχου από την πρόκριση στον τελικό. Η Εθνική έπαιξε 3 τέτοιες διαδικασίες στη σειρά. Ο Φουντούλης είχε ισοφαρίσει στον προημιτελικό με την Αυστραλία, με 4” για τη λήξη, ενώ ο Άγγελος Βλαχόπουλος είχε βάλει το νικητήριο πέναλτι στο μικρό τελικό με την Ιταλία, στις 8 Αυγούστου, για να δώσει το χάλκινο και την πρόκριση στους Ολυμπιακούς του Ρίο, ένα χρόνο αργότερα.

Ο Χρήστος Αφρουδάκης στον χαμένο μικρό τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων με αντίπαλο τη Ρωσία

Την τριετία 2003-05, η Εθνική έζησε τη δόξα, αλλά και πικρές στιγμές. Κυρίως την ήττα στο μικρό τελικό των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 από τη Ρωσία. “Αυτό είναι κάτι άλλο που στερήθηκε εκείνη η ομάδα“, υπερθεματίζει στην αξία της διοργάνωσης ο Χρήστος. Η ατυχία με το σοβαρό τραυματισμό του Αντώνη Βλοντάκη τής στοίχισε. “Θεωρώ ότι αν ήμαστε πλήρεις θα καταφέρναμε να το πάρουμε“, συνεχίζει: “Όχι πως το μετάλλιο σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα είναι μικρή υπόθεση. Θεωρώ ότι εκείνη η ομάδα ήταν πιο έτοιμη από τις προηγούμενες, είχαμε όμως να κοντράρουμε μεγαθήρια. Δόξα τω Θεώ, κατάφερε να καλύψει της τότε γενιάς τους στόχους, τα απωθημένα και τις επιθυμίες“.

Στους Ολυμπιακούς η Εθνική έχασε από τους Σέρβους στον ημιτελικό, 7-3. Οι ημιτελικοί των Παγκόσμιων με την Ουγγαρία ήταν διαφορετική υπόθεση. Στη Βαρκελώνη, το 2003, η Εθνική, που έκανε επικές προκρίσεις με τους Ρώσους και τους Αμερικανούς, έφτασε το ματς με τους Ούγγρους στην παράταση, πριν το χάσει 9-8. Στο Μόντρεαλ ήταν άλλη περίπτωση και πιο πικρή ιστορία. Η Ελλάδα προδίδεται από την ουγγρική κόντρα. Ο Πέταρ Μπίρος βάζει 5 γκολ στο ανοιχτό γήπεδο και η Εθνική ηττάται 6-5, έχοντας φάει μόνο ένα γκολ σε σετ άμυνα και παίκτη λιγότερο. Μοιάζει με αυτοχειρία.

Mε μισό λεπτό να απομένει για τη λήξη του μικρού τελικού, το γκολ του Ντόγκας μεγεθύνει τον εφιάλτη. “Γενικότερα το γκολ στην κόντρα θεωρείται ένα εύκολο γκολ και προσδίδει ψυχολογία. Σίγουρα εκείνη τη στιγμή ήμαστε πολύ απογοητευμένοι“, λέει ο Χρήστος.

Δεν είναι και δύσκολο να φανταστεί κάποιος το γιατί. Οι χαμένοι ημιτελικοί, τα χρόνια αναμονής που φαίνεται ότι πηγαίνουν στράφι, όλη η προσπάθεια δίπλα στην οποία έχει αρχίζει να σχηματίζεται ένα τεράστιο ερωτηματικό, κατράμι. Αναζητάται ένα θαύμα. Αλλά πού να το βρεις; “Να ξέρεις ότι σε όλο το μικρό τελικό δεν έχω βγει ούτε δευτερόλεπτο, έχω τον ίδιο χρόνο συμμετοχής με τον Δεληγιάννη, δεν έχω βγει δευτερόλεπτο“, θυμάται.

Όταν ο Βλοντάκης κερδίζει την αποβολή εκτός φάσης, με την μπάλα στη δεξιά πλευρά της επίθεσης της Εθνικής, οι Κροάτες μαζεύονται για να παίξουν την τελευταία άμυνα στο λιγότερο. Το μυαλό του μικρού Αφρουδάκη αναζητά μια λύση. Στροφάρει: “Παίρνουμε την αποβολή και η αλήθεια είναι ότι η σκέψη που κάνω είναι η εξής: έχουμε φτάσει ως εδώ για τρίτη φορά, η πλάστιγγα είχε γείρει σε εμάς, έχει γυρίσει ένα παιχνίδι, δεν έχω να χάσω κάτι, πρέπει να κάνω κάτι για να αιφνιδιάσω“.

