Επιλογή Σελίδας


Του Βασίλη Σκουντή

Έγραφα χθες για τα πλείστα όσα γεγονότα έχουν συμβεί στις 6 Μαΐου και παρέλειψα επίτηδες ένα με το οποίο λέω να καταπιαστώ σήμερα…

Εκτός λοιπόν από το ντεμπούτο του Γκάλη στην εθνική ομάδα, εκτός από τα γενέθλια του Δημήτρη Διαμαντίδη που τα γιόρτασε μαζί με τον Ντέγιαν Τομάσεβιτς ρουφώντας το νέκταρ της κατάκτησης του τροπαίου της Euroleague και εκτός από τον θρίαμβο της ΑΕΚ στο Basketball Champions League, αυτή η ημέρα είναι επετειακή και για άλλον έναν λόγο…

Για το σουτ που άλλαξε τον ρουν της ιστορίας του ελληνικού μπάσκετ και δη του πρωταθλήματος: το περιβόητο «The Shot» του Πέτζα Στογιάκοβιτς, που το μπουμπούνισε μια ημέρα πριν από την ένατη επέτειο ενός άλλου ανδραγαθήματος του Μάικλ Τζόρνταν

Εκείνες άλλωστε υπήρξαν και καταχωρίσθηκαν ως οι ημέρες των απανταχού της Ευρώπης Πέτζα: στις 6 του μήνα στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας ο Στογιάκοβιτς έβαλε στην εκπνοή του τρίτου ημιτελικού των play offs της Α1 το σουτ με το οποίο ο ΠΑΟΚ έριξε στο κανναβάτσο τον Ολυμπιακό και μετά από δυο εβδομάδες στην «Amsterdam Arena» ένας συνονόματος του, ο Μαυροβούνιος Μιγιάτοβιτς σκόραρε το γκολ της νίκης της Ρεάλ Μαδρίτης επί της Γιουβέντους στον τελικό του UEFA Champions League.

Δεν ξέρω αν ήταν πάλι τέτοιος μήνας, το 1960 όταν ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης τραγούδησε για πρώτη φορά το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου, το οποίο μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης και μπορεί να γράφτηκε για άλλο λόγο, αλλά ταιριάζει σε αυτό που βίωσαν εκείνο το βράδυ (της 6ης Μαΐου του ’98) οι Πειραιώτες βλέποντας τον Στογιάκοβιτς να διαπράττει το μεγάλο ριφιφί και τον τίτλο να κάνει φτερά…

Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω!

Τετάρτη, 6 Μαΐου του 1998, λοιπόν…

Με το σκορ της σειράς στο 1-1 (66-65, 50-56) μετά τους πρώτους δυο ημιτελικούς και ενώ απέμεναν 49 δευτερόλεπτα για τη λήξη του τρίτου αγώνα η αδρεναλίνη βάραγε κόκκινο.

Ο Τζόνι Ρότζερς είχε βάλει μπροστά τον Ολυμπιακό με 55-53, ο συχωρεμένος ο Τσαρλς Σάκλφορντ έφερε το ματς ξανά στα ίσια με 55-55, ο Αρτούρας Καρνισόβας δεν κατάφερε να ξαναδώσει προβάδισμα στους οικοδεσπότες και τότε ο Σβι Σερφ δεν χρειάστηκε να ρωτήσει «ποιος;».

Τον είχε προλάβει ο Στογιάκοβιτς και φώναξε «εγώ»!

Για να αντιπαραβάλω το σουτ του Στογιάκοβιτς με εκείνο του Τζόρνταν, δεν ξέρω εάν κάποιος άλλος παίκτης του Ολυμπιακού προσφέρθηκε όπως ο Ρον Χάρπερ στο Κλίβελαντ, για να μαρκάρει τον Πέτζα.

Στις 7 Μαΐου του ’89 Λένι Γουίλκενς αψήφησε την επιθυμία του μετέπειτα παίκτη των Μπουλς και έστειλε σε διατεταγμένη υπηρεσία τον Γκρεγκ Ιλο, που είδε τα ραδίκια ανάποδα!

