Επιλογή Σελίδας

Του Γιάννη Φιλέρη

Το βράδυ της 14ης Ιουνίου 1987 η Ελλάδα παρέλυε από τους πανηγυρισμούς μιας απίστευτης αθλητικής επιτυχίας. Το χρυσό μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας έμοιαζε να έχει συνεπάρει τους πάντες σε ένα τρελό χορό, που είχαμε ξαναζήσει. Ήταν η πρώτη φορά που η χώρα ένιωθε (και ήταν) καλύτερη σε όλη την Ευρώπη. Ακόμη και σήμερα, 35 χρόνια μετά, αυτός ο θρίαμβος παραμένει ένα ορόσημο, μια αφετηρία, σίγουρα για τον ελληνικό αθλητισμό, αλλά και για την ελληνική κοινωνία ολόκληρη. Η απήχησή του ήταν τόσο μεγάλη, που για αρκετό καιρό το κατόρθωμα του ΣΕΦ γινόταν αντικείμενο αναλύσεων από τα πιο ικανά μυαλά της χώρας. Όλοι προσπαθούσαν να εξηγήσουν, κάτι που για την εποχή έμοιαζε αδιανόητο. Πώς, δηλαδή, δώδεκα Έλληνες, μπόρεσαν να συνεργαστούν άψογα, να βάλουν τους εγωισμούς στην άκρη και να φτάσουν στην κορυφή.

Η Ελλάδα έμαθε τα δώδεκα παιδιά και τον Κώστα Πολίτη απέξω κι ανακατωτά. Έμοιαζε αυτή η ομάδα με την οικογένεια του καθενός μας. Δεν υπήρχε σπίτι, γωνιά, σε όλη τη χώρα, που να μην ήθελε να τους φιλοξενήσει όλους, να τους αγκαλιάσει, να τους φιλέψει ό,τι είχε και δεν είχε. Τα δώρα που πήραν οι διεθνείς μετά τον θρίαμβο ήταν αμέτρητα. Κι αγάπη, επίσης…

Για δώδεκα μέρες η χώρα ζούσε και ανέπνεε για το μπάσκετ. Τρελάθηκε με τα μαγικά και ανεπανάληπτα κόλπα του Γκάλη, έκανε βουτιές μαζί με τον Γιαννάκη για να σώσει μια χαμένη μπάλα, σήκωνε πιο ψηλά τον Φασούλα για να κόψει και να καρφώσει πάνω τους αντιπάλους του, στενοχωρέθηκε με τον τραυματισμό του Φιλίππου, κράτησε την ανάσα της στις δυο εύστοχες βολές του γίγαντα Καμπούρη, είχε το θράσος και την ορμή των παικτών που έρχονταν από τον πάγκο. Και γέμιζε συνεχώς το ρεζερβουάρ του Χριστοδούλου. Του παίκτη που εκείνη την εποχή παρακολουθούσαν στενά οι Ατλάντα Χοκς του ΝΒΑ και μερικές μέρες μετά θα του έστελναν υπογεγραμμένο συμβόλαιο για να μετακομίσει από τη Νέα Σμύρνη στην Αμερική.

Η Εθνική του ’87, ακόμη κι αν οι επιδόσεις στο σκοράρισμα από τον τρομερό Νίκο Γκάλη απλά ‘δεν υπάρχουν’, πέτυχε γιατί η ομάδα κατάφερε να αποταμιεύσει απ’ όλους τους παίκτες της κάτι το ιδιαίτερο. Κάτι παραπάνω απ’ αυτό, που υπό κανονικές συνθήκες θα μπορούσαν να προσφέρουν. Ήταν μια ομαδική επιτυχία, με επί μέρους προσωπικά, ιστορικά, επιτεύγματα. Αυτό του Φάνη είναι ξεχωριστό όσο και ενδεικτικό για το ταλέντο, την αξία και την προοπτική που είχε αυτός ο υπερ-ταλαντούχος φόργουορντ.

