Επιλογή Σελίδας

«Με μεγάλη θλίψη μάθαμε ότι ο Άριλντ επέλεξε να μας αφήσει νωρίς. Τον αποχαιρετούμε με πολλή αγάπη και κρατάμε πολλές καλές αναμνήσεις» ήταν η λιτή ανακοίνωση της οικογένειας του Μπεργκ. Μια χαμένη ποδοσφαιρική ψυχή της Νορβηγίας που έφυγε τόσο νωρίς.

«Υποφέρεις από το σύνδρομο της διπλής ψυχής», είχε πει κάποτε ένας ψυχαναλυτής στον Άριλντ Μπεργκ. «Η ψυχή ενός νεκρού άνδρα έγινε ‘αδέσποτη’ και μπήκε στο σώμα σου. Τώρα το σώμα σου πρέπει να φροντίζει για δύο ψυχές. Είναι φυσιολογικό να μην έχεις αποθέματα ενέργειας. Εάν αφαιρέσω την ψυχή αυτή όλα θα είναι καλά», του τόνισε. «Την ψυχή του;», ρώτησε με χαμόγελο ο Μπεργκ. «Αν πρέπει να αφαιρέσεις μία ψυχή προτιμώ τη δική μου. Με έχει κουράσει», του επισήμανε.

Αυτή η ιστορία λέει πολλά για τον Μπεργκ και το χιούμορ και τον αυτοσαρκασμό του ενώ σε εκείνο το σημείο της ζωής του προσπαθούσε να βρει μία λύση για ένα πρόβλημα υγείας που τον επηρέαζε για περισσότερα από δώδεκα χρόνια. Ο Μπεργκ ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα που έβγαλε ποτέ η Νορβηγία, αλλά ποτέ δεν έγινε ο απίστευτος παίκτης που ονειρεύονταν οι συμπατριώτες του.

Image

Ο Μπεργκ γεννήθηκε το 1975 σε οικογένεια με ποδοσφαιρική δυναστεία. Ο πατέρας του, Χάραλντ Μπεργκ, είχε 43 συμμετοχές για τη Νορβηγία κι έπαιζε δίπλα στον Άντβοκαατ.

Ο Άριλντ είχε δύο αδερφούς. Τον Όρζαν και τον Ρούναρ, που εκπροσώπησαν και αυτοί την χώρα τους και είχαν σπουδαίες καριέρες σε Νορβηγία και εξωτερικό. Ο Άριλντ όμως ήταν ο πιο ταλαντούχος όλων. «Ο Άριλντ Μπεργκ ήταν γνωστός ως ένα ποδοσφαιρικό φαινόμενο πολύ πριν μπει στην πρώτη ομάδα της Μπόντο» θυμάται ο Περ Άνγκελ Μπέρντσεν στο TV2.

Ο Στιαν Χόγκλαντ συντάκτης της «Avisa Nordland» είχε τονίσει ότι ο Άριλντ «διέθετε τρομερή τεχνική και έβλεπε γήπεδο με μεγάλη αντίληψη. Πάντα ένιωθα ότι θα είχε πολύ περισσότερα χρόνια στο γήπεδο από άλλους. Το στιλ του συγκρίνεται με τον Ινιέστα”.

Image
Ο συνάδελφός του, Φρέντι Τόρεσεν, τονίζει: «Το αριστερό του πόδι ήταν τρομερό. Ήταν επικίνδυνος από κάθε απόσταση. Ο Άριλντ μπορεί να άφηνε τα αμυντικά καθήκοντα στους συμπαίκτες του αλλά οι επιθετικές του αρετές ήταν μοναδικές». Έκανε το ντεμπούτο του στην πρώτη ομάδα της Μπόντο Γκλιμντ στην πρώτη κατηγορία της Νορβηγίας σε ηλικία 17 ετών φορώντας γυαλιά σε στιλ Χάρι Πότερ. Γρήγορα έγινε ένας από τους τοπ παίκτες της κατηγορίας στα επόμενα τρία χρόνια.

Κάθε τοπ ομάδα στη Νορβηγία τον ήθελε, η Ρόζενμποργκ περισσότερο, όμως ξαφνικά το 1996 αποχώρησε. Ήταν σα να είχε σταματήσει τη μπάλα ο Όουεν τότε σε ηλικία 20 ετών χωρίς προφανή λόγο. Ο Μπεργκ είπε ότι ήθελε να ξαναβρεί το πάθος του για το ποδόσφαιρο και εάν ήταν ή όχι η πραγματική του αγάπη. Η αναζήτησή του για να βρει ξανά το πάθος για το παιχνίδι και το ποδόσφαιρο τον έκανε να δοκιμάσει 15 διαφορετικά αθλήματα. Ακόμα και σνόουμπορντ και κατάδυση. Μετά από έναν χρόνο ήταν έτοιμος να γυρίσει. «Κουράστηκα να χάνω στο τένις κάθε μέρα. Ήθελα να κερδίσω ξανά», είχε πει στη Bodø Nu.