Στις 6 Μαΐου του ’98 ο Ντούντα έστειλε πάνω στον Στογιάκοβιτς τον Ντούσαν Βούκσεβιτς στις αμυντικές ικανότητες του οποίου ούτως ή άλλως είχε εμπιστοσύνη…


Εδώ ανοίγω μια μικρή παρένθεση, διότι τον Βούκσεβιτς, τον Ιβκοβιτς και τον Τζόρνταν τους ενώνει μια ιστορία, που είχε εκτυλιχθεί επτά μήνες νωρίτερα στον τελικό του McDonalds στο Παρίσι (Μπουλς-Ολυμπιακός) και μου τη διηγήθηκε τις προάλλες ο ίδιος ο Ντούντα…

«Πίστευα ότι ο Βούκσεβιτς, επειδή ήταν ψηλός και γρήγορος, μπορούσε να τον μαρκάρει, αλλά βεβαίως ο Τζόρνταν ήταν άπαικτος. Εν πάση περιπτώσει του ζήτησα να τηρεί τις αποστάσεις ώστε να μπορέσει να ελέγξει, όσο αυτό ήταν δυνατό και τα τζαμπ σουτ απ΄ έξω και τα ποσταρίσματα από μέσα. Κάποια στιγμή, μετά από μια άμυνα, στην οποία δεχθήκαμε καλάθι, του έκανα μια παρατήρηση και τότε πέρασε δίπλα μας ο Τζόρνταν και έκανε έναν μορφασμό, σαν να μας έλεγε “δεν θα γίνει αυτό που θέλετε εσείς, αλλά αυτό που θέλω εγώ”. Δίκιο είχε»!

Παρομοίως και εκείνο το βράδυ στο ΣΕΦ, ο Στογιάκοβιτς (θα) έκανε ό,τι ήθελε αυτός δεν πα’ να χτυπιόταν όλη η άμυνα του Ολυμπιακού!

Πήρε λοιπόν την μπάλα μετά το ριμπάουντ του Γιώργου Μπαλογιάννη (από το άστοχο σουτ του Καρνισόβας), την κράτησε επί 15 δευτερόλεπτα, χωρίς να τη δώσει σε κανέναν άλλον, παρά μόνο από το δεξί στο αριστερό του, σημάδεψε το isolation game, σηκώθηκε μπροστά στον εμβρόντητο Βούκσεβιτς και όπως θα έλεγε μετά από έξι χρόνια και ο Γιώργος Χελάκης στη Λισαβόνα, «τρίποντο και φύγαμε για τελικό»!

Ανοιξα αυτή την κουβέντα σήμερα με τον Βούκσεβιτς, που κάποιοι φίλοι του τον τρόλαραν στέλνοντας του στο κινητό τηλέφωνο τη φωτογραφία στην οποία εικονίζεται ως το θύμα απέναντι στον θύτη! «Μας έκανε μαύρη τη ζωή με αυτό το σουτ. Μας έθαψε» σχολιάζει. «Προσπάθησα να μείνω πάνω του και να τον εμποδίσω, αλλά ο Πέτζα ήταν ένα… γομάρι με μπόι 2μ.08 και με το άλμα ανέβαινε ακόμη πιο ψηλά. Συν τοις άλλοις η μηχανική και η ταχύτητα του στο σουτ του έδιναν μεγάλο πλεονέκτημα».

Ηταν καλός σουτέρ ο Στογιάκοβιτς; «Μπα, μέτριος» απαντά γελώντας ο Ντούσκο. «Όταν ήμασταν πιτσιρικάδες προπονούμασταν μαζί στον Ερυθρό Αστέρα και βλέπαμε αυτό που ερχόταν. Όταν τελείωνε η προπόνηση έμεινε μόνος του και σούταρε συνεχώς, μέχρι να… μουδιάσει το χέρι του. Γι’ αυτό έγινε αυτός που έγινε»…