Στον τελικό με την Σοβιετική Ένωση, απέναντι σε Τκατσένκο και Μαρτσουλιόνις

Ο παίκτης που έβαλε τη στατιστική στο ελληνικό μπάσκετ, γιατί έκανε δεκάδες πράγματα στα οποία αρχίσαμε να δίνουμε την ίδια σημασία με ένα εύστοχο σουτ, που μπορούσε να παίξει χωρίς πρόβλημα από το ένα ως το πέντε, να μαρκάρει κοντούς, ψηλούς, ημίψηλους, με την ίδια επιτυχία, να πάρει ριμπάουντ, να δώσει ασίστ και όταν χρειαζόταν να σκοράρει. Κατέβαζε την μπάλα με ευχέρεια, αλλά έπαιζε και μέσα στο καλάθι βάζοντας πλάτη απέναντι σε ψηλότερα και βαρύτερα κορμιά. Άντεχε τα βάρη, από μικρός. Από τότε που έβγαζε μεροκάματα, κουβαλώντας ψυγεία και καναπέδες σε συνεργείο μετακομίσεων.

Το 1987 ήταν 22 ετών, έπαιζε μπάσκετ στο υψηλότερο επίπεδο μια πενταετία. Το 1983 ο Πανιώνιος είχε παραχωρήσει στη Δάφνη μια ολόκληρη πεντάδα, τον Μάκη Δενδρινό αφιλοκερδώς για προπονητή και ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό (6 εκατομμύρια δραχμές) για να αποσπάσει το ‘ναι’ του αθηναϊκού συλλόγου και να εντάξει στο δυναμικό του, το “μεγαλύτερο ταλέντο του ελληνικού μπάσκετ”, όπως έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής. Ο Ανδρέας Βαρίκας, λίγες ώρες μετά την πραγματοποίηση της μεταγραφής, κρατούσε σφιχτά το δελτίο του ‘μπέμπη’ στα χέρια του, λέγοντας αδιάφορα σε όποιον τον ρωτούσε: “Καλός είναι, για το… εφηβικό τον πήραμε“. Ακόμη και μετά την υλοποίηση της μεταγραφής, ο οραματιστής παράγοντας του Πανιωνίου, δεν ήθελε να αφήσει τους αντιπάλους του να συνειδητοποιήσουν το μέγεθός της.

Ο Φάνης, βέβαια, βοήθησε την εφηβική ομάδα του Πανιωνίου να στεφθεί πρωταθλήτρια Ελλάδας την ίδια χρονιά, έγινε όμως και το επίκεντρο της μεγάλης ομάδας που έχτισαν στη Νέα Σμύρνη και το 1987 έφτανε μέχρι τον τελικό του πρωταθλήματος, τερματίζοντας δεύτερος πίσω από τον Άρη. Την ‘αυτοκρατορία’ όπως την είχε αποκαλέσει ο Μάκης Δενδρινός, σε ένα καυστικό παραλληλισμό, για τον οποίο οι ‘κίτρινοι’ είχαν ενοχληθεί σφόδρα πριν την υιοθετήσουν για πάντα.

Μια κουβέντα με τον Κώστα Πολίτη

Όταν ξεκίνησα την συγκέντρωση του υλικού για το βιβλίο “87, τίποτα δεν μας σταμάτησε” που βγάλαμε με την Pysical Goods και κυκλοφόρησε το 2017 στα Public, βρέθηκα για ένα απόγευμα στη Γλυφάδα και ένα πρωινό στο γραφείο του στην Καισαριανή, με τον Κώστα Πολίτη. Ο αείμνηστος ευρω-κόουτς ήταν ιδιαίτερα αναλυτικός στο πώς έχτισε, βήμα-βήμα, την ομάδα που έφτασε μέχρι την κορυφή της Ευρώπης.

Πρώτα για την συνύπαρξη ενός αξεπέραστου διδύμου στην περιφέρεια, Γκάλης-Γιαννάκης: “Δεν ήταν εύκολη η σύζευξη. Ο Γιαννάκης είχε το ταλέντο της επίθεσης. Στον Ιωνικό έβαζε 60 πόντους, είχε όμως και το κορμί να παίξει άμυνα. Ο Γκάλης δεν είχε αυτή την ικανότητα και η έφεσή του στο σκοράρισμα ήταν μεγαλύτερη. Έπρεπε, λοιπόν, να αναμορφώσουμε τον Γιαννάκη, που μόλις περνούσε το κέντρο του γηπέδου, όταν έπαιζε με τον Ιωνικό, άρχιζε να σουτάρει. Προσαρμόστηκε στο ρόλο που του ταίριαζε. Έπαιζε καλή άμυνα, έδινε ασίστ, έβαζε πόντους όταν έπρεπε. Νομίζω ότι βοήθησε πολύ και η μεταγραφή του στον Άρη. Έδεσε το δίδυμο. Ήταν σπουδαία υπόθεση, γιατί αν ο Γιαννάκης πήγαινε, ας πούμε, στον Παναθηναϊκό και ο Γκάλης έμενε στον Άρη δεν θα είχαμε αυτή τη συνεργασία σε καθημερινή βάση. Ξεκίνησε σαν πείραμα στην Εθνική, συνεχίστηκε στον Άρη.

