Επιλογή Σελίδας

Του Ιωάννη Πέππα

Ο Αργεντίνος κεντρικός επιθετικός Μάριο Κέμπες (Mario Alberto Kempes Chiodi) γεννήθηκε στις 15 Ιουλίου του 1954 στην Μπελ Βιλ, μια μικρή πόλη στην επαρχία της Κόρδοβα, στην κεντρική Αργεντινή. Ο πατέρας του, Μάριο, που ήταν κι αυτός ένας επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, τον ενέπνευσε για να παίξει ποδόσφαιρο από πολύ μικρή ηλικία. Μόλις στα επτά του χρόνια, άρχισε να παίζει σε μια ομάδα νέων και στα 14 του γράφτηκε στα τμήματα υποδομής της Ταγιέρες της Κόρδοβα. Ένας παραγωγικότατος σκόρερ, σε συλλογικό επίπεδο είναι πιο γνωστός για την αγωνιστική του παρουσία για τη Βαλένθια, τερματίζοντας Πρώτος Σκόρερ στην ισπανική La Liga 2 φορές, σκοράροντας 116 γκολ σε 184 παιχνίδια πρωταθλήματος για τον σύλλογο. Σε διεθνές επίπεδο, ήταν ο κομβικός παίκτης της Αργεντινής στο νικηφόρο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978, όπου σκόραρε δύο φορές στο τελικό  και κέρδισε το Χρυσό Παπούτσι ως Κορυφαίος Σκόρερ του τουρνουά. Κέρδισε επίσης την Χρυσή Μπάλα για τον Καλύτερο Παίκτη του τουρνουά, καθιστώντας τον έναν από τα μόλις 3 ποδοσφαιριστές που έχουν κερδίσει και τα τρία τρόπαια σε μια μόνο διοργάνωση Παγκοσμίου Κυπέλλου, μαζί με τον Γκαρίντσα (Garrincha) το 1962 και τον Πάολο Ρόσι (Paolo Rossi) το 1982. Αναδείχθηκε  Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς στη Νότια Αμερική το 1978 και το 2004, ονομάστηκε από τον Πελέ (Edson Arantes do Nascimento, “Pelé”) στον κατάλογο «FIFA 100” με τους 125 Μεγαλύτερους Εν Ζωή Ποδοσφαιριστές του Κόσμου, στο πλαίσιο των εορτασμών της εκατονταετηρίδας της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας. 

Ξεκίνησε επαγγελματικά το ποδόσφαιρο, το 1973. Ο «Marito», πολύ σύντομα έδειξε ότι ήθελε να ακολουθήσει τα χνάρια του πατέρα του, επίσης Μάριο Αλμπέρτο, που ήταν και αυτός ποδοσφαιριστής στα νιάτα του και είχε ξεκινήσει από τις ακαδημίες της Νιούελς Ολντ Μπόις. Έτσι λοιπόν, ο μικρός Κέμπες άρχισε τη δική του καριέρα από τα τμήματα υποδομής της Ταγιέρες ντε Κόρδοβα, όπου είχε συμπαίκτη του τον Οσβάλντο Αρντίλες (Osvaldo César Ardiles). Σε ηλικία 17 ετών παρουσιάστηκε μαζί με άλλους υποψήφιους στο γήπεδο της Ινστιτούτο Ατλέτικο για να δοκιμαστεί. Ο διάλογος ανάμεσα στον Κέμπες και τον προπονητή της Ινστιτούτο, Αρμάντο Ροντρίγκες (Armando Rodriguez), είναι αυθεντικός:

«Ονομάζεσαι;»

«Κάρλος Αγκιλέρα, από την Μπελ Βιλ».

«Γνωρίζεις κάποιον Κέμπες που μένει εκεί και λένε ότι είναι φαινόμενο; Ζητάνε ένα καράβι λεφτά για να μου τον φορτώσουν».

«Όχι κύριε, δεν τον γνωρίζω».

