Του Γιάννη Ζωιτού
Είναι ή όχι ο Σέλβιν Μακ ο καταλληλότερος πόιντ γκαρντ για ν’ ανταποκριθεί στην αποστολή και να καλύψει τις ανάγκες στην περιφέρεια του Παναθηναϊκού ΟΠΑΠ είναι η απάντηση σ’ ένα δίλημμα που θα δοθεί εκ των υστέρων. Παιχνίδι με παιχνίδι και ως τη λήξη του συμβολαίου, διάρκειας δύο μηνών, που -γι’ αρχή- υπέγραψε με την ελληνική ομάδα. Δεν είναι παράλογο που το άφαντο πέρασμά του από τη Μιλάνο και η πολύμηνη αποχή του από τη δράση ‘γεννούν’ μια στοίβα από αμφιβολίες για την κατάληξη της συνεργασίας. Βέβαια, μην κρίνεις εξ αλλοτρίων τα ημέτερα. Κάθε κατάσταση είναι διαφορετική κι ως τέτοια πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται, δεδομένου πως στην ιταλική ομάδα αντιμετώπισε έναν τραυματισμό που τον άφησε πίσω και έφυγε πολύ γρήγορα (προτού παίξει για μικρό διάστημα στη Χάποελ Ιερουσαλήμ).
Με 18 εκατομμύρια στο λογαριασμό του
Τουλάχιστον -και ουδεμία αμφιβολία τίθεται επί τούτου- ο 30χρονος είναι ένα μοντέλο ‘άσου’ πολύ πιο ταιριαστό σ’ αυτό που έψαχνε ο Γιώργος Βόβορας μέσα στο καλοκαίρι. Τον βοηθάει το κορμί του (στα όρια του 1μ90), τον σιγοντάρει αναμφίβολα το μυαλό του. Έμαθε να ενεργοποιεί και να εκμεταλλεύεται αμφότερα. Ειδάλλως δεν θα παίξει κοντά στα 500 παιχνίδια (486 για την ακρίβεια) σε κανονική περίοδο και πλέι οφ του ΝΒΑ, έχοντας βρει συμβόλαιο σε 7 διαφορετικές ομάδες (Γουίζαρντς, Σίξερς, Χοκς, Τζαζ, Μάτζικ, Γκρίζλις, Χόρνετς) και δουλέψει με προπονητές που αναζητούσαν παιδιά με ανεπτυγμένο work ethic, τα οποία να προσαρμόζονται στις συνθήκες και στον εκάστοτε ρόλο τους, προσφέροντας σε διαφορετικούς τομείς (σκορ, ριμπάουντ, οργάνωση, άμυνα, αποδυτήρια).
Ομολογουμένως η πάσα δεν ήταν ποτέ το δυνατό σημείο του, αν και μια αναγωγή του χρόνου συμμετοχής του στα 36 λεπτά βελτιώνει τα δεδομένα. Θα κουβαλήσει απλώς την μπάλα σωστά και θ’ αποφύγει τα ρίσκα. Ούτε ξεχώριζε για το σουτ μετά από ντρίμπλα (σε αντίθεση με το στατικό από τα φτερά ή τις γωνίες που το ποσοστό ανέβαινε πάντα). Ήταν όμως η ‘ελαστικότητά’ του αυτή και η ευελιξία στο παρκέ που του επέτρεψαν όχι τόσο ν’ ανοίξει την πόρτα του ΝΒΑ, αυτή ήταν ορθάνοιχτη χάρη στις διαδοχικές σεζόν που είχε με το Μπάτλερ του Μπραντ Στίβενς (νυν κόουτς των Σέλτικς) στο κολεγιακό πρωτάθλημα χάνοντας δύο τελικούς από Ντιουκ και Κονέκτικατ, όσο να μονιμοποιηθεί και να αποτυπωθεί στη μνήμη όλων ως ένα ιδανικό συμπλήρωμα στην περιφέρεια ομάδων που πρέσβευαν ένα συγκεκριμένο μπάσκετ, πιο κοντρολαρισμένο και ενίοτε σκληρό. Και να πληρώνεται καλά γι’ αυτό, καθώς οι συνολικές απολαβές του σε δολάρια έχουν αγγίξει τα 18 εκατομμύρια.
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Τα 6 εξ αυτών καταβλήθηκαν από τους Ορλάντο Μάτζικ πολύ πρόσφατα, το καλοκαίρι του 2017, διότι την αμέσως προηγούμενη σεζόν ως μέλος του ροτέισον των Τζαζ του Σνάιντερ ήταν ένας εκ των “πιο αξιόπιστων αμυντικών” της λίγκας. Χάρη στην πίεση που έβαζε στην μπάλα και τα σωστά πόδια. Περιγραφόταν από τη νέα ομάδα του ως “σκληρός, ανθεκτικός και ατρόμητος“, όπως επίσης “εξαιρετικά αποτελεσματικός” στα μετόπισθεν, καθώς “δεν φοβάται να θυσιάσει το σώμα του“. Τα εγκωμιαστικά λόγια συνοδεύονταν μάλιστα από αριθμούς απέναντι σε πρωτοκλασάτους σταρ (Γουέστμπρουκ, Κάρι, Γουόλ) τους οποίους είχε κρατήσει κάτω από το 35% τις φορές που ανέλαβε να τους μαρκάρει στο ‘ένας μ’ έναν’.
