Του Νίκου Παπαδογιάννη
Τώρα, να γράψω καινούριο κείμενο ή να αναπαράγω με copy/paste το σχόλιο της περασμένης Τρίτης, αλλάζοντας μόνο ονόματα και χρώματα φανέλας;
Ο Ολυμπιακός που παρ’ ολίγον να νικήσει τη Ρεάλ ήταν ίδιος με τον Παναθηναϊκό που παρ’ ολίγον να νικήσει τη Ρεάλ: σοβαρός, συγκεντρωμένος, με έμφαση στην άμυνα και στην ομαδική προσπάθεια, θαρραλέος, λίγο άτυχος και άτολμος στα κρίσιμα.
Και σίγουρα αδικημένος από τη συγκυρία της εποχής, που του απαγορεύει να έχει στην άκρη του πάγκου μονάδες όπως ο Λαπροβίτολα, ο Αμπάλδε, ο Ρούντι, ο Κάρολ, ο Τέιλορ, διαλέγετε και παίρνετε.
Μη ξεχάσετε τον Ταβάρες, όμως, γιατί αυτός ήταν που έκανε την πραγματική διαφορά.
Η ικανότητα του γιγαντόσωμου σέντερ να μείνει στο παρκέ 41+35 λεπτά χωρίς να εξαντληθεί και χωρίς να γίνει βαρίδι για την ομάδα του στήριξε τη Ρεάλ στα δύσκολα, έδωσε ανάσες στους συμπαίκτες του και έκοψε τη φόρα των αντιπάλων ψηλών.
Οι 18 πόντοι του Χασάν Μάρτιν μπορεί να είναι τίτλος τιμής και γαλόνι για τον ίδιο, ωστόσο σημειώθηκαν, οι περισσότεροι, όταν το θηρίο απουσίαζε.
Η φάση που συμπυκνώνει μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα την αλήθεια της αποψινής βραδιάς έγινε στην τρίτη περίοδο, στο 53-54, όταν ο βραχύσωμος σέντερ του Ολυμπιακού πάτησε γερά για να σκοράρει και είδε τον ουρανό σφοντύλι, από την τάπα του Ταβάρες.
Πριν κοπάσουν τα επιφωνήματα έκπληξης και θαυμασμού, η Ρεάλ επιτέθηκε με 5 εναντίον 4 και βρήκε ελεύθερο τρίποντο από τον απόλυτα εύστοχο Τόμπκινς. Ο Μάρτιν μετρούσε ακόμη τα κόκαλά του στο παρκέ.
Προσπαθώ να πω, ότι αυτό που πέτυχε ο Ολυμπιακός (αλλά και ο Παναθηναϊκός), να εμφανιστεί ανταγωνιστικός και να αγγίξει τη νίκη απέναντι σε έναν αντίπαλο με τεράστια αποθέματα ποιότητας, πείρας, βάθους και χρημάτων, αποτελεί υπέρβαση και προσφέρει μακροπρόθεσμο κέρδος.
Οι «ερυθρόλευκοι» ηττήθηκαν από τη Ρεάλ, αλλά έμαθαν ότι μπορούν να τη νικήσουν και ξέρουν και τη συνταγή. Έχασαν, και αυτοί, από τις λεπτομέρειες μίας ή δύο φάσεων που θα μπορούσαν να γείρουν την πλάστιγγα προς τη σωστή πλευρά.
Ήττες της κακιάς στιγμής, θα πει κάποιος. Της μιας στιγμής. Τα κάνεις όλα σωστά, φέρνεις τον αντίπαλο στο χείλος του γκρεμού και δεν βρίσκεις τρόπο να του δώσεις την τελευταία σπρωξιά.
Μετά την τέλεια άμυνα των Παπανικολάου, ΜακΚίσικ στην τελευταία κατοχή των Ισπανών στην κανονική διάρκεια, ο Ολυμπιακός είχε 7-8 δευτερόλεπτα για να πετύχει το καλάθι της νίκης και μία σκόρπια άμυνα απέναντί του.
Ο Αμερικανός κατέβασε τη μπάλα, αλλά για κάποιον λόγο αισθάνθηκε υποχρεωμένος να περιμένει τον Σλούκα, αντί να μπουκάρει ακάθεκτος στη ρακέτα. Θυμηθείτε, αρκούσε ένας πόντους στον Ολυμπιακό.