Ο Μάριο προτίμησε να πει ψέματα, έχοντας ενημερωθεί από πριν ότι ο προπονητής της Ινστιτούτο δεν πολυπίστευε όσα του είχαν πει για τον πιτσιρικά που διέπρεπε στην Ταγιέρες. Λίγη ώρα αργότερα πετύχαινε 2 γκολ στο πρώτο τέταρτο του ματς και άλλα τρία στα επόμενα δυο παιχνίδια δοκιμής και ο Ροντρίγκες ζήτησε την απόκτησή του!

Υπέγραψε τον Μάρτιο του 1972 στην Ινστιτούτο, με τον πατέρα του να βάζει τον εξής όρο: ο μικρός θα έμενε σπίτι του στην Μπελ Βιλ και θα πήγαινε στην Κόρδοβα μόνο τις ημέρες των αγώνων. Ο Μάριο στην πρώτη του σεζόν στο τοπικό πρωτάθλημα της Κόρδοβα έσπασε τα κοντέρ! Σκόραρε απέναντι σε όλους τους αντίπαλους, φτάνοντας τα 78 τέρματα σε 81 ματς! Η Ινστιτούτο κέρδισε, μετά από 6 χρόνια, την Liga Cordobesa και απέκτησε το δικαίωμα να αγωνιστεί στο εθνικό πρωτάθλημα του 1973. Έκανε την παρθενική του εμφάνιση στην Α’ Εθνική της Αργεντινής τον Οκτώβριο του 1973 απέναντι στην Νιούελς Ολντ Μπόις και 4 μέρες αργότερα πέτυχε το πρώτο του γκολ εναντίον της Ρίβερ Πλέιτ. Ολοκλήρωσε τη σεζόν στην 3η θέση των σκόρερ. Στο τέλος του 1973 κλήθηκε για πρώτη φορά και στην Εθνική. Η Ινστιτούτο τον πούλησε τελικά το 1974 στην Ροζάριο Σεντράλ αντί 160.000 δολαρίων, στην πιο ακριβή τότε μεταγραφή στην ιστορία της Αργεντινής, ενώ ο Μάριο, μόλις στα 19 του, έγινε ο πιο ακριβοπληρωμένος παίκτης στη χώρα του! Στα δυο χρόνια που αγωνίστηκε στην Ροσάριο, φρόντισε να κάνει απόσβεση των χρημάτων που πληρώθηκαν γι’ αυτόν, σημειώνοντας 85 γκολ σε 107 συμμετοχές. Το καλοκαίρι του 1976 η Βαλένθια πλήρωσε 600.000 δολάρια για να τον αποκτήσει, σπάζοντας για μια ακόμα φορά το ρεκόρ μεταγραφής Αργεντίνου παίκτη. Πριν τον παραχωρήσει, η Ροσάριο, έθεσε το θέμα σε ψηφοφορία ανάμεσα στα μόνιμα μέλη του συλλόγου. Ψήφισαν 1199 και από αυτούς οι 967 του επέτρεψαν να φύγει και να κάνει το μεγάλο βήμα στην καριέρα του!

Ο Κέμπες έφτασε στη Βαλένθια χάρις στα χαρτάκια με τα στατιστικά που έκοβε κάθε εβδομάδα από τα αθλητικά περιοδικά ο τεχνικός διευθυντής του συλλόγου, Μπερναρντίνο Πέρεθ (Bernardino Pérez Elizarán, “Pasieguito”). Ο Πέρεθ είχε εντυπωσιαστεί από τη συχνότητα με την οποία πετύχαινε γκολ ο Κέμπες στην Ροσάριο Σεντράλ. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε η ευκολία να ενημερωθείς και πολύ περισσότερο να δεις έναν ποδοσφαιριστή που αγωνιζόταν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, έτσι λοιπόν, ο Πέρεθ αποφάσισε να ταξιδέψει στην Αργεντινή για να παρακολουθήσει από κοντά επί 2 εβδομάδες τον Μάριο, ο οποίος ήδη ήταν γνωστός με το προσωνύμιο «Matador», δηλαδή «Ο Δολοφόνος» (προέρχεται από τον ταυρομαχικό όρο matador, που αναφέρεται σε εκείνον που έχει κερδίσει το δικαίωμα να σκοτώσει τον ταύρο, τον επικεφαλής ταυρομάχο). Του το είχε «κολλήσει» ο δημοσιογράφος του ραδιοφώνου, ο Χοσέ Μαρία Μουνιόθ (José María Muñoz), σε μια περιγραφή ενός γκολ του Κέμπες σε αγώνα της Ροσάριο με την Μπόκα Τζούνιορς. Είναι περιττό να προσθέσουμε ότι βλέποντας από κοντά τον Μάριο, ο Πέρεθ δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά και αμέσως ξεκίνησε τις επαφές με τη διοίκηση της «Canalla». Ο Κέμπες ήταν τότε – και συνεχίζει να είναι μέχρι και σήμερα – ο μεγαλύτερος παίκτης που είχε παίξει στη Βαλένθια! Η παρουσία του στο «Μεστάγια» σήμαινε όχι μόνο ένα ποιοτικό άλμα για την λεβαντίνικη ομάδα, αλλά και μια πραγματική «διεθνοποίηση».