Κι ύστερα για το ποιος παίκτης του… έδεσε το γλυκό: “Σίγουρα δεν πίστευα ότι θα φτάσουμε στο επίπεδο των ξένων. Ήμουν, όμως, αισιόδοξος γιατί ακολουθούσαν παίκτες από πίσω. Συνδετικός κρίκος ήταν ο Φάνης. Πήγαμε στο βαλκανικό πρωτάθλημα και παίξαμε με ομάδες που είχαν προκριθεί στο Ευρωμπάσκετ, τις κοντράραμε, με κορυφαίο παίκτη τον Φάνη. Είδαμε ζωντανή την ελπίδα. Το είδαν οι παίκτες, το είδαμε κι εμείς. Τα κομμάτια ήρθαν ένα-ένα. Ο Γιαννάκης έγινε ‘άσος’, ο Φασούλας επέστρεψε έχοντας την εμπειρία της Αμερικής, ο Φάνης καθιερώθηκε στο ‘4’, ο Γκάλης είχε το ρόλο του αρχισκόρερ, είχαμε μια καλή μαγιά στα χέρια μας“.

Ο Κώστας Πολίτης σε τάιμ-άουτ, με Γκάλη, Ιωάννου και Χριστοδούλου

Ο Χριστοδούλου του έλυσε τα περισσότερα προβλήματα. Έδωσε ύψος (και όγκο) στην ομάδα και σε συνδυασμό με την επιστροφή του Παναγιώτη Φασούλα, ο οποίος έλειπε το 1986 από το Παγκόσμιο της Ισπανίας (λόγω της θητείας του στο NC State, τη σεζόν 1985-86), η ομάδα έγινε πανίσχυρη. Είχε λύσει ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της, όπως το είχε αναλύσει ο Παναγιώτης Γιαννάκης: “Πάντα είχαμε ένα πολύ μεγάλο θέμα στην άμυνά μας, γιατί στο σχήμα με τους τρεις κοντούς αναγκαζόμουν να παίζω εγώ στο ‘3’. Ήταν πολύ δύσκολο να μαρκάρω παίκτες στα 2 και 2.05! Με τον Φάνη να καθιερώνεται στο ‘3’, όλα γίνονταν περισσότερο ορθολογικά“.

Στην Ισπανία και στο Μουντομπάσκετ ’86, ο Φάνης παίζει στο πρώτο του μεγάλο τουρνουά με την Εθνική Ανδρών. Μπορεί εναντίον της Βραζιλίας να βιώνει μια οδυνηρή εμπειρία, βλέποντας τον Όσκαρ Σμιντ να του βάζει το ένα καλάθι πίσω από το άλλο, γίνεται όμως ένα μετρ της άμυνας και ένα πολυεργαλείο που ολοκληρώνει το τουρνουά με 12.1π, τρίτος σκόρερ της ομάδας, πίσω από τον Γκάλη και τον Γιαννάκη.

Στο Ευρωμπάσκετ είναι ακόμη καλύτερος και ο Πολίτης, τριάντα χρόνια μετά, μου έλεγε: “Μην το ψάχνεις, Γιάννη. Κλειδί ήταν ο Φάνης. Είχε ένα πολυδιάστατο ρόλο. Έπαιζε άμυνα πάνω στον καλύτερο επιθετικό των αντιπάλων, μπορούσε να κατεβάσει την μπάλα, αν χρειαζόταν, και βέβαια είχε και καλό μακρινό σουτ. Στον ημιτελικό με την Γιουγκοσλαβία ξεκίνησε έχοντας 3/3 τρίποντα. Πιστεύω ότι είναι ο πιο προικισμένος αθλητής απ’ όλους όσοι έχουν περάσει από το ελληνικό μπάσκετ, με βάση τι μπορούσε να κάνει μέσα στο γήπεδο. Γέμιζε την στατιστική του με πόντους, ριμπάουντ, ασίστ και έκανε ανθρώπους όπως ο Στάνκοβιτς να τον θαυμάζουν απεριόριστα (σ.σ ο άλλοτε γενικός γραμματέας της FIBA είχε δηλώσει στον Γιώργο Βασιλακόπουλο ότι ο πολυτιμότερος παίκτης της Ελλάδας στο Ευρωμπάσκετ ήταν ο Φάνης). Πιστεύω ότι θα ήταν ακόμη καλύτερος αν έπαιζε σε ομάδες υψηλού πρωταθλητισμού και θα αναγκαζόταν να δουλέψει περισσότερο. Είχε τεράστια προσόντα. Πηγαίναμε στο Πέζαρο να παίξουμε σε τουρνουά και τον έβαλα πλέι-μέικερ. Ήταν καταπληκτικός. Σε ένα άλλο παιχνίδι, είχαμε αντίπαλο την Κορέα. Όλοι κοντοί. Βλέποντας την εξέλιξη του ματς, παίρνω την απόφαση και λέω, ο ‘Φάνης πεντάρι’. Τους διαλύσαμε. Αυτός ήταν ο Χριστοδούλου. Ένας μπασκετμπολίστας, με όλη τη σημασία της λέξης“.