Όταν πια ο Σλούκας παρέλαβε τη μπάλα, η Ρεάλ είχε γεμίσει την άμυνά της, οπότε το σουτ έγινε υπό σχετικά άσχημες προϋποθέσεις και ήταν άστοχο.
Οι Ισπανοί ξεκίνησαν την παράταση με σπριντ που τους έφερε στο +5, αλλά οι Σλούκας και Μάρτιν έστσαν πάρτι με τα πικ εντ ρολ και ο Ολυμπιακός προσπέρασε, με 81-79, περίπου 30 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη.
Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να βγάλει μία άμυνα, γνωρίζοντας ότι τίποτε δεν συμβαίνει τέτοιες στιγμές χωρίς να περάσει η μπάλα από τα χέρια του Σέρχιο Γιουλ.
Ο ΜακΚίσικ, ίσως επειδή λόγω κόπωσης, θόλωσε και έπαιξε τον πολύπειρο Ισπανό «under», πάει να πει ότι του έδωσε το σουτ.
Ο Γιουλ δεν πίστευε στην τύχη του. Σήκωσε τα μάτια, σημάδεψε και μπουμπούνισε ένα (νικητήριο) τρίποντο όμοιο με χιλιάδες άλλα που έχει πετύχει στη ζωή του.
Ποιος αμυντικός συγχωρείται να προσφέρει ανοιχτό ορίζοντα στον Γιουλ, στα τελευταία δευτερόλεπτα ενός αγώνα όπου η Ρεάλ βρίσκεται δύο πόντους πίσω;
Και, για να το πάω αλλού: πού ακριβώς βρισκόταν ο αντίστοιχος Γιουλ του Ολυμπιακού, στις ουκ ολίγες φάσεις όπου οι Πειραιώτες χρειάζονταν ένα μεγάλο σουτ ή έστω μία παραπανίσια απειλή, σε ρόλο δολώματος;
O Oλυμπιακός μπορεί να νικήσει οποιονδήποτε οπουδήποτε εφ’ όσον παίξει σωστά και ψυχωμένα, αλλά σπάνια θα το κάνει χωρίς όργια από τον Κώστα Σλούκα.
Εγκλωβισμένος από την προσαρμοσμένη πάνω του άμυνα της Ρεάλ (ιδίως στην γ’ περίοδο, όταν ο Λάσο έριξε στο παρκέ τρεις γκαρντ), ο ηγέτης των «κόκκινων» έμεινε άποντος μέχρι το 33ο λεπτό.
Η εκτυφλωτική απόδοση του Βασίλη Σπανούλη κράτησε τον Ολυμπιακό όρθιο, τον βοήθησε να φτάσει στο +8 και απέδειξε ότι υπήρχε τρόπος να εξουδετερωθεί η αμυντική κυριαρχία του Ταβάρες.
Σε εκείνο το χρονικό σημείο, οι πρωτεργάτες του σαλπίσματος Σπανούλης και Μάρτιν είχαν συντελεστή +15 πόντων στο διάρκεια της συμμετοχής τους, ενώ ο καθηλωμένος στον πάγκο Σλούκας -7.
Ωστόσο οι Ισπανοί ξεφούρνισαν από την άκρη του πάγκου τον «αναίσθητο» Κάρολ, λες και ήθελαν να παίξουν με τα νεύρα του Ολυμπιακού υπενθυμίζοντας τον τελικό του 2015 στη Μαδρίτη.
Η Ρεάλ έφτασε στο +7 απέναντι σε μία άμυνα που αίφνης έμπαζε τρίποντα, αλλά η αφύπνιση του Σλούκα και τα μούσκουλα του ΜακΚίσικ οδήγησαν σε ολική επαναφορά.
Ολική; Όχι ακριβώς. Ολική θα ήταν εάν κάποιος από τους δύο έδινε τη χαριστική βολή στο φινάλε της κανονικής διάρκειας ή έστω έβγαζε τη ρημάδα την τελευταία άμυνα απέναντι στον Γιουλ.
Οι ομάδες μας έπαιξαν τρεις παρατάσεις απέναντι στους αντιπαθητικούς Ισπανούς και άρπαξαν την ήττα μέσα από τα δόντια της νίκης. Με μοιραίο, και τις δύο φορές, τον Γιουλ. Και μετά μου λένε, να μη τις βάζω στο ίδιο τσουβάλι.
Πηγή: Gazzetta