Ήταν καλοκαίρι του 1976 και ο νεοαποκτηθείς Κέμπες θα παρουσιαζόταν για πρώτη φορά στον κόσμο της Βαλένθια, στο Trofeo Naranja, ένα καλοκαιρινό τουρνουά που διοργανώνουν οι «Τσε» κάθε χρόνο από το 1970 και μετά. Οι γηπεδούχοι αντιμετώπιζαν την ΤΣ.Σ.ΚΑ Σόφιας και η απόδοση του Μάριο ήταν μέτρια, αφού ο Αργεντίνος ήταν σαφώς επηρεασμένος από το μεγάλο ταξίδι και την αλλαγή κλίματος. Από τον βαρύ χειμώνα του Ροζάριο στον καύσωνα της Μεσογείου, συν το περιστατικό στη διάρκεια των ιατρικών εξετάσεων. Εκεί όπου σε μια ακτινογραφία φάνηκαν στο στομάχι του μαύροι λεκέδες, οι οποίοι τελικά αποδείχτηκε πως ήταν σφαιρίδια από σκάγια που είχαν μείνει μέσα σε ένα ορτύκι, το οποίο έφαγε ο Κέμπες σε ένα εστιατόριο της Μοτίγια ντε Παλανκάρ, μιας πόλης στην Καστίγια λα Μάντσα, όπου είχαν σταματήσει οι άνθρωποι του συλλόγου που είχαν πάει να υποδεχτούν τον Αργεντίνο στη Μαδρίτη, στην επιστροφή τους προς τη Βαλένθια!!! Στρεσαρισμένος από όλα αυτά, ήταν μάλλον φυσιολογικό να χάσει σε εκείνο το ματς 5 μεγάλες ευκαιρίες για γκολ και να στείλει άουτ ένα πέναλτι!

Η κερκίδα του «Μεστάγια» τον αποδοκίμασε με σφυρίγματα και ο κόσμος τον αποκαλούσε «burro» (γαϊδούρι) σε όλη τη διάρκεια του ματς! Ο πρόεδρος Ράμος Κόστα (José Ramos Costa) κοιτούσε απελπισμένος την σούπερ μεταγραφή του και έψαχνε στο πάλκο τον τεχνικό του διευθυντή, Μπερναρντίνο Πέρεθ, σα να ήθελε να τον ρωτήσει «τι μου κουβάλησες εδώ;». Ο Πέρεθ δεν είπε τίποτα τότε. Σήμερα θα μπορούσε να απαντήσει ότι έφερε τον μεγαλύτερο ποδοσφαιριστή στην ιστορία της Βαλένθια. Αυτόν που ο κόσμος, λίγες εβδομάδες μετά το φιάσκο της πρεμιέρας στο «Μεστάγια», θα τον έκανε το μεγαλύτερο είδωλό του, τραγουδώντας το θρυλικό σύνθημα «no diga Kempes, diga  gol!» (μη λες Κέμπες, λέγε γκολ)