Με πάγο στο γόνατο

Ο Φάνης δεν ήταν σίγουρο ότι θα παίξει στο Ευρωμπάσκετ. Ένιωθε ενοχλήσεις στο γόνατο του, ακολουθούσε θεραπεία, αλλά το τεχνικό τιμ τον περίμενε μέχρι το τέλος. Ο Πολίτης τού είχε αδυναμία, ήξερε τι μπορεί να του προσφέρει, τον πίεζε με τον τρόπο του. Ο Νίκος Σισμανίδης έβρισκε διάφορους τρόπους να τον κρατάει σε φόρμα. Όταν οι παίκτες ανέβαιναν στα δωμάτια, πήγαιναν στο ασανσέρ κι ο Φάνης από τις σκάλες.

Η θεραπεία που ακολούθησε ήταν προσεχτική, στη διάρκεια του τουρνουά οι πόνοι δεν τον εγκατέλειψαν ποτέ και μονίμως πάνω στο πόδι του είχε πάγο. Ο Πολίτης ήξερε πως να τον κρατάει σε εγρήγορση. Τον άφηνε να πίνει ένα καφέ, ενώ όλοι οι άλλοι έβλεπαν βίντεο, γιατί ήξερε ότι έτσι ο πολυτάλαντος νεαρός συγκεντρωνόταν καλύτερα. Αν κάπνιζε μάλιστα και ένα τσιγάρο, τόσο το καλύτερο. Η συμμετοχή του στο Ευρωμπάσκετ οριστικοποιήθηκε λίγο πριν από το τζάμπολ.

Από το δεύτερο κιόλας παιχνίδι όταν έπεσε πάνω στον Ντράζεν Πέτροβιτς (εναλλάξ με τον Παναγιώτη Γιαννάκη) φάνηκε ο ιδιαίτερος ρόλος του μέσα στην ομάδα. Το κυνηγητό στον μακαρίτη Ντράζεν απαιτούσε πολλά κιλά ιδρώτα και κανένα λάθος στην άμυνα. Ο Πέτροβιτς ήταν εριστικός μέσα στο γήπεδο, έλεγε διάφορα, προκαλούσε και δεν χρειαζόταν πολύ ‘ν’ ανάψει η βεντέτα’. Το ΣΕΦ κόχλαζε εναντίον του. Αργότερα, μετά την δεύτερη ήττα των Γιουγκοσλάβων στον ημιτελικό, ο αδερφός του Άτσα είχε ευχηθεί στην κάμερα της ΕΡΤ “καλή επιτυχία στους Ρώσους“.

Με τη Γαλλία κόντρα στον Ρισάρ Ντακουρί

Για να φτάσουμε ως εκεί είχαν μεσολαβήσει πράγματα και θαύματα. Κάθε μέρα και διαφορετική. Στο πρώτο χαμένο ματς με τους Σοβιετικούς ο Φάνης ξεσπάει σε λυγμούς, με την Γαλλία αποθεώνεται από την εξέδρα όταν σε μια φάση του ματς δείχνει να υποφέρει από σφοδρούς πόνους στο γόνατο. Εναντίον της Ιταλίας ‘καταπίνει’ τον Αντονέλο Ρίβα και στον ημιτελικό με τους Γιουγκοσλάβους, είναι απολαυστικός σε άμυνα και επίθεση. Μια μέρα νωρίτερα έχει προβλέψει ότι “εφόσον παίξουμε καλή άμυνα, θα τους ξανακερδίσουμε γιατί έχουν πάρει ψηλά τον αμανέ“.