Ωστόσο, η επιστροφή του είχε έκπληξη, καθώς πήγε στη Gevir Bodø της τρίτης κατηγορίας. Εκείνη τη σεζόν ενθουσίασε τους φιλάθλους με τις εμφανίσεις και τις ικανότητές του. Έδειχνε χαρούμενος, όμως το 1997 αισθάνθηκε πως πάλι κάτι δεν του πάει καλά.

«Θυμάμαι να κάθομαι στα αποδυτήρια μετά το τελευταίο ματς της σεζόν. Είχαμε κερδίσει αλλά ένιωσα την καρδιά μου να ανεβάζει παλμούς και να μην πέφτουν. Ήταν η αρχή”, είχε πει στο Recovery Norway. Επέστρεψε στη Μπόντο το 1998, αλλά το κορμί του δεν μπορούσε άλλο και ο οργανισμός του τον εγκατέλειπε. Δεν μπορούσε να προπονηθεί πια. Την επόμενη χρονιά δεν έκανε καν προπονήσεις αλλά το ταλέντο του ήταν τέτοιο που τον κρατούσε ακόμα κορυφαίο παίκτη της κατηγορίας. Ο Μπέρντσεν είχε να πει το πόσο τρομερό ήταν αυτό που έκανε το 1999 και ενώ τότε ήταν τα χρόνια της κυριαρχίας της μεγάλης Ρόζενμποργκ. «Και όλα αυτά τα έκανε και ενώ δεν ήταν καλά και δεν έκανε προπονήσεις», συμπλήρωσε.

Η κατάστασή του – σε εκείνη την φάση χωρίς διάγνωση – γινόταν όλο και χειρότερη. Είχε χάσει 15 κιλά, πέφτοντας από τα 75 στα 60. Υπέγραψε στην Λιν, εκεί όπου ο πατέρας του κάποτε κέρδισε το πρωτάθλημα για ένα νέο ξεκίνημα, όμως υποχρεώθηκε να αποσυρθεί σε ηλικία 25 ετών. Εκείνη την περίοδο ταξίδευε και έψαχνε να βρει τη διάγνωση και την θεραπεία του. Η διάγνωση πως είχε δηλητηριαστεί από υδράργυρο αποδείχθηκε λανθασμένη και ενώ είχε πληρώσει δύο εκατ. κορώνες σε γιατρούς και θεραπευτές μέσα σε δυο χρόνια.

Για μεγάλο διάστημα είχε ελπίδες ότι θα γύριζε στο ποδόσφαιρο, όμως τα όνειρά του διαλύθηκαν. Το ποδόσφαιρο με αρκετούς τρόπους φαίνεται πως του προκάλεσε προβλήματα. Το 2005 διαγνώστηκε με χρόνιο σύνδρομο εξάντλησης και κούρασης. Ένας βασικός λόγος ήταν το άγχος και η πίεση που είχε από το ποδόσφαιρο. Ουσιαστικά πρόκειται για το Σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, ΣΧΚ ή Μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα.

Η ειρωνεία ήταν πως ενώ είχε πάει παντού αναζητώντας θεραπεία, ένας τοπικός γιατρός, ο Άρνε Στενστρομ, βρήκε το πρόβλημά του. Ο γιατρός αυτός είχε ανάλογο πρόβλημα και είδε τα σημάδια. Το 2009 είπε στον Μπεργκ πως έπρεπε να κόψει κάθε δεσμό με το ποδόσφαιρο. Για τον Μπεργκ ξαφνικά όλα απέκτησαν νόημα. Κατάλαβε το τι είχε γίνει. Ο ίδιος τόνισε πως είπε αντίο στο ποδόσφαιρο κι έσβησε κάθε ίχνος του. Έγραψε μόνο στα social media για το ποδόσφαιρο και ακόμα και όταν προσπάθησε να δει ένα ματς στο Μουντιάλ του 2010 ένιωσε ξανά τα συμπτώματα να έρχονται.

Ο Μπεργκ είχε εξηγήσει πως από μικρός έκανε πιο σκληρές προπονήσεις από κάθε άλλον. Επειδή ο πατέρας του και τα αδέρφια του είχαν πετύχει τόσα στο γήπεδο είχε τεράστιο άγχος. Η πίεση έδωσε τη… σκυτάλη στο πάθος και τον ενθουσιασμό, όμως η πίεση και το στρες παρέμεναν και ας μην το καταλάβαινε στην αρχή. Ο Μπεργκ ξαναέφτιαξε την ζωή του. Άρχισε να γυμνάζεται ξανά αλλά και να βοηθάει κόσμο με ίδια πάθηση. Όμως αντιμετώπισε και άλλα προβλήματα και τον Ιούνιο σε ηλικία 43 ετών αυτοκτόνησε.

Ο θάνατός του έρχεται να θυμίζει πως με το μεγάλο ταλέντο έρχεται και η μεγάλη πίεση που κάποιες φορές είναι αδύνατον να την διαχειριστεί κάποιος. “Όλοι θέλουμε να είμαστε χαρισματικοί αλλά αυτό δεν κάνει για όλους”, έγραψε ο Μπέρντσεν μετά τον θάνατο του Μπεργκ.

Για τον Άριλντ Μπεργκ αυτό το τρομερό ταλέντο ήταν και κατάρα.

Πηγή: Guardian