Του Κώστα Κεφαλογιάννη
Αν θέλουμε να μην μας λένε ότι γινόμαστε ίδιοι με ό,τι κοροϊδεύαμε, τότε πρέπει να ξεκινήσουμε από τα βασικά: να παραδεχόμαστε τουλάχιστον τα προφανή.
Στο ματς του ΠΑΟΚ με τον Αστέρα Τρίπολης δεν δόθηκε πέναλτι υπέρ του Αστέρα, στο 39ο λεπτό, με το σκορ στο 1-0. Ξεκάθαρο πέναλτι για εμένα – ο Αουγκούστο πάει για την μπάλα ίσως και να την βρίσκει λίγο αλλά στη συνέχεια γκρεμίζει τον παίκτη του Αστέρα και δεν τον αφήνει να συνεχίσει την φάση. Παρά το γεγονός ότι ο διαιτητής είδε το VAR , πήρε κατά την γνώμη μου λάθος απόφαση και δεν το έδωσε. Σε όλες τις άλλες δύσκολες φάσεις (και ήταν πολλές) αποφάσισε σωστά.
Δεν ξέρω τι θα συνέβαινε σε περίπτωση που ο Αστέρας ισοφάριζε, εκείνο που ξέρω είναι ότι του στερήθηκε αυτή η δυνατότητα.
Ξεκινώ έτσι, διότι νιώθω, ότι όπως έχουν έρθει τα πράγματα, αν δεν μιλήσουμε με ειλικρίνεια για την διαιτησία, δεν μπορούμε να μιλήσουμε και για εκείνο που τελικά – θα έπρεπε να – έχει την μεγαλύτερη σημασία: το ποδόσφαιρο.
Και θέλω να μιλήσω για ποδόσφαιρο, διότι εκεί εντοπίζεται το μεγαλύτερο πρόβλημα του ΠΑΟΚ την δεδομένη στιγμή.
Ναι ο «Δικέφαλος» δέχεται μια ενορχηστρωμένη επίθεση εκτός γηπέδων, που έχει στόχο και τις εντυπώσεις (να πιστέψει δηλαδή η υπόλοιπη Ελλάδα ότι ο ΠΑΟΚ είναι ο «νέος χαλίφης») και την ουσία (τον επηρεασμό των διαιτητών που τον σφυρίζουν, αλλά και τον επηρεασμό της ίδιας της ομάδας, αν «χαλάσει» το μυαλό των παικτών). Η καλύτερη απάντηση σε όλα αυτά όμως, δίδεται εντός των τεσσάρων γραμμών. Με πειστικές εμφανίσεις και νίκες. Ο ΠΑΟΚ και πέρυσι ξεκίνησε την σεζόν, έχοντας στην πλάτη την αντιπάθεια ενός μεγάλου κομματιού της κοινής γνώμης, εξαιτίας του φινάλε της σεζόν 2017-2018 και του τρόπου που το διαχειρίστηκε. Αλλά όσο προχωρούσε η χρονιά, οι επιθέσεις σταμάτησαν. Η αήττητη πορεία του προς την κατάκτηση του τίτλου, σιώπησε τους αμφισβητίες, με εξαίρεση βέβαια κάτι λίγους γραφικούς που μιλάνε ακόμα για το «πρωτάθλημα των Πρεσπών». Ειδικά στο δεύτερο μισό της χρονιάς, ο ΠΑΟΚ συνδύασε καλό ποδόσφαιρο και αποτελεσματικότητα, κατά τρόπο αποστομωτικό.
Φέτος, από τον ΠΑΟΚ έχουμε δει μονάχα καλά διαστήματα, μέσα στα παιχνίδια του. Όχι ένα σταθερά καλό αγωνιστικό διάστημα πολλών εβδομάδων, ούτε ολόκληρα 90λεπτα κυριαρχίας. Έχουμε δει σοβαρά προβλήματα στα περισσότερα ντέρμπι και αρκετές «σβηστές», τις λεγόμενες επαγγελματικές, νίκες με τις ομάδες κάτω από την 5η θέση.
Και προσωπικά, διαφωνώντας με τους περισσότερους ρεπόρτερ ΠΑΟΚ, δεν βλέπω ούτε κάποια πολύ σοβαρή βελτίωση από την αρχή της χρονιάς μέχρι τώρα.
Κόντρα στον Αστέρα ο ΠΑΟΚ δεν ήταν «άνετος». Ήταν κακός. Είχε τύχη στο πρώτο γκολ, κάποιες ποιοτικές στιγμές στο δεύτερο και τέλος. Ούτε ρυθμό είχε, ούτε ένταση, ούτε καλή ανάπτυξη. Τα δυο πρώτα, ο ρυθμός και η ένταση, λείπουν στις περισσότερες φετινές του αναμετρήσεις.
Τα παραπάνω, δεν αποτελούν μομφή για τον Αμπέλ, ο οποίος παρέλαβε μια ομάδα σε σοκ του καλοκαίρι (μετά την φυγή του Λουτσέσκου), δεν έκανε ουσιαστικά μεταγραφές και είχε να διαχειριστεί και την τεράστια αποτυχία του αποκλεισμού από το Europa League. Υπό τις δεδομένες συνθήκες και υπό την πίεση της σύγκρισης με τον προκάτοχό του και της υπεράσπισης των κεκτημένων, είναι σημαντικό ότι ο Πορτογάλος έχει τον ΠΑΟΚ σε απόσταση αναπνοής από τον Ολυμπιακό και θα πάει στην μάχη του πρωταθλήματος μέχρι τέλους, με σοβαρές πιθανότητες να το κατακτήσει. Αποτελούν, εντούτοις, σημεία προβληματισμού.
Φτάσαμε, άλλωστε, στο χρονικό σημείο όπου και πέρυσι και πρόπερσι, ο ΠΑΟΚ άρχισε να ρολάρει, παίζοντας σωστό και όμορφο ποδόσφαιρο. Με αναιμικές εμφανίσεις, όπως της Κυριακής, θα έρθουν γκέλες. Κυρίως, με αναιμικές εμφανίσεις και χωρίς την απαιτούμενη ένταση, στα πλέι – οφ των ντέρμπι, ο ΠΑΟΚ θα έχει πρόβλημα.
Όσα συμβαίνουν γύρω – γύρω, παρότι μπορούν να λειτουργήσουν αποπροσανατολιστικά, αποτελούν δουλειά της διοίκησης να τα αντιμετωπίσει.
Ο Αμπέλ και οι παίκτες τους οφείλουν να αντιμετωπίσουν τα δικά τους θέματα. Και να βελτιωθούν.
Πηγή: Sport DNA