Στο αμέσως επόμενο κλικ, μετά το σουτ του Πέτζα, η μπάλα διαπερνούσε το διχτάκι, στον πίνακα αποτυπωνόταν το 55-58 και αυτό το μνημειώδες καλάθι απέβαινε πολλώ λογιώ ιστορικό…

Έστελνε τον ΠΑΟΚ στους τελικούς του πρωταθλήματος, μετά από τέσσερα χρόνια…

Σήκωνε απαγορευτικό στη ρότα του Ολυμπιακού προς τον θρόνο όπου βρισκόταν επί πέντε συναπτές σεζόν και τον άφηνε εκτός τελικών μετά από έξι χρόνια…

Διάνοιγε τον δρόμο του Παναθηναϊκού (ο οποίος επιβαλλόταν δια πυρός και σιδήρου της ΑΕΚ, στο «πανηγύρι των ζουρλών», όπως το αποκάλεσε ο Γιάννης Φιλίππου) για να ξορκίσει τους δαίμονες που τον κατέτρυχαν επί 14 χρόνια (από το μπαράζ του ’84 με τον Αρη στην Κέρκυρα), να στεφθεί πρωταθλητής και να θεμελιώσει την παντοκρατορία του…

Kai last, but not least: αυτό το…τρομοκρατικό κτύπημα γινόταν η σφραγίδα στη βίζα του Πέτζα για το ταξίδι του στο ΝΒΑ, όπου αξιώθηκε να αγωνισθεί επί 13 σεζόν, να κατακτήσει ένα πρωτάθλημα, να νικήσει σε δυο διαγωνισμούς τριπόντων σε Αll Star Game, να μοστράρει μέσο όρο 17 πόντους και να αφήσει μια ανεκτίμητη παρακαταθήκη ως ένας σουτέρ ολκής…

Ε, διάβολε, όλα αυτά δεν είναι ούτε λίγα, ούτε ευκαταφρόνητα για έναν παίκτη που είχε συστηθεί στην πιάτσα, τριάμισι χρόνια νωρίτερα στο «Γιαντ Ελιάου» του Τελ Αβίβ, με ένα airball!!!

Βούτηξα χθες στα αρχεία μου και φρέσκαρα για τα καλά τη μνήμη μου από εκείνη τη βραδιά και το σουτ που έμελλε να αλλάξει τον ρουν της ιστορίας…

Εχουμε και λέμε, λοιπόν…

Πρώτα απ’ όλα, μέχρι εκείνη τη στιγμή, στα 39 λεπτά που έμεινε πάνω στο παρκέ ο Πέτζα είχε μηδέν στα πέντε τρίποντα, ενώ προερχόταν από δυο σερί χαμένα σουτ. Συν τοις άλλοις εκείνη τη στιγμή ο ΠΑΟΚ δεν χρειαζόταν τρίποντο, ούτε καν δίποντο για να νικήσει, του έφτανε ένας πόντος και υπ’ αυτήν την έννοια το διακύβευμα ήταν μηδαμινό. Στη χειρότερη περίπτωση θα παιζόταν παράταση…

Συνολικά ο Στογιάκοβιτς πέτυχε 19 πόντους, με 6/16 δίποντα, 1/6 τρίποντα και 4/4 βολές, ενώ είχε επίσης επτά ριμπάουντ, τρεις ασίστ και ένα κλέψιμο.

Με το που είδε ο Πέτζα την μπάλα να φτάνει τον στόχο της, έμεινε άγαλμα για δυο δευτερόλεπτα και στη συνέχεια έφυγε δρομαίος προς τα αποδυτήρια, πανηγυρίζοντας ξέφρενα. Την ίδια στιγμή στο ΣΕΦ απλωνόταν νεκρική σιγή, ενώ ο Σωκράτης Κόκκαλης αποχωρούσε βιαστικά από την εξέδρα των επισήμων.

Από την αρχή του αγώνα ο Ιβκοβιτς έβαλε πάνω του τον Αρτούρας Καρνισόβας, ο οποίος τον μάρκαρε στα πρώτα τριάντα λεπτά, ενώ στο τελευταίο δεκάλεπτο ανέλαβε αυτό τον ρόλο ο Ντούσαν Βούκσεβιτς.