Ο Χρήστος Αφρουδάκης και ο Δημήτρης Μάζης ακούει με προσοχή τον Σάντρο Καμπάνια

Αυτό κάνει. Με τους Κροάτες, τη στιγμή που η μπάλα ταξιδεύει από το χέρι του Σάντα στο δικό του, να έχουν μόλις πάρει την τελική θέση άμυνας, ο Χρήστος ξέρει ότι αυτό που περιμένουν είναι μία οργανωμένη επίθεση. Υποψιάζεται όμως ότι αν στείλει την μπάλα στα αριστερά θα είναι καμένο χαρτί. Για εκείνον, που με τους Κάρλο Σίλιπο, Φρανσίσκο Ποστιλιόνε, Μπόρις Ζλόκοβιτς, Μαουρίτσιο Φελούγκο και Μάριο Μπενζιβένγκα είχε στεφθεί πρωταθλητής Ευρώπης στις 21 Μαΐου 2005, με το 9-8 της Ποζίλιπο επί της Χόνβεντ μέσα στη Νάπολη, δεν υπάρχει επιλογή, παρά μόνο μία λύση, που πρέπει να είναι δυναμική.

Με το που πιάνει την μπάλα, την αφήνει να φύγει. Ένα κοφτό σουτ που ο Πάβιτς δεν περιμένει. “Δεν έχουμε αλλάξει πάσες. Ήταν μία μαλακή πάσα, μου κάθισε καλά στο χέρι, έκανα ένα κοφτό σουτ, διαγώνιο, χωρίς να το καταλάβει η άμυνα“, λέει. Για έναν παίκτη σεσημασμένο για την ομαδικότητά του (“οι προπονητές ήθελαν να είμαι πιο εκτελεστικός“), αυτή η κίνηση ήταν έκπληξη: “Είθισται να προσπαθείς να πας στην καλύτερη δυνατή λύση. Εκείνη τη στιγμή, το σουτ είχε το κομμάτι της απελπισίας, της απογοήτευσης“.

Μίας απογοήτευσης η οποία είχε κατακλύσει την ομάδα. Μόλις η μπάλα μπαίνει στα δίχτυα για το 9-9, με 9 δεύτερα για τη λήξη, μόνο ο πάγκος πανηγυρίζει. “Θα το δεις στις αντιδράσεις των άλλων παικτών μέσα στο νερό, δεν πανηγυρίζει κανείς. Νομίζουμε ότι έχουμε μειώσει στο γκολ και χρειαζόμαστε άλλο ένα τα τελευταία 9 δευτερόλεπτα. Δεν έχουμε συνειδητοποιήσει πως έχουμε ισοφαρίσει το ματς και πάμε στην παράταση“. Έπαιζαν παρελθοντικές στιγμές και τέταρτες θέσεις στο μυαλό τους. Έπαιζαν τη νέα έκδοση του ‘τι θα γινόταν αν…’.

Αλλά ο Χρήστος μετέτρεψε αυτήν την υπόθεση σε πραγματικότητα. Έτσι πήγε το ματς στην παράταση. Όσο σπουδαίο και να ήταν το γκολ του Γιώργου, το παιχνίδι βρισκόταν στην ισοπαλία και μπροστά βρισκόταν η διαδικασία των πέναλτι. Του Χρήστου ήταν, αν το χάσεις χάνεσαι. Με 15 χρόνια να έχουν περάσει, η γενιά της Δουνκέρκης μπορεί να χαίρεται το μετάλλιό της, ο ίδιος μπορεί να απολαμβάνει ότι ήταν… νιος και γέρασε στην Εθνική, περνώντας όλα τα ηλικιακά διαστήματα, από το χαρισματικό παιδί στο μέντορα και αυτή η επέτειος να θυμίσει ότι κάποτε υπήρχε μια πραγματικά σπουδαία ομάδα και ότι όλα είναι σχετικά: σύμφωνοι, δεν πήρε όσα της αντιστοιχούσαν, αλλά μόνο ένας κακός καρπός και ένας δισταγμός την χώριζαν από το να μη φορέσουν αυτοί οι παίκτες αυτό το μετάλλιο (και όσο κι αν δεν είναι βέβαιο, οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο) στο λαιμό τους.

Πηγή: Contra

Pin It on Pinterest

Shares
Share This