Επιλογή Σελίδας


Του Νίκου Παπαδογιάννη

Ο Ντράζεν πέρασε στο πάνθεον της ιστορίας, αλλά όσο ζούσε είχε μόνο αντιπάθειες.

Έχω να σας πω ένα μυστικό για τον Ντράζεν Πέτροβιτς, αλλά μη το διαδώσετε, γιατί θα χαλάσει η μπογιά της αγιογραφίας και θα θυμώσουν όσοι προσκυνούν το εικόνισμά του κάθε βράδυ πριν κοιμηθούν.

Όσο ο Ντράζεν ζούσε, δεν υπήρχε κανένας, μα κανένας, μα κανένας, που να τον συμπαθεί.

Κα-νέ-νας.

Στον αληθινό κόσμο (και όχι στο YouTube), o Ντράζεν Πέτροβιτς ήταν ο άνθρωπος που όλοι αγαπούσαν να μισούν. Ιδίως στα χρόνια της ευρωπαϊκής καριέρας του, πριν το 1989 όταν έφυγε εστεμμένος για το ΝΒΑ.

Ακόμα και στη διετία του στο Πόρτλαντ, σύσσωμη η Ελλάδα, αλλά και η υπόλοιπη πλην Γιουγκοσλαβίας Ευρώπη, χαχάνιζε ασταμάτητα για την ηχηρή αποτυχία του.

Έπειτα έφυγε από τη σκιά των Ντρέξλερ, Πόρτερ. Έιντζ και έγινε αστεράκι στο γκρίζο Νιου Τζέρσεϊ. Τότε, και μόνο τότε, εδραιώθηκε στα μάτια των απίστων.

Στην ομαδάρα των Μπλέιζερς (φιναλίστ του ΝΒΑ το 1990) ο Ντράζεν πήγε άπατος, αλλά οι μετρίως μέτριοι Νετς ήταν κομμένοι και ραμμένοι στα μέτρα του. 

Ο Ντράζεν παρέλαβε μία ομάδα περίγελο και την οδήγησε στα πλέι-οφ. Πενταπλασίασε τον μέσο όρο του, ψηφίστηκε στην τρίτη καλύτερη πεντάδα του ΝΒΑ και πλησίασε το Αll-Star Game.

Έπειτα, βαρέθηκε να είναι ένας από τους πολλούς και άρχισε να σκέπτεται την Ευρώπη, αφού δεν είχε πια πολλά να αποδείξει.


«Ήταν έτοιμος να υπογράψει, θα ερχόταν στον Παναθηναϊκό, ο Παύλος είχε το συμβόλαιο στο συρτάρι του», παιανίζει μέχρι σήμερα η μυθολογία της οικογένειας Γιαννακόπουλου. 

Όσοι παρακολουθούσαν το σήριαλ από κοντά θυμούνται ότι ο Ολυμπιακός είχε τουλάχιστον φίφτι-φίφτι πιθανότητες να υφαρπάξει την υπογραφή του Ντράζεν, εφ’ όσον αυτός αποφάσιζε τη μεγάλη επιστροφή στην Ευρώπη.

Ο Μολώχ των αυτοκινητοδρόμων κλείδωσε τα σχέδια στο ματωμένο χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Το καυτό μεταγραφικό ρεπορτάζ της 8ης Ιουνίου 1993 ποτίστηκε με δάκρυα και δεν δημοσιεύτηκε ποτέ.

Η παρουσία των Βράνκοβιτς, Παβλίσεβιτς στον Παναθηναϊκό υποτίθεται ότι ήταν το πρόσθετο δέλεαρ, πέρα από τα λεφτά.

Ωστόσο, ο Ντράζεν δεν ήταν από εκείνους που έδιναν μεγάλη σημασία στο συναίσθημα. Προσωπικά νομίζω ότι σκόπευε να συνεχίσει στο ΝΒΑ.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, και ειδικά στα τουρνουά των εθνικών ομάδων, κάθε εμφάνιση των αδελφών Πέτροβιτς συνοδευόταν από αποδοκιμασίες και κύματα αντιπάθειας.