Ο Σάκλφορντ έφερε το ματς στα ίσια με ραβέρσα απέναντι στον Τάρλατς στα 49’’, αλλά σε πείσμα της λογικής, ο Ολυμπιακός δεν έκανε γρήγορη επίθεση, ώστε να έχει τη δυνατότητα για άλλη μία κατοχή στα τελευταία δευτερόλεπτα. Με το σκορ στο 55-55 ο Καρνισόβας, όντας εξουθενωμένος από το τρεχαλητό στην άμυνα, δίστασε να αναλάβει την τελευταία επίθεση και προτίμησε να πασάρει την μπάλα στον Τάρλατς μέσα στη ρακέτα. Ο «Τάκι» εγκλωβίστηκε από το double team του Σάκλφορντ και του Πέτζα και την πέταξε πάλι στον νυν αντιπρόεδρο των Μπουκλς, που μη έχοντας πλέον άλλη επιλογή δοκίμασε ένα μπάσιμο μέσα στην κυκλοφοριακή συμφόρηση και αστόχησε.

Ποια ήταν η εντολή του Σβι Σερφ; «Πάρε την μπάλα και τελείωσε το, δεν θα μπορούσα να του ζητήσω τίποτε άλλο. Του είπα να το κάνει όπως με τον Παναθηναϊκό. Μόνο αυτός μπορούσε να βάλει τέτοιο σουτ» δήλωσε στη συνέντευξη Τύπου ο Ισραηλινός προπονητής.

Εκτός από τα 0/5 τρίποντα και τα χαμένα σουτ στις προηγούμενες δυο επιθέσεις, ο Πέτζα κουβάλαγε τα …αναθέματα των συμπαικτών του για το τελευταίο χαμένο σουτ στον πρώτο ημιτελικό, που βρήκε τον Ολυμπιακό νικητή με 66-65. Σε μια συνέντευξη του εδώ πριν από δυο χρόνια ο τότε συμπαίκτης του Χουάν Αντόνιο Μοράλες είχε αποκαλύψει το εξής συνταρακτικό γεγονός: «Ο Πέτζα είχε αστοχήσει και ο Ολυμπιακός πήρε το προβάδισμα. Στα αποδυτήρια, λοιπόν, κάποιοι είχαν νεύρα με τον Στογιάκοβιτς. Θυμάμαι μάλιστα πως ένας συμπαίκτης μας στάθηκε μπροστά του και άρχισε να ουρλιάζει! “Γιατί πήρες αυτό το σουτ; Γιατί;» Θα μου επιτρέψεις να μην αποκαλύψω το όνομα του. Ο Πέτζα, λοιπόν, σηκώθηκε και φώναξε «Αρκετά. Ως εδώ”! Στο τρίτο ματς προφανώς θυμόταν τι είχε συμβεί, πήρε πάνω του την τελευταία επίθεση και ο Ολυμπιακός δεν είχε καμιά ευκαιρία να αντιδράσει, Ήταν το τέλειο σενάριο. Σκόραρε, νικήσαμε και αρχίσαμε να τρέχουμε προς τα αποδυτήρια. Εκεί ο Πέτζα γύρισε προς εκείνον τον συμπαίκτη μας και άρχισε να του φωνάζει: “Πες μου πάλι για το τελευταίο σουτ μ@@@@α. Πες μου τώρα για το τελευταίο σουτ”.