Με την ομάδα να έχει φτάσει στο αποκορύφωμά της, να μην υπολογίζει τίποτε πλέον, ο τελικός βρίσκει τους πάντες έτοιμους να ξεπεράσουν τον εαυτό τους. Ακόμη κι όταν οι Γιαννάκης-Φασούλας, βγαίνουν με πέντε φάουλ, οι υπόλοιποι δεν λένε να σταματήσουν. Ο Γκάλης είναι διαρκώς στον αέρα, μπροστά σε δυο, τρεις ακόμη και ολόκληρη την πεντάδα των Ρώσων, ο Ανδρίτσος όπως και στον ημιτελικό σκοράρει κρίσιμα καλάθια, ο Ιωάννου κατευθύνει την ομάδα κι ο Φάνης είναι παντού. Σε μια στιγμή του ματς νιώθει ότι δεν έχει άλλες δυνάμεις, όταν όμως τον ρωτάει ο Πολίτης αν μπορεί να συνεχίσει κανονικά, δεν σκέφτεται καν να πάει στον πάγκο. Παίρνει ριμπάουντ, πασάρει στον Γκάλη, σουτάρει ο ίδιος, γλιστράει γιατί τα γούρικα παπούτσια του έχουν σχεδόν σμπαραλιαστεί από τον ιδρώτα, είναι παρών μέχρι το τέλος. Κι όταν ο Γιοβάισα αστοχεί, ακούγεται η κόρνα της λήξης, δεν ξέρει που να πάει για να πανηγυρίσει. Προσπαθεί να βγάλει την ιδρωμένη φανέλα του, χοροπηδάει και στο τέλος γίνεται ένα μαζί με τους υπόλοιπους διεθνείς, που λίγη ώρα αργότερα θα ανέβουν στο βάθρο για την απονομή.

Το τηλεγράφημα του Associated Press

Η ζωή όλων αλλάζει σε λίγες ώρες. Γίνονται ήρωες μιας χώρας. Όπου κι αν πάνε γνωρίζουν την αποθέωση σαν ροκ συγκρότημα. Δέκα μέρες μετά στα δημοσιογραφικά γραφεία φτάνουν τα τέλεξ για το ντραφτ του ΝΒΑ. Και σύμφωνα με το Associated Press οι Ατλάντα Χοκς “επέλεξαν ξένους παίκτες για τον τέταρτο και πέμπτο γύρο. Είναι ο Θεοφάνης Χριστοντάνλον με νούμερο επιλογής 90 και ο Χοσέ Αντόνιο Μοντέρο από την Ισπανία, στο 113“.

Ο Χριστοντάνλον, βέβαια, είναι ο Χριστοδούλου που παρακολουθείται στενά από τους Αμερικανούς. Οι εμφανίσεις του στο Ευρωμπάσκετ δεν περνούν απαρατήρητες και ο Ρικ Κάνελ, που έχει αναλάβει το σκάουτινγκ για λογαριασμό του Μάικ Φρατέλο (χεντ-κόουτς στους Χοκς τότε) δηλώνει: “Είναι κάτι περισσότερο από ένας ψηλός γκαρντ. Μπορεί να παίξει και σμολ-φόργουορντ. Ένας θαυμάσιος περιφερειακός παίκτης με ύψος 2.03“.

Το ρεπορτάζ της ημέρας που ο Φάνης επιλέχθηκε από τους Χοκς (εφημερίδα "Πρώτη", 24/6/1987)

Η είδηση σκάει σαν βόμβα, καθώς ουδείς υποψιάζεται, ούτε καν ο ίδιος ο Φάνης, το ενδιαφέρον των ‘γερακιών’. Η Ατλάντα είχε αρχίσει να επιλέγει Ευρωπαίους από το 1986 (Μπινέλι, Μοραντότι, Αράποβιτς) ωστόσο φαίνεται ότι η περίπτωση του ‘Έλληνα μπασκετμπολίστα την απασχολεί πολύ σοβαρά. Η αρχική πρόσκληση για συμμετοχή στο καμπ, μετατρέπεται σε συμβόλαιο που του στέλνουν στην Αθήνα. Έλειπε μόνο η δική του υπογραφή.