Η Βαλένθια ήταν ήδη από δεκαετίες πριν, ένας σύλλογος ιστορικός με τρόπαια και τίτλους, όμως παρά το γεγονός ότι φιλοξενούσε στο μουσείο της δυο Κύπελλα Εκθέσεων, ήταν με την παρουσία του «Ματαδόρ» που άνοιξε πραγματικά τα σύνορά της και έγινε παγκοσμίως γνωστή, αφού σε τελική ανάλυση είχε στις τάξεις της τον κορυφαίο εκείνη την εποχή ποδοσφαιριστή του κόσμου. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι με τον Κέμπες κατέκτησε τον σημαντικότερο τίτλο της ιστορίας της, το Κύπελλο Κυπελλούχων το 1980. Ένας τελικός, στον οποίο ο «φονιάς» απέδειξε πόσο πολύ αγαπούσε την ομάδα, πράγμα που πλήρωσε ακριβά στη συνέχεια. Και το λέμε αυτό, γιατί από εκείνο το παιχνίδι ξεκίνησε η μεγάλη περιπέτεια των τραυματισμών για τον Αργεντίνο. Πριν τον τελικό με την Άρσεναλ στο «Χέιζελ» των Βρυξελλών, ο Κέμπες δεν ήταν σε κατάσταση να αγωνιστεί. Το γόνατό του ήταν πρησμένο και η συμμετοχή του ήταν αμφίβολη μέχρι την τελευταία στιγμή. Τελικά έπαιξε, αλλά δεν «ακούμπησε» μπάλα στα 90 λεπτά του αγώνα, ούτε στην παράταση, χάνοντας μάλιστα το δικό του – πρώτο – πέναλτι στη διαδικασία της «ρώσικης ρουλέτας»!

Τι είχε συμβεί; Πριν το ματς, ο προπονητής της Βαλένθια, ο εμβληματικός Αλφρέδο Ντι Στέφανο (Alfredo Stéfano Di Stéfano Laulhé), του ζήτησε να αγωνιστεί! Του εξήγησε ότι η παρουσία του στο γήπεδο, θα έκανε τους αμυντικούς της Άρσεναλ να έχουν συνεχώς το μυαλό τους σε εκείνον, αφήνοντας παράλληλα ελεύθερους χώρους στους υπόλοιπους παίκτες των «νυχτερίδων». Και ο Κέμπες, ολόκληρος Πρωταθλητής Κόσμου, δεν είπε όχι στον συμπατριώτη του τεχνικό. Στην πραγματικότητα, ο Μάριο είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα του πόσο απαιτητικό είναι το κοινό του «Μεστάγια». Αλλά και συγχρόνως, πόσο λατρεύει εκείνους τους παίκτες που τα δίνουν όλα για την Βαλένθια.


Σε 19 χρόνια επαγγελματικής καριέρας, πέρασε από 3 συλλόγους στην Αργεντινή, την Ινστιτούτο, τη Ροζάριο Σεντράλ και τη Ρίβερ Πλειτ, 2 στην Ισπανία, τη Βαλένθια και τη Χέρκουλες, βοηθώντας την μάλιστα τα μέγιστα ώστε να παραμείνει στην Πριμέρα Ντιβιζιόν, 3 στην Αυστρία, τη Φιρστ Βιένα, τη Σεντ Πόλτεν και την Κρέμσερ, μια στη Χιλή, την Φερνάντεζ Βιάλ, ομάδα 2ης  κατηγορίας και την Πελίτα Γιάγια στην Ινδονησία (!!!) με την οποία κρέμασε οριστικά τα παπούτσια του. Σε 591 επίσημα παιχνίδια σημείωσε 327 γκολ. Σε αυτά πρέπει να προσθέσουμε και τα 20 που πέτυχε στις 43 συμμετοχές του με την Εθνική Αργεντινής, με την οποία πήρε μέρος σε 3 Μουντιάλ, αυτά του 1974, του 1978 και του 1982. Τα 6 από αυτά, τα πέτυχε στο Μουντιάλ του 1978, όπου εκτός από Παγκόσμιος Πρωταθλητής, ανακηρύχθηκε πρώτος σκόρερ και καλύτερος παίκτης του τουρνουά. Είναι σίγουρο ότι θα είχε πάρει και τη Χρυσή Μπάλα εκείνης της χρονιάς, αλλά τότε το «France Football» βράβευε μόνο παίκτες που είχαν γεννηθεί στην Ευρώπη. Σε συλλογικό επίπεδο τώρα, ο Κέμπες κατέκτησε 3 τίτλους με τη Βαλένθια, το ισπανικό Κύπελλο της περιόδου 1978/79, το Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης του 1979/80 και το ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ της ίδιας χρονιάς. Ανακηρύχθηκε δυο συνεχόμενες σεζόν πρώτος σκόρερ στην Πριμέρα Ντιβισιόν και κέρδισε ένα Πρωτάθλημα στην Αργεντινή, με την Ρίβερ και προπονητή τον Αλφρέδο Ντι Στέφανο.