Ποιος ήταν ο παίκτης που τα έχωσε στον Στογιάκοβιτς; «Μήπως εγώ Κύριε; Μήπως εγώ Κύριε;», όπως λέει και το ανέκδοτο με τον Ιούδα! Δεν ξέρω, δεν ρώτησα, δεν απαντώ! Κάποιος από τους Νικολαϊδη, Μπουντούρη, Μπαλογιάννη, Περάλ, Ρόουαν, Μοράλες, ΜακΡέι, Σάκλφορντ, Γιαννούλη…

«Εγώ φταίω. Ολη η ευθύνη είναι δική μου και όχι των παικτών» σχολίασε ο Ιβκοβιτς που είχε έτοιμη την απάντηση όταν ρωτήθηκε για τα προηγούμενα άστοχα σουτ του Πέτζα. «Τι μου λέτε τώρα; Και ο Βάλτερς στον ημιτελικό του Μουντομπάσκετ του 1986 ανάμεσα στη Σοβιετική Ένωση και στη Γιουγκοσλαβία είχα χάσει δέκα στη σειρά, αλλά έβαλε το τελευταίο και ισοφάρισε».

Κατά μία σατανική σύμπτωση εκείνη την ημέρα οι Σέρβοι γιόρταζαν τον Τζουρτζεβντάν, που είναι ο δικός μας Αγιος Γεώργιος και μάλιστα αποτελεί τον προστάτη της οικογένειας του Ντούντα! Παρεμπιπτόντως η γιορτή αυτή αποτελεί σημείο αναφοράς και στην ταινία «Ο καιρός των τσιγγάνων» που είχε γυρίσει δέκα χρόνια νωρίτερα ο Εμίρ Κουστουρίτσα.

H επόμενη πράξη του έργου παίχθηκε στην… Μπιφτεκούπολη της Γλυφάδας, όπου σταμάτησε η αποστολή του ΠΑΟΚ για φαγητό, καθ’ οδόν προς το αεροδρόμιο του Ελληνικού! Εκεί μαζεύτηκαν περίπου 500 οπαδοί της ομάδας που αποθέωσαν τους θριαμβευτές και μάλιστα ανάγκασαν τον Στογιάκοβιτς, την ώρα που ανέβαινε στο λεωφορείο να γυρίσει και να τους πει. «Ε, αφού μου το λέτε, ναι. Τα έχω μεγάλα»!!!

Λίγο νωρίτερα ο δράστης είχε εξηγήσει το σκεπτικό του σε αυτή την τέλεια εκτέλεση: «Με πείραξε που δεν είχα βάλει το σουτ στον πρώτο ημιτελικό και το πήρα λίγο προσωπικά. Ορκίστηκα στον εαυτό μου να το βάλω σήμερα και το κατάφερα. Το μόνο που σκέφτηκα εκείνη τη στιγμή ήταν “ή όλα ή τίποτε”. Δεν θυμόμουν πόσα σουτ είχα χάσει προηγουμένως, σούταρα αυτό και μέχρι να δω την μπάλα να καταλήγει στο καλάθι, μου φάνηκε ότι πέρασε ένας αιώνας»!

Και λίγο aftermath, όπως λένε οι Αμερικανοί.. Εκείνη η ήττα, λοιπόν, υπήρξε η πρώτη που υπέστη ο Ολυμπιακός μετά από 51 σερί νίκες στην έδρα του και η πρώτη μετά από ένα σερί 30-0 στα play offs, μάλιστα και τις δυο αμέσως προηγούμενες τις είχε γνωρίσει από τον ΠΑΟΚ στις 30 Σεπτεμβρίου 1995 και στις 24 Απριλίου 1992, αντιστοίχως. Ο ΠΑΟΚ προκρίθηκε στους τελικούς για έκτη φορά μέσα σε δέκα χρόνια. Οι Ερυθρόλευκοι έμειναν εκτός νυμφώνος τελικών μετά από μια εξαετία, απώλεσαν τα σκήπτρα που κατακτούσαν αδιαλείπτως επί πέντε σεζόν (1993-1997) και βρέθηκαν με άδεια χέρια, ενώ προερχόντουσαν από το επικό triple crown της προηγούμενης χρονιάς. Στους τελικούς οι Θεσσαλονικείς ηττήθηκαν με 3-2 από τον Παναθηναϊκό ο οποίος επέστρεψε στον θρόνο μετά από 14 χρόνια, ενώ στη σειρά για την τρίτη θέση οι Πειραιώτες επιβλήθηκαν της ΑΕΚ με 3-1.

Pin It on Pinterest

Shares
Share This