Πυξίδα του η αφοσίωση
Επιμονή και αποφασιστικότητα είναι δύο στοιχεία που του χαρακτήρα του που τον συντροφεύουν αδιαλείπτως ως σήμερα. “Όταν λέει ότι θα κάνει κάτι, θα το κάνει“, έλεγε ο Έμερσον Κάμπεν, συμφοιτητής του και νυν βοηθός προπονητή στο Μπάτλερ, όταν το 2018 ο Μακ, αν και είχε ‘στρώσει’ τη ζωή του, γυρνούσε στα (διαδικτυακά) θρανία για να ολοκληρώσει την τέταρτη χρονιά του κύκλου των σπουδών του και να λάβει το πτυχίο στην παραγωγή ψηφιακών μέσων. Το είχε δεσμευτεί στη μητέρα του όταν μαζί επέλεξαν την υποτροφία του πανεπιστημίου της Ινδιανάπολης έναντι άλλων (Κεντάκι του οποίου ο Μακ ήταν φαν από παιδί, Μισισίπι ή Τενεσί). Η Βικτόρια Γκάι δεν ενδιαφερόταν για το χρόνο συμμετοχής του γιου της στους ‘μπούλντογκς’, όταν έπαιρνε τις εγγυήσεις από τον Στίβενς, αλλά για το γνωστικό επίπεδο, το εύρος των μαθημάτων και το ποσοστό αποφοίτησης. Ο Σέλβιν δεν της χάλασε το χατίρι και παρόλο που άφησε κάποια χρόνια να περάσουν, γιατί δεν γινόταν αλλιώς, γύρισε για να εκπληρώσει την υπόσχεσή του. Πίστευε ούτως ή άλλως και ο ίδιος πως είναι ένα είδος ολοκλήρωσης του ατόμου όλη αυτή η διαδικασία. Ασχέτως βαθμού.
Είχαν προηγηθεί πολλά άλλα παραδείγματα αφοσίωσης στο στόχο και τον Μακ στο κέντρο του κύκλου. Προφανέστατα το πιο ορατά τρανταχτό υπήρξε η είσοδος και η μονιμοποίησή του στο ΝΒΑ. Δευτερευόντως ο τρόπος προσέγγισης και διαχείρισης της καριέρας του. “Είναι από τους πιο ώριμους παίκτες που έχω προπονήσει“, έλεγε ο Φρανκ Βόγκελ, πλέον πρωταθλητής κόουτς με τους Λέικερς, για τη συνεργασία τους στους Μάτζικ, αν και μόλις 27 ετών, υμνώντας τον τρόπο που καθοδηγούσε τους νεότερούς του. Μ’ έναν μαγικό τρόπο εξέπεμπε τον σεβασμό, δεν τον επιζητούσε ούτε τον διεκδικούσε. Τον κέρδιζε όμως γιατί ποτέ του δεν έπαψε να δουλεύει πάνω στην εξέλιξή του.
Το… κορεσμένο φαγητό και τα ισοτονικά
Φεύγοντας από το Μπράιαν Στέισον, το λύκειο του Λέξινγκτον, για το κολέγιο “το σώμα του Μακ δεν θα έκανε ακριβώς τα ελληνικά αγάλματα να ζηλέψουν”. Oι New York Times το έγραφαν, όχι εμείς. Ήταν ένας έφηβος που δεν πρόσεχε επιμελώς τη διατροφή του και δεν γυμναζόταν επαρκώς. Σε σημείο που τα υπόλοιπα παιδιά τον κορόιδευαν για “το πόσο συχνά επισκεπτόταν τα McDonald’s και τα Buffalo Wild Wings“, όπως μετέφερε ο βοηθός προπονητή του Μπάτλερ, Μαθιου Γκρέιβς. Άρα οι πρωτεΐνες και τα (κορεσμένα) λίπη που προσέθετε στον οργανισμό του δεν ήταν σε επιθυμητές ποσότητες. Ούτε έφευγαν εύκολα. “Ήταν πολύ καλός παίκτης, αλλά κάπως παχουλός όταν ήρθε“, είχε θυμηθεί ο Κάμπεν. Έπρεπε ν’ αλλάξει και το έβαλε στο μυαλό του. Ως εμμονή.
