Του Αλέξη Σπυρόπουλου
Πάντοτε είναι, κατά κάποιον τρόπο, αμήχανο να παίζεις ματς όπως αυτό που έπαιξε ο Αρης με τον Ολυμπιακό Β. Εχεις αντίπαλους τον πέμπτο και τον έκτο στην εσωτερική ιεραρχία των σέντερ-μπακ, έχεις αντίπαλο ένα τερματοφύλακα του 2002 και ένα αριστερό μπακ του 2003 (στη θέση του οποίου μπαίνει, μετά, αλλαγή ένας άλλος ακραίος οπισθοφύλακας του 2001), ο αριστερός εξτρέμ είναι του 2001, κι εκείνος που έρχεται από τον πάγκο στη θέση-δέκα είναι του 2002. Δύσκολα μπαίνεις στο γήπεδο, με spirit μάχης. Βλέπεις πως, παρά ταύτα, δεν είναι καθόλου απλό να τους κάνεις καλά. Και τότε, σιγά-σιγά αρχίζει να χαλάει το μυαλό. Νιώθεις, όχι ότι δεν θα νικήσεις. Νιώθεις, ότι θα γίνεις περίγελως. Η σκέψη παραλύει. Χίλιες φορές καλύτερα, να έπαιζαν οι κανονικοί!
Ο Αρης είχε βιώσει κάτι παρεμφερές και τον Μάρτιο, την ημέρα που ο Παναθηναϊκός ανέβηκε (αυθημερόν!) να παίξει στη Θεσσαλονίκη με όλους-κι-όλους δώδεκα ανταγωνιστικούς ποδοσφαιριστές. Μηδέν-μηδέν. Θέλει επιδέξια πνευματική προπόνηση, για να παίξεις τέτοιους αγώνες δίχως να σε απασχολεί τι κάνει και πώς έρχεται ο άλλος. Η ομάδα του Μόνο Μπούργος συνελήφθη απροπόνητη, σε αυτό. Νωθρή. Ηδη ήταν φτωχή η απόδοσή τους, προτού γίνει (με το που δέχθηκαν γκολ) η χειρότερη που θυμάται άνθρωπος εδώ και πολύ καιρό. Βάζεις και ότι στην υπόθεση-γκολ είναι σαν να επιτίθενται με νεροπίστολα, αρκεί μονάχα να λογαριάσει κανείς πως ακόμη και ο ΠΑΣ πιο πολύ έχει σκοράρει από τον Αρη εφέτος, οπότε το κάζο δεν αργεί, δεν είναι μακρυά, δεν είναι ανεξήγητο.
Ο Ολυμπιακός πέρασε δύο, διαδοχικά, πολύ δύσκολα σε προπονητική διαχείριση καλοκαίρια, το 2020 και το 2021. Το 2022 δεν (θα) είναι έτσι. Η γρήγορη διασφάλιση του τίτλου και ο “κερδισμένος” προκριματικός γύρος (από τον αποκλεισμό των Ρώσων) στο Τσάμπιονς Λιγκ, αυτά δίνουν στο επιτελείο δυνατότητα απρόσκοπτης οργάνωσης του τόσο σημαντικού θερινού πλάνου, ενός ολοκληρωμένου πλάνου, αποφόρτισης/επαναφόρτισης. Οποιοσδήποτε, δεν θα έκανε κάτι διαφορετικό από αυτό που έχει κιόλας ξεκινήσει να κάνει με τους συνεργάτες του ο Πέντρο Μαρτίνς ενόψει της δικής του πέμπτης χρονιάς στο κλαμπ. Ο Πέντρο Μαρτίνς στο 2022-23, δεν θα έχει ούτε αυτό το ζήτημα ούτε αυτή τη δικαιολογία.
Φυσικά το αξιοπρόσεκτο στου Χαριλάου δεν ήταν η φρεσκάδα, δεν ήταν τα τρεξίματα, δεν ήταν η πείνα. Αυτά ήταν τα αναμενόμενα, από παίκτες που αισθάνονταν ευγνώμονες μόνο και μόνο ότι τους δόθηκε η ευκαιρία να αγωνιστούν. Το πραγματικά αξιοπρόσεκτο στου Χαριλάου, ήταν η συνοχή της συγκεκριμένης ενδεκάδας σε συνδυασμό με την επίγνωση τι μπορούσαν και τι δεν μπορούσαν. Προφανώς δεν μπορούσαν, όλοι μαζί πρώτη φορά στην ίδια ενδεκάδα, να πάρουν τη μπάλα και να κάνουν παιγνίδι κυριαρχίας. Εκείνο που μπορούσαν ήταν να κλείνουν σωστά πίσω από τη μπάλα, να φεύγουν με μία πάσα σε μεταβάσεις στο ανοιχτό γήπεδο, να είναι φουλ συγκεντρωμένοι και απαιτητικοί στις στατικές φάσεις.
