Του Νίκου Παπαδογιάννη
O φετινός Παναθηναϊκός είναι μία πολύ καλή ομάδα, ικανή στη μέρα της να νικήσει αντίπαλο επιπέδου ΤΣΣΚΑ. Για να το κατορθώσει, όμως, θα πρέπει να του πάνε όλα καλά.
Δεν έχει την πολυτέλεια να ξεκινάει με χάντικαπ 15 πόντων ούτε να παίζει άμυνα με προσευχές για ένα ημίχρονο ούτε να χάνει δύο χούφτες αμυντικά ριμπάουντ ούτε να έχει ένα βασικό του γρανάζι παγωμένο και στομωμένο.
Μιας και όλα τα παραπάνω του συνέβησαν ταυτόχρονα, μέσα σε ένα γήπεδο ορφανό από τη ζεστασιά της έδρας, το τελικό -6 θα πρέπει να θεωρηθεί τίτλος τιμής.
Δεν είναι πολλές οι ομάδες που μπορούν να επιστρέψουν από το -13 και ξανά από το -18 και παρ’ ολίγον εκ νέου από το -16, μέσα σε σαράντα λεπτά κονταρομαχίας απέναντι στους πρωταθλητές Ευρώπης.
Ο Παναθηναϊκός μπήκε στο παιχνίδι ανεξήγητα κρύος, σαν να έπαιζε φιλικό ματσάκι προετοιμασίας.
Δεν γνωρίζω ποιο ήταν το σχέδιο βάσει το οποίου ο Γιώργος Βόβορας ξεκίνησε με 4 Έλληνες στην πεντάδα, παθητική άμυνα ζώνης και απόντες τους Σαντ-Ρόος, Νέντοβιτς, Παπαγιάννη, γνωρίζω όμως ότι εγκαταλείφθηκε μέσα σε 2-3 λεπτά.
Όταν επιστρατεύτηκαν τα δυνατά χαρτιά, οι «πράσινοι» ξαναμπήκαν στο παιχνίδι σε χρόνο μηδέν: 24-24 στο δεκάλεπτο, από το αρχικό 5-18.
Αλλά η αιμορραγία στα μετόπισθεν συνεχιζόταν όσο οι Ρώσοι σούταραν ανενόχλητοι στην επίθεση, η δε επιθετική λειτουργία υπέστη βραχυκύκλωμα όταν οι παίκτες του Ιτούδη απέκοψαν τον Παπαγιάννη από τους τροφοδότες που τον τάιζαν.
Ο Νέντοβιτς κράτησε τον Παναθηναϊκό όρθιο με 16 πόντους σε ένα δεκάλεπτο, αλλά τέτοιου είδους ανδραγαθήματα είναι μάλλον ρουτίνα παρά είδηση για τον Σέρβο σκόρερ.
Όταν κατόρθωσαν να προσθέσουν το όνομά τους στη λίστα των σκόρερς ο Φόστερ και ο Παπαπέτρου, το 31-49 της ΤΣΣΚΑ εξανεμίστηκε και ο Παναθηναϊκός παρουσίαζε εικόνα νικητή.
Ωστόσο, το ρεζερβουάρ ήταν ήδη μισοάδειο και το καύσιμο κόντευε να σωθεί.
Τα επιθετικά ριμπάουντ που άρχισε να συλλέγει το κουαρτέτο Μιλουτίνοβ, Σενγκέλια, Φόιγκτμαν, Μπολομπόι μετά το 52-53 έκοψαν τη φόρα του Παναθηναϊκού, αφού οι δεύτερες ευκαιρίες μετουσιώνονταν σε εύκολα καλάθια ή κερδισμένες βολές.
Χωρίς τους Μπεντίλ και Όγκαστ, ο πρωταθλητής Ελλάδας δεν είχε αρκετά κορμιά ώστε να κρατήσει φρέσκια τη μπροστινή του γραμμή.
Μολονότι σχεδόν όλοι οι ψηλοί του τα πήγαν καλά σε ατομικό επίπεδο, έχασαν 11 αμυντικά ριμπάουντ σε ένα ημίχρονο και μοιραία παραδόθηκαν.
Η ΤΣΣΚΑ έγραψε μόλις 3/17 τρίποντα μετά την ανάπαυλα (ενώ μέχρι τότε μετρούσε 9/13) και κέρδισε στο ίδιο διάστημα περισσότερες ελεύθερες βολές (15) από αυτές που εκτέλεσαν οι «πράσινοι» σε ολόκληρο το ματς (12).
Περισσότερο και από τα τρίποντα του Χίλιαρντ ή από τις άμυνες του Χάκετ ή από την ατομική κλάση των Τζέιμς, Κλάιμπερν, τη διαφορά στο παιχνίδι την έκανε το «μέγεθος» της ΤΣΣΚΑ.
Σημειωτέον ότι οι χρυσοπληρωμένοι Σενγκέλια, Μιλουτίνοβ έμειναν στο παρκέ λιγότερο από 15 λεπτά έκαστος. Ο δύσμοιρος Παπαπέτρου άγγιξε και πάλι τα 38, ενώ ο Κασελάκης είδε εφιάλτες όταν κλήθηκε να στελεχώσει τη θέση «4».
Υπάρχει άλλο ένα στατιστικό στοιχείο που πόνεσε πολύ τον αποψινό Παναθηναϊκό: τα 0/8 σουτ του Χάουαρντ Σαντ-Ρόος. Εδώ που τα λέμε, ο Κουβανός δεν θα έφευγε ποτέ από την ΤΣΣΚΑ εάν είχε στο ρεπερτόριό του το τρίποντο.
Ο Ιτούδης δεν είναι ο πρώτος ούτε ο τελευταίος προπονητής που του επιτρέπει να σουτάρει ανενόχλητος, ο δε Σαντ-Ρόος δεν είναι Καλάθης για να καμουφλάρει με ασίστ και μπρίο αυτή τη χτυπητή αδυναμία.
Ο Μποχωρίδης έκανε αισθητή την παρουσία του στην επίθεση, αλλά η ΤΣΣΚΑ δεν τον φοβόταν και οχύρωνε την άμυνά της χωρίς να πολυνοιάζεται για τον αντίπαλο «άσο».
Όποτε ο Σαντ-Ρόος βρίσκει τρόπους για να καλύψει τη δυστοκία του (π.χ. με τρέξιμο στο ανοιχτό γήπεδο μετά τις καλές τους άμυνες), το «τριφύλλι» γίνεται μία άλλη, πολύ καλύτερη ομάδα.
Επαναλαμβάνω, όμως, ότι τέτοια ματς δεν γίνεται να κερδηθούν με τόσα «ναι μεν αλλά» στην εξίσωση. Ο Παναθηναϊκός χρειαζόταν περισσότερα από περισσότερους για να ρίξει στο καναβάτσο ολόκληρη ΤΣΣΚΑ.
Πηγή: Gazzetta