Όπως είπε ο Φερνάντο Ρομάι σε ένα παλαιότερο αφιέρωμα της τουρκικής τηλεόρασης, «δεν ήθελες απλά να νικήσεις τον Ντράζεν, αλλά να τον ταπεινώσεις, τον ξεφτιλίσεις, να τον γεμίσεις αίματα και να τρίψεις αλάτι στις πληγές του».

Είπε και κάτι άλλο καταπληκτικό όμως, ο παλαίμαχος Ισπανός σέντερ: «Σε κάθε ματς, ο Ντράζεν αφιέρωνε 25 λεπτά για να σε νικήσει και 15 λεπτά για να προετοιμάσει το έδαφος ώστε να σε νικήσει και την επόμενη φορά»!

Η έχθρα οιστρηλατούσε τον Άτσο και τoν ηλικιακά μικρότερο αδελφό του. Γέμιζε τις μπαταρίες και ανανέωνε τα κύτταρά τους. Τη λατρεία δεν θα την άντεχαν, ειδικά ο Ντράζεν. 

Το παρατσούκλι «γιος του διαβόλου» ήταν πολύ πιο πετυχημένο από το «Μότσαρτ», άσχετα αν ο πατριάρχης της οικογένειας ήταν ένας θεοσεβούμενος Σέρβος αστυνομικός.

Ναι, ο Γιόλε Πέτροβιτς είναι Σέρβος, παντρεμένος με Κροάτισσα σε «μικτό» γάμο, όπως τόσοι και τόσοι πολίτες της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας.

Οι δύο μπασκετμπολίστες έγιναν σύμβολα της νεοσύστατης Κροατίας, αλλά οι καταβολές της φαμίλιας ήταν από τη «λάθος» πλευρά των αιματοβαμμένων συνόρων.

Στο πρόσωπο του παθιασμένου Ντράζεν, οι Κροάτες βρήκαν το ζωντανό λάβαρο που χρειάζονταν ώστε να προωθήσουν τον εθνικισμό μίας χώρας γεννημένης από τις φλόγες του εμφυλίου πολέμου.

Όταν ο Ντράζεν Πέτροβιτς σκοτώθηκε, η πατρίδα του θρήνησε κάτι πολύ μεγαλύτερο από έναν απλό αθλητή. Ήταν σαν να ξεριζώθηκε η ίδια η ψυχή της.

Αλλά ο Ντράζεν ήταν περισσότερο διάβολος, παρά άγιος.

Τις μέρες του Μουντομπάσκετ 1986, κατηγορήθηκε ότι βίασε μία καμαριέρα στην Τενερίφε, μαζί με τον αδελφό του. Και δεν έβγαινε από το δωμάτιο παρά μόνο για να πάει στο γήπεδο.

Στο τέλος της περιόδου 1986-87, τα δύο ατίθασα αδέλφια πλάκωσαν στο ξύλο έναν από τους διαιτητές των τελικών του γιουγκοσλαβικού πρωταθλήματος, με αποτέλεσμα να τιμωρηθούν με πολύμηνο αποκλεισμό.

Στη Μαδρίτη, στην Αθήνα και όπου αλλού εμφανίστηκαν εκείνη την εποχή, το κοινό τους γιουχάισε άγρια. Οι Ισπανοί τους πέταξαν ντομάτες μέσα στο γήπεδο, στην αρχή του περίφημου ημιτελικού με τη Σοβιετική Ένωση.

Στους διαδρόμους του γηπέδου του Σερτόγκενμπος στην Ολλανδία, ο Παναγιώτης Γιαννάκης στρίμωξε τον Ντράζεν σε μία γωνία και τον άρπαξε από τον λαιμό, οργισμένος για το δίωρο των «πίτσκου μάτερι» που είχε προηγηθεί (στο Προολυμπιακό τουρνουά του 1988).