Ο Μάριο Κέμπες υπήρξε ένας ψηλός, μυώδης επιθετικός, με τάση να παίρνει κιλά, γι’ αυτό και σε όλη του την καριέρα πρόσεχε πάντοτε τη διατροφή του. Σήμα κατατεθέν του ήταν φυσικά τα μακριά μαλλιά του, ενώ ήταν τρομερά δυνατός και ασταμάτητος στις επελάσεις του! Σε μια από αυτές σημείωσε το ένα από τα δυο του γκολ στον τελικό του Μουντιάλ της Αργεντινής απέναντι στην Ολλανδία, ξεπερνώντας τους αμυντικούς για να σουτάρει στον Γιαν Γιόνγκμπλουντ (Jan Jongbloed) και στη συνέχεια, αποφεύγοντας τους Βιμ Σουρμπίρ (Wim Suurbier) και Γιαν Πούρτβλιτ (Jan Poortvliet), για να σπρώξει τη μπάλα στα δίχτυα με τις τάπες.

Με μια άλλη επέλαση σημείωσε το δεύτερο γκολ στον τελικό του ισπανικού Κυπέλλου το 1979 απέναντι στη Ρεάλ Μαδρίτης στο «Βιθέντε Καλντερόν», ξεπερνώντας τους Βιθέντε Ντελ Μπόσκε (Vicente del Bosque) και Ισιντόρο Σαν Χοσέ (Isidoro San José), πριν εκτελέσει τον Μαριάνο Γκαρθία Ραμόν (Mariano García Remón). Ο Κέμπες ήταν ένας παίκτης με ταλέντο και ακρίβεια. Ο Πελέ (Edson Arantes do Nascimento, “Pelé”) τον έχει περιγράψει ως εξής: «Παίζει σε όλο το γήπεδο. Διαθέτει αυτή την απίστευτη ενέργεια που τον κάνει να αμύνεται τη μια στιγμή και την επόμενη να βρίσκεται στη σωστή θέση για να σκοράρει, σπρωγμένος από αυτή την ακόρεστη όρεξή του για δίχτυα».

Και ήταν αυτή η τρομερή, φυσική του δύναμη που μπήκε στο στόχαστρο του βραζιλιάνικου Τύπου τις παραμονές του αγώνα της «σελεσάο» με την Αργεντινή, στο Μουντιάλ του 1978, με την κατηγορία ότι ο Κέμπες ίσως παίρνει αναβολικά. Την απάντηση την έδωσε όχι κάποιος Αργεντίνος, αλλά ο ίδιος ο Πελέ: «Πού θα καταλήξει το ποδόσφαιρο αν κάθε φορά που έχουμε να κάνουμε με ένα φαινόμενο της φύσης, το κατηγορούμε ότι χαπακώνεται;». Δεν ήταν όμως μόνο η δύναμη που χαρακτήριζε τον Κέμπες, αλλά και τα γούρια του μέσα και έξω από το γήπεδο. Ένα από αυτά ήταν ότι ξύριζε το μουστάκι του δυο ώρες πριν από κάθε παιχνίδι. Η ιστορία αυτή ξεκίνησε στο Μουντιάλ της Αργεντινής, πριν τον αγώνα της «αλμπισελέστε» με την Πολωνία, στη 2η φάση της διοργάνωσης. Ο «ματαδόρ» δεν είχε σκοράρει στα τρία πρώτα ματς του τουρνουά στους ομίλους και ο Σεζάρ Λουίς Μενότι (César Luis Menotti) προπονητής του στο Μουντιάλ του 1978, τον πλησίασε και του είπε: «Μάριο, ξυρίσου μήπως και αλλάξει το γούρι!».