Τον βοήθησε αδιαμφισβήτητα το γεγονός πως το καλοκαίρι του 2010 (ως μέλος της USA Men’s Junior και πρωταθλητής κόσμου ένα χρόνο νωρίτερα απέναντι στην Ελλάδα των Παππά-Σλούκα-Παπανικολάου) συνυπήρξε στο Λας Βέγκας με τους παίκτες της Team USA (που θα πήγαινε στην Κωνσταντινούπολη για το Παγκόσμιο) βλέποντας σε ρεαλιστική βάση πώς φροντίζουν το σώμα τους για να διατηρούν ακμαίους και ζωντανούς τους μύες τους και να μην ξεφεύγουν σε… pounds. Ο γυμναστής Ράιαν Γκαλόι τον βοήθησε πολύ σε αυτό το σκέλος, ενδυναμώνοντας το μυοσκελετικό σύστημά του. Ο Μακ αντιμετώπιζε προβλήματα με συχνές κράμπες και έχανε πολύτιμα λεπτά σε αγώνες εξαιτίας αυτών. “Το ψυγείο του γραφείου μου έγινε η αποκλειστική αποθήκη για τα Gatorade του Μακ“, σημείωνε χαρακτηριστικά, καθώς διαπιστώθηκε πως η κατανάλωση ισοτονικών παρέα με το κατάλληλο πρόγραμμα βοηθάει στην καταπολέμηση των σπασμών. Τόσο πριν όσο και στη διάρκεια των αγώνων ο μικρός έπρεπε να ελέγχεται πόσο και πότε λαμβάνει τα βοηθητικά αυτά υγρά.
Η πίστη και η προσήλωση στη λεπτομέρεια επέτρεψαν στον Μακ να βελτιώνει από χρονιά σε χρονιά τους αριθμούς του στο NCAA. Οι ασκήσεις ενδυνάμωσης είχαν γίνει η δεύτερη φύση του. Ό,τι έπρεπε το ακολουθούσε κατά γράμμα. Χωρίς παρεκκλίσεις. Κατά το stories butler “περνούσε τις περισσότερες ώρες στο γυμναστήριο από οποιονδήποτε άλλον στην ομάδα“. Ακόμη κι αν “έπαιζαν βιντεοπαιχνίδια ο Μακ θα είχε έναν αλτήρα 13.5 κιλών στα χέρια του κάνοντας άρσεις ενόσω το παιχνίδι φόρτωνε ή γινόταν κάποια διακοπή“. Pause-start. Τίποτα και κανείς του αποσπούσε την προσοχή.
Το ‘think positive’ που δεν διαπραγματεύεται
Το καλοκαίρι ήταν χωρίς δουλειά, αλλά όχι χωρίς σκοπό. Δεν έπαψε να δουλεύει, όσο ήταν δυνατόν ατομικά, περιμένοντας μια κλήση.
Just work……#thinkpositive pic.twitter.com/t8K7mUvosB
— Shelvin Mack (@ShelvinMack) August 13, 2020
Φυσικά ο Μακ δεν είναι πια εκείνο το chubby κολεγιόπαιδο. Μια 10ετία αργότερα, και κάνοντας το χρονικό άλμα στο σήμερα, ο 30χρονος γκαρντ έχει έρθει στον Παναθηναϊκό για να εκπληρώσει μια νέα αποστολή. Πάνω απ’ όλα ν’ “αγωνιστώ σκληρά σε κάθε προπόνηση και σε κάθε ματς“. Δεν υπόσχεται ότι θα “σκοράρω 20 πόντους” ή ότι θα “μοιράζω διψήφιο αριθμό ασίστ σε κάθε ματς“. Είναι έξυπνος και γνωρίζει ότι δεν έχουν ισχύ τα παχιά λόγια μετά τα όσα δεν πέτυχε στη Μιλάνο, έχοντας αντιληφθεί ότι στην Ευρώπη ο τρόπος παιχνιδιού “είναι κάπως διαφορετικός σε σχέση με την Αμερική“. Στην περίπτωσή του οι αριθμοί πάνε πίσω. Δεν είναι το στιλ, του.
Αποδεδειγμένα, τον ίδιο, δεν τον ένοιαζαν ποτέ. Του αρκεί, όπως πάντα, να “κάνω ό,τι μου ζητήσει ο κόουτς“, διότι έμαθε πως “το κάθε παιχνίδι είναι διαφορετικό και θα πρέπει να μπορείς να προσαρμόζεσαι στις απαιτήσεις του“. Όπως ακριβώς έπραττε έως τώρα στην καριέρα του. Το μοναδικό που δεν διαπραγματεύεται σ’ αυτήν τη ζωή είναι το ‘think positive’. “Απλώς έρχεσαι με μια θετική στάση κάθε μέρα. Κάνει όλους τους άλλους γύρω σου ευτυχισμένους. Αν σκέφτεσαι θετικά και ο επόμενος το ίδιο θα κάνει“. Ενδεχομένως ο επόμενος που θα κάνει χαρούμενο να ‘ναι ο Παναθηναϊκός. Ενδεχομένως…
Πηγή: Contra