Στον πρόλογο του κειμένου σημείωσα ότι κανένας, μα κανένας, δεν συμπαθούσε τον Ντράζεν Πέτροβιτς. Ίσως θα πρέπει να το γενικεύσω: κανένας, μα κανένας, δεν συμπαθούσε τους Γιουγκοσλάβους.

Η αλαζονεία των Ισπανών την τελευταία 15ετία είναι παιδικό πταίσμα μπροστά στην απύθμενη υπεροψία των «πλάβι». Και δεν αναφέρομαι μόνο στην εποχή της παντοκρατορίας τους.  

Εμείς θα έχουμε πάντοτε το χρυσό Ευρωμπάσκετ. Ξέρετε δα για ποιο Ευρωμπάσκετ μιλάω, δεν χρειάζεται χρονικός προσδιορισμός.

Όποιος πιστεύει ότι ο Ντράζεν Πέτροβιτς ήταν το 1987 καλύτερος παίκτης από τον Νίκο Γκάλη, δεν έχει παρά να φορέσει μυωπικά γυαλιά και να παρακολουθήσει τους δύο αγώνες Ελλάδας-Γιουγκοσλαβίας.

Βεβαίως, ο Γκάλης ήταν μεγαλύτερος κατά 7 χρόνια και δεν μπόρεσε να γεμίσει την τροπαιοθήκη του όσο ο άσπονδος ανταγωνιστής του, ούτε να αγωνιστεί στο ΝΒΑ.

Αλλά ας μη χάνουμε τον μπούσουλα. Ο Γκάλης κατέκτησε την Ευρώπη με πέμπτο παίκτη τον Καμπούρη, έκτο τον Ανδρίτσο, έβδομο τον Ιωάννου και όγδοο …κανέναν. Ο γκάνγκστερ και οι ξυπόλητοι πρίγκηπες.

Στη Γιουγκοσλαβία του αείμνηστου Κρέζιμιρ Τσόσιτς, ο 24χρονος Ντράζεν είχε δίπλα του τον Ντίβατς, τον Πάσπαλι, τον Κούκοτς, τον Βράνκοβιτς, τον Ραντοβάνοβιτς, τον Τζόρτζεβιτς, τον Γκρμποβιτς, ενώ στην άκρη του πάγκου καθόταν ο Ράτζα.

Ένα βήμα πιο πίσω βάδιζαν ο Ντανίλοβιτς, ο Ζντοβτς, ο Ντούσαν Ίβκοβιτς. Με τι δύναμη τους κατατροπώσαμε δύο φορές στο Φάληρο και με ποιο θράσος θέλαμε να τους νικήσουμε το 1989 στο Ζάγκρεμπ μέσα στο σπίτι τους;

Αν θέλετε τη μπαρουτοκαπνισμένη γνώμη μου, τα 10-12 λεπτά που μετέτρεψαν το 39-52 σε 71-61 στο δεύτερο ημίχρονο του ημιτελικού του 1987 είναι η απόλυτη παράσταση στην ιστορία της «επίσημης αγαπημένης», με μοναδική εξαίρεση το έπος του ημιτελικού της Σαϊτάμα.

Η ξινισμένη φάτσα του νικημένου Πέτροβιτς και των συνοδοιπόρων του έκανε το μενού της βραδιάς ακόμη πιο απολαυστικό, αλλά εδώ μιλάμε για μπάσκετ.

Μπάσκετ ισοπεδωτικό, ολοκληρωτικό, ονειρώδες, βγαλμένο από κάποιο μέλλον που δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι θα γινόταν πραγματικότητα μπροστά στα μάτια μας. Παρακολουθήστε το βίντεο και θα με θυμηθείτε.

Στις 12 Ιουνίου, Παρασκευή όπως και τότε, συμπληρώνονται 35 χρόνια από εκείνη την αλησμόνητη νύχτα. Τη μεγαλύτερη, μέχρι την επόμενη. Για την ακρίβεια, μέχρι τη μεθεπόμενη.

Πηγή: Gazzetta

Pin It on Pinterest

Shares
Share This