Φεύγω και αύριο το πρωί. Δεν έχω ακούσει πιο ωραίο νέο στη ζωή μου. Είναι η ευκαιρία της καριέρας μου” ήταν η πρώτη του αντίδραση, από την Κρήτη, όπου είχε βρεθεί για να παρακολουθήσει την τελική φάση του πρωταθλήματος εφήβων! Ο Φάνης θα το σκεφτεί σοβαρά, θα ζητήσει την βοήθεια του Γκας Σαρηγιαννίδη φυσιοθεραπευτή της Εθνικής που είχε επαφές με τις ΗΠΑ, στο τέλος όμως θα πει όχι. Ο Πανιώνιος επιστρατεύει όλα τα μέσα για να τον πείσει να παραμείνει στην Ελλάδα (αναπροσαρμογή οικονομικών δεδομένων, μεταγραφή του αδερφού του) και τελικά δεν κάνει το άλμα προς τις ΗΠΑ για την ολοκληρωτική αλλαγή της ζωής του.

Το συμβόλαιο που του έστειλαν οι Χοκς, το έχει ακόμα μαζί του. Το πήρε και στην Πάρο, όπου ζει μόνιμα τα τελευταία χρόνια. Ο ίδιος λέει ότι αν γυρνούσε πίσω ο χρόνος, δεν θα άκουγε κανέναν και θα πήγαινε στο ΝΒΑ, όπως ήταν η πρώτη και αυθόρμητη αντίδραση του, λίγες μέρες μετά το απίστευτο έπος του 1987…

Μετά έπεσαν πάνω του όλοι. “Ήμουν κολλημένος με την οικογένεια. Προφασίστηκα ότι δεν ξέρω καλά αγγλικά, ενώ αυτό δεν θα ‘ταν πρόβλημα” έλεγε χρόνια μετά σε αφιέρωμα της ΕΡΤ (Σπορ Ιστορίες)

O Ντομινίκ Γουίλκινς καρφώνει μπροστά από τον Λάρι Μπερντ, στα πλέι-οφ του 1988. Ο human highlight film ήταν το μεγάλο αστέρι των Χοκς

Θα έπαιζε ο Φάνης στους Χοκς; Κανείς δεν το ξέρει. Στο ρόστερ της σεζόν 1987-88 (50-32 το ρεκόρ της κανονικής περιόδου, έφτασαν μέχρι τους ημιτελικούς της Ανατολής, όπου αποκλείστηκαν από τους Πίστονς με 4-1) ξεχώριζε βέβαια η μυθική μορφή του Ντομινίκ Γουίλκινς (σχεδόν μια δεκαετία πριν έρθει στην Ελλάδα για λογαριασμό του Παναθηναϊκού), ενώ έπαιζαν ακόμα ο Ντοκ Ρίβερς (ο τωρινός προπονητής των Κλίπερς), ο Κλιφ Λέβινγκστον που πέρασε από τον ΠΑΟΚ, ο Αντουάν Καρ, ο κοντοπίθαρος Σπαντ Γουέμπ κι ο σπουδαίος Κέβιν Γουίλις.

Η εποχή, βέβαια, ήταν τελείως διαφορετική τότε. Οι Ευρωπαίοι δεν ήταν εύκολο να παίξουν. Ο Ντράζεν Πέτροβιτς που μετακόμισε στο Πόρτλαντ το 1989 τα πρώτα δυο χρόνια δεινοπάθησε για να πείσει ότι μπορεί να ανταπεξέλθει στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου. Οι Χοκς πήραν τον πρώτο τους Ευρωπαίο τη σεζόν 1991-92. Ήταν ο Αλεξάντερ Βολκόφ (στα 27 του χρόνια), που είχε παίξει 77 ματς με 8.6π και 3.4 ριμπ μέσο όρο.

Σίγουρα θα έμπαινε σε ένα τελείως διαφορετικό σύστημα προπόνησης και τεχνογνωσίας για το μπάσκετ. Η ικανότητα του να κάνει πολλά πράγματα μέσα στο παιχνίδι, ήταν το πιο μεγάλο του προτέρημα. Το αν θα άντεχε στην πίεση που δέχονταν οι ρούκι, αν θα προσαρμοζόταν σε μια διαφορετική ζωή, δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε. Ο ίδιος λέει πως θα έπρεπε τουλάχιστον να δοκιμάσει. Δεν το έκανε….

Ήταν ένα από τα λάθη που έκανε στην διαδρομή του μέσα και έξω από τα γήπεδα και κάποια στιγμή θα τα διηγηθεί και ο ίδιος…

Πηγή: Contra

Pin It on Pinterest

Shares
Share This