Οι στατικές φάσεις είναι…σαν την τράπουλα. Η τράπουλα δανείζει, ως γνωστόν. Δεν χαρίζει. Μετά από δύο σερί νίκες με γκολ από στατικές φάσεις (εναντίον της ΑΕΚ και του ΠΑΟΚ), αμέσως ο Αρης “δίνει πίσω” δύο σερί ήττες με γκολ από στατικές φάσεις (εναντίον Παναθηναϊκού και Ολυμπιακού). Το παρήγορο για τον Αρη είναι ότι δεν έχει στο πρόγραμμά του, άλλη αναμέτρηση με ομάδα-βήτα! Στην Τούμπα, παραδοσιακά είναι ανταγωνιστικός και κατά κανόνα αποτελεσματικός, no matter what. Το κάζο της Κυριακής, κατά καμία έννοια δεν είναι το πρόκριμα της Τετάρτης. Να θυμίσω και το αντίστροφο. Τελευταία αγωνιστική πλέι-οφ, βαθιά μες στο κατακαλόκαιρο του 2020, ο Αρης ήταν που πήγε στην Τούμπα με, τσίμα-τσίμα μετρημένους, έντεκα. Εφερε μηδέν-μηδέν. Η αμηχανία/ανημπόρια ενώπιον της ειδικής συνθήκης, δεν είναι ίδιον του Αρη μονάχα.
Ο Αρης εξακολουθεί να είναι “πολύ μέσα” στο κόλπο, κυρίως επειδή νίκησε την ΑΕΚ στην Αθήνα. Στη ροή της post-season φαίνεται πως εν τέλει αυτά (θα) είναι οι κόμβοι, τώρα Αρης-ΑΕΚ στη Θεσσαλονίκη το Σάββατο. Η ΑΕΚ, το γκρουπ, συνεχίζει να βγάζει ένδον αντανακλαστικά τα οποία, τρόπον τινά, “ισοφαρίζουν” την αντικειμενική αδυναμία. Τα αντανακλαστικά, το σχέδιο του προπονητή, η επιθυμία των ποδοσφαιριστών, η εικόνα ότι όλο αυτό είναι “ένα πράγμα” και δικαίως λέγεται ομάδα, είναι πειστικά σημεία ζωής. Η αντικειμενική αδυναμία, είναι η έλλειψη σέντερ-φορ και το ρηχό rotation. Δίχως σέντερ-φορ, μια φορά θα το κάνεις με υπέρβαση και αλχημεία. Δεν γίνεται πάντα και συνεχώς, με υπέρβαση και αλχημεία. Δίχως εναλλακτικές δε, τις φορές που χρειάζεσαι μια τελική ώθηση κοιτάζεις στον πάγκο και δεν βρίσκεις πρώτης τάξεως λύσεις. Βάζεις για να βάζεις.
Ενα ενδιαφέρον στοιχείο των τριών αγωνιστικών στο φινάλε, είναι ότι και οι τρεις ανταγωνιστές για τα δύο ευρωπαϊκά εισιτήρια έχουν στο πρόγραμμα αγώνα με τον ΠΑΣ. Είναι…έως τρελό, εάν (και υποψιάζομαι πως, κατά βάθος, όντως) το θεωρούν για περίπου δεδομένο ότι αυτόν τον ένα αγώνα με τον ΠΑΣ οπωσδήποτε θα τον κερδίσουν. Στον Πειραιά πρόσφατα επιβεβαιώθηκε πως παρεπιδημούν αρρωστημένοι μυαλοφυγόδικοι που βλέπουν, στην αγωνιστική συμπεριφορά του ΠΑΣ, φαντάσματα. Οσοι εξ αυτών είναι legends του ποδοσφαίρου, στην αγωνιστική συμπεριφορά του ΠΑΣ θα άρμοζε να βλέπουν αυτό που είναι, στ’ αλήθεια, η ομάδα του κυρίου Μεταξά. Οργανωμένη, συμπαγής, ευφυής, αυτοματοποιημένη. Και με ανυποχώρητη, από ματς σε ματς, δίψα. Να νομίζεις ότι με αυτούς έχεις τρεις πόντους στην κωλότσεπη, πρέπει να πάσχεις.
Ο ΠΑΟΚ εγκλωβίστηκε, και κατεπνίγη αύτανδρος. Το ένα-μηδέν, το ερώτημα δεν ήταν εάν θα έλθει. Το μόνο ερώτημα ήταν, βλέποντας το ματς, πότε θα έλθει. Ο Λουτσέσκου επιδεικνύει την ιώβεια υπομονή, να εξηγεί εξαντλητικά τι πραγματικά συμβαίνει αυτή την εποχή. Να τον ακούς, είναι πιο ωφέλιμο από το να κοιτάζεις stats. Η στατιστική, εννέα ματς δίχως νίκη κ.λπ., είναι σχετικής αξίας. Ισως, παραείναι σχετικής αξίας. Ο ΠΑΟΚ μπορεί να κλείσει τη χρονιά, όχι με εννέα, με δεκατρία ματς δίχως νίκη, και πάλι να είναι δεύτερος+κυπελλούχος. Ο μοναδικός τρόπος να μη βγει δεύτερος στο πρωτάθλημα, είναι να μη κατεβεί στα τελευταία τρία παιγνίδια των πλέι-οφ. Κυπελλούχος δε, δεν θα ‘ναι καθόλου παράξενο (το έκανε, άλλωστε, και στους ημιτελικούς) να αναδειχθεί και με ισοπαλία.
Στα πέναλτι.
Πηγή: Sport DNA