Ο Κέμπες ξυρίστηκε και πέτυχε 2 γκολ εναντίον των Πολωνών! Άλλη «παραξενιά» ήταν η λευκή ταινία, την οποία έδενε ακριβώς κάτω από το δεξί του γόνατο. Αυτή είχε ξεκινήσει από έναν αγώνα της Βαλένθια με τη Ράγιο Βαγεκάνο στο «Μεστάγια», τη σεζόν 1977/78. Παιζόταν ο τίτλος του πρώτου σκόρερ στην Πριμέρα με τον Σαντιλιάνα (Carlos Alonso González, “Santillana”) της Ρεάλ. Σε εκείνο το ματς ο Κέμπες είχε αισθανθεί ένα «τσίμπημα» στο γόνατο και είχε δεχτεί τις πρώτες βοήθειες από τον γιατρό της ομάδας, ο οποίος του είχε τοποθετήσει πρόχειρα τη λευκή αυτοκόλλητη ταινία. Ο «εκτελεστής» επέστρεψε στον αγωνιστικό χώρο, πέτυχε 4 (!) γκολ και ξεπέρασε τον Σαντιλιάνα κερδίζοντας το «Pichichi»!

Παρότι υπήρξε μια τεράστια ποδοσφαιρική προσωπικότητα, ήταν πάντα μετριόφρων και πάντα χαμηλών τόνων σε όλη την καριέρα του, μη «βοηθώντας» έτσι και ο ίδιος στο να πρωταγωνιστήσει έξω από τα γήπεδα.  Ο Σέσαρ Λουίς Μενότι, προλογίζοντας τη βιογραφία του Κέμπες, γράφει χαρακτηριστικά: «Θυμάμαι ότι μέσα στην τρέλα των πανηγυρισμών για την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου, με πλησίασε ο Μάριο και μου είπε: “Ευχαριστώ που με καλέσατε Σέσαρ. Όλο αυτό το χρωστάω σε σας.” Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι ήταν αυτός ευγνώμων σε μένα!». Και ένας ακόμα λόγος για τον οποίο «ξεθώριασε» στην πορεία του χρόνου η προσφορά του, είναι ότι «διάδοχός» του υπήρξε ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα (Diego Armando Maradona), ο παίκτης που έλαμψε όχι μόνο στην Αργεντινή, αλλά έγινε σημείο αναφοράς στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο.

Οι δυο τους συνυπήρξαν στην «αλμπισελέστε», δεν αγωνίστηκαν παρέα στο Μουντιάλ του 1978, αφού ο Ντιέγο κόπηκε τελικά από τον Μενότι, όμως έπαιξαν μαζί στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ισπανίας το 1982. Επίσης, τη σεζόν 1981/82 βρέθηκαν αντίπαλοι σε 5 «clásicos» ανάμεσα στην Μπόκα και τη Ρίβερ. Εκεί, ο Μαραντόνα σημείωσε συνολικά 5 γκολ έναντι 3 του Κέμπες, όμως ο τελευταίος πέτυχε μια νίκη περισσότερη. Οι σχέσεις τους ήταν πάντοτε οι καλύτερες, ήταν φανερή η χημεία ανάμεσά τους. Ο Ντιέγο σεβόταν απεριόριστα τον προκάτοχό του που ήταν είδωλο σε μια χώρα, η οποία ζούσε και ανέπνεε για το ποδόσφαιρο. Διηγείται ο Κέμπες στην αυτοβιογραφία του, ότι λίγες μέρες μετά τη μεταγραφή του στη Ρίβερ Πλέιτ, ήρθε ο Μαραντόνα από το ξενοδοχείο του, τον πήρε μαζί με την οικογένειά του και τους πήγε στο σπίτι του για να τους κάνει το τραπέζι!

Όταν ολοκλήρωσε την καριέρα του, έκανε μια προσπάθεια να ασχοληθεί με την προπονητική, χωρίς όμως να τα καταφέρει. Οι επιλογές του ήταν μάλλον απίθανες, αφού εργάστηκε στην Αλβανία, την Ινδονησία, τη Βενεζουέλα και τη Βολιβία! Όταν κατάλαβε πως δεν του ταίριαζε το επάγγελμα, στράφηκε στη δημοσιογραφία και σήμερα είναι σχολιαστής και αναλυτής ποδοσφαίρου στο γνωστό μας ESPN.

PALMARES

Εφηβική καριέρα

  • Instituto Atlético Central Córdoba

Επαγγελματική καριέρα

  • 1970–1973: Instituto Atlético Central Córdoba, 13 (11)
  • 1974–1976: Club Atlético Rosario Central, 107 (85)
  • 1976–1981: Valencia Club de Fútbol, 142 (95)
  • 1981/82: Club Atlético River Plate, 29 (15)
  • 1982–1984: Valencia Club de Fútbol, 42 (21)
  • 1984–1986: Hércules de Alicante Club de Fútbol, 38 (10)
  • 1986/87: First Vienna Football Club 1894, 20 (7)
  • 1987–1990: Sportklub Niederösterreich St. Pölten, 96 (34)
  • 1990–1992: Kremser Sportclub, 39 (7)
  • 1992/93: Club Deportivo Corporación Arturo Fernandez Vial, 11 (5)
  • 1993/94: Pelita Jaya (Ινδονησία), 18 (12)

Σύνολο καριέρας: 555 (300)

Διεθνής

  • 1973–1982: Αργεντινή, 43 (20)

Προπονητική καριέρα

  • 1995–1996: Pelita Jaya
  • 1996: Klubi Sportiv Lushnja (Αλβανία)
  • 1997/98: Asociación Civil Club Deportivo Mineros de Guayana (Βενεζουέλα)
  • 1999: Club The Strongest (Βολιβία)
  • 2000: Club Social, Cultural y Deportivo Blooming (Βολιβία)
  • 2000/01: Club Independiente Petrolero (Βολιβία)

Τίτλοι

Συλλογικοί

Με τη Valencia

  • Κύπελλο Ισπανίας: 1978/79
  • Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης: 1979/80
  • Ευρωπαϊκό  Super Cup: 1980

Με τη River Plate

  • Πρωτάθλημα Αργεντινής: 1981 Nacional

Διεθνείς

Με την Αργεντινή

  • Παγκόσμιο Κύπελλο: 1978

Προσωπικές Διακρίσεις

  • Πρώτος Σκόρερ Πρωταθλήματος Αργεντινής: 2 (1974 Nacional, 1976 Metropolitano)
  • Πρώτος Σκόρερ Πρωταθλήματος Ισπανίας (Pichichi Trophy): 2 ( 1976/77, 1977/78)
  • Πρώτος Σκόρερ Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1978
  • Καλύτερος Παίκτης Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1978
  • Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1978
  • Καλύτερος Παίκτης της Χρονιάς για τη Νότια Αμερική: 1978
  • Πρώτος Σκόρερ Διοργάνωσης Κυπέλλου Κυπελλούχων: 1979/80
  • Μέλος της λίστας των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Παικτών του Κόσμου που συνέταξε το 2004 ο Πελέ για τα 100 Χρόνια της FIFA 100
  • Στη θέση # 23 ως Καλύτερος Νοτιοαμερικάνος ποδοσφαιριστής για τον 20ο Αιώνα: 2006
  • Χρυσό Παπούτσι ως Ένας Θρύλος του Ποδοσφαίρου: 2007

Πηγή: Ευλογημένο Ποδόσφαιρο

Pin It on Pinterest